τις 13 Απριλίου 1943, σχεδόν δύο μήνες μετά τη συντριβή της φασιστικής στρατιωτικής μηχανής στο Στάλινγκραντ - που σηματοδότησε τη ριζική στροφή στο ρου του πολέμου - ο ραδιοφωνικός σταθμός του Βερολίνου ανακοίνωσε την «ανακάλυψη» από τη Βέρμαχτ ενός μαζικού τάφου 3.000 Πολωνών αξιωματικών σε μια περιοχή στο δάσος του Κατίν, κοντά στο Σμολένσκ (εν συνεχεία ο αριθμός αυτός ανήλθε σε 15.000 με 22.000 - 25.700 σύμφωνα με τη «Μαύρη Βίβλο του Κομμουνισμού»!). Ενοχος του εγκλήματος αυτού; Ο εβραιομπολσεβικισμός. Το μήνυμα της ανακάλυψης που διατρανώθηκε σε όλους τους τόνους και με όλα τα μέσα; Ο κίνδυνος του προελαύνοντος κομμουνιστικού τέρατος, που απειλούσε πλέον να πατήσει το πόδι του στις χώρες του δυτικού πολιτισμού!
Η σοβιετική «Πράβντα» απάντησε άμεσα και στις 19 του ίδιου μήνα έγραψε: «Εχοντας συνείδηση της οργής ολόκληρης της προοδευτικής ανθρωπότητας για τις σφαγές που διέπραξαν σε βάρος ειρηνικών (σ.σ. φιλήσυχων) πολιτών και ιδιαίτερα των Εβραίων, οι Γερμανοί προσπαθούν τώρα να εγείρουν το μίσος ευκολόπιστων ανθρώπων ενάντια στους Εβραίους. Γι' αυτό το λόγο εφηύραν μια ολόκληρη συλλογή από "Εβραίους κομισάριους", οι οποίοι, όπως ισχυρίζονται, συμμετείχαν στη δολοφονία των 10.000 Πολωνών αξιωματικών. Για τόσο έμπειρους παραχαράκτες δεν ήταν και δύσκολο να εφεύρουν ονόματα ανθρώπων που ποτέ δεν υπήρξαν - Λεβ Ρίμπακ, Αβραάμ Μπορίσοβιτς, Πάουλ Μπροντνίσκι, Χάιμ Φίνμπεργκ. Αυτά τα πρόσωπα δεν υπήρξαν ποτέ, είτε στο "Παράρτημα Σμολένσκ της OGPU" είτε σε κανένα άλλο τμήμα της NKVD (σ.σ. όργανα του Σοβιετικού κράτους που κατηγορήθηκαν για το έγκλημα)». Μετέπειτα αναλύσεις της CIA αναγνώρισαν το «ελάττωμα» στην επιχειρηματολογία των ναζί περί «εβραιομπολσεβικικών σφαγών», επισημαίνοντας πως μεγάλο μέρος των θυμάτων ήταν Πολωνοί εβραϊκής καταγωγής2.
Στα πτώματα του Κατίν βρέθηκαν έγγραφα, επιστολές, αποδείξεις κ.ά., με ημερομηνίες που έπονταν της γερμανικής εισβολής (οι Γερμανοί είχαν ισχυριστεί πως οι Σοβιετικοί εκτέλεσαν τους Πολωνούς αξιωματικούς την άνοιξη του 1940)
Στα πτώματα του Κατίν βρέθηκαν έγγραφα, επιστολές, αποδείξεις κ.ά., με ημερομηνίες που έπονταν της γερμανικής εισβολής (οι Γερμανοί είχαν ισχυριστεί πως οι Σοβιετικοί εκτέλεσαν τους Πολωνούς αξιωματικούς την άνοιξη του 1940)
Η πολωνική κυβέρνηση του Λονδίνου έσπευσε να υιοθετήσει το γερμανικό ανακοινωθέν. Σχολιάζοντας την άκριτη αυτή αποδοχή της ναζιστικής προπαγάνδας, οι «Times» έγραψαν στις 28 Απρίλη 1943: «Αισθήματα έκπληξης και μετάνοιας θα νιώσουν εκείνοι οι οποίοι, ενώ γνωρίζουν τόσο καλά την υπουλότητα και ιδιοφυΐα της προπαγανδιστικής μηχανής του Γκέμπελς, πέφτουν θύματα της παγίδας που η ίδια έστησε».
Επιχειρώντας να προσδώσουν διεθνή διάσταση και «αντικειμενικότητα» στα αποτελέσματα της «έρευνας», που ξεκίνησαν δήθεν για να ρίξουν φως στο έγκλημα, οι ναζιστικές αρχές ενσωμάτωσαν στο εγχείρημα τον Πολωνικό Ερυθρό Σταυρό (ο ίδιος ο Ερυθρός Σταυρός, αν και εκλήθη, αρνήθηκε να συμμετάσχει), καθώς και μια 12μελή «Διεθνή Επιτροπή», που επικύρωσαν τα πορίσματά τους. Η πολυεθνική σύνθεση της Επιτροπής αποτελεί έως τις μέρες μας επιχείρημα στο οπλοστάσιο του ιστορικού αναθεωρητισμού κατά των Σοβιετικών. Επιχείρημα που, σημειωτέον, διατυπώθηκε για πρώτη φορά από την ομάδα υπεράσπισης των ναζί στις Δίκες της Νυρεμβέργης.
Προφανώς το γεγονός ότι όλα τα μέλη της προέρχονταν από κράτη - δορυφόρους του Γ' Ράιχ (πλην της Ελβετίας) δε θεωρήθηκε ούτε τότε, ούτε και σήμερα, άξιο προβληματισμού. Ούτε το ότι η Επιτροπή παρέμεινε στο χώρο μόλις δύο μέρες εξετάζοντας 9(!) προεπιλεγμένα από τους ναζί πτώματα προτού συντάξει την έκθεσή της. 'Η το γεγονός ότι πολλοί από τους συμμετέχοντες στη λεγόμενη «Διεθνή Επιτροπή», όπως ο Τσεχοσλοβάκος καθηγητής της ιατροδικαστικής F. Hajek ή ο Βούλγαρος ιατροδικαστής M. Markov, ανακάλεσαν αργότερα καταθέτοντας ότι τα πορίσματα ήταν προκατασκευασμένα και υπεγράφησαν υπό καθεστώς πίεσης και φόβου (ο τελευταίος μάλιστα κατέθεσε σχετικά ως μάρτυρας κατηγορίας στις δίκες της Νυρεμβέργης). Ακόμα και ο Τσόρτσιλ είχε δηλώσει στις 24 Απρίλη 1943: «Είμαστε οπωσδήποτε αντίθετοι σε κάθε υποτιθέμενη "έρευνα" που θα διεξαγόταν από το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό ή οιονδήποτε άλλο οργανισμό από οιαδήποτε άλλη περιοχή υπό γερμανική κυριαρχία. Μια τέτοια έρευνα θα ήταν απάτη και τα συμπεράσματά της προϊόν τρομοκρατίας»3. Ολα τα παραπάνω βέβαια ειπώθηκαν τότε. Και όμως, δε θα περάσει πολύς καιρός ωσότου το Κατίν μεταφερθεί από το προπαγανδιστικό οπλοστάσιο των ναζί σε εκείνο του «ελεύθερου κόσμου».
Με την απελευθέρωση της περιοχής από τον Κόκκινο Στρατό το Σεπτέμβρη του 1943 συστάθηκε μια ειδική επιτροπή υπό τον ακαδημαϊκό N. Burdenko προκειμένου να ερευνήσει την υπόθεση. Το πόρισμα της Επιτροπής ολοκληρώθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1944. Σε αυτό αντικρούονταν ένα προς ένα όλα τα σημεία της γερμανικής «έρευνας». Ενδεικτικά αναφέρουμε4:
Οι σφαίρες που βρέθηκαν στον τόπο των εκτελέσεων είχαν παραχθεί στη Γερμανία (γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τις ημερολογιακές καταχωρήσεις του Γκέμπελς στις 14 Απριλίου, όπου υπογραμμίζεται η ανάγκη να παραμείνει η πληροφορία αυτή απόρρητη, μιας και η αποκάλυψή της θα υπονόμευε ουσιαστικά το όλο «εγχείρημα»). Το διαμέτρημά τους δεν ανταποκρινόταν σε κανέναν τύπο όπλου που παρήγε η Σοβιετική Ενωση. Τα χέρια των εκτελεσθέντων ήταν δεμένα με σκοινί που επίσης δεν παράγονταν τότε στην ΕΣΣΔ.
Στα πτώματα βρέθηκαν έγγραφα, επιστολές, αποδείξεις, κ.ά. με ημερομηνίες που έπονταν της γερμανικής εισβολής (οι Γερμανοί είχαν ισχυριστεί πως οι Σοβιετικοί εκτέλεσαν τους Πολωνούς αξιωματικούς την άνοιξη του 1940). Αξίζει να σημειωθεί πως και στην ίδια τη Γερμανική Εκθεση Amtliches Material zum Massenmord von Katyn (Berlin: Zentralverlag der NSDAP, Franz Eher Nachf. G. m .b. H., 1943) αναπαράγεται στη σελίδα 330 ένα έγγραφο από πτώμα στο Κατίν με καταχωρημένη ημερομηνία «20 Οκτωβρίου 1941», όταν δηλαδή η περιοχή βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή από μήνες ήδη.
Επιπλέον, η ιατροδικαστική εξέταση έδειξε πως ο βαθμός αποσύνθεσης των θυμάτων δε δικαιολογούσε τους γερμανικούς ισχυρισμούς. Το γεγονός επιβεβαιώθηκε και από την αμερικανική αποστολή (από την πρεσβεία των ΗΠΑ στη Μόσχα) που παρευρέθηκε στην έρευνα. Στο έργο του «Stalin's Wars», ο Βρετανός ιστορικός G. Roberts παραθέτει ορισμένα αποσπάσματα από τα ιδιωτικά έγγραφα του πρέσβη Harriman, όπου συνοψίζει τα συμπεράσματα της κόρης του (μέλος της αποστολής): «Από τα αποδεικτικά στοιχεία γενικά και από την κατάθεση, η Kathleen και το μέλος της πρεσβείας πιστεύουν ότι σε κάθε περίπτωση η σφαγή πραγματοποιήθηκε από τους Γερμανούς»5.
Δεκάδες μάρτυρες κατέθεσαν στην Επιτροπή, μεταξύ των οποίων και ορισμένοι που είχαν καταναγκαστεί από την Γκεστάπο να υπογράψουν ως «μάρτυρες» στη γερμανική έκθεση. Ωστόσο, η Εκθεση Burdenko θα απορριφθεί εν συνεχεία στο σύνολό της από την αστική ιστοριογραφία ως «σοβιετικό προπαγανδιστικό κατασκεύασμα», ενώ αντίστοιχα τα συμπεράσματα του ναζιστικού πορίσματος θα υιοθετηθούν ασυζητητί.
Μέχρι και το 1945 διπλωματικά έγγραφα των ΗΠΑ αναφέρονταν στην υπόθεση Κατίν ως «προπαγάνδα των ναζί»6.
Στις 19 Ιουνίου του 1945, οι «New York Times», δημοσίευσαν μια ανταπόκριση από τη Στοκχόλμη με τίτλο «Η ιστορία με τους τάφους του Κατίν χαρακτηρίστηκε μαύρη απάτη». Το άρθρο βασιζόταν στις καταθέσεις του τελευταίου επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών (κατασκοπείας) των SS, Walter Schellenberg, σε ανακρίσεις των Συμμάχων, και έγραφε συγκεκριμένα: «Η ιστορία με τους μαζικούς τάφους στο Κατίν, που προκάλεσε το παγκόσμιο αίσθημα πριν δύο χρόνια, υπήρξε μια προπαγανδιστική παράσταση που έστησαν οι Γκέμπελς και Ρίμπεντροπ, ώστε να προκληθεί ρήγμα μεταξύ της Ρωσίας και των Δυτικών Συμμάχων, αναφέρει μια έκθεση που λάβαμε μέσω ειδικών καναλιών και επιβεβαιώνεται από ένα μήνυμα από το Οσλο απόψε. Ανακοινώθηκε πως ένας στενός συνεργάτης του Χίμλερ, ο αρχηγός μονάδας των SSSchellenberg, κατέθεσε αυτή την απίστευτη πληροφορία κατά τη διάρκεια μιας εξέτασης στο Αρχηγείο των Συμμάχων στη Γερμανία την περασμένη Τρίτη...
...Απόψε, λάβαμε από το Οσλο μια έκθεση που επιβεβαιώνει τα παραπάνω, κατά την οποία ο Eric Johansen - ένας φυλακισμένος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Sachsenhausen της Γερμανίας που πρόσφατα επαναπατρίσθηκε - καταθέτει μια ενδιαφέρουσα ιστορία αναφορικά με την γερμανική παραγωγή ψευδών ντοκουμέντων αναγνώρισης για τα πτώματα των μαζικών τάφων στο Κατίν».
Στον ίδιο τόνο και η γερμανική εφημερίδα «Nordwest - Nachrichten», που εκδιδόταν στη βρετανική ζώνη κατοχής και η οποία στις 4 Ιανουαρίου 1946 δημοσίευσε πρωτοσέλιδο με τίτλο: «Ετσι ήταν το Κατίν. Μαζική δολοφονία στην Πολωνία αποκαλύφθηκε ως ναζιστικό έγκλημα». Ανάλογα δημοσιεύματα εμφανίστηκαν επίσης το 1946 στον ολλανδικό Τύπο, γεγονός που καταγράφηκε στα αρχεία της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων (SOE) της Βρετανίας (φάκελος HS 4/139, PublicRecord Office), ενώ στα αρχεία του Foreign Office, εμπεριέχονται κι άλλες ομολογίες Γερμανών στρατιωτικών σχετικά με τη ναζιστική ενοχή στο έγκλημα του Κατίν7.
Το 1946, ο επικεφαλής της Σοβιετικής Εισαγγελίας στις δίκες της Νυρεμβέργης, Roman A. Rudenko, πρότεινε να συμπεριληφθεί σε αυτές και η υπόθεση του Κατίν, με το σκεπτικό πως αποτελούσε «μία από τις σημαντικότερες εγκληματικές πράξεις για την οποία ευθύνονται εγκληματίες πολέμου...». Ωστόσο, Αμερικάνοι και Βρετανοί αρνήθηκαν να στηρίξουν το αίτημα, περιορίζοντας τη διαδικασία της ανάκρισης σε έξι μόλις καταθέσεις (3 υπέρ της σοβιετικής ενοχής και 3 υπέρ της ναζιστικής!), μπλοκάροντας ουσιαστικά την εκδίκαση της υπόθεσης. Βρετανικά διπλωματικά έγγραφα αποκαλύπτουν την πρόθεση της «βρετανικής εισαγγελίας να μη λάβει μέρος στην απαγγελία κατηγοριών για το Κατίν στη Νυρεμβέργη»8.Γιατί να θέσει η ΕΣΣΔ το ζήτημα στην αρμοδιότητα ενός διεθνούς δικαστηρίου, τη στιγμή μάλιστα που υποτίθεται ότι πάσχιζε να συγκαλύψει την «ενοχή» της; Γιατί να μπλοκάρουν οι «Σύμμαχοι» τη διαδικασία; Μήπως γιατί προσέβλεπαν σε μια ενδεχόμενη εκμετάλλευση της υπόθεσης στο μέλλον; Πράγματι, το Κατίν καταλαμβάνει έκτοτε περίοπτη θέση στο οπλοστάσιο του ιμπεριαλισμού.
Το 1951-1952, με αφορμή τον πόλεμο της Κορέας, συστάθηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ η Επιτροπή Madden (υπό τον Ρεπουμπλικανό R.J. Madden), η οποία κατέληξε στο «συμπέρασμα» πως οι Πολωνοί αξιωματικοί δολοφονήθηκαν από τους Σοβιετικούς και πρότεινε την παραπομπή της ΕΣΣΔ στο Διεθνές Δικαστήριο. Μεταξύ αυτών που κατέθεσαν στην Επιτροπή ήταν και ο Dr. Otto Stahmer, σύμβουλος του Γκέρινγκ (του νούμερο 2 στην ιεραρχία των ναζί) στις δίκες της Νυρεμβέργης! Η όλη υπόθεση θεωρήθηκε, συν τοις άλλοις, μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για προπαγανδιστική δουλειά στους Αμερικανούς πολίτες Πολωνικής ή άλλης Ανατολικοευρωπαϊκής καταγωγής, που έως τότε στήριζαν παραδοσιακά το κόμμα των Δημοκρατικών9.
Σε έκθεση του State Department με την ένδειξη «Απόρρητος» και ημερομηνία 7 Ιουλίου 1952, ξεδιπλώνονται συνοπτικά οι συνομιλίες ΗΠΑ - Βρετανίας για τη χάραξη κοινής στρατηγικής στον ΟΗΕ. Στο κείμενο αυτό, εκτός από τη σημασία της χρησιμοποίησης της «ομπρέλας του ΟΗΕ» προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων του ΝΑΤΟ, επισημαίνεται και η ανάγκη αξιοποίησης του Οργανισμού για αντισοβιετική προπαγάνδα. Ενα από τα δύο ζητήματα που «προσφέρονταν» για το σκοπό αυτό δεν ήταν άλλο από το Κατίν. Η πρόταση για «χρήση διάφορων οργάνων του ΟΗΕ ως πλατφόρμες προπαγάνδας για τη Δύση», με την προώθηση «προβλημάτων» όπως η «σφαγή στο Κατίν», επαναλαμβάνεται επίσης σε εμπιστευτικό έγγραφο της 16ης Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους10.
Ο αντίλογος στην αντικομμουνιστική πολεμική προερχόταν πολλές φορές από φωνές που δε θα περίμενε κανείς. Οπως π.χ. στην περίπτωση του Alexander Werth (1901-1969), γόνου εξόριστων τσαρικών εμιγκρέδων του Λονδίνου, ο οποίος διετέλεσε πολεμικός ανταποκριτής του BBC και των «London Sunday Times» στο Ανατολικό Μέτωπο, ενώ κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια υπήρξε ανταποκριτής της «Guardian» στη Μόσχα. Στο έργο του «Russiaat War: 1941-1945» (1964, Caroll & Graf, N.Y.), ο Werth, κάθε άλλο παρά κομμουνιστής, διατύπωσε ξεκάθαρες ενστάσεις και προβληματισμούς αναφορικά με την εκδοχή της σοβιετικής ενοχής για το Κατίν. Ταυτόχρονα, επεσήμανε την ομοιότητα της τεχνικής των μαζικών δολοφονιών στο Κατίν με τις αναρίθμητες άλλες περιπτώσεις που έλαβαν χώρα από τη Γκεστάπο στις κατεχόμενες από τους ναζί περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης.
Τη δεκαετία του 1980, το Κατίν αποτέλεσε ιδεολογικοπολιτικό επιχείρημα των δυνάμεων της αντεπανάστασης, τόσο στην Πολωνία όσο και στη Σοβιετική Ενωση. Τα γεγονότα και οι προβοκάτσιες προμήνυαν τα όσα θα επακολουθούσαν μετά τις ανατροπές. Ας σταθούμε ενδεικτικά μόνο σε ένα: Στις 30 Οκτωβρίου 1989 μετέβη στο Κατίν - με την άδεια και τις ευλογίες του Γκορμπατσόφ - πολυάριθμη αντιπροσωπία Πολωνών, μελών μιας οργάνωσης με την επωνυμία «Οικογένειες των Θυμάτων του Κατίν», προκειμένου να επισκεφτεί το μνημείο που είχαν στήσει εκεί οι Σοβιετικοί. Ανάμεσα σε αυτούς και ο Zbigniew Brzezinski (Μπρεζίνσκι), ο πρώην σύμβουλος για ζητήματα Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, μέλος τότε της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διεθνών Πληροφοριών του Προέδρου Bush (πατρός) και πρωταγωνιστικός παράγοντας στην αντικομμουνιστική εκστρατεία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού (με «πλούσιο» βιογραφικό που εκτείνεται από την πολύμορφη και ολομέτωπη υποστήριξη των Μουτζαχεντίν στο Αφγανιστάν ως την ενεργή διαβρωτική - διαλυτική δουλειά στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και ιδιαίτερα της Πολωνίας).
Οι συγκεντρωμένοι τέλεσαν λειτουργία και ανάρτησαν πανό με συνθήματα υπέρ της αντικομμουνιστικής πολωνικής οργάνωσης «Αλληλεγγύη». Ενας από τους «πενθούντες» τοποθέτησε μια πινακίδα που έγραφε «NKVD» καλύπτοντας τη λέξη «Ναζί», ώστε η επιγραφή στο μνημείο να φαίνεται ως εξής: «Στη μνήμη των Πολωνών αξιωματικών που δολοφονήθηκαν από τη NKVD το 1941». Στη συνέχεια, ο Brzezinski έκανε δηλώσεις, οι οποίες μεταδόθηκαν με έμφαση και από τη σοβιετική τηλεόραση. Ανάμεσα σε άλλα είπε: «Είναι πολύ σημαντικό για μένα να ειπωθεί η αλήθεια (!) για το τι πραγματικά συνέβη, γιατί μόνο μέσω της αλήθειας μπορεί η νέα σοβιετική ηγεσία να αποστασιοποιηθεί από τα εγκλήματα του Στάλιν και της NKVD... Το γεγονός ότι η σοβιετική κυβέρνηση μου έδωσε τη δυνατότητα να βρίσκομαι εδώ - και οι Σοβιετικοί γνωρίζουν τις απόψεις μου - συμβολίζει τη ρήξη με το Σταλινισμό που αντιπροσωπεύει η περεστρόικα»11.
Το 1992 επήλθε επιτέλους η «απόλυτη» και «πέραν πάσης αμφιβολίας» «δικαίωση» των υποστηρικτών της σοβιετικής ενοχής με την παρουσίαση από το Ρώσο Πρόεδρο Μπόρις Γιέλτσιν στον Πολωνό ομόλογό του Λεχ Βαλέσα, αντιγράφων μιας σειράς αρχειακών «ντοκουμέντων» που «επιβεβαίωναν» τη δολοφονία των Πολωνών αξιωματικών από τις Σοβιετικές Αρχές (με την υπογραφή φυσικά του Ι.Β. Στάλιν). Περιελάμβαναν μεταξύ άλλων, α) ένα κείμενο του Μπέρια στο οποίο πρότεινε την εκτέλεση 25.700 Πολωνών, β) ένα απόσπασμα από τη διαταγή του Πολιτικού Γραφείου για την εκτέλεση, και γ) ένα σημείωμα του επικεφαλής της KGB Shelepin προς τον Χρουστσόφ σχετικά με την εκτέλεση 21.857 Πολωνών και την ανάγκη καταστροφής των σχετικών εγγράφων. Τα έγγραφα αυτά αποτέλεσαν έκτοτε το σημαντικότερο επιχείρημα στο οπλοστάσιο του ιστορικού αναθεωρητισμού αναφορικά με το Κατίν. Πρόκειται για «ντοκουμέντα», που είχαν προσκομιστεί (μόλις «εντοπισθέντα») από τη νομική ομάδα του Γιέλτσιν στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, προκειμένου να επισυναφθούν ως «πειστήρια» για την επιδιωκόμενη κήρυξη του ΚΚΣΕ ως «οργάνωση αντισυνταγματική».
Από την πρώτη στιγμή, η υπεράσπιση εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με την αυθεντικότητα των εγγράφων. Οι ενδείξεις που υποδείκνυαν πλαστογραφία ήταν πολλές: α) η πλήρης ταύτιση των ημερομηνιών της αποστολής του κειμένου Μπέρια και της απόφασης του Πολιτικού Γραφείου (5 Μαρτίου 1940). «Στην πρακτική των συνεδριάσεων του Πολιτικού Γραφείου δε συνέβη ποτέ κάτι παρόμοιο» αναφέρει ο Γιούρι Σλομπότκιν, ένας εκ των δύο μελών της υπεράσπισης που κλήθηκαν να δώσουν μια νομική εκτίμηση επί των εγγράφων. «Υπήρχε απόσταση χρόνου μεταξύ της ημερομηνίας της αποστολής του ενός ή του άλλου εγγράφου και της πρότασης να εξεταστεί κάποιο ζήτημα στη συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου από την ίδια τη συνεδρίαση και δεν ήταν μικρότερη από 5-6 ημέρες». β) Η απόφαση του ΠΓ είχε, μεταξύ άλλων, τις υπογραφές των Καγκάνοβιτς και Καλίνιν, οι οποίοι ωστόσο ήταν απόντες από την 13η Σύνοδο του οργάνου τον Μάρτη του 1940! γ) Πολλές λεπτομέρειες που αφορούν την «τυπική» σύνταξη των εν λόγω κειμένων ή τη διαδικασία λήψης παρόμοιων αποφάσεων υπήρξαν περιέργως παράτυπες (θέση υπογραφών, το γεγονός ότι το μόνο σώμα με την αρμοδιότητα να εξουσιοδοτήσει την υψίστη των ποινών ήταν το Ανώτατο Δικαστήριο της ΕΣΣΔ - τέτοια αιτήματα δεν υποβάλλονταν ποτέ στο ΠΓ, κλπ.), δ) Τα έγγραφα που κατατέθηκαν ήταν φωτοαντίγραφα. Τόσο στο Συνταγματικό Δικαστήριο, όσο και από την πολωνική πλευρά στη συνέχεια, ζητήθηκαν επίμονα τα πρωτότυπα. Ως τα σήμερα τα κείμενα αυτά δεν έχουν εμφανιστεί. Τέτοια ήταν η αναξιοπιστία τους, ώστε το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρωσικής Ομοσπονδίας δεν τα συμπεριέλαβε καν στην απόφασή του στις 30 του Νοέμβρη 199212.Για κάποιους, ωστόσο, ήταν υπεραρκετά...
Πρόσφατα το Κατίν επανήλθε στην επικαιρότητα: το 2007 με την ταινία του Βάιντα και το 2010 με τις δηλώσεις Πούτιν για το θέμα και τη συντριβή του αεροσκάφους του Πολωνού Προέδρου στην περιοχή του Σμολένσκ. Οπως τότε έτσι και σήμερα, σύσσωμα τα αστικά μέσα «ενημέρωσης», έντυπης και ηλεκτρονικής, έσπευσαν να αναπαράξουν τα ψεύδη του Γκέμπελς, παρουσιάζοντας μονομερώς, άκριτα και μετά απολύτου βεβαιότητας τη ναζιστική προπαγάνδα ως πραγματικότητα, χύνοντας χείμαρρους κροκοδείλια δάκρυα για «μια από τις μεγαλύτερες σφαγές στην ιστορία»13!(σφαγή ναι, από τις μεγαλύτερες σίγουρα όχι. Ετσι εξυπηρετείται να παρουσιάζεται για τις ανάγκες του αντικομμουνισμού. Ανάλογες «ευαισθησίες» δεν έχουμε δει βέβαια σε αναρίθμητα άλλα εγκλήματα του ιμπεριαλισμού...).
Οι αντιφάσεις στην παράθεση των «γεγονότων» δεν είναι λίγες: άλλοτε ως ένοχος φέρεται η NKVD, άλλοτε ο Κόκκινος Στρατός. Αλλοτε τα θύματα ήταν η «πολωνική ελίτ», άλλοτε «διανοούμενοι» και «καλλιτέχνες», άλλοτε ανώτατοι αξιωματικοί και άλλοτε «έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες». Αλλοτε έφταιγε «η εκδικητικότητα του Στάλιν» για τους σφαγιασθέντες Κόκκινους φαντάρους από την αντιδραστική Πολωνία το 1920, άλλοτε η επιδίωξη του Στάλιν να «αποκεφαλιστεί η πολωνική ελίτ» ώστε να μείνει ο πολωνικός λαός ορφανός από τους «φυσικούς του ηγέτες», κ.ο.κ.14Ολα αυτά όμως, δεν έχουν σημασία, γιατί το ζητούμενο ακριβώς δεν είναι η ιστορική αλήθεια. Σημασία έχει να τονιστεί με όλους τους τρόπους και σε όλους τους τόνους ότι το σοβιετικό καθεστώς ήταν ένα δολοφονικό καθεστώς, ότι ο σοσιαλισμός απέτυχε και ότι δεν πρέπει να επανεμφανιστεί ούτε στα όνειρα και πολύ περισσότερο στις επιδιώξεις των ανθρώπων...
1. Ολες οι αναφορές στα ημερολόγια του Τζ. Γκέμπελς από την αγγλική μετάφραση: Goebbels J (1948) «The Goebbels Diaries (1942-1943)», μετάφραση Louis P. Lochner (New York: Doubleday & Company)
2. Πράβντα 19 Απριλίου 1943 και Fisher B «The Katyn Controversy: Stalin's Killing Field», ηλεκτρονικό άρθρο στο δικτυότοπο Κέντρου Μελέτης Πληροφοριών της CIA, 14 Απριλίου 2007
3. Fowler M (1985) «Winston S. Churchill. Philosopher and Statesman» (Lanham, MD: University Press of America)
4. Ολόκληρη η Εκθεση Burdenko μπορεί να βρεθεί εδώ:
5. Roberts G «Stalin's Wars» (New Haven: Yale University Press) σελ. 171-172 και 400
6. United States Department of State / Foreign relations of the United States: diplomatic papers: the Conference of Berlin (the Potsdam Conference), 1945, Volume II (1945), σελ. 803
7. Βλέπε π.χ. φάκελο FO 371/56474 (Public Record Office)
8. Βλέπε Experts of Nuremberg Archives: Nikzor.org - 59η Ημέρα, Πέμπτη, 14 Φεβρουαρίου 1946, Conot R E (1984) «Justice at Nuremberg» (New York: Carol & Graf Publishers) σελ. 454 και FO 371/56476 (Public Record Office)
9. US Congress, House of Representatives, Select Committee on the Katyn Forest Massacre, 82d Congress, 1st and 2nd Session, 1951-1952, 7 parts (Washington, DC: US Government Printing Office, 1952)
10. United States Department of State / Foreign relations of the United States, 1952-1954. United Nations affairs, Volume III (1952-1954), σελ. 13 και 15
11. BBC News: Commemoration of Victims of Katyn Massacre, November 1, 1989 και Associated Press: Brzezinski: Soviets Should Take Responsibility for Katyn Massacre, October 30, 1989
12. Βλέπε Γιούρι Σλομπότκιν «Κατίν: Πώς και γιατί οι χιτλερικοί εκτέλεσαν τους Πολωνούς αξιωματικούς», στο «Ριζοσπάστη», 29/5/2005
13. «Αδέσμευτος Τύπος», 11/4/2010
14. Βλέπε σχετικά δημοσιεύματα - αναφορές στην «Ελευθεροτυπία», στο «Βήμα», στην «Καθημερινή», στην «Αυγή», στο «ΑΠΕ», κ.ά.
Του Αναστάση ΓΚΙΚΑ*
*Ο Αναστάσης Γκίκας είναι Δρ. Πολιτικών Επιστημών, συνεργάτης του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ