Κατόπιν των οδοιπορικών αναζητήσεών μου, στην εκπάγλου ωραιότητος, απ το καταπράσινο τοπίο της Βουλγαρία, για την ηρεμία της ψυχής μου και των γαστρονομικών μου ικανοποιήσεων, μετά από δεκάδες χρόνια ξανα εόρακα αυτή τη νύμφη, τη νεράιδα του δάσους την πυγολαμπίδα.
Την παρατηρούσα., πλέον της μίας ώρας, να με προσεγγίζει παράλληλα σε έναν πέτρινο τοίχο, πλαισιωμένο με πολύχρωμες πέτρινες πλάκες, απαστράπτουσα μέσα στο σκότος και σηματοδοτώντας την απίστευτη τύχη μου να δω, ίσως για τελευταία φορά στη μικρή, ανύπαρκτη μέσα στην αιωνιότητα ζωή μου, αυτό το εκπληκτικό πλάσμα να στέλνει αδύναμες ακτίνες φωτός σαν ένα φωτεινό μήνυμα μιας άγνωστης γλώσσας που οφείλουμε να αποκωδικοποιήσουμε, για την προστασία της φύσης που βιάσαμε καταπατήσαμε και υπερεκμεταλλευτήκαμε.
Και μετά όλα τα ανωτέρω βυθίστηκα ανώμαλα σε αυτή την περιοχή της κατάπτωσης, της υποκουλτούρας και της λούμπεν αντίληψης.Έσυρα με κόπο τα βήματά μου εκεί στην πλατεία βάθης, για να ικανοποιήσω για μια ακόμα φορά αυτό το άρρωστο πάθος του άκρατου ερωτισμού, που σαν σαράκι κατατρώει το κορμί μας και αποδομεί τη σκέψη μας.
Δεν άργησα πάραυτα να διαλέξω αυτή την χιλιοτραγουδισμένη "σαν την Λαίδα" ιέρεια της αριστερής πλευράς και ανεβήκαμε στα ανωτέρω δώματα.Το νεανικό σμιλευμένο κορμί της και τα μικρά ολόλευκα στήθη της βρέθηκαν πάνω στη γέρικη σάρκα μου, εγείροντας με ανεπαίσθητο τρέμουλο το κορμί μου.
Το στόμα της κατέβηκε χαϊδεύοντας ηδονικά το στέρνο και σύντομα τα χείλη της και η γλώσσα της αγκάλιασαν υγρά και με απίστευτη γλυκύτητα το ισχυρότατης στύσης πέος μου.Μού φόρεσε απαλά την περιφαλλίδα, που γλιστρούσε απαλά από την κρέμα που την περιέβαλλε και γυρίζοντας τη πλαγιαστά διείσδυσα βίαια στον πρωκτό της.
Παιάνες θριάμβου σάλπισαν και χάθηκα σε ανταριασμένους και φουρτουνιασμένους ωκεανούς ηδονής, καθώς παλινδρομούσα μέσα στον σφικτή και μικρή οπή.Παρατηρούσα τις συσπάσεις πόνου ίσως και ηδονής πάνω στο πρόσωπό της ,τα σφιχτοκλεισμένα μάτια της που τρεμόπαιζαν και τα ζεστόγλυκα κύματα ηδονής έρχονταν και ξανάρχονταν πιο ισχυρά μαστιγώνοντας τις αισθήσεις μου.
Ήθελα να κρατηθώ γευόμενος περισσότερο αυτές τις στιγμές ευδαιμονίας, αλλά ένα ασυγκράτητο ένστικτο βίαια μέσα μου με εξωθούσε στην εκσπερμάτωση που ερχόταν και κυλούσε σαν ποτάμι, που βοούσε και βρυχόταν πάνω στην ταλαιπωρημένη κοίτη από την ορμή του.
Βόγκηξα και γρύλισα σαν λυσσασμένος σκύλος, καθώς αυτό το ζεστό γενεσιουργό υγρό κυλούσε στο πέος και διοχετευόταν με ορμή στην περιφαλλίδα.Η σάρκα έτρεμε και η λεκάνη συσπόταν με βιαιότητα.Εκρήξεις φωτός και πολύχρωμες ακτίνες σαν ιριδίζων ουράνιο τόξο γέμισαν για δευτερόλεπτα τον εγκέφαλό μου και με γλυκούς κυματισμούς υποχώρησαν χάνοντας την έντασή τους.
Τέλος ξαναβρέθηκα χαμένος στο κρεβάτι της αμαρτίας να κοιτάω απλανώς το μαξιλάρι.Έσκυψα ελαφρά και φίλησα γλυκά με ευγνωμοσύνη την ιέρεια στο ροδίζων μάγουλο.