Τι ρόλο παίζει η ηλικία στη γονιμότητα;
Τι ρόλο παίζει η ηλικία στη γονιμότητα μιας γυναίκας; Η γυναικεία γονιμότητα μειώνεται όσο περνάει η ηλικία. Η καλύτερη περίοδος για να μείνει μια γυναίκα έγκυος είναι μεταξύ 20 και 30 χρονών, όσον αφορά τουλάχιστον στη σωματική της κατάσταση.
Πάντως, είναι σημαντικό η σύγχρονη γυναίκα να ξέρει πώς μετά τα 35 χρόνια η γονιμότητά της παρουσιάζει εμφανή πτωτική καμπύλη.
Χαρακτηριστικά θα πρέπει να ξέρετε πώς στην ηλικία των 40 ετών, το 80% των γυναικών έχει πρόβλημα γονιμότητας, ενώ στην ηλικία των 50 ετών πλέον μόνο μία σε 50.000 γυναίκες μπορεί να μείνει έγκυος. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν πόσο σημαντικός παράγοντας όσον αφορά στην ικανότητα μιας γυναίκας να συλλάβει, είναι η ηλικία και φυσικά αυτό δεν σημαίνει επίσης ότι δεν υπάρχουν γυναίκες που συλλαμβάνουν φυσιολογικά στα 42 ή ακόμα και στα 45 τους χρόνια. Αποτελούν την εξαίρεση, που απλώς επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Πώς η ηλικία επηρεάζει τη γυναικεία γονιμότητα
Γνωρίζουμε ότι χρόνο με το χρόνο, η παραγωγή ωαρίων από τις ωοθήκες μειώνεται. Με την παροδο του χρόνου η γυναίκα δεν κάνει ωοθυλακιορρηξία κάθε μήνα. Επίσης, σε περίπτωση που δεν υπάρχει μακροχρόνιος σταθερός σύντροφος, η εναλλαγή ερωτικών συντρόφων προκαλεί συχνότερα διάφορες λοιμώξεις που επιφέρουν φλεγμονές, οι οποίες με τη σειρά τους μπορούν να οδηγήσουν σε υπογονιμότητα. Πολλές από αυτές τις φλεγμονές συμβαίνουν χωρίς να το αντιληφθεί η γυναίκα, πράγμα που επιδεινώνει την κατάσταση, καθώς δεν λαμβάνεται εγκαίρως η σωστή θεραπεία. Αν προσθέσουμε σε όλα αυτά και άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες, όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ, ή το πάχος, βλέπουμε ότι όσο μεγαλώνει η ηλικία τα αποτελέσματα χειροτερεύουν.
Ο πιο σημαντικός όμως παράγοντας μοιάζει να είναι ο γενετικός, καθώς ακολουθεί χωρίς εξαιρέσεις το βιολογικό ρολόι και δεν επιδέχεται «ξεγέλασμα» από μια καλή φυσική κατάσταση ή από μια νεανική εμφάνιση. Όσο περνούν τα χρόνια, η ποιότητα των ωαρίων χειροτερεύει όλο και περισσότερο. Για να μιλήσουμε με νούμερα, το ποσοστό των ωαρίων που παρουσιάζουν γενετικές βλάβες ανέρχεται σε νέες γυναίκες στο 17%. Σε γυναίκες όμως άνω των 35 ετών το ποσοστό φτάνει ακόμα και το 79%. Γι' αυτόν τον λόγο, σε γυναίκες που είναι γύρω στα 40 συμβαίνουν όλο και συχνότερα αποβολές. Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποιες χρωμοσωμικές ανωμαλίες, οι οποίες επιτρέπουν στο έμβρυο να επιζήσει, όπως είναι για παράδειγμα το σύνδρομο down (τρισωμία 21).
Η ηλικία επηρεάζει τα ποσοστά επιτυχίας της εγκυμοσύνης κατά τον ίδιο τρόπο και στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Μια νέα γυναίκα με προβλήματα υπογονιμότητας έχει πολύ υψηλές πιθανότητες να αποκτήσει παιδί με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, ενώ μια γυναίκα μεγαλύτερη των 40 ετών, ακόμη και αν είναι ήδη μητέρα παιδιού, έχει μειωμένες πιθανότητες. Θα πρέπει εδώ να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτό που κυρίως επηρεάζεται λόγω της ηλικίας της γυναίκας είναι το γενετικό υλικό των ωαρίων. Αντίθετα, η γυναικεία μήτρα δείχνει να μην έχει ηλικιακό όριο, όσον αφορά στη διεκπεραίωση μιας εγκυμοσύνης.
Έτσι, γυναίκες αρκετά μεγάλες σε ηλικία, 45 ή και 50 χρονών (τα τελευταία χρόνια έχουμε παρατηρήσει ακόμη και γυναίκες άνω των 60 να τεκνοποιούν με αυτή τη μέθοδο) μπορούν να γεννήσουν ένα υγιέστατο μωρό σε περίπτωση που έχουν μείνει έγκυες με δωρεά ωαρίων. Τα ωάρια αυτά λαμβάνονται πάντοτε από μια νεαρότερη δότρια, οπότε το γενετικό υλικό έχει την ηλικία της δότριας.