4.5. Ποιμενικά ραβδιά.
Εκτός από τα εργαλεία τιθάσευσης, που ο άνθρωπος "φορούσε" στα ζώα του ήταν κι αυτός εξοπλισμένος. Κρατούσε στα χέρια του την κορύνη. Έτσι έλεγαν οι αρχαίοι το ρόπαλο και κατ΄ επέκταση όλα τα ΠΟΙΜΕΝΙΚΑ ΡΑΒΔΙΑ (γκλίτσα, στραβολέγκα κ.λ.π.). Κορύνη έφεραν ο Πάνας, οι Σάτυροι, οι βουκόλοι και οι τσοπάνηδες.[glow=red,2,300][/glow]
α. γκλίτσα. (Από το βουλγ. klits=ποιμενικό ραβδί). Η γκλίτσα ήταν για το τσοπάνο όπλο αμυντικό κι επιθετικό. Μ' αυτήν αμυνόταν στις επιθέσεις του λύκου και μ΄ αυτήν επιτίθετο στους εχθρούς του. ΗΤΑΝ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΣΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΤΟΥ. Μ' αυτήν έπιανε, από το πόδι, όποιο πρόβατο ήθελε και μ΄ αυτήν ΠΕΙΘΑΡΧΟΥΣΕ ΚΑΙ ΚΑΤΗΥΘΗΝΕ ΤΟ ΠΟΙΜΝΙΟ. Ήταν η βακτηρία του στις κακοτράχαλες πορείες του και το στήριγμά του, όταν όρθιος αγνάντευε τα βουνά. Ανάλογα με τα γούστα του τσοπάνη υπήρχαν πολλών μορφών γκλίτσες, όπως κανονικές ή αρσενικές, σιούτες ή θηλυκές, κεντητές κ.λ.π.
β. ράβδα ή γιδάγκλιτσα ή στραβολέγκα. Ο γιδάρης με την, γυριστή σαν μαγκούρα, στραβολέγκα του έπιανε από το λαιμό το γίδι που ήθελε.
γ. ματσούκι. Η κλασσική γκλίτσα και η γιδάγκλιτσα ήταν επαγγελματικά εργαλεία των ασχολουμένων με την κοπαδιάρικη κτηνοτροφία δηλ. των βλάχων. Οι γεωργοί όμως, που ταυτόχρονα ασχολούνταν με την οικιακή κτηνοτροφία, για το κουμαντάρισμα των ζώων τους δεν μπορούσαν πάντα να κουβαλούν πάνω τους την επαγγελματική γκλίτσα, γι αυτό το λόγο, εκ των ενόντων και πρόχειρα, χρησιμοποιούσαν ένα κοινό ματσούκι ή μια λούρα ή την καναβιά των ίδιων των ζώων ή οι γυναίκες το αδράχτι τους κ.λ.π.