Το κατώφλι της Τούμπας το πέρασε για πρώτη φορά την τελευταία μέρα του Ιανουαρίου του 1996. Ο ΠΑΟΚ μόλις είχε αλλάξει χέρια, κι από αυτά του Θωμά Βουλινού είχε περάσει σε αυτά του Γιώργου Μπατατούδη. Ο αθηναίος επιχειρηματίας, με καταγωγή από τον Έβρο, με βασικό αντικείμενο τις κατασκευές, έγινε δεκτός στην Τούμπα ως μεσσίας.Γιώργος Μπατατούδης
Τα πέτρινα χρόνια επί Θωμά Βουλινού είχαν τελειώσει. Στα μάτια των οπαδών του ΠΑΟΚ ο Μπατατούδης θα μπορούσε να γίνει το αντίπαλον δέος του Κόκκαλη, του Βαρδινογιάννη και του Μελισσανίδη, που οδηγούσαν Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό και ΑΕΚ, αντίστοιχα, και να οδηγήσει κι αυτός την ομάδα τους ψηλά. Τότε δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ότι τα μεγάλα τους όνειρα θα μετατρέπονταν, επτά χρόνια αργότερα, σε έναν μεγάλο εφιάλτη.
Ο Γιώργος Μπατατούδης παρέλαβε έναν ΠΑΟΚ με πολλά αγωνιστικά προβλήματα και με μία μετριότατη ομάδα, αλλά χωρίς ούτε μία δραχμή χρέος. Φεύγοντας, άφησε μία ομάδα στα πρόθυρα της διάλυσης, σχεδόν χρεοκοπημένη. Τα χρέη, σύμφωνα με τους ισολογισμούς της ΠΑΕ, ανέρχονταν σε 25.000.000 ευρώ.
Η αρχή
Στα πρώτα χρόνια του στην Τούμπα, σε μία εποχή κατά την οποία το χρηματιστήριο ήταν σε άνθηση και οι κατασκευές πήγαιναν περίφημα, ο επιχειρηματίας, που είχε πολύ καλές σχέσεις με την κυβερνώσα παράταξη, έριξε πολλά χρήματα στον ΠΑΟΚ -σύμφωνα με τους στενούς συνεργάτες του (και τους δικηγόρους του, που το επικαλέστηκαν στα δικαστήρια), πάνω από 11 δισ. δραχμές. Όσα κι αν έβαλε όμως, ουσιαστικό αντίκρισμα δεν είχαν, αφού οι λανθασμένες επιλογές διαδέχονταν η μία την άλλη. Με το ποδόσφαιρο ο Μπατατούδης δεν είχε ποτέ καμία σχέση, ούτε το αγάπησε στην πορεία. Η εμπλοκή του με τον ΠΑΟΚ, άλλωστε, ήταν αποτέλεσμα "παροτρύνσεων" κυβερνητικών στελεχών. Ό,τι άγγιξε σε αυτά τα χρόνια στον αθλητισμό το κατέστρεψε!