Ο Χριστός και οι νεκροί
Όταν ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό, η ανθρώπινη ψυχή Του μεταφέρθηκε στον τόπο των νεκρών (στα ελληνικά «Άδης», στα κινέζικα δεν ξέρω πώς είναι το όνομά του), όπου μίλησε στους νεκρούς, όπως είχε κάνει και στους ζωντανούς (δες γι’ αυτό την ορθόδοξη εικόνα «Εις Άδου κάθοδος», αλλά και τη μαρτυρία του μεγάλου και αγίου αποστόλου Πέτρου, μαθητή του Χριστού, στην πρώτη επιστολή του, που βρίσκεται μέσα στην Καινή Διαθήκη, κεφ. 3, στίχοι 19-20). Τότε πήρε τις ψυχές των νεκρών από τον Άδη και τις έφερε στον τόπο όπου πηγαίνουν οι ψυχές τώρα, τόπο που τον ονομάζουμε «ουρανό». Εκεί οι ψυχές των προ Χριστού νεκρών και οι ψυχές των ανθρώπων που έζησαν μετά το Χριστό, μαζί, περιμένουν την ανάσταση, για να ζήσουν στη βασιλεία του Θεού παίρνοντας πάλι τα σώματά τους, αλλά ως αθάνατα και φωτεινά πλέον σώματα.
Οι άνθρωποι που έζησαν σ’ αυτό τον κόσμο έχοντας προχωρήσει προς το Χριστό με καθαρή καρδιά, στον ουρανό, τον τόπο των ψυχών, προγεύονται την απερίγραπτη ευτυχία που προκαλεί η σχέση με το Χριστό, η θέα του ουράνιου κάλλους Του και του άκτιστου Φωτός Του. Η ευτυχία αυτή είναι ανάλογη με την καλοσύνη τους και θα ολοκληρωθεί μετά την ανάσταση όλων των ανθρώπων. Την ονομάζουμε «παράδεισο».
Αντίθετα, εκείνοι που έζησαν σ’ αυτό τον κόσμο περιορίζοντας την αγάπη τους στον εγωιστικό εαυτό τους, στον ουρανό προγεύονται την οδύνη που προκαλεί η σχέση με το Χριστό (τον οποίο δεν αγαπούν), η θέα του ουράνιου κάλλους Του και του άκτιστου Φωτός Του. Η οδύνη αυτή είναι ανάλογη με την παραμόρφωση που έχει προκαλέσει ο εγωισμός τους και θα ολοκληρωθεί μετά την ανάσταση όλων των ανθρώπων. Την ονομάζουμε «κόλαση».
Μια αναφορά στην ανάσταση και την τελική κατάσταση, στην οποία θα ζουν όλοι οι άνθρωποι, όλων των λαών και των εποχών, αλλά και όλων των θρησκειών, βρίσκουμε στα λόγια του ίδιου του Χριστού, στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 25, 31-46. Την περιγραφή αυτή πρέπει να την κατανοήσουμε μέσα στα πλαίσια της αγάπης του Θεού προς όλους τους ανθρώπους και προς όλα τα πλάσματα. Ο Θεός δεν «στέλνει στην κόλαση» τους αμετανόητους αμαρτωλούς, αλλά η ίδια η κατάσταση της ψυχής τους είναι η κόλαση. Η κατάσταση, που δεν τους επιτρέπει να γευτούν την απερίγραπτη ευτυχία του παραδείσου.