Ο Γιωργος μολις με ειδε να μπαινω στο μαγαζι του πεταχτηκε από την καρεκλα σαν ελατηριο. Αγκαλιαστήκαμε.
-Λεγε. Καφε, μπυρα ή τσιπουρο ?
-Ας μην πάμε κατευθειαν στα σκληρα. Καλυτερα μια μπύρα.
Πιασαμε την κουβεντα για Γερμανία, δουλειές, πολιτική και για τις παρεες.
-Μας ελειψες ρε αληταμπούρα, για πόσο ηρθες ?
-Λεω να κάτσω καμια 20ρια μερες.
-Τι θα κανεις το βράδυ, θα κανονισουμε κάτι ?
-Δεν ξερω ακομα. Το μεσημερι θα παω να δω μια θεια μου και το απόγευμα λέω περασω να δω και την κ. Μαρία που εχει το καφενειο παρακατω.
-Δε παίζεσαι ρε πούστη μου, ειπε, κλεινοντας το ματι.
Φευγοντας από το Γιώργο εκανα μια βολτα να δω την πόλη, μίλησα με κανα δυο ακομα που βρηκα στο δρόμο και κατεληξα στην παραλια. Ηθελα να δω τη θάλασσα που μου ειχε λειψει. Όλα τα καλοκαιρινα μαγαζια μπαράκια, καφε, εστιατορια ηταν κλειστά. Εκανα ένα τσιγαρο κοιτώντας τη θάλασσα. Μου ηρθε η επιθυμια να βουτηξω. Αν είχα μια πετσετα να σκουπιζόμουν θα βουτουσα κι ας ηταν Μαρτης κι εκανε κρύο. Εβγαλα τα παπουτσια και τις καλτσες σηκωσα το παντελονι και μπήκα στο νερο μέχρι τα γονατα. Όταν στέγνωσαν τα ποδια μου πήρα τηλεφωνο τη θεια μου ότι θα την επισκευτω και ξεκίνησα. Ειχα αρχισει να πειναω, ευκαιρία ηταν να φάω κατι.
Όταν εφυγα από το σπιτι της θειας μου ηταν απόγευμα. Τα μαγαζια στην αγορα θα ειχαν ανοιξει και η milfαρα καφετζου θα ήταν στο καφενείο. Στο χωριο δεν ήθελα να γυρισω ακομα τι να εκανα παλι στο καφενείο, οποτε αποφάσισα να μεινω στην πολη. Πηρα τηλεφωνο το Γιώργο να κανονισει το βράδυ όταν θα εκλεινε το μαγαζι να πάμε για κρασι.
Περασα από το καφενειο της milfαρας, αλλα είχε κοσμο. Ηταν η ωρα που τα παπούδια πίνουν τον απογευματινο τους καφε. Δε γουσταρα να μπω με τοσο κοσμο και ειπα να κάνω μερικες βολτες ακομα. Περνώντας ακομα μια φορά από το κεντρο της πόλης χωρις προορισμό, απλα κανοντας βόλτες, επεσα σε μπλόκο της τροχαιας. Για καλη μου τύχη ειχαν σταματήσει κατι πιτσιρικάδες με παπια και περασα χωρίς να με σταματησουν. Αποφάσισα να παω στο καφενείο. Φτανοντας, παρακαρα τη μηχανη λίγο πιο περα κι εκανα μερικες βολτες να περασει η ώρα.
Μολις με ειδε να μπαινω στο μαγαζί της εμεινε για μερικα δευτερολεπτα ακίνητη. Μετα ετρεξε με αγκάλιασε και με φιλησε σταυρωτά στα μαγουλα.
-Το παιδι δουλευε στο video club εδώ πιο πάνω, ειπε σε κατι γερους, και τωρα είναι στη Γερμανία.
-Ναι τον θυμάμαι, ειπε ενας μπαρμπας. Νοικιαζα dvd από εκεί. Τι κανεις παλικάρι μου, πως είναι η ζωη στα ξένα ?
-Δυσκολη μπάρμπα αλλα τα καταφερνω.
-Κατσε Θανασακι μου, τι θα σε κεράσω ?
-Φτιαξε μου ένα φραπέ.
-Μετριο με γαλα ε ? Ειδες θυμάμαι ακομα πως τον επινες.
Επινα τον καφέ μου, εριχνα καμια ματιά στην τηλεόραση και σε μια τοπική εφημεριδα και κοιτουσα την 55 + Μαρία να πηγαινει περα δωθε με τον δίσκο, άλλοτε σερβιροντας καφέδες, ούζα και μπύρες κι άλλοτε μαζευοντας ποτήρια. Σε κάποια φάση που δεν ειχε δουλειά εκατσε στο τραπεζι μου και πιάσαμε την κουβέντα. Αφού με ρωτησε πως περναω, πόσο θα μεινω εδώ και αν σκοπευω να γυρισω καποια στιγμη στην Ελλάδα, μου ειπε ότι πριν λιγες μερες ειχε δει στο δρομο το πρώην αφεντικο μου.
-Αυτος απ΄ότι ηξερα ηταν στην Σουηδία μαζι με τη γυναικα και τα παιδια του, λες να γύρισε παλι ?
-Δεν ξερω Θανασακη μου δεν είπε πολλα. Παντως ηταν αξύριστος, δλδ τι αξυριστος, ειχε γενειάδα σαν παπας.
-Αυτή είναι μια σημαντικη λεπτομέρεια που πρεπει να λαβουμε σοβαρά υπόψη μας.
-Δεν ξερω αν είναι σημαντικό εγω πάντως αυτό παρατήρησα. Αααχχχ Θανασακη μου, πως μας κατάντησαν ετσι ? Ειδες πως ερήμωσε η γειτονια ? Τα περισσότερα μαγαζια εκλεισαν. Δουλειες δεν υπάρχουν, ο κόσμος λεφτά δεν εχει. Να κοιτα με έναν καφε είναι ολοι τους, ή με ένα ούζο. Ουτε μεζε δεν παίρνουν.
Ειχα αρχισει να βεριεμαι, καταλαβα ότι ηταν λαθος να ερθω ως εδώ. Τι να τα σκαλιζω τα παλια, δεν ειχε νοημα. Αλλου ημουν εγω αλλου ηταν αυτή. Το ότι ημουν αλλου το ένιωσα τις επομενες μερες περισσότερο.
-Τι χρωσταω Μαρία ?
-Γιατι φευγεις ? Τοσο γρηγορα ?
-Ε, ναι πάω να δω και τους φιλους, θα τα ξανα πούμε.
-Κερασμενος ο καφες. Θα ξανα ερθεις, ετσι ? Πόσο θα μεινεις εδώ ?
-Θα μεινω καμποσες μέρες. Αντε τα λεμε……..
Βγαινοντας από το μαγαζι ηρθε κι αυτή πισω μου.
-Όταν ξανα ερθεις στην πόλη, θελω να με παρεις τηλεφωνο. Θα σε περιμένω.
- ...........
Εκανα ακομα μια μεγάλη βολτα στην πολη και μετά πηγα στο μαγαζι του Γιώργου. Εκει ησαν ακομα 2 φιλοι που με περιμεναν. Λίγο μετα τις 9 που κλεισαν τα μαγαζια ήρθαν κι αλλοι δυο. Ξεκινησαμε ολοι μαζι για μια ψησταριά καμια 500ρια μετρα πιο πέρα. Ηθελα να φαω κοκορέτσι, Μου ειχε λειψει……..