Η δύναμη της ομάδας
Οι Έλληνες, οι οποίοι είναι ως λαός γνωστοί για τις ατομικιστικές τους αντιλήψεις, εάν δεν αλλάξουν νοοτροπία είναι και θα είναι εκ των πραγμάτων χαμένοι στη σύγχρονη εποχή – όπου τα ομαδικά δίκτυα έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό, αυξάνοντας κατακόρυφα την ισχύ τους.
Διατυπώνεται συχνά η απορία σχετικά με το πώς είναι σε θέση το πλουσιότερο 0,01% του πληθυσμού, να ελέγχει το υπόλοιπο 99,99% της κοινωνίας (ανάλυση). Γιατί δηλαδή μικρές ομάδες που στελεχώνονται από τις ελίτ, όπως για παράδειγμα η λέσχη των τριάντα ή η Bildergerg, μπορούν να γίνονται συνεχώς ισχυρότερες, κερδίζοντας μεταξύ άλλων όλο και περισσότερα χρήματα – ενώ οι ελεγχόμενες από αυτές αγορές έχουν αναλάβει τα ηνία στον πλανήτη, αποκρατικοποιώντας ακόμη και την πολιτική εξουσία.
Η απάντηση είναι φυσικά πολύ απλή, ενώ δίνεται από τον ίδιο τον τίτλο: ΟΜΑΔΑ. Με απλά λόγια, πρόκειται για συνεκτικές οργανώσεις, τα μέλη των οποίων συνεργάζονται στενά μεταξύ τους, με γνώμονα το κοινό συμφέρον – ενώ το ένα μέλος δεν «βυθίζει το μαχαίρι» στην πλάτη του άλλου, ούτε υφαίνει ίντριγκες με στόχο τα δικά του και μόνο συμφέροντα.
Αντίθετα, ο ένας βοηθάει, διαφημίζει, στηρίζει και εξυψώνει τον άλλο, απέναντι σε ολόκληρη την υπόλοιπη κοινωνία – γνωρίζοντας πως η δύναμη μίας ομάδας είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από τους εκάστοτε συνδετικούς κρίκους που τη συναποτελούν, αφού αυξάνεται γεωμετρικά με τη βοήθεια της ίδιας της συνεκτικότητας της. Έτσι έχουν καταφέρει αυτές οι ομάδες (γράφημα) να ελέγχουν τον πλανήτη, χωρίς να πρόκειται για θεωρίες συνωμοσίας – αλλά για την ψυχρή πραγματικότητα. Το βασικό τους πλεονέκτημα πάντως δεν είναι η εξυπνάδα ή/και οι ικανότητες τους – αλλά η δυνατότητες τους να συνεργάζονται με άλλους, με τους οποίους ανήκουν στην ίδια ομάδα.
Στα πλαίσια αυτά οι Έλληνες, οι οποίοι είναι ως λαός γνωστοί για τις ατομικιστικές τους αντιλήψεις, εάν δεν αλλάξουν νοοτροπία είναι και θα είναι εκ των πραγμάτων χαμένοι στη σύγχρονη εποχή – όπου τα ομαδικά δίκτυα έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό, αυξάνοντας κατακόρυφα την ισχύ τους. Ακόμη και στο παράδειγμα των πολιτικών κομμάτων φαίνεται καθαρά το κρίσιμο αυτό ελληνικό μειονέκτημα – αφού στο εσωτερικό τους κυριαρχούν τα «πισώπλατα μαχαιρώματα» και οι ίντριγκες, με στόχο την ατομική ανέλιξη του εκάστοτε στελέχους τους. Ειδικά οι αρχηγοί τους έχουν την απαίτηση να στηρίζονται και να προβάλλονται από όλους τους υπόλοιπους, σαν να πρόκειται για επίγειους θεούς – χωρίς οι ίδιοι να ενδιαφέρονται πραγματικά για τους συνεργάτες τους, μη διστάζοντας να τους εκμεταλλευθούν ή ακόμη και να τους θυσιάσουν, εάν αυτό εξυπηρετεί τη δική τους προσωπική καριέρα.
Το γεγονός αυτό συναντάται επίσης στις σχέσεις των κομμάτων μεταξύ τους, οι οποίες χαρακτηρίζονται ανάλογα από πισώπλατα μαχαιρώματα, από ίντριγκες, από επιθέσεις, από διασυρμούς, από κακεντρέχειες και από συγκρούσεις – με γνώμονα αποκλειστικά και μόνο τη νομή της εξουσίας. Σε καμία περίπτωση δηλαδή δεν ενδιαφέρονται για τα συμφέροντα της πατρίδας τους – αδυνατώντας να κατανοήσουν πως όταν η χώρα πηγαίνει καλά, τότε οι προοπτικές γίνονται αυτόματα καλύτερες για όλους.
Έτσι τα κόμματα έχουν εξελιχθεί αντί σε ομάδες, κυριολεκτικά σε εγκληματικές συμμορίες που πολεμούν μεταξύ τους, με στόχο την εκμετάλλευση της χώρας – όπως οι συμμορίες της Μαφίας για το έλεγχο των περιοχών τους. Την ίδια στιγμή οι μάχες μαίνονται στο εσωτερικό τους, εμποδίζοντας παράλληλα την πρόσβαση στην πολιτική όλων των ικανών και έντιμων Ελλήνων – ενώ η Ελλάδα έχει φτάσει στο σημείο να υποφέρουν 10.500.000 Πολίτες από τους 1.000 πολιτικούς που υπέγραψαν ενδοτικά τα μνημόνια, παραμένοντας ατιμώρητοι στο απυρόβλητο.
Όσον αφορά τα περισσότερα ΜΜΕ, διαχωρίζονται μεταξύ τους ξεκάθαρα σε καλοπληρωμένους μισθοφόρους της κυβέρνησης ή της αξιωματικής αντιπολίτευσης – με στόχο τη χειραγώγηση του πληθυσμού, ο οποίος παίζει τον άχαρο ρόλο του εκλογέα χωρίς πραγματικές επιλογές, στον οποίο τον έχουν καταδικάσει. Δυστυχώς, παρά το ότι όλοι γνωρίζουν πως τόσο το ένα κόμμα, όσο και το άλλο, δεν έχουν κανένα δικό τους σχέδιο αλλά μόνο τα μνημόνια – ενώ φοβούνται όσο τίποτε άλλο και τα δύο την τιμωρία, εάν δεν καταφέρουν να παραμείνουν σε θέσεις εξουσίας στη Βουλή.
Το κακό βέβαια δεν σταματάει μόνο εκεί, αφού διαχέεται σε ολόκληρη την κοινωνία που βρίθει από ιδιοτέλεια – από τις μεγαλύτερες ομάδες συμφερόντων που μόνο ως ομάδες δεν λειτουργούν, έως τις μικρότερες (εδώ ακριβώς εδράζεται η έκφραση «μαζί τα φάγαμε», η οποία δεν αφορούσε ασφαλώς το μέγεθος της μερίδας, αλλά την ιδιοτέλεια των πάντων).
Αλγεινό παράδειγμα είναι αναμφίβολα οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για τα εθνικά συμφέροντα, αλλά μόνο για τα συντεχνιακά δικά τους, καταστρέφοντας δεκάδες παραγωγικές επιχειρήσεις – χωρίς δυστυχώς να εξαιρούνται αυτές των δικαστικών, κρίνοντας από τις αποφάσεις τους που αφορούσαν τους δικούς τους μισθούς και συντάξεις, χωρίς να δίνεται ουσιαστικά καμία σημασία στην κατακρεούργηση του συντάγματος από τα μνημόνια ή στη συνεχή κακοποίηση του στο παρελθόν από τα κόμματα.
Συμπερασματικά λοιπόν σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν ανθεί τίποτα, ενώ ότι ήταν μέχρι πρότινος ανθισμένο είναι καταδικασμένο να ξεραθεί – με την έννοια πως εκείνες οι κοινωνίες, τα κράτη, τα κόμματα, οι οργανώσεις κοκ. που δεν λειτουργούν ως ομάδες, έτσι όπως τις περιγράψαμε παραπάνω και χαρακτηρίζουν τις ελίτ, είναι καταδικασμένες στη σκλαβιά.
Η σκλαβιά δε αυτή έχει πολλά πρόσωπα, όπως είναι (α) οι υποκλίσεις, η διεθνής επαιτεία και οι κυβιστήσεις των ελληνικών κυβερνήσεων, (β) η δουλοπρεπής υποταγή των κομματικών στελεχών στους αρχηγούς τους, (γ) το σκύψιμο του κεφαλιού των αρχηγών τους στην οικονομική εξουσία που τους στηρίζει ή/και στα ΜΜΕ, (δ) η αποδοχή της παντοδυναμίας των χρηματαγορών για πολλά Έθνη, (δ) τα δεσμά του χρέους κρατών, επιχειρήσεων ή νοικοκυριών κλπ.