Και πάλι Πανούτσος
------------------------------------------
Λίγο πριν η ομάδα του Παναθηναϊκού ταξιδέψει στην Αγγλία για το «Γουέμπλεϊ», ο γενικός γραμματέας Αθλητισμού Αχιλλέας Ασλανίδης φρόντισε για δύο πράγματα. Πρώτον, να κουρευτούν οι παίκτες, για να φανεί στην Αγγλία ότι εμείς οι Ελληνες δεν είμαστε μπήτλιδες και φλώροι. Δεύτερον, να δώσει στον αρχηγό της αποστολής μία εικόνα της Παναγίας ?με τι ειδικότητα, δεν θυμάμαι?, για να βοηθήσει την ομάδα στην προσπάθειά της. Τελικά ούτε το κούρεμα ούτε η Παναγία βοήθησαν. Ο Αγιαξ «καθάρισε» τον Παναθηναϊκό με συνοπτικές διαδικασίες, αποδεικνύοντας ότι τα μαλλιά και η εκκλησία καμία σχέση δεν έχουν με την μπάλα. Για μένα, όμως, η ιστορία είχε μια άλλη διάσταση. Μετά το εθνικιστικό καρακατσουλιό, αποφάσισα ότι ποτέ δεν θα μπλέξω το έθνος με την μπάλα.
Ας πούμε ότι στο σημερινό ματς η Ελλάδα βάζει ένα γκολ, κλείνεται «μπετόν» στην άμυνα, οι Βόσνιοι έχουν πέντε δοκάρια, δύο πέναλτι που δεν τους δόθηκαν και παίρνουμε τη νίκη. Πρέπει να αισθανόμαστε εθνικά υπερήφανοι επειδή είμαστε Ελληνες; Ας πούμε ότι συμβαίνει το αντίστροφο. Να νιώσουμε μειωμένοι, να δείρουμε τους Βόσνιους στην Ομόνοια και να κλειστούμε σπίτια μας αγκαλιά με ένα Τζόνι; Φυσικά, τίποτε από τα δύο. Αυτοί που ήμασταν πριν από το ματς θα είμαστε και μετά το σφύριγμα της λήξης και αν ο Νικοπολίδης το πιάσει ή το φάει ουδόλως επηρεάζει την αξία μας ατομικά ή ως έθνος. Γιατί, λοιπόν, το ποδόσφαιρο πρέπει να έχει τόση σημασία στη ζωή μας; Επειδή τα κουμάντα ?και, γαμώτο, το ΚΚΕ είχε δίκιο? πολύ βολεύονται να νομίζουμε ότι εκεί διακυβεύεται η εθνική μας αξιοπρέπεια και όχι στο ότι ο μοναδικός σημαντικός ρόλος μας είναι του πελάτη σε Μιράζ ή Γιουροφάιτερ.
Η φράση «ντρόπιασαν το εθνόσημο» είναι γελοία. Το Σαν Μαρίνο όπου παίζει τρώει μίνιμουμ επτά. Νομίζετε ότι ο Σανμαρινιώτης δεν τολμά να βγει στο εξωτερικό επειδή ντρέπεται; Η Ακτή Ελεφαντοστού έχει μια χαρά ποδόσφαιρο. Νομίζετε ότι ο μαύρος ?κυριολεκτικά και μεταφορικά? πολίτης της χώρας σκέφτεται «δεν έχουμε αποχέτευση, αλλά αφού έχουμε Τουρέδες τι να τους κάνεις τους καμπινέδες»; Δεν νομίζω? Η Ελβετία παραμένει Ελβετία, έστω κι αν δεν έχει σταυρώσει ούτε Κύπελλο Εκθέσεων, και η Ουρουγουάη παραμένει ίδια, με δύο Μουντιάλ. Και για να μη μείνω στο ποδόσφαιρο, η Ελλάδα είναι γερή στο μπάσκετ και ανύπαρκτη στο ράγκμπι. Δεν θα άλλαζε τίποτα αν συνέβαινε το αντίστροφο. Μένοντας στο ποδόσφαιρο, ακόμα και η Βραζιλία, που εν πολλοίς υπάρχει στον χάρτη για την μπάλα που παίζει, ελάχιστα επηρεάζεται από το γεγονός. Αυτοί που παίζουν καλή μπάλα τα παίρνουν κι αυτοί που τη στραβοκλοτσάνε πεινάνε στις φαβέλες. Το ποδόσφαιρο παρουσιάζεται σαν κάτι τόσο σημαντικό επειδή από τη στιγμή που το πιστεύουμε ένα κάρο κόσμος έχει λαμβάνειν.
Για τον πολιτικό το ποδόσφαιρο είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να δείξει ότι «ανήκει στον λαό». Πού αλλού να το δείξει; Στην Πολιτεία μένει και όχι στο Μενίδι, στο Κολέγιο Αθηνών στέλνει τα παιδιά του και όχι στην Γκράβα, στο «Aurevoir» τρώει και όχι στον Κάβουρα. Το ποδόσφαιρο είναι η ευκαιρία να δείξει ότι «έχω την ίδια καψούρα με τη δική σας». Έστω κι αν ο μακαρίτης ο Καραμανλής το σιχαινόταν, ο Ανδρέας Παπανδρέου το θεωρούσε μαρτύριο και ο Σημίτης μπορεί και να καταλάβαινε ότι οι τερματοφύλακες φοράνε μαύρα επειδή πενθούν. Ο σημερινός το γουστάρει, αλλά αυτό δεν είμαι καθόλου βέβαιος αν είναι καλό ή κακό. Διότι ελάχιστα πρέπει να ενδιαφέρει αν ο πρωθυπουργός καταλαβαίνει την άμυνα ζώνης και πολύ αν ασχολείται με το πώς οι πολίτες θα πάψουν να σφίγγουν τη ζώνη τους.
Για την Εκκλησία, η ενασχόληση με το ποδόσφαιρο είναι σουρεάλ. Ας πούμε ότι ο Χριστόδουλος ξηγιέται πριν από το ματς ευλογία. Το ίδιο κάνει και ο «Χριστόδουλος» της Βοσνίας. Τι σημαίνει, λοιπόν, το αποτέλεσμα; Ότι αν νικήσουν οι Ελληνες, ο δικός μας Χριστόδουλος είναι πιο χριστιανός απ' τον άλλον, αλλά αν χάσουν, ο Βόσνιος χτυπάει κόκκινα στο χριστιανόμετρο; Τολμάει ένας θεολόγος να αναλύσει πώς δουλεύει αυτή η παπάρα με τους σταυρούς και τις ευχές;
Ο,τι κι αν γίνει στη Βοσνία και την κάθε Βοσνία, αφορά τους παίκτες και τον προπονητή τους. Αν όταν νικούν είναι εθνικοί ήρωες, όταν χάνουν θα πρέπει να είναι εθνικοί προδότες. Τότε τι θα πρέπει να κάνουμε στις ήττες; Να τους δημεύουμε τα Cayenne και να τους απαγορεύουμε να εμφανίζονται σε απόσταση μικρότερη του χιλιομέτρου από μαγαζί στο οποίο τραγουδά η Πέγκυ Ζήνα; Το μόνο που μπορεί κάποιος να ζητήσει ?ούτε καν να απαιτήσει? από τους παίκτες είναι όταν παίζουν να κάνουν το καλύτερο δυνατό. Και αν το «καλύτερο δυνατό» των αντιπάλων είναι καλύτερο από των δικών μας, συχωρεμένοι.
Η λογική «το ποδόσφαιρο δεν είναι παρά ποδόσφαιρο» δεν συμφέρει ούτε τους παίκτες ούτε τους παράγοντες, τους απανταχού Γκαγκάτσηδες. Οσο το ποδόσφαιρο θα εμφανίζεται σαν εθνική υπόθεση τόσο σε περίπτωση επιτυχιών θα μπορούν να απολαμβάνουν τα προνόμια εθνικών ηρώων. Τα οποία, όπως ξέρουμε, δεν είναι μόνο ηθικά, αλλά και κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ για τους παίκτες και εκατομμύρια για την ομοσπονδία.
Το «το ποδόσφαιρο δεν είναι εθνική υπόθεση» ακούγεται άτοπο όταν γράφεται σε αθλητική εφημερίδα. Στο φινάλε, κάποιος μπορεί να πει «από την μπάλα βγάζετε το ψωμάκι σας». Κατά τη γνώμη μου, όχι. Μου αρέσει η μουσική, διάβαζα το ΝΜΕ, αλλά ποτέ δεν ένιωσα υποτιμημένος επειδή κανένα ελληνικό συγκρότημα δεν έχει ανέβει στην κορυφή των charts. Οταν η Παπαρίζου νίκησε στη Eurovision, ουδόλως ένιωσα να με αφορά επειδή ήταν ελληνική συμμετοχή. Μάπα κομμάτι ήταν, μάπα κομμάτι παρέμεινε το «Number 1», είτε από Ελληνίδα είχε τραγουδηθεί είτε από Σερβοβόσνια. Μπορείς να γράφεις ή να διαβάζεις περιοδικά κομπιούτερ, φιλοτελισμού ή κηπουρικής, να παθιάζεσαι με το θέμα σου, αλλά όταν προσπαθείς να αναγάγεις το software και τη γλαδιόλα σε εθνική υπόθεση, κάτι μου μυρίζει? Μήπως η μυρωδιά του απατεώνα;
Έχεις δικαίωμα να παθιάζεσαι στη διάρκεια του αγώνα όσο γουστάρεις. Γνωρίζοντας τον Γιώργο Χελάκη, ξέρω ότι οι φωνές που έβγαζε στην Πορτογαλία δεν ήταν του οργασμού της πόρνης. Ετσι ένιωθε ο άνθρωπος, έτσι του έβγαινε. Δεν έχω όμως ποτέ ακούσει τον Χελάκη να λέει «πρέπει να αγαπήσουμε την Εθνική», «πρέπει να βοηθήσουμε την Εθνική», «πρέπει να σταθούμε κοντά της». Εκτός γηπεδικής παρόρμησης, ποτέ δεν έκανε την Εθνική μεγαλύτερο μέγεθος από αυτό που είναι. Μια ομάδα έντεκα ποδοσφαιριστών από την ίδια χώρα.
Εάν μετά το ματς με τη Βοσνία η Εθνική έχει νικήσει και ένας από τους παίκτες μας δηλώσει «δώσαμε απαντήσεις», η μοναδική ερώτηση ήταν «μπορούσαμε να νικήσουμε τους Βόσνιους;». Δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα περισσότερο από την μπάλα που παίζουν. Εάν κάποιος πολιτικός ή παπάς κάνει δηλώσεις, sorry, μάστορα, αλλά δεν μασάω. Από την εποχή του κουρέματος και της εικόνας της Παναγιάς στο «Γουέμπλεϊ».