Οι Γκαγκαούζοι της δημοκρατίας της Μολδαβίας
Συνεχίζοντας το αφιέρωμά μας στους Γκαγκαούζους, στρέφουμε την προσοχή μας στον νότο της Μολδαβίας. Οι Γκαγκαούζοι της περιοχής αυτής παρουσιάζουν ιστορικές, πολιτισμικές και πολιτιστικές ιδιαιτερότητες που μας αφορούν άμεσα. Ως ορθόδοξοι αλλά και ως Έλληνες οφείλουμε να προσεγγίσουμε με αγάπη Χριστού τους εκεί ευρυσκόμενους ομόδοξους Γκαγκαούζους, γιατί ιστορικά τουλάχιστον, η κοινή μοίρα ήθελε να είμαστε αρκετά κοντά για πολλούς αιώνες.
Η Μολδαβία μέχρι και την διάλυση της ΕΣΣΔ αποτελούσε μία από τις 15 ομόσπονδες σοβιετικές σοσιαλιστικές δημοκρατίες. Σήμερα είναι ανεξάρτητη χώρα, μέλος του Ο.Η.Ε. Έχει έκταση 33.700 Km2 και πρωτεύουσα της χώρας είναι το Κισίνιεφ (700.000). Ο πληθυσμός ανέρχεται στα 4.500.000 κατοίκους εκ των οποίων οι Ρουμανικής καταγωγής αποτελούν το 65%, οι Ουκρανοί το 14%, οι Ρώσοι το 13%, οι Γκαγκαούζοι το 4%, οι Βούλγαροι το 2%, οι Εβραίοι το 1% και 1% άλλες εθνότητες εκ των οποίων περίπου 1000 είναι Έλληνες.
Η ιστορία των Γκαγκαούζων της Μολδαβίας
Η ιστορία της παρουσίας των Γκαγκαούζων στη Μολδαβία ξεκινά με τους ρωσοτουρκικούς πολέμους γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα. Μετά από κάθε οπισθοχώρηση των Ρώσων από τα Βαλκάνια μετακινούνται αναγκαστικά μαζί τους και χριστιανικοί πληθυσμοί. Αυτοί ήταν κυρίως Γκαγκαούζοι από την περιοχή της Δοβρουτσάς οι οποίοι εγκαθίστανται διαδοχικά στην περιοχή της νότιας Βεσσαραβίας. Η περιοχή αυτή με απόφαση των Ρώσων το 1806 εκκενώθηκε από τους μουσουλμάνους Τατάρους που την κατοικούσαν μέχρι τότε. Το 1812 με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, επικυρώνεται και τυπικά πλέον η προσάρτηση της Βεσσαραβίας από τη Ρωσία. Τότε οι Ρώσοι προσκαλούν επίσημα και άλλους χριστιανούς, έποικους, κυρίως Γκαγκαούζους και Βούλγαρους από περιοχές νοτίως του Δούναβη για εγκατάσταση σ’ αυτή την περιοχή. Το 1818 η ρωσική κυβέρνηση τους αναγνωρίζει ειδικό καθεστώς. Ακολουθεί ένας περίπου αιώνας πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας και ανάπτυξης με εξαίρεση τις ρωσοτουρκικές εχθροπραξίες της περιόδου 1853 – 1878.
Από το 1918 μέχρι και το 1944 οι περιοχές των Γκαγκαούζων όπως και όλη η Βεσσαραβία βρίσκονται υπό τον έλεγχο της Ρουμανίας.
Το 1944 με την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Βεσσαραβία προσαρτάται από τη Σοβιετική Ένωση. Αμέσως καθορίζονται τα σύνορα μεταξύ της Σ.Σ.Δ. Μολδαβίας και της Σ.Σ.Δ. Ουκρανίας τα οποία χωρίζουν την περιοχή των Γκαγκαούζων σε δυό όμορα τμήματα. Οι Γκαγκαούζοι αναγνωρίζονται επισήμως ως ξεχωριστή εθνότητα, χωρίς όμως να τους δοθεί καμία μορφή πολιτικής οντότητας.
Το γλωσσικό ιδίωμα των Γκαγκαούζων μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα δεν είχε εκφρασθεί γραπτώς. Ωστόσο πλήθος από λαϊκά ποιήματα, τραγούδια, παροιμίες, ανέκδοτα, αινίγματα και παραμύθια μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά με τον προφορικό λόγο. Από το 1900 ο διανοούμενος και κληρικός Μιχαήλ Τσακίρ ξεκινά να εκδίδει στην γκαγκαουζική γλώσσα κυρίως μεταφράσεις εκκλησιαστικών βιβλίων. Το 1957 με απόφαση του Ανώτατου Μολδαβικού Σοβιέτ δημιουργείται αλφάβητο και ορθογραφία για την γκαγκαουζική γλώσσα βασισμένο κυρίως στα κυριλλικά γράμματα. Η γραφή αυτή διδάχθηκε στα σχολεία από το 1957 έως το 1961, οπότε και αποσύρθηκε οριστικά με απόφαση και πάλι του Ανώτατου Μολδαβικού Σοβιέτ. Από την εποχή εκείνη ξεκινάει την δραστηριότητα της μια ομάδα Γκαγκαούζων λογοτεχνών και λαογράφων, οι οποίοι κατόρθωσαν μέσα σε τριάντα χρόνια (1960 – 1990) δραστηριότητας να παράγουν μόλις 34 τίτλους έργων. Η συγγραφική αυτή ένδεια οφείλεται καθαρά σε εξωγενείς και κατά βάση πολιτικούς παράγοντες.