ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ
ΟΠΩΣ ΠΑΝΤΑ καυστικός και σωστός
Τον Οκτώβριο του 2009, ο ελληνικός λαός αποφάνθηκε ότι «λεφτά υπάρχουν». Ούτε εξαπατήθηκε ούτε τον κορόιδεψε κανείς.
Διότι όπως κυκλοφορούσαν κόμματα, πολιτικοί, ειδικοί και δημοσιογράφοι που διαβεβαίωναν ότι «λεφτά υπάρχουν!», κυκλοφορούσαν κι άλλοι τόσοι που φώναζαν το αντίθετο.
Ο λαός πίστεψε τους πρώτους διότι αυτό του άρεσε να πιστέψει. Τη συνέχεια την ξέρουμε όλοι.
Τον Μάιο του 2012, ο ελληνικός λαός καλείται να ψηφίσει και πάλι ότι «λεφτά υπάρχουν». Ή, αν προτιμάτε, ότι τα λεφτά είναι σαν την αγάπη μας: κάπου υπάρχουν, «μα δεν ξέρω πού».
Οι «αρχαίοι ημών πρόγονοι» συνήθιζαν να λένε ότι το «δις εξαμαρτείν» δεν ταιριάζει στους σοφούς. Αλλά ο ελληνικός λαός έχει κάνει χόμπι να διαψεύδει τους προγόνους του.
Το 1920, ας πούμε, κανείς δεν ήθελε να οδηγήσει τη χώρα σε εθνική καταστροφή.
Ο Δ. Γούναρης και η παρέα του διαβεβαίωναν ότι κανένα πρόβλημα δεν θα προκύψει από την απομάκρυνση του Βενιζέλου και την επιστροφή του Βασιλιά.
Διότι οι Σύμμαχοι, έλεγαν, θα αναγκαστούν να αποδεχτούν «τη βούληση του κυρίαρχου ελληνικού λαού». Ετσι, λοιπόν, «τον θέλαμε και τον εφέραμε».
Ενας Τσίπρας της εποχής ήταν ο Γούναρης. «Δεν θα τολμήσουν!» έλεγε κι αυτός. Ακόμη μετράμε τα πτώματα…
Αλλά τον Γούναρη τον είχε ψηφίσει ο ελληνικός λαός. Που πίστεψε κι αυτός ότι «δεν υπάρχει πρόβλημα», ότι εκείνος έχει «τον τελευταίο λόγο» κι ότι αποκλείεται «να μας διώξουν ποτέ από το ευρώ».
Αυτή τη συζήτηση την κάνουμε και την ξανακάνουμε. Το 1897, το 1920, το 1944, το 1967, το 2009… Κατά σύμπτωση πριν από κάθε εθνική καταστροφή.
«Δεν θα τολμήσουν!». Και τελικώς, βεβαίως, τολμούν. Οι μπλόφες βγαίνουν πάντα σε βάρος μας - όχι επειδή είμαστε κακοί μπλοφαδόροι αλλά επειδή οι άλλοι έχουν το φύλλο…
Σε όλα αυτά, όμως, τον κεντρικό λόγο έχει τελικά ο λαός.
Διότι στη δημοκρατία ανεύθυνοι λαοί δεν υπάρχουν. Υπάρχουν λαοί που αποφασίζουν με απόλυτη επίγνωση. Χωρίς δικαίωμα λάθους ή άγνοια κινδύνου.
Και των οποίων οι αποφάσεις κρίνονται όχι από προθέσεις, ούτε από υπολογισμούς, αλλά από επιπτώσεις. Εκ του αποτελέσματος.
Κανείς, λοιπόν, δεν φταίει του λαού αν του αρέσει να παραμυθιάζεται από πλανόδιους θαυματοποιούς, ούτε αν του παίρνουν τα μυαλά με χάντρες και καθρεφτάκια.
Κανείς δεν του φταίει αν εξακολουθεί να πιστεύει ότι «λεφτά υπάρχουν».
Κανείς δεν του φταίει αν νομίζει ότι μπορούν να γυρίσουν πίσω τα ρολόγια, να μην αλλάξει τίποτα και να ξαναβρεθούμε αισίως στο 2009.
Κανείς δεν του φταίει. Και ακόμη λιγότερο εκείνοι που θα πάρει στον λαιμό του χωρίς να φταίνε.