Για τις συμβάσεις ρε Τσε έτσι μερικά,
Υπάρχουν 2 είδη συμβάσεων.
Οι αναγκαστικές, όταν ο λήπτης προτάσεως είναι αναγκασμένος να συμβληθεί δηλαδή στερείται τη συμβατική του ελευθερία επιλογής. Δηλαδή αν ο προτείνων απευθύνει τη πρότασή του σε ορισμένο πρόσωπο, αυτό υποχρεούται μετά τη λήψη να την αποδεχθεί. Η υποχρέωση του λήπτη να αποδεχθεί την πρόταση και να καταρτίσει έτσι τη σύμβαση στηρίζεται νομικώς σε 3 βάσεις :
1) Σε διάταξη νόμου, με την οποία δημιουργείται υποχρέωση αποδοχής της πρότασης (κυρίως στις συμβάσεις επιχειρήσεων κοινής οφέλειας)
2) Σε διάταξη πάλι νόμου, η οποία όμως επιβάλλει υποχρέωση υποβολής προτάσεως προς κατάρτισης μίας σύμβασης με δυνατότητα όμως εδώ επιλογής από τον αντισυμβαλλόμενο
3) Στην Α.Κ. 281 όπου η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή ο οικονομικός σκοπός του διακιώματος.
Από τα παραπάνω εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι η συμβατική ελευθερία του συμβαλόμενου περιορίζεται, στην πραγματικότητα όμως διαφυλάσσεται. Για φαντάσου π.χ.η ΔΕΗ να διατηρούσε το συμβατικό της δικαίωμα να αρνηθεί την πρόταση, τότε ο ιδιώτης θα ήταν αναγκασμένος να παραμείνει χωρίς ρεύμα.
Το άλλο είδος είναι συμβάσεις προσχωρήσεων, όταν ο συμβαλλόμενος έχει μεν δικαίωμα σύναψης ή μη σύναψης της συμβάσεως, αλλά σε περίπτωση που θα την συνάψει δεν ειναι σε θέση να διαπραγματευτεί τους όρους της - προχωρά στους ήδη διατυπωμένους και συνήθως τυποποιημένους όρους της.
Εδώ ανήκουν οι Γενικοί Οροι Συναλλαγών (Ν. 2251/1994).
Μην ξεχνάμε όμως και την Α.Κ. 196 που αναφέρει ότι "Αν τα μέρη θεωρούν ότι η σύμβαση έχει συνομολογηθεί, αν και δεν έχουν συμφωνήσει σε κάπιο όρο της, ισχύει ότι συμφώνησαν, εφόσον συνάγεται ότι η σύμβασηθα καταρτιζόταν και χωρίς τα μέρη να αποφασίσουν για τον όρο αυτό".
Δηλαδή το ήξερε και το αδοδέχτηκε - έτσι όπως λέει ο λαός πάει - τελείωσε.
Αυτά για να μην φωνάζουμε.
Υπάρχουν 2 είδη συμβάσεων.
Οι αναγκαστικές, όταν ο λήπτης προτάσεως είναι αναγκασμένος να συμβληθεί δηλαδή στερείται τη συμβατική του ελευθερία επιλογής. Δηλαδή αν ο προτείνων απευθύνει τη πρότασή του σε ορισμένο πρόσωπο, αυτό υποχρεούται μετά τη λήψη να την αποδεχθεί. Η υποχρέωση του λήπτη να αποδεχθεί την πρόταση και να καταρτίσει έτσι τη σύμβαση στηρίζεται νομικώς σε 3 βάσεις :
1) Σε διάταξη νόμου, με την οποία δημιουργείται υποχρέωση αποδοχής της πρότασης (κυρίως στις συμβάσεις επιχειρήσεων κοινής οφέλειας)
2) Σε διάταξη πάλι νόμου, η οποία όμως επιβάλλει υποχρέωση υποβολής προτάσεως προς κατάρτισης μίας σύμβασης με δυνατότητα όμως εδώ επιλογής από τον αντισυμβαλλόμενο
3) Στην Α.Κ. 281 όπου η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή ο οικονομικός σκοπός του διακιώματος.
Από τα παραπάνω εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι η συμβατική ελευθερία του συμβαλόμενου περιορίζεται, στην πραγματικότητα όμως διαφυλάσσεται. Για φαντάσου π.χ.η ΔΕΗ να διατηρούσε το συμβατικό της δικαίωμα να αρνηθεί την πρόταση, τότε ο ιδιώτης θα ήταν αναγκασμένος να παραμείνει χωρίς ρεύμα.
Το άλλο είδος είναι συμβάσεις προσχωρήσεων, όταν ο συμβαλλόμενος έχει μεν δικαίωμα σύναψης ή μη σύναψης της συμβάσεως, αλλά σε περίπτωση που θα την συνάψει δεν ειναι σε θέση να διαπραγματευτεί τους όρους της - προχωρά στους ήδη διατυπωμένους και συνήθως τυποποιημένους όρους της.
Εδώ ανήκουν οι Γενικοί Οροι Συναλλαγών (Ν. 2251/1994).
Μην ξεχνάμε όμως και την Α.Κ. 196 που αναφέρει ότι "Αν τα μέρη θεωρούν ότι η σύμβαση έχει συνομολογηθεί, αν και δεν έχουν συμφωνήσει σε κάπιο όρο της, ισχύει ότι συμφώνησαν, εφόσον συνάγεται ότι η σύμβασηθα καταρτιζόταν και χωρίς τα μέρη να αποφασίσουν για τον όρο αυτό".
Δηλαδή το ήξερε και το αδοδέχτηκε - έτσι όπως λέει ο λαός πάει - τελείωσε.
Αυτά για να μην φωνάζουμε.