You are using an out of date browser. It may not display this or other websites correctly.
You should upgrade or use an alternative browser.
You should upgrade or use an alternative browser.
Βιογραφίες
- Μέλος που άνοιξε το νήμα AssFiller
- Ημερομηνία ανοίγματος
- Απαντήσεις 185
- Εμφανίσεις 21K
- Tagged users Καμία
- Βλέπουν το thread αυτή τη στιγμή 1 άτομα (0 μέλη και 1 επισκέπτες)
BiteMeIaMfresH
Μέλος
- Εγγρ.
- 22 Οκτ 2006
- Μηνύματα
- 8.901
- Like
- 15
- Πόντοι
- 66
το φτιαξα...
Έλβις Πρίσλεϊ
Ο Έλβις Άρον Πρίσλεϊ (8 Ιανουαρίου 1935 - 16 Αυγούστου 1977) γεννήθηκε στο Τουπέλο του Μισισίπι. Γνωστός και με το ψευδώνυμα "Βασιλιάς της Rock 'n' Roll" και "Βασιλιάς" (αγγ. "The King"), ήταν τραγουδιστής, μουσικός και ηθοποιός ενώ θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους μεγαλύτερους διασκεδαστές των τελευταίων 50 ετών.
Ξεκίνησε τραγουδώντας μουσική rockabilly για την εταιρεία Sun Studios, με πολλά κομμάτια rhythm and blues, gospel και country, ενώ ο συνδυασμός όλων αυτών των οδήγησε προς την καθαρή rock & roll μουσική. Επιτυχία γνώρισε όμως και με μπαλάντες αλλά και με κομμάτια country, μπλουζ, ποπ, φολκ, αγγίζοντας κάποιες στιγμές ακόμη και τη τζαζ. Μπορούσε να φέρει εις πέρας έναν πολύ μεγάλο αριθμό ειδών μουσικής, πάντα με την ίδια επιτυχία, χάρη στην άκρως προσαρμόσιμη φωνή του.
Ο Έλβις Πρίσλεϊ κυκλοφόρησε 75 albums ανάμεσα στο 1956 και το 1977. Υπολογίζεται πως έως και σήμερα έχουν πουληθεί πάνω από 1 δισεκατομμύριο αντίτυπα, περισσότερα από κάθε άλλο καλλιτέχνη. Πολλά από αυτά έγιναν χρυσά ή πλατινένια, ακόμη και περισσότερες από μια φορές. Εκτός αυτών, τιμήθηκε με 14 υποψηφιότητες για βραβείο Grammy, εκ των οποίων 3 φορές ήταν και ο νικητής. Στην ηλικία των 36 ετών τιμήθηκε με το Grammy Lifetime Achievement Award για το σύνολο της καριέρας του.
Συνέχεια...
Ο Έλβις Άρον Πρίσλεϊ (8 Ιανουαρίου 1935 - 16 Αυγούστου 1977) γεννήθηκε στο Τουπέλο του Μισισίπι. Γνωστός και με το ψευδώνυμα "Βασιλιάς της Rock 'n' Roll" και "Βασιλιάς" (αγγ. "The King"), ήταν τραγουδιστής, μουσικός και ηθοποιός ενώ θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους μεγαλύτερους διασκεδαστές των τελευταίων 50 ετών.
Ξεκίνησε τραγουδώντας μουσική rockabilly για την εταιρεία Sun Studios, με πολλά κομμάτια rhythm and blues, gospel και country, ενώ ο συνδυασμός όλων αυτών των οδήγησε προς την καθαρή rock & roll μουσική. Επιτυχία γνώρισε όμως και με μπαλάντες αλλά και με κομμάτια country, μπλουζ, ποπ, φολκ, αγγίζοντας κάποιες στιγμές ακόμη και τη τζαζ. Μπορούσε να φέρει εις πέρας έναν πολύ μεγάλο αριθμό ειδών μουσικής, πάντα με την ίδια επιτυχία, χάρη στην άκρως προσαρμόσιμη φωνή του.
Ο Έλβις Πρίσλεϊ κυκλοφόρησε 75 albums ανάμεσα στο 1956 και το 1977. Υπολογίζεται πως έως και σήμερα έχουν πουληθεί πάνω από 1 δισεκατομμύριο αντίτυπα, περισσότερα από κάθε άλλο καλλιτέχνη. Πολλά από αυτά έγιναν χρυσά ή πλατινένια, ακόμη και περισσότερες από μια φορές. Εκτός αυτών, τιμήθηκε με 14 υποψηφιότητες για βραβείο Grammy, εκ των οποίων 3 φορές ήταν και ο νικητής. Στην ηλικία των 36 ετών τιμήθηκε με το Grammy Lifetime Achievement Award για το σύνολο της καριέρας του.
Συνέχεια...
Συνημμένα
Φράνκ Σινάτρα
Ο Φράνσις Aλμπερτ Σινάτρα γεννήθηκε το Δεκέμβριο του 1915 σε μια φτωχική εργατική γειτονιά στο Xόμποκεν του Nιου Tζέρσι. Ο πατέρας του Mάρτιν ήταν μποξέρ και πυροσβέστης. H μητέρα του Nτόλι ήταν νοσοκόμα και εξέχον μέλος της τοπικής οργάνωσης του Δημοκρατικού Kόμματος. Ο μικρός Φρανκ, μοναχογιός, μεγάλωσε κυρίως με τη φροντίδα της γιαγιάς του, αλλά παραχαϊδεύτηκε απ’ όλη την οικογένεια, που δεν έπαυε να του χαρίζει τα ωραιότερα ρούχα και παιχνίδια. Γρήγορα έγινε το αστέρι της γειτονιάς και ο αρχηγός μιας συμμορίας παιδιών που πέρναγε την ώρα της κάνοντας ψιλοκλοπές, μέχρι που η οικογένειά του μετακόμισε.
Tο 1933 ο Φρανκ Σινάτρα πήγε να ακούσει τον Mπινγκ Kρόσμπι και βγήκε από το θέατρο αποφασισμένος να γίνει τραγουδιστής. Δεν ήθελε, όμως, να γίνει ένα κακέκτυπο του μεγάλου Kρόσμπι. «Aυτό που πραγματικά έβαλα στόχο να κατακτήσω ήταν περισσότερο η ιταλική σχολή του “μπελ κάντο” με την απαλή διαδοχή από νότες», έχει δηλώσει στο περιοδικό «Λάιφ» το 1965. «Hταν πολύ πιο δύσκολο από το στιλ του Kρόσμπι».
Mέχρι να μπει στο χώρο της μουσικής έκανε ό,τι δουλειά τού έπεφτε στα χέρια. Tελικά, αφού πέρασε ένα φεγγάρι από το Kουαρτέτο Major Bowes Amateur Hour, το 1939 άρχισε να τραγουδά με την ορχήστρα του Xάρι Tζέιμς, για να καταλήξει γρήγορα στο πλευρό του διάσημου τρομπονίστα Tόμι Nτόρσεϊ, που είχε τη φήμη ότι αναδείκνυε νέους τραγουδιστές. Ο Σινάτρα, που είχε έφεση στους πειραματισμούς με τη φωνή του, εντυπωσιάστηκε με τον τρόπο που ο Nτόρσεϊ έλεγχε την αναπνοή του. Προσπάθησε να τον αντιγράψει και να μάθει να χρησιμοποιεί τη φωνή του σαν ένα μουσικό όργανο.
Παράλληλα, για να βελτιώσει την κατάσταση των πνευμόνων του αθλείτο συστηματικά τρέχοντας και κολυμπώντας. Hταν ο πρώτος τραγουδιστής που χρησιμοποίησε την αναπνοή του για να δώσει δραματικότητα στο τραγούδι του, καθώς και το μικρόφωνο για να κάνει τη φωνή του ωραιότερη. Οπως μάλιστα έλεγε ο ίδιος, βαθιά του πεποίθηση ήταν ότι ο τραγουδιστής πρέπει να νιώθει ότι διηγείται μια ιστορία και να τοποθετεί τα πνευμόνια του ανάλογα.
[youtube=425,350]iMM6BOPSNGc[/video]
Οι εμφανίσεις του προκαλούσαν πραγματική υστερία. Οι εφημερίδες αναγκάστηκαν να απευθυνθούν σε ψυχίατρους για να ερμηνεύσουν το φαινόμενο. Tο 1944 η Σινατρομανία έφτασε στα άκρα όταν 10.000 νεαροί στριμώχτηκαν στο Παραμάουντ Θίατερ της Nέας Yόρκης για να τον ακούσουν, ενώ άλλες 20.000 έξω από το θέατρο τα έκαναν λίμπα στην Tάιμς Σκουέαρ.
Ο Φρανκ Σινάτρα έκανε πάταγο και δημιουργούσε την είδηση όχι μόνο τραγουδώντας αλλά και με την ίδια τη ζωή του. Παντρεύτηκε τέσσερις φορές. Tη Nάνσι Mπαρμπάτο (1939) με την οποία απέκτησε τρία παιδιά: τη Nάνσι, που έγινε αργότερα γνωστή τραγουδίστρια, τον Φρανκ τζούνιορ και την Kριστίνα. Tην ηθοποιό Aβα Γκάρντνερ (1951), την ηθοποιό Mία Φάροου (1966) και, τέλος, το 1976 την Mπάρμπαρα Mαρξ, πρώην σύζυγο του Zέπο Mαρξ. Πολλοί από τους συνεργάτες και φίλους του είχαν φάκελο στο FBI και οι σχέσεις του με τη Mαφία και το οργανωμένο έγκλημα συζητούντο ευρέως. Ο Φρανκ Σινάτρα, όμως, κατάφερνε να επιβιώνει όλων των σκανδάλων και να συνεχίζει το δρόμο του απτόητος, έχοντας την ευχέρεια να μπαινοβγαίνει ακόμα και στο Λευκό Οίκο -στο μεταξύ οι πολιτικές του πεποιθήσεις είχαν αλλάξει, από παιδί της εργατικής τάξης έφτασε να γίνει, όπως και πολλοί άλλοι της γενιάς και της τάξης του, οπαδός των Pεπουμπλικάνων.
Στις 15 Μαϊου 1998 πέρασε στην άλλη ζωή σε ηλικία 82 ετών το είδωλο της δεκαετίας του ‘40, που με το πλούσιο ταλέντο του και την συνεχώς αποδοτική καλλιτεχνική καριέρα του ψυχαγωγούσε την σύγχρονη και την προηγούμενη γενιά μας.Θα τον θυμούνται οι Αθηναίοι να τραγουδά το 1962 στο Ηρώδειο θέατρο και το 1992 στο Ολυμπιακό Στάδιο, κάτω από τον καταγάλανο αττικό ουρανό.
Ο Φράνσις Aλμπερτ Σινάτρα γεννήθηκε το Δεκέμβριο του 1915 σε μια φτωχική εργατική γειτονιά στο Xόμποκεν του Nιου Tζέρσι. Ο πατέρας του Mάρτιν ήταν μποξέρ και πυροσβέστης. H μητέρα του Nτόλι ήταν νοσοκόμα και εξέχον μέλος της τοπικής οργάνωσης του Δημοκρατικού Kόμματος. Ο μικρός Φρανκ, μοναχογιός, μεγάλωσε κυρίως με τη φροντίδα της γιαγιάς του, αλλά παραχαϊδεύτηκε απ’ όλη την οικογένεια, που δεν έπαυε να του χαρίζει τα ωραιότερα ρούχα και παιχνίδια. Γρήγορα έγινε το αστέρι της γειτονιάς και ο αρχηγός μιας συμμορίας παιδιών που πέρναγε την ώρα της κάνοντας ψιλοκλοπές, μέχρι που η οικογένειά του μετακόμισε.
Tο 1933 ο Φρανκ Σινάτρα πήγε να ακούσει τον Mπινγκ Kρόσμπι και βγήκε από το θέατρο αποφασισμένος να γίνει τραγουδιστής. Δεν ήθελε, όμως, να γίνει ένα κακέκτυπο του μεγάλου Kρόσμπι. «Aυτό που πραγματικά έβαλα στόχο να κατακτήσω ήταν περισσότερο η ιταλική σχολή του “μπελ κάντο” με την απαλή διαδοχή από νότες», έχει δηλώσει στο περιοδικό «Λάιφ» το 1965. «Hταν πολύ πιο δύσκολο από το στιλ του Kρόσμπι».
Mέχρι να μπει στο χώρο της μουσικής έκανε ό,τι δουλειά τού έπεφτε στα χέρια. Tελικά, αφού πέρασε ένα φεγγάρι από το Kουαρτέτο Major Bowes Amateur Hour, το 1939 άρχισε να τραγουδά με την ορχήστρα του Xάρι Tζέιμς, για να καταλήξει γρήγορα στο πλευρό του διάσημου τρομπονίστα Tόμι Nτόρσεϊ, που είχε τη φήμη ότι αναδείκνυε νέους τραγουδιστές. Ο Σινάτρα, που είχε έφεση στους πειραματισμούς με τη φωνή του, εντυπωσιάστηκε με τον τρόπο που ο Nτόρσεϊ έλεγχε την αναπνοή του. Προσπάθησε να τον αντιγράψει και να μάθει να χρησιμοποιεί τη φωνή του σαν ένα μουσικό όργανο.
Παράλληλα, για να βελτιώσει την κατάσταση των πνευμόνων του αθλείτο συστηματικά τρέχοντας και κολυμπώντας. Hταν ο πρώτος τραγουδιστής που χρησιμοποίησε την αναπνοή του για να δώσει δραματικότητα στο τραγούδι του, καθώς και το μικρόφωνο για να κάνει τη φωνή του ωραιότερη. Οπως μάλιστα έλεγε ο ίδιος, βαθιά του πεποίθηση ήταν ότι ο τραγουδιστής πρέπει να νιώθει ότι διηγείται μια ιστορία και να τοποθετεί τα πνευμόνια του ανάλογα.
[youtube=425,350]iMM6BOPSNGc[/video]
Οι εμφανίσεις του προκαλούσαν πραγματική υστερία. Οι εφημερίδες αναγκάστηκαν να απευθυνθούν σε ψυχίατρους για να ερμηνεύσουν το φαινόμενο. Tο 1944 η Σινατρομανία έφτασε στα άκρα όταν 10.000 νεαροί στριμώχτηκαν στο Παραμάουντ Θίατερ της Nέας Yόρκης για να τον ακούσουν, ενώ άλλες 20.000 έξω από το θέατρο τα έκαναν λίμπα στην Tάιμς Σκουέαρ.
Ο Φρανκ Σινάτρα έκανε πάταγο και δημιουργούσε την είδηση όχι μόνο τραγουδώντας αλλά και με την ίδια τη ζωή του. Παντρεύτηκε τέσσερις φορές. Tη Nάνσι Mπαρμπάτο (1939) με την οποία απέκτησε τρία παιδιά: τη Nάνσι, που έγινε αργότερα γνωστή τραγουδίστρια, τον Φρανκ τζούνιορ και την Kριστίνα. Tην ηθοποιό Aβα Γκάρντνερ (1951), την ηθοποιό Mία Φάροου (1966) και, τέλος, το 1976 την Mπάρμπαρα Mαρξ, πρώην σύζυγο του Zέπο Mαρξ. Πολλοί από τους συνεργάτες και φίλους του είχαν φάκελο στο FBI και οι σχέσεις του με τη Mαφία και το οργανωμένο έγκλημα συζητούντο ευρέως. Ο Φρανκ Σινάτρα, όμως, κατάφερνε να επιβιώνει όλων των σκανδάλων και να συνεχίζει το δρόμο του απτόητος, έχοντας την ευχέρεια να μπαινοβγαίνει ακόμα και στο Λευκό Οίκο -στο μεταξύ οι πολιτικές του πεποιθήσεις είχαν αλλάξει, από παιδί της εργατικής τάξης έφτασε να γίνει, όπως και πολλοί άλλοι της γενιάς και της τάξης του, οπαδός των Pεπουμπλικάνων.
Στις 15 Μαϊου 1998 πέρασε στην άλλη ζωή σε ηλικία 82 ετών το είδωλο της δεκαετίας του ‘40, που με το πλούσιο ταλέντο του και την συνεχώς αποδοτική καλλιτεχνική καριέρα του ψυχαγωγούσε την σύγχρονη και την προηγούμενη γενιά μας.Θα τον θυμούνται οι Αθηναίοι να τραγουδά το 1962 στο Ηρώδειο θέατρο και το 1992 στο Ολυμπιακό Στάδιο, κάτω από τον καταγάλανο αττικό ουρανό.
Ο Σινάτρα ήταν και εξαιρετικός ηθοποιός, με καλύτερη μάλλον ερμηνεία του στην ταινία Ο ΧΡΥΣΟΧΕΡΗΣ του Ότο Πρέμιγκερ (μέσα της δεκαετίας του ΄50), όπου υποδύεται έναν τοξικομανή μουσικό. Η ταινία αυτή έχει και μια καταπληκτική σκηνή όπου ο Φράνκι κλείνεται σε ένα δωμάτιο προκειμένου να αποτοξινωθεί και τον πιάνει σύνδρομο στέρησης. Βρείτε την, κυκλοφορεί και σε ντι βι ντι.
Πηγή: ο σινεφίλ εαυτός μου
Πηγή: ο σινεφίλ εαυτός μου
Φιλε έχω δει την ταινία...πραγματικά υπέροχη..Ο Σινάτρα ήταν και εξαιρετικός ηθοποιός, με καλύτερη μάλλον ερμηνεία του στην ταινία Ο ΧΡΥΣΟΧΕΡΗΣ του Ότο Πρέμιγκερ (μέσα της δεκαετίας του ΄50), όπου υποδύεται έναν τοξικομανή μουσικό. Η ταινία αυτή έχει και μια καταπληκτική σκηνή όπου ο Φράνκι κλείνεται σε ένα δωμάτιο προκειμένου να αποτοξινωθεί και τον πιάνει σύνδρομο στέρησης. Βρείτε την, κυκλοφορεί και σε ντι βι ντι.
Πηγή: ο σινεφίλ εαυτός μου
Χάρι Χουντίνι
Χάρι Χουντίνι 1874 – 1926 Ο θρυλικός μάγος Χάρι Χουντίνι γεννήθηκε στις 24 Μαρτίου του 1874 στη Βουδαπέστη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Έριχ Βάις. Το 1878 η οικογένειά του μετανάστευσε στις ΗΠΑ και ο πατέρας του έγινε ο πρώτος ραβίνος του Άπλετον στο Ουισκόνσιν. Ο ίδιος, από μικρή ηλικία, συνεισέφερε οικονομικά, πουλώντας εφημερίδες και γυαλίζοντας παπούτσια. Σε ηλικία δεκατριών ετών ακολούθησε τους γονείς του στη Νέα Υόρκη, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Εκεί έμαθε και το πρώτο του μαγικό κόλπο, ανακαλύπτοντας έναν νέο κόσμο που τον σαγήνευσε. Το 1891 έγινε επαγγελματίας μάγος και άλλαξε το όνομά του σε Χάρι Χουντίνι, το οποίο το εμπνεύστηκε από τον διάσημο γάλλο μάγο Ζαν Εζέν Ρομπέρ Ουντέν. Ήδη ήταν γνωστός ως ο «Βασιλιάς της Τράπουλας». Το 1893 γνωρίστηκε με την τραγουδίστρια και χορεύτρια Μπέατρις «Μπες» Ράνερ, με την οποία παντρεύτηκε δύο εβδομάδες αργότερα. Ως το τέλος της καριέρας του, η Μπες αποτελούσε τη βοηθό του επί σκηνής. Μαζί περιόδευσαν για περισσότερα από 30 χρόνια σ' όλη την Αμερική και την Ευρώπη. Ο Χουντίνι έγινε θρύλος, ως ο άνθρωπος που δραπετεύει από ζουρλομανδύες, σχοινιά, χειροπέδες, αλυσίδες, ακόμα και από κελιά φυλακών. Το 1913 πραγματοποίησε ίσως το πιο γνωστό του νούμερο. Κατάφερε να απελευθερωθεί από έναν γυάλινο θάλαμο, γεμάτο με νερό, μέσα στον οποίο ήταν κρεμασμένος ανάποδα. Πέντε χρόνια αργότερα εξαφάνισε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Νεοϋορκέζων έναν ελέφαντα 10 τόνων!
Το 1916 ο Χάρι Χουντίνι έκανε την πρώτη εμφάνισή του στη μεγάλη οθόνη. Μέσα σε επτά χρόνια πρωταγωνίστησε σε πέντε ταινίες του βωβού κινηματογράφου και απέκτησε το δικό του αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας, στο Χόλιγουντ . Το 1923 ο Χάρι Χουντίνι επισκέφτηκε ένα τοπικό πανεπιστήμιο στο Μόντρεαλ του Καναδά, προκειμένου να δώσει μία διάλεξη για τον πνευματισμό. Ζήτησε από έναν εθελοντή να τον χτυπήσει στην κοιλιά για ν' αποδείξει την αντοχή του στον πόνο. Πριν προλάβει να προετοιμαστεί, σωριάστηκε στο έδαφος από τη γροθιά ενός αθλητή του μποξ. Πολλοί πιστεύουν ότι ο πόνος του χτυπήματος κάλυψε αυτόν της σκωληκοειδίτιδας, η οποία δεν διεγνώσθη ποτέ. Ο θρυλικός μάγος πέθανε από περιτονίτιδα λίγες ημέρες αργότερα, στις 31 Οκτωβρίου , ανήμερα της γιορτής του Χάλογουιν.
Χάρι Χουντίνι 1874 – 1926 Ο θρυλικός μάγος Χάρι Χουντίνι γεννήθηκε στις 24 Μαρτίου του 1874 στη Βουδαπέστη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Έριχ Βάις. Το 1878 η οικογένειά του μετανάστευσε στις ΗΠΑ και ο πατέρας του έγινε ο πρώτος ραβίνος του Άπλετον στο Ουισκόνσιν. Ο ίδιος, από μικρή ηλικία, συνεισέφερε οικονομικά, πουλώντας εφημερίδες και γυαλίζοντας παπούτσια. Σε ηλικία δεκατριών ετών ακολούθησε τους γονείς του στη Νέα Υόρκη, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Εκεί έμαθε και το πρώτο του μαγικό κόλπο, ανακαλύπτοντας έναν νέο κόσμο που τον σαγήνευσε. Το 1891 έγινε επαγγελματίας μάγος και άλλαξε το όνομά του σε Χάρι Χουντίνι, το οποίο το εμπνεύστηκε από τον διάσημο γάλλο μάγο Ζαν Εζέν Ρομπέρ Ουντέν. Ήδη ήταν γνωστός ως ο «Βασιλιάς της Τράπουλας». Το 1893 γνωρίστηκε με την τραγουδίστρια και χορεύτρια Μπέατρις «Μπες» Ράνερ, με την οποία παντρεύτηκε δύο εβδομάδες αργότερα. Ως το τέλος της καριέρας του, η Μπες αποτελούσε τη βοηθό του επί σκηνής. Μαζί περιόδευσαν για περισσότερα από 30 χρόνια σ' όλη την Αμερική και την Ευρώπη. Ο Χουντίνι έγινε θρύλος, ως ο άνθρωπος που δραπετεύει από ζουρλομανδύες, σχοινιά, χειροπέδες, αλυσίδες, ακόμα και από κελιά φυλακών. Το 1913 πραγματοποίησε ίσως το πιο γνωστό του νούμερο. Κατάφερε να απελευθερωθεί από έναν γυάλινο θάλαμο, γεμάτο με νερό, μέσα στον οποίο ήταν κρεμασμένος ανάποδα. Πέντε χρόνια αργότερα εξαφάνισε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Νεοϋορκέζων έναν ελέφαντα 10 τόνων!
Το 1916 ο Χάρι Χουντίνι έκανε την πρώτη εμφάνισή του στη μεγάλη οθόνη. Μέσα σε επτά χρόνια πρωταγωνίστησε σε πέντε ταινίες του βωβού κινηματογράφου και απέκτησε το δικό του αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας, στο Χόλιγουντ . Το 1923 ο Χάρι Χουντίνι επισκέφτηκε ένα τοπικό πανεπιστήμιο στο Μόντρεαλ του Καναδά, προκειμένου να δώσει μία διάλεξη για τον πνευματισμό. Ζήτησε από έναν εθελοντή να τον χτυπήσει στην κοιλιά για ν' αποδείξει την αντοχή του στον πόνο. Πριν προλάβει να προετοιμαστεί, σωριάστηκε στο έδαφος από τη γροθιά ενός αθλητή του μποξ. Πολλοί πιστεύουν ότι ο πόνος του χτυπήματος κάλυψε αυτόν της σκωληκοειδίτιδας, η οποία δεν διεγνώσθη ποτέ. Ο θρυλικός μάγος πέθανε από περιτονίτιδα λίγες ημέρες αργότερα, στις 31 Οκτωβρίου , ανήμερα της γιορτής του Χάλογουιν.
- Εγγρ.
- 15 Μαΐ 2006
- Μηνύματα
- 10.311
- Κριτικές
- 3
- Like
- 164
- Πόντοι
- 166
www.authorway.com/SMF/index.php?topic=568.msg4904;boardseen#new]Άγγελος Σικελιανός[/url]
To βάζω με λινκ γιατί είναι σε πολυτονικό και δεν βγαίνει σωστά.
Υπάρχουν και αρκετά ποιήματά του.
To βάζω με λινκ γιατί είναι σε πολυτονικό και δεν βγαίνει σωστά.
Υπάρχουν και αρκετά ποιήματά του.
Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ
Ο Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ γεννήθηκε στις 13 Απριλίου 1963, είναι Γκρανμαίτρ στο σκάκι και ένας από τους πιο δυνατούς σκακιστές όλων των εποχών. Σπούδασε στο σκακιστικό σχολείο του Μιχαήλ Μποτβίννικ. Σε ηλικία 13 ετών κέρδισε το Σοβιετικό Πρωτάθλημα Νέων στο Τμπίλισι το 1976 πετυχαίνοντας 7 στους 9 πόντους, κάτι το οποίο επανέλαβε την επόμενη χρονιά, με σκορ 8,5/9.
Το 1978 συμμετείχε στο τουρνουά εις μνήμην του σκακιστή Σοκόλσκι στο Μινσκ. Είχε λάβει ειδική πρόσκληση για να συμμετάσχει, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να βγει και πάλι πρώτος και να γίνει μαιτρ σε ηλικία 15 ετών.
Λόγω μίας αβλεψίας της Ρωσικής Σκακιστικής Ομοσπονδίας, ο Γκάρι Κασπάροβ συμμετείχε σε ένα τουρνουά γκρανμαίτρ στην Μπάνια Λούκα παρόλο που ο ίδιος δεν είχε ακόμη τον τίτλο αυτό (η ομοσπονδία νόμιζε λανθασμένα ότι επρόκειτο για τουρνουά νέων). Το αποτέλεσμα αυτού του τουρνουά υψηλού επιπέδου ήταν η ανάδειξη του Κασπάροβ με προσωρινό βαθμό ΕΛΟ 2595, αρκετό για να τον εκτοξεύσει στη λίστα με τους κουρυφαίους σκακιστές.
Το επόμενο έτος, 1980, κέρδισε το Παγκόσμιο Σκακιστικό Πρωτάθλημα Νέων στο Ντόρτμουντ της Δυτικής Γερμανίας.
Ο Κασπάροβ ήθελε να αναμετρηθεί με τον παγκόσμιο πρωταθλητή Ανατόλι Κάρποβ, ο οποίος ήταν ισχυρά ευνοούμενος από τη Ρωσική Σκακιστική Ομοσπονδία. Ο Κασπάροβ θα έπρεπε βεβαίως να περάσει πρώτα μέσα από το Τουρνουά των Υποψηφίων για να προκριθεί, το οποίο και κατάφερε κερδίζοντας εκτός των άλλων τους Αλεξάντερ Μπελιάβσκι και Βασίλι Σμυσλόβ.
Η αναμέτρηση για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1984 μεταξύ του Ανατόλι Κάρποβ και του Γκάρι Κασπάροβ πέρασε από πολλά σκαμπανεβάσματα έχοντας τελικά και το πιο αμφισβητούμενο τέλος που συνέβη ποτέ σε σκακιστική αναμέτρηση. Ο Κάρποβ ξεκίνησε σε πολύ καλή φόρμα και μέσα στις πρώτες δώδεκα παρτίδες ο Κασπάροβ βρέθηκε πίσω στο σκορ με 4-0. Σύμφωνα με τους κανόνες της αναμέτρησης, νικητής - άρα και παγκόσμιος πρωταθλητής - θα αναδεικνύοταν ο πρώτος που θα έφτανε στις έξι νίκες. Διάφοροι παίκτες εξέφρασαν τη γνώμη ότι ο Κασπάροβ θα συντριφθεί με 6-0 μέσα στις πρώτες 18 παρτίδες.
Ο Κασπάροβ έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά παίρνοντας έμπνευση από έναν Ρώσο ποιητή πριν από κάθε παιχνίδι και κράτησε τον Κάρποβ για τις επόμενες 17 παρτίδες επιτυγχάνοντας συνεχείς ισοπαλίες. Ο Κάρποβ όμως την κατάλληλη στιγμή έκανε και μία πέμπτη νίκη η οποία ακολουθήθηκε από μία ακόμη σειρά ισοπαλιών, έως την 32η παρτίδα, στην οποία ο Κασπάροβ πέτυχε την πρώτη του νίκη έναντι του Παγκόσμιου Πρωταθλητή.
Στο σημείο αυτό, ο Κάρποβ, δώδεκα χρόνια μεγαλύτερος από τον Κασπάροβ, είχε φτάσει ένα βήμα πριν την εξάντληση και δεν έμοιαζε με τον παίκτη που είχε ξεκινήσει την αναμέτρηση. Μετά από μερικές παρτίδες, ο Κασπάροβ κέρδισε άλλες δύο φορές φέρνοντας το σκορ στο 5-3 υπέρ του Κάρποβ. Τότε, ο πρόεδρος της FIDE, Φλορένσιο Καμπομάνες έθεσε πρόωρο τέλος στην αναμέτρηση ανακοινώνοντας ότι το ματς θα επαναληφθεί εκ του μηδενός μετά από μερικούς μήνες.
Η πρόωρη λήξη της αναμέτρησης αμφισβητήθηκε έντονα. Στη συνέντευξη τύπου στην οποία ανακοίνωσε την απόφασή του, ο Καμπομάνες δικαιολογήθηκε επικαλούμενος την άσχημη υγεία των δύο παικτών, αποτέλεσμα της μεγάλης διάρκειας της αναμέτρησης, παρόλο που και ο Κάρποβ και ο Κασπάροβ δήλωσαν ότι προτιμούσαν να συνεχιστεί μέχρι τέλους το παιχνίδι. Κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης, ο Κάρποβ είχε χάσει 10 κιλά και είχε νοσηλευτεί στο νοσοκομείο αρκετές φορές. Όμως, η υγεία του Κασπάροβ παρέμενε εξαιρετική, ενώ ο ίδιος ήταν χολωμένος για την απόφαση του Καμπομάνες ρωτώντας τον για ποιο λόγο σταματάει το ματς από τη στιγμή που και οι δύο παίκτες επιθυμούσαν τη συνέχισή του. Ήταν προφανές ότι ο Κασπάροβ έχοντας κερδίσει τις τελευταίες δύο παρτίδες πριν τη διακοπή, ένιωθε ότι πλέον είχε αποκτήσει το ψυχολογικό πλεονέκτημα και ήταν φαβορί να κερδίσει την αναμέτρηση, παρόλο το 5-3 υπέρ του Κάρποβ. Εμφανιζόταν να είναι πιο υγιής από τον Κάρποβ και στις τελευταίες παρτίδες φαινόταν να παίζει καλύτερο σκάκι από τον αντίπαλό του.
Η δεύτερη αναμέτρηση Κάρποβ-Κασπάροβ το 1985 θα διαρκούσε 24 παρτίδες. Ο πρώτος παίκτης που θα συγκέντρωνε 12,5 πόντους θα έπαιρνε τον τίτλο (σε περίπτωση ισοπαλίας 12-12, ο Κάρποβ θα διατηρούσε τον τίτλο). Ο Κασπάροβ έδειξε ότι είχε πάρει πολύτιμα μαθήματα από την προηγούμενη αναμέτρηση, και παρόλο που ακόμα και στα “ψιλά γράμματα” η μονομαχία ήταν σχεδόν ισόπαλη, κάποιες εντυπωσιακές παρτίδες του Κασπάροβ με τη Σικελική άμυνα του χάρισαν τελικά τον τίτλο, μόλις στα 22 του χρόνια, και με τελικό αποτέλεσμα 13-11. Αυτό κατέρριπτε το ρεκόρ του Μιχαήλ Ταλ ο οποίος ήταν 23 ετών όταν κέρδισε τον Μποτβίνικ το 1960.
Μία υπέρβαση από τον Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ, που κατάφερε σε ηλικία 22 ετών να αναδειχθεί παγκόσμιος πρωταθλητής στο σκάκι.
[youtube=425,350]3QXRR9Ql7kI[/video]
Ο Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ γεννήθηκε στις 13 Απριλίου 1963, είναι Γκρανμαίτρ στο σκάκι και ένας από τους πιο δυνατούς σκακιστές όλων των εποχών. Σπούδασε στο σκακιστικό σχολείο του Μιχαήλ Μποτβίννικ. Σε ηλικία 13 ετών κέρδισε το Σοβιετικό Πρωτάθλημα Νέων στο Τμπίλισι το 1976 πετυχαίνοντας 7 στους 9 πόντους, κάτι το οποίο επανέλαβε την επόμενη χρονιά, με σκορ 8,5/9.
Το 1978 συμμετείχε στο τουρνουά εις μνήμην του σκακιστή Σοκόλσκι στο Μινσκ. Είχε λάβει ειδική πρόσκληση για να συμμετάσχει, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να βγει και πάλι πρώτος και να γίνει μαιτρ σε ηλικία 15 ετών.
Λόγω μίας αβλεψίας της Ρωσικής Σκακιστικής Ομοσπονδίας, ο Γκάρι Κασπάροβ συμμετείχε σε ένα τουρνουά γκρανμαίτρ στην Μπάνια Λούκα παρόλο που ο ίδιος δεν είχε ακόμη τον τίτλο αυτό (η ομοσπονδία νόμιζε λανθασμένα ότι επρόκειτο για τουρνουά νέων). Το αποτέλεσμα αυτού του τουρνουά υψηλού επιπέδου ήταν η ανάδειξη του Κασπάροβ με προσωρινό βαθμό ΕΛΟ 2595, αρκετό για να τον εκτοξεύσει στη λίστα με τους κουρυφαίους σκακιστές.
Το επόμενο έτος, 1980, κέρδισε το Παγκόσμιο Σκακιστικό Πρωτάθλημα Νέων στο Ντόρτμουντ της Δυτικής Γερμανίας.
Ο Κασπάροβ ήθελε να αναμετρηθεί με τον παγκόσμιο πρωταθλητή Ανατόλι Κάρποβ, ο οποίος ήταν ισχυρά ευνοούμενος από τη Ρωσική Σκακιστική Ομοσπονδία. Ο Κασπάροβ θα έπρεπε βεβαίως να περάσει πρώτα μέσα από το Τουρνουά των Υποψηφίων για να προκριθεί, το οποίο και κατάφερε κερδίζοντας εκτός των άλλων τους Αλεξάντερ Μπελιάβσκι και Βασίλι Σμυσλόβ.
Η αναμέτρηση για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1984 μεταξύ του Ανατόλι Κάρποβ και του Γκάρι Κασπάροβ πέρασε από πολλά σκαμπανεβάσματα έχοντας τελικά και το πιο αμφισβητούμενο τέλος που συνέβη ποτέ σε σκακιστική αναμέτρηση. Ο Κάρποβ ξεκίνησε σε πολύ καλή φόρμα και μέσα στις πρώτες δώδεκα παρτίδες ο Κασπάροβ βρέθηκε πίσω στο σκορ με 4-0. Σύμφωνα με τους κανόνες της αναμέτρησης, νικητής - άρα και παγκόσμιος πρωταθλητής - θα αναδεικνύοταν ο πρώτος που θα έφτανε στις έξι νίκες. Διάφοροι παίκτες εξέφρασαν τη γνώμη ότι ο Κασπάροβ θα συντριφθεί με 6-0 μέσα στις πρώτες 18 παρτίδες.
Ο Κασπάροβ έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά παίρνοντας έμπνευση από έναν Ρώσο ποιητή πριν από κάθε παιχνίδι και κράτησε τον Κάρποβ για τις επόμενες 17 παρτίδες επιτυγχάνοντας συνεχείς ισοπαλίες. Ο Κάρποβ όμως την κατάλληλη στιγμή έκανε και μία πέμπτη νίκη η οποία ακολουθήθηκε από μία ακόμη σειρά ισοπαλιών, έως την 32η παρτίδα, στην οποία ο Κασπάροβ πέτυχε την πρώτη του νίκη έναντι του Παγκόσμιου Πρωταθλητή.
Στο σημείο αυτό, ο Κάρποβ, δώδεκα χρόνια μεγαλύτερος από τον Κασπάροβ, είχε φτάσει ένα βήμα πριν την εξάντληση και δεν έμοιαζε με τον παίκτη που είχε ξεκινήσει την αναμέτρηση. Μετά από μερικές παρτίδες, ο Κασπάροβ κέρδισε άλλες δύο φορές φέρνοντας το σκορ στο 5-3 υπέρ του Κάρποβ. Τότε, ο πρόεδρος της FIDE, Φλορένσιο Καμπομάνες έθεσε πρόωρο τέλος στην αναμέτρηση ανακοινώνοντας ότι το ματς θα επαναληφθεί εκ του μηδενός μετά από μερικούς μήνες.
Η πρόωρη λήξη της αναμέτρησης αμφισβητήθηκε έντονα. Στη συνέντευξη τύπου στην οποία ανακοίνωσε την απόφασή του, ο Καμπομάνες δικαιολογήθηκε επικαλούμενος την άσχημη υγεία των δύο παικτών, αποτέλεσμα της μεγάλης διάρκειας της αναμέτρησης, παρόλο που και ο Κάρποβ και ο Κασπάροβ δήλωσαν ότι προτιμούσαν να συνεχιστεί μέχρι τέλους το παιχνίδι. Κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης, ο Κάρποβ είχε χάσει 10 κιλά και είχε νοσηλευτεί στο νοσοκομείο αρκετές φορές. Όμως, η υγεία του Κασπάροβ παρέμενε εξαιρετική, ενώ ο ίδιος ήταν χολωμένος για την απόφαση του Καμπομάνες ρωτώντας τον για ποιο λόγο σταματάει το ματς από τη στιγμή που και οι δύο παίκτες επιθυμούσαν τη συνέχισή του. Ήταν προφανές ότι ο Κασπάροβ έχοντας κερδίσει τις τελευταίες δύο παρτίδες πριν τη διακοπή, ένιωθε ότι πλέον είχε αποκτήσει το ψυχολογικό πλεονέκτημα και ήταν φαβορί να κερδίσει την αναμέτρηση, παρόλο το 5-3 υπέρ του Κάρποβ. Εμφανιζόταν να είναι πιο υγιής από τον Κάρποβ και στις τελευταίες παρτίδες φαινόταν να παίζει καλύτερο σκάκι από τον αντίπαλό του.
Η δεύτερη αναμέτρηση Κάρποβ-Κασπάροβ το 1985 θα διαρκούσε 24 παρτίδες. Ο πρώτος παίκτης που θα συγκέντρωνε 12,5 πόντους θα έπαιρνε τον τίτλο (σε περίπτωση ισοπαλίας 12-12, ο Κάρποβ θα διατηρούσε τον τίτλο). Ο Κασπάροβ έδειξε ότι είχε πάρει πολύτιμα μαθήματα από την προηγούμενη αναμέτρηση, και παρόλο που ακόμα και στα “ψιλά γράμματα” η μονομαχία ήταν σχεδόν ισόπαλη, κάποιες εντυπωσιακές παρτίδες του Κασπάροβ με τη Σικελική άμυνα του χάρισαν τελικά τον τίτλο, μόλις στα 22 του χρόνια, και με τελικό αποτέλεσμα 13-11. Αυτό κατέρριπτε το ρεκόρ του Μιχαήλ Ταλ ο οποίος ήταν 23 ετών όταν κέρδισε τον Μποτβίνικ το 1960.
Μία υπέρβαση από τον Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ, που κατάφερε σε ηλικία 22 ετών να αναδειχθεί παγκόσμιος πρωταθλητής στο σκάκι.
[youtube=425,350]3QXRR9Ql7kI[/video]
- Εγγρ.
- 7 Σεπ 2005
- Μηνύματα
- 21.274
- Κριτικές
- 492
- Like
- 38.531
- Πόντοι
- 42.697
ΙΒΑΝ Ο ΤΡΟΜΕΡΟΣ :o
Ο Ιβάν Δ' της Ρωσίας, γνωστότερος με το προσωνύμιο Τρομερός (Ива́н IV Гро́зный), υπήρξε ο πρώτος τσάρος του Βασιλείου της Ρωσίας. Γεννήθηκε στις 25 Αυγούστου 1530 στη Μόσχα, γιος του ρουρικίδα Μεγάλου Δούκα της Μοσχοβίας Βασιλείου Γ' και της Έλενας Γκλίνσκαγια. Μέσω του πατέρα του ήταν δισέγγονος του Θωμά Παλαιολόγου, Δεσπότη του Μυστρά και αδελφού του τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ' Παλαιολόγου.
Υπό την ηγεσία του η εξουσία της Μόσχας σταθεροποιήθηκε επί των ρωσικών εδαφών και επεκτάθηκε προς τα Α-ΝΑ, προσαρτώντας τα διάδοχα χανάτα της Χρυσής Ορδής στο Βόλγα και ξεκινώντας την κατάκτηση της Σιβηρίας. Προσπάθησε επίσης να αποκτήσει έξοδο στη Βαλτική Θάλασσα (ΒΔ) αλλά απέτυχε. Πέθανε σε ηλικία 54 ετών στις 18 Μαρτίου 1584.
Η βασιλεία του Ιβάν ξεκινά τυπικά με το θάνατο του πατέρα του το 1533. Λόγω της ηλικίας του τίθεται υπό την επιτροπεία της μητέρας του (απεβ. 1538) και αργότερα των βογιαρικών οικογενειών Σούϊσκι και Μπιέλσκι. Η περίοδος της βογιαρικής επιτροπείας είναι καθοριστική για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Όντας θύμα διαρκούς κακομεταχείρισης και υποτίμησης από τους επιτρόπους του, ο Ιβάν γίνεται βίαιος και επιθετικός - λέγεται ότι κατά τα παιδικά του χρόνια εκτόνωνε την επιθετικότητά του πετώντας σκύλους και γάτες από τα παράθυρα του Κρεμλίνου. Τελικά θα φορέσει το στέμμα στα δεκαέξι του, την 16η Ιανουαρίου 1547. Είναι ο πρώτος ηγεμόνας που ενθρονίζεται ως Τσάρος και Κυβερνήτης πασών των Ρωσιών, εν αντιθέσει με τους προκατόχους του που έφεραν τον τίτλο του Μεγάλου Δούκα της Μοσχοβίας.
Πρωταρχικός στόχος του νεαρού Ιβάν είναι να ισχυροποιήσει την τσαρική εξουσία σε μια κοινωνία όπου η κεντρική διοίκηση και ο συγκεντρωτισμός αποτελούν άγνωστες έννοιες, αφού έχουν περάσει πέντε αιώνες από την κατάρρευση του Κράτους των Ρως, κατά τους οποίους οι ρώσοι ήταν διασπασμένοι σε μικρά αυτοδιοικούμενα κρατίδια. Για το σκοπό αυτό προβαίνει σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων (παρατίθενται με τη συμβολική ονομασία τους):
• Σύνοδος των επαρχιών (земский собор) - ιδρ. 1549: Συγκροτεί μόνιμο και αντιπροσωπευτικό (για τα μέτρα της εποχής) νομοθετικό σώμα, όπου συμμετέχουν οι βογιάροι (ευγενείς, οι οποίοι διατηρούν και τη δική τους Δούμα), τα ανώτερα στελέχη του κρατικού μηχανισμού, τα μέλη της Ιεράς Συνόδου και εκπρόσωποι των εμπόρων και κατοίκων των πόλεων. Αν και θεωρείται ότι φτιάχθηκε για να λειτουργεί ως μηχανισμός επικύρωσης των αποφάσεων του Ιβάν, υπήρξαν στιγμές που ήλθαν σε σύγκρουση.
• Στρέλτσι (Стрельцы) - 1550: Δημιουργεί ένα επίλεκτο επαγγελματικό στρατιωτικό σώμα, τους Στρέλτσι, οι οποίοι είναι εξοπλισμένοι με το υπερόπλο της εποχής, το αρκεβούζιο (ατομικό πυροβόλο, πρόγονος του μουσκέτου).
• Αναθεώρηση (Судебник) - 1550: Είναι το πρώτο ουσιαστικό νομοθέτημα της Συνόδου των επαρχιών. Πρόκειται για αναθεώρηση του νομικού κώδικα του Ιβάν Γ', η οποία μειώνει τις δικαστικές δικαιοδοσίες των βογιάρων (παραδοσιακή αριστοκρατία) και εισάγει το θεσμό της εκλογής λαϊκών δικαστών από τις κοινότητες. Θεσπίζει επίσης το δικαίωμα του χωρικού να εγκαταλείψει το φεουδάρχη - αφέντη του.
• Σύνοδος των 100 κεφαλαίων (Стоглавый Собор) - 1551: Συντάσσει Συνοδικό Κώδικα που ρυθμίζει τις σχέσεις κράτους - εκκλησίας, μετά από πεντάμηνη διαπραγμάτευση επί 100 σημείων με την Αρχιεπισκοπή Μόσχας και εκπροσώπους των βογιάρων. Η εκκλησία αποκτά ενιαίο λειτουργικό τυπικό και ιεραρχία σε όλη τη χώρα, καθίσταται μοναδική αρμόδια για να νομοθετεί και να δικάζει επί εκκλησιαστικών ζητημάτων, καθώς και για τη διαχείριση της περιουσίας της. Ως αντίβαρο τής απαγορεύεται η ίδρυση νέων ιδιοκτησιών εντός των πόλεων ή η επέκταση αυτών που ήδη διαθέτει.
Με την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεών του, ο Ιβάν στρέφει το βλέμμα του προς νέα εδάφη. Πρώτος στόχος είναι τα ταταρικά βασίλεια (χανάτα) του Βόλγα (στα Ν-ΝΑ), απομεινάρια της Χρυσής Ορδής. Το 1552 καταλύει και προσαρτά το Χανάτο του Καζάν, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα πράττει το ίδιο με το Χανάτο του Άστραχαν. Ακολούθως προσπαθεί να βρει διέξοδο στη Βαλτική (ΒΔ), εισβάλλοντας στη Λιβονία (χαλαρή πολυφυλετική ομοσπονδία στη σημερινή Εσθονία, 1558), ενώ ταυτόχρονα χτίζει την πόλη - λιμάνι του Αρχαγγέλου (Β) στον Αρκτικό Ωκεανό.
Ο Ιβάν Δ' γίνεται Τρομερός (1560 - 1584)
Μετά το 1560 ο Ιβάν έγινε τόσο βίαιος, που σε μια λογομαχία σκότωσε κατά λάθος τον ίδιο το γιο του Τσάρεβιτς (πρίγκιπα) Ιβάν. Πίνακας του Ιβάν Ρέπιν, 1870-1873.
Η απόπειρα επέκτασης στη Βαλτική είναι η πρώτη αποτυχία του Ιβάν. Αν και αρχικά σημειώνει νίκες, το 1560 τέσσερις δυνάμεις της ΒΑ Ευρώπης (Σουηδία, Δανία, Πολωνία, Λιθουανία) σπεύδουν να διαμοιρασθούν τη Λιβονία και ακολούθως να εμπλακούν σε πόλεμο με το ρωσικό στρατό. Την ίδια χρονιά πεθαίνει η βασίλισσα Αναστασία και ο Ιβάν υποψιάζεται ότι κάποιοι βογιάροι τη δηλητηρίασαν. Μετά από αυτά τα γεγονότα ο τσάρος αλλάζει πρόσωπο, με άμεσες επιπτώσεις στην πορεία του ρωσικού βασιλείου - άλλοι μιλούν για αλλαγή τακτικής και άλλοι για εκδήλωση βαρύτατης σχιζοφρένειας.
Το 1565 ο Ιβάν (σε συμφωνία με την εκκλησία) δημιουργεί ένα νομοθετικό σώμα - ανδρείκελο, την Εξαίρεση (Опричнина). Υπό την άμεση και απόλυτη δικαιοδοσία του νέου οργάνου τίθεται το 1/3 της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων και πιο πλούσιων πόλεων (τμήμα της Μόσχας, Νόβγκοροντ, Πσκοβ κλπ), ενώ η ισχύς της Συνόδου των επαρχιών περιορίζεται στα υπόλοιπα και φτωχότερα 2/3. Οι βογιάροι, οι οποίοι είναι στο στόχαστρο από το 1560, προσπαθούν να μπλοκάρουν τη μεταρρύθμιση στη Σύνοδο των επαρχιών και ο Ιβάν απαντά με μαζικές εκκαθαρίσεις. Για επτά χρόνια οι Οπρίτσνικοι, τα εντεταλμένα ένοπλα όργανα της Εξαίρεσης, θα βυθίσουν τη χώρα στο χάος και το αίμα. Κάθε ύποπτος για εναντίωση στον Ιβάν βασανίζεται και εκτελείται με συνοπτικές διαδικασίες. Ολόκληρες πόλεις ισοπεδώνονται, με άμεσες συνέπειες στην αγροτική παραγωγή και το εμπόριο, με αποκορύφωμα τη Σφαγή του Νόβγκοροντ (1570 - 3.000 νεκροί, μεταξύ των οποίων 1.500 ευγενείς).
Με τις μαζικές εκκαθαρίσεις ο Ιβάν καταφέρνει να δημιουργήσει μια νέα και υπάκουη ολιγαρχία, η οποία συμπεριλαμβάνει μεν κάποιες οικογένειες της παλαιάς ολιγαρχίας που τον στηρίζουν, αλλά κυρίως αποτελείται από άνδρες που λαμβάνουν τον τίτλο του βογιάρου κατ' απονομήν, χάρη στην πίστη τους στο θρόνο. Όταν αυτή η διαδικασία ολοκληρωθεί το 1572, τα ένοπλα αποσπάσματα της Εξαίρεσης χάνουν το λόγο ύπαρξής τους και διαλύονται - οι πιο πιστοί επικεφαλής τους προάγονται σε ευγενείς, ενώ αρκετοί άλλοι εκτελούνται. Υπάρχουν επίσης κάποιοι που θα συγκροτήσουν άτακτες ληστρικές ομάδες και θα λυμαίνονται τις αγροτικές περιοχές τις επόμενες δεκαετίες.
Ήττα στη Βαλτική, επέκταση στη Σιβηρία
Ταυτόχρονα με την Εξαίρεση στο εσωτερικό, οι μάχες στη Λιβονία συνεχίζονται αδιάκοπα από το 1560 πέρα από τις δυνατότητες του στρατού. Την τριετία 1579 - 1581 το ρωσικό βασίλειο φθάνει κοντά στην πλήρη κατάρρευση - οι τάταροι του Χανάτου της Κριμαίας (Ν) λεηλατούν τη Μόσχα (1579), ο πολωνο-λιθουανικός στρατός ισοπεδώνει μια σειρά πόλεων στα ΒΔ και πολιορκεί το Πσκοβ, ενώ οι σουηδοί καταλαμβάνουν τη Νάρβα (1581). Προ της πλήρους αποσύνθεσης ο Ιβάν σύρεται σε συνθηκολόγηση (1581 - 1582), αποκηρύσσοντας τις βαλτικές διεκδικήσεις του. Πάντως η έξοδος στη Βαλτική θα παραμείνει όραμα της Ρωσίας, που θα εκπληρωθεί στις αρχές του 18ου αιώνα (Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος).
Μοναδική αναλαμπή στην τελευταία περίοδο του Ιβάν του Τρομερού είναι η έναρξη της προσπάθειας για επέκταση πέρα από τα Ουράλια, που έμεινε στην ιστορία ως Κατάκτηση της Σιβηρίας (1579, κατ' άλλους 1581). Επικεφαλής της είναι ο κοζάκος Ερμάκ Τιμοφέγιεβιτς, ο οποίος καταλύει το ταταρικό Χανάτο της Σιβηρίας (Οκτώβριος 1582) αλλά σκοτώνεται το 1585. Τελικά η κατάκτηση της Σιβηρίας θα ολοκληρωθεί τρεις αιώνες αργότερα, όταν κοζακικά στρατεύματα θα φθάσουν στις ακτές του Ειρηνικού.
Ο θάνατος (18/03/1584)
Σχετικά με το θάνατο του Ιβάν έχουν ειπωθεί πολλά. Κατά την επίσημη εκδοχή, πέθανε από παθολογικά αίτια παίζοντας σκάκι με το βογιάρο σύμβουλό του Μπογκντάν Μπιέλσκι. Όταν όμως ανοίχθηκε ο τάφος του τη δεκαετία του 1960 για εργασίες συντήρησης, οι επιστήμονες βρήκαν στα οστά του υψηλές συγκεντρώσεις ψευδαργύρου. Αυτό έδωσε βάση σε δύο άλλα σενάρια που είχαν ακουσθεί:
• Ο τσάρος δηλητηριάσθηκε ή στραγγαλίσθηκε από τους αυλικούς του. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, τρεις μέρες πριν το θάνατό του ο Ιβάν είχε προσπαθήσει να βιάσει την πριγκίπισσα Ιρίνα, σύζυγο του διαδόχου Φιοντόρ. Ακούγοντας τις κραυγές της κοπέλας, ο Μπογκντάν Μπιέλσκι και ο Μπαρίς Γκοντουνόβ (που ήταν αδελφός της) έσπευσαν να δουν τί συμβαίνει. Όταν τους είδε ο Ιβάν σταμάτησε την πράξη, αλλά οι δύο βογιάροι φοβήθηκαν πως έπεσαν σε δυσμένεια και θα το πλήρωναν με τη ζωή τους. Έσπευσαν λοιπόν να τον δηλητηριάσουν, πριν ο Ιβάν τους "εκκαθαρίσει".
• Ο τσάρος έλαβε κατά λάθος υπερβολική δόση ψευδαργύρου, στα πλαίσια θεραπείας κατά της σύφιλης.
Τον διαδέχθηκε ο γιος του Φιοντόρ, ο οποίος όμως έπασχε από νοητική υστέρηση. Πραγματικός κυβερνήτης της χώρας μετά το θάνατό του θα είναι ο Μπαρίς Γκοντουνόβ.
Ο θρύλος του Ιβάν
Η εικόνα που μας παραδίδει η ρωσική λαϊκή παράδοση για τον Ιβάν τον Τρομερό είναι πολύ πιο ωραιοποιημένη από αυτήν που μας μαρτυρά η ιστορία. Η σύγκρουσή του με τους ευγενείς τού προσέδωσε διαστάσεις θρύλου, ως προστάτη του απλού λαού από τους ασύδοτους βογιάρους. Ως τέτοιος εμφανίζεται σε μια σειρά διδακτικών παραμυθιών, όπου εξάρονται η θυμοσοφία και η δικαιοσύνη του ενώ αποκρύπτονται οι αρνητικές πλευρές του. Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η εξόντωση των βογιάρων δεν ήταν αναντίστοιχη με το λαϊκό αίσθημα, που τους θεωρούσε υπεύθυνους για όλα τα δεινά.
Χαρακτηριστικό είναι το Παραμύθι του αγγειοπλάστη. Ο τσάρος γίνεται φίλος με έναν απλό αγγειοπλάστη, χάρη στο κοινό τους παιχνίδι να λύνουν δύσκολα αινίγματα. Κάποια στιγμή ο Ιβάν, εντυπωσιασμένος από την ευστροφία του φτωχού τεχνίτη, τον προτρέπει: Έλα μαζί μου και τότε θα έλθω κι εγώ μαζί σου. Πράγματι, με τη βοήθεια του τσάρου ο αγγειοπλάστης αναπτύσσει την επιχείρησή του και φτιάχνει κεραμικά για όλη τη Ρωσία. Όταν αργότερα εμφανίζεται ένας παραδοσιακός βογιάρος που χρωστά πολλά χρήματα στο φίλο του, ο Ιβάν τον τιμωρεί για το χρέος του, αναγκάζοντάς τον να αποδώσει τον τίτλο ευγενείας στον αγγειοπλάστη. Αυτό το παραμύθι, όπως και πολλά άλλα, οδήγησαν τους μελετητές στο συμπέρασμα πως για τη ρωσική παράδοση ο Ιβάν είναι o άτεγκτος μα συνάμα συμπονετικός και φωτισμένος ηγεμόνας, πρόθυμος να προστατεύσει τον απλό λαό από τους τεμπέληδες βογιάρους, έστω και εάν φθάνει στα άκρα για να το πετύχει.
Αυτή η εικόνα του Ιβάν περιγράφεται ανάγλυφα στην πρώτη ταινία της σειράς Ιβάν ο Τρομερός (Σεργκέι Αϊζενστάιν, 1944) που θεωρείται ως μία από τις κορυφαίες του παγκόσμιου κινηματογράφου. Προσπαθώντας να δημιουργήσει ιστορικές αναλογίες ανάμεσα στον ήρωα και το Στάλιν, υπό το επιπλέον βάρος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Αϊζενστάιν φιλοτεχνεί τον Ιβάν ως το μοναδικό πατριώτη ανάμεσα στους παρηκμασμένους βογιάρους, με συχνές αναφορές στον εχθρό που βρίσκεται έξω από τα σύνορα και στον εχθρό που βρίσκεται μέσα στα σύνορα. Στην πορεία ο Ιβάν απογοητεύεται από τις συνομωσίες των βογιάρων και το θάνατο της αγαπημένης του Αναστασίας, με συνέπεια να εγκαταλείψει τη Μόσχα επικεφαλής μίας ομάδας σιδερένιων ανδρών του απλού λαού που μπορεί να εμπιστευθεί (των Οπρίτσνικων), για να σώσει μόνος τη χώρα που κινδυνεύει στη Λιβονία. Τελικά μετά από λαϊκή απαίτηση επιστρέφει στη Μόσχα, λέγοντας ότι πια θα κυβερνά απολυταρχικά με τη θέληση του λαού.
Ο Ιβάν Δ' της Ρωσίας, γνωστότερος με το προσωνύμιο Τρομερός (Ива́н IV Гро́зный), υπήρξε ο πρώτος τσάρος του Βασιλείου της Ρωσίας. Γεννήθηκε στις 25 Αυγούστου 1530 στη Μόσχα, γιος του ρουρικίδα Μεγάλου Δούκα της Μοσχοβίας Βασιλείου Γ' και της Έλενας Γκλίνσκαγια. Μέσω του πατέρα του ήταν δισέγγονος του Θωμά Παλαιολόγου, Δεσπότη του Μυστρά και αδελφού του τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ' Παλαιολόγου.
Υπό την ηγεσία του η εξουσία της Μόσχας σταθεροποιήθηκε επί των ρωσικών εδαφών και επεκτάθηκε προς τα Α-ΝΑ, προσαρτώντας τα διάδοχα χανάτα της Χρυσής Ορδής στο Βόλγα και ξεκινώντας την κατάκτηση της Σιβηρίας. Προσπάθησε επίσης να αποκτήσει έξοδο στη Βαλτική Θάλασσα (ΒΔ) αλλά απέτυχε. Πέθανε σε ηλικία 54 ετών στις 18 Μαρτίου 1584.
Η βασιλεία του Ιβάν ξεκινά τυπικά με το θάνατο του πατέρα του το 1533. Λόγω της ηλικίας του τίθεται υπό την επιτροπεία της μητέρας του (απεβ. 1538) και αργότερα των βογιαρικών οικογενειών Σούϊσκι και Μπιέλσκι. Η περίοδος της βογιαρικής επιτροπείας είναι καθοριστική για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Όντας θύμα διαρκούς κακομεταχείρισης και υποτίμησης από τους επιτρόπους του, ο Ιβάν γίνεται βίαιος και επιθετικός - λέγεται ότι κατά τα παιδικά του χρόνια εκτόνωνε την επιθετικότητά του πετώντας σκύλους και γάτες από τα παράθυρα του Κρεμλίνου. Τελικά θα φορέσει το στέμμα στα δεκαέξι του, την 16η Ιανουαρίου 1547. Είναι ο πρώτος ηγεμόνας που ενθρονίζεται ως Τσάρος και Κυβερνήτης πασών των Ρωσιών, εν αντιθέσει με τους προκατόχους του που έφεραν τον τίτλο του Μεγάλου Δούκα της Μοσχοβίας.
Πρωταρχικός στόχος του νεαρού Ιβάν είναι να ισχυροποιήσει την τσαρική εξουσία σε μια κοινωνία όπου η κεντρική διοίκηση και ο συγκεντρωτισμός αποτελούν άγνωστες έννοιες, αφού έχουν περάσει πέντε αιώνες από την κατάρρευση του Κράτους των Ρως, κατά τους οποίους οι ρώσοι ήταν διασπασμένοι σε μικρά αυτοδιοικούμενα κρατίδια. Για το σκοπό αυτό προβαίνει σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων (παρατίθενται με τη συμβολική ονομασία τους):
• Σύνοδος των επαρχιών (земский собор) - ιδρ. 1549: Συγκροτεί μόνιμο και αντιπροσωπευτικό (για τα μέτρα της εποχής) νομοθετικό σώμα, όπου συμμετέχουν οι βογιάροι (ευγενείς, οι οποίοι διατηρούν και τη δική τους Δούμα), τα ανώτερα στελέχη του κρατικού μηχανισμού, τα μέλη της Ιεράς Συνόδου και εκπρόσωποι των εμπόρων και κατοίκων των πόλεων. Αν και θεωρείται ότι φτιάχθηκε για να λειτουργεί ως μηχανισμός επικύρωσης των αποφάσεων του Ιβάν, υπήρξαν στιγμές που ήλθαν σε σύγκρουση.
• Στρέλτσι (Стрельцы) - 1550: Δημιουργεί ένα επίλεκτο επαγγελματικό στρατιωτικό σώμα, τους Στρέλτσι, οι οποίοι είναι εξοπλισμένοι με το υπερόπλο της εποχής, το αρκεβούζιο (ατομικό πυροβόλο, πρόγονος του μουσκέτου).
• Αναθεώρηση (Судебник) - 1550: Είναι το πρώτο ουσιαστικό νομοθέτημα της Συνόδου των επαρχιών. Πρόκειται για αναθεώρηση του νομικού κώδικα του Ιβάν Γ', η οποία μειώνει τις δικαστικές δικαιοδοσίες των βογιάρων (παραδοσιακή αριστοκρατία) και εισάγει το θεσμό της εκλογής λαϊκών δικαστών από τις κοινότητες. Θεσπίζει επίσης το δικαίωμα του χωρικού να εγκαταλείψει το φεουδάρχη - αφέντη του.
• Σύνοδος των 100 κεφαλαίων (Стоглавый Собор) - 1551: Συντάσσει Συνοδικό Κώδικα που ρυθμίζει τις σχέσεις κράτους - εκκλησίας, μετά από πεντάμηνη διαπραγμάτευση επί 100 σημείων με την Αρχιεπισκοπή Μόσχας και εκπροσώπους των βογιάρων. Η εκκλησία αποκτά ενιαίο λειτουργικό τυπικό και ιεραρχία σε όλη τη χώρα, καθίσταται μοναδική αρμόδια για να νομοθετεί και να δικάζει επί εκκλησιαστικών ζητημάτων, καθώς και για τη διαχείριση της περιουσίας της. Ως αντίβαρο τής απαγορεύεται η ίδρυση νέων ιδιοκτησιών εντός των πόλεων ή η επέκταση αυτών που ήδη διαθέτει.
Με την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεών του, ο Ιβάν στρέφει το βλέμμα του προς νέα εδάφη. Πρώτος στόχος είναι τα ταταρικά βασίλεια (χανάτα) του Βόλγα (στα Ν-ΝΑ), απομεινάρια της Χρυσής Ορδής. Το 1552 καταλύει και προσαρτά το Χανάτο του Καζάν, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα πράττει το ίδιο με το Χανάτο του Άστραχαν. Ακολούθως προσπαθεί να βρει διέξοδο στη Βαλτική (ΒΔ), εισβάλλοντας στη Λιβονία (χαλαρή πολυφυλετική ομοσπονδία στη σημερινή Εσθονία, 1558), ενώ ταυτόχρονα χτίζει την πόλη - λιμάνι του Αρχαγγέλου (Β) στον Αρκτικό Ωκεανό.
Ο Ιβάν Δ' γίνεται Τρομερός (1560 - 1584)
Μετά το 1560 ο Ιβάν έγινε τόσο βίαιος, που σε μια λογομαχία σκότωσε κατά λάθος τον ίδιο το γιο του Τσάρεβιτς (πρίγκιπα) Ιβάν. Πίνακας του Ιβάν Ρέπιν, 1870-1873.
Η απόπειρα επέκτασης στη Βαλτική είναι η πρώτη αποτυχία του Ιβάν. Αν και αρχικά σημειώνει νίκες, το 1560 τέσσερις δυνάμεις της ΒΑ Ευρώπης (Σουηδία, Δανία, Πολωνία, Λιθουανία) σπεύδουν να διαμοιρασθούν τη Λιβονία και ακολούθως να εμπλακούν σε πόλεμο με το ρωσικό στρατό. Την ίδια χρονιά πεθαίνει η βασίλισσα Αναστασία και ο Ιβάν υποψιάζεται ότι κάποιοι βογιάροι τη δηλητηρίασαν. Μετά από αυτά τα γεγονότα ο τσάρος αλλάζει πρόσωπο, με άμεσες επιπτώσεις στην πορεία του ρωσικού βασιλείου - άλλοι μιλούν για αλλαγή τακτικής και άλλοι για εκδήλωση βαρύτατης σχιζοφρένειας.
Το 1565 ο Ιβάν (σε συμφωνία με την εκκλησία) δημιουργεί ένα νομοθετικό σώμα - ανδρείκελο, την Εξαίρεση (Опричнина). Υπό την άμεση και απόλυτη δικαιοδοσία του νέου οργάνου τίθεται το 1/3 της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων και πιο πλούσιων πόλεων (τμήμα της Μόσχας, Νόβγκοροντ, Πσκοβ κλπ), ενώ η ισχύς της Συνόδου των επαρχιών περιορίζεται στα υπόλοιπα και φτωχότερα 2/3. Οι βογιάροι, οι οποίοι είναι στο στόχαστρο από το 1560, προσπαθούν να μπλοκάρουν τη μεταρρύθμιση στη Σύνοδο των επαρχιών και ο Ιβάν απαντά με μαζικές εκκαθαρίσεις. Για επτά χρόνια οι Οπρίτσνικοι, τα εντεταλμένα ένοπλα όργανα της Εξαίρεσης, θα βυθίσουν τη χώρα στο χάος και το αίμα. Κάθε ύποπτος για εναντίωση στον Ιβάν βασανίζεται και εκτελείται με συνοπτικές διαδικασίες. Ολόκληρες πόλεις ισοπεδώνονται, με άμεσες συνέπειες στην αγροτική παραγωγή και το εμπόριο, με αποκορύφωμα τη Σφαγή του Νόβγκοροντ (1570 - 3.000 νεκροί, μεταξύ των οποίων 1.500 ευγενείς).
Με τις μαζικές εκκαθαρίσεις ο Ιβάν καταφέρνει να δημιουργήσει μια νέα και υπάκουη ολιγαρχία, η οποία συμπεριλαμβάνει μεν κάποιες οικογένειες της παλαιάς ολιγαρχίας που τον στηρίζουν, αλλά κυρίως αποτελείται από άνδρες που λαμβάνουν τον τίτλο του βογιάρου κατ' απονομήν, χάρη στην πίστη τους στο θρόνο. Όταν αυτή η διαδικασία ολοκληρωθεί το 1572, τα ένοπλα αποσπάσματα της Εξαίρεσης χάνουν το λόγο ύπαρξής τους και διαλύονται - οι πιο πιστοί επικεφαλής τους προάγονται σε ευγενείς, ενώ αρκετοί άλλοι εκτελούνται. Υπάρχουν επίσης κάποιοι που θα συγκροτήσουν άτακτες ληστρικές ομάδες και θα λυμαίνονται τις αγροτικές περιοχές τις επόμενες δεκαετίες.
Ήττα στη Βαλτική, επέκταση στη Σιβηρία
Ταυτόχρονα με την Εξαίρεση στο εσωτερικό, οι μάχες στη Λιβονία συνεχίζονται αδιάκοπα από το 1560 πέρα από τις δυνατότητες του στρατού. Την τριετία 1579 - 1581 το ρωσικό βασίλειο φθάνει κοντά στην πλήρη κατάρρευση - οι τάταροι του Χανάτου της Κριμαίας (Ν) λεηλατούν τη Μόσχα (1579), ο πολωνο-λιθουανικός στρατός ισοπεδώνει μια σειρά πόλεων στα ΒΔ και πολιορκεί το Πσκοβ, ενώ οι σουηδοί καταλαμβάνουν τη Νάρβα (1581). Προ της πλήρους αποσύνθεσης ο Ιβάν σύρεται σε συνθηκολόγηση (1581 - 1582), αποκηρύσσοντας τις βαλτικές διεκδικήσεις του. Πάντως η έξοδος στη Βαλτική θα παραμείνει όραμα της Ρωσίας, που θα εκπληρωθεί στις αρχές του 18ου αιώνα (Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος).
Μοναδική αναλαμπή στην τελευταία περίοδο του Ιβάν του Τρομερού είναι η έναρξη της προσπάθειας για επέκταση πέρα από τα Ουράλια, που έμεινε στην ιστορία ως Κατάκτηση της Σιβηρίας (1579, κατ' άλλους 1581). Επικεφαλής της είναι ο κοζάκος Ερμάκ Τιμοφέγιεβιτς, ο οποίος καταλύει το ταταρικό Χανάτο της Σιβηρίας (Οκτώβριος 1582) αλλά σκοτώνεται το 1585. Τελικά η κατάκτηση της Σιβηρίας θα ολοκληρωθεί τρεις αιώνες αργότερα, όταν κοζακικά στρατεύματα θα φθάσουν στις ακτές του Ειρηνικού.
Ο θάνατος (18/03/1584)
Σχετικά με το θάνατο του Ιβάν έχουν ειπωθεί πολλά. Κατά την επίσημη εκδοχή, πέθανε από παθολογικά αίτια παίζοντας σκάκι με το βογιάρο σύμβουλό του Μπογκντάν Μπιέλσκι. Όταν όμως ανοίχθηκε ο τάφος του τη δεκαετία του 1960 για εργασίες συντήρησης, οι επιστήμονες βρήκαν στα οστά του υψηλές συγκεντρώσεις ψευδαργύρου. Αυτό έδωσε βάση σε δύο άλλα σενάρια που είχαν ακουσθεί:
• Ο τσάρος δηλητηριάσθηκε ή στραγγαλίσθηκε από τους αυλικούς του. Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, τρεις μέρες πριν το θάνατό του ο Ιβάν είχε προσπαθήσει να βιάσει την πριγκίπισσα Ιρίνα, σύζυγο του διαδόχου Φιοντόρ. Ακούγοντας τις κραυγές της κοπέλας, ο Μπογκντάν Μπιέλσκι και ο Μπαρίς Γκοντουνόβ (που ήταν αδελφός της) έσπευσαν να δουν τί συμβαίνει. Όταν τους είδε ο Ιβάν σταμάτησε την πράξη, αλλά οι δύο βογιάροι φοβήθηκαν πως έπεσαν σε δυσμένεια και θα το πλήρωναν με τη ζωή τους. Έσπευσαν λοιπόν να τον δηλητηριάσουν, πριν ο Ιβάν τους "εκκαθαρίσει".
• Ο τσάρος έλαβε κατά λάθος υπερβολική δόση ψευδαργύρου, στα πλαίσια θεραπείας κατά της σύφιλης.
Τον διαδέχθηκε ο γιος του Φιοντόρ, ο οποίος όμως έπασχε από νοητική υστέρηση. Πραγματικός κυβερνήτης της χώρας μετά το θάνατό του θα είναι ο Μπαρίς Γκοντουνόβ.
Ο θρύλος του Ιβάν
Η εικόνα που μας παραδίδει η ρωσική λαϊκή παράδοση για τον Ιβάν τον Τρομερό είναι πολύ πιο ωραιοποιημένη από αυτήν που μας μαρτυρά η ιστορία. Η σύγκρουσή του με τους ευγενείς τού προσέδωσε διαστάσεις θρύλου, ως προστάτη του απλού λαού από τους ασύδοτους βογιάρους. Ως τέτοιος εμφανίζεται σε μια σειρά διδακτικών παραμυθιών, όπου εξάρονται η θυμοσοφία και η δικαιοσύνη του ενώ αποκρύπτονται οι αρνητικές πλευρές του. Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η εξόντωση των βογιάρων δεν ήταν αναντίστοιχη με το λαϊκό αίσθημα, που τους θεωρούσε υπεύθυνους για όλα τα δεινά.
Χαρακτηριστικό είναι το Παραμύθι του αγγειοπλάστη. Ο τσάρος γίνεται φίλος με έναν απλό αγγειοπλάστη, χάρη στο κοινό τους παιχνίδι να λύνουν δύσκολα αινίγματα. Κάποια στιγμή ο Ιβάν, εντυπωσιασμένος από την ευστροφία του φτωχού τεχνίτη, τον προτρέπει: Έλα μαζί μου και τότε θα έλθω κι εγώ μαζί σου. Πράγματι, με τη βοήθεια του τσάρου ο αγγειοπλάστης αναπτύσσει την επιχείρησή του και φτιάχνει κεραμικά για όλη τη Ρωσία. Όταν αργότερα εμφανίζεται ένας παραδοσιακός βογιάρος που χρωστά πολλά χρήματα στο φίλο του, ο Ιβάν τον τιμωρεί για το χρέος του, αναγκάζοντάς τον να αποδώσει τον τίτλο ευγενείας στον αγγειοπλάστη. Αυτό το παραμύθι, όπως και πολλά άλλα, οδήγησαν τους μελετητές στο συμπέρασμα πως για τη ρωσική παράδοση ο Ιβάν είναι o άτεγκτος μα συνάμα συμπονετικός και φωτισμένος ηγεμόνας, πρόθυμος να προστατεύσει τον απλό λαό από τους τεμπέληδες βογιάρους, έστω και εάν φθάνει στα άκρα για να το πετύχει.
Αυτή η εικόνα του Ιβάν περιγράφεται ανάγλυφα στην πρώτη ταινία της σειράς Ιβάν ο Τρομερός (Σεργκέι Αϊζενστάιν, 1944) που θεωρείται ως μία από τις κορυφαίες του παγκόσμιου κινηματογράφου. Προσπαθώντας να δημιουργήσει ιστορικές αναλογίες ανάμεσα στον ήρωα και το Στάλιν, υπό το επιπλέον βάρος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Αϊζενστάιν φιλοτεχνεί τον Ιβάν ως το μοναδικό πατριώτη ανάμεσα στους παρηκμασμένους βογιάρους, με συχνές αναφορές στον εχθρό που βρίσκεται έξω από τα σύνορα και στον εχθρό που βρίσκεται μέσα στα σύνορα. Στην πορεία ο Ιβάν απογοητεύεται από τις συνομωσίες των βογιάρων και το θάνατο της αγαπημένης του Αναστασίας, με συνέπεια να εγκαταλείψει τη Μόσχα επικεφαλής μίας ομάδας σιδερένιων ανδρών του απλού λαού που μπορεί να εμπιστευθεί (των Οπρίτσνικων), για να σώσει μόνος τη χώρα που κινδυνεύει στη Λιβονία. Τελικά μετά από λαϊκή απαίτηση επιστρέφει στη Μόσχα, λέγοντας ότι πια θα κυβερνά απολυταρχικά με τη θέληση του λαού.
Συνημμένα
Ουώλτερ Έλιας Ντίσνεϋ
Ο Ουώλτερ Έλιας Ντίσνεϋ (1901- 1966) ήταν αμερικάνος παραγωγός ταινιών, σκηνοθέτης, σεναριογράφος, ηθοποιός και σχεδιαστής κινουμένων σχεδίων. Ήταν γιός της Φλόρα και του Έλιας Ντίσνεϋ, έχοντας τρείς αδελφούς και μια αδελφή. Ως συνιδρυτής αρχικά της Walt Disney Productions (Ό άλλος ιδρυτής ήταν ο αδελφός του, Ρόι Ντίσνεϋ) και του μέχρι σήμερα κολλοσού Walt Disney Company έχει γίνει ένας από τους πιο διάσημους παραγωγούς στην ιστορία του κινηματογράφου. Η Walt Disney Company σήμερα έχει ετήσια έσοδα που φτάνουν περίπου τα 30 δισεκατομμύρια δολλάρια.
[youtube=425,350]_55AlhVVLvA[/video]
Ο Ουώλτ Ντίσνεϋ είναι ιδιαίτερα γνωστός ως επιτυχημένος παραμυθάς και δημιουργός ταινιών κινουμένων σχεδίων. Έφερε επίσης επανάσταση στον χώρο των θεματικών πάρκων με την πρωτοποριακή του δημιουργία, την Ντίσνεϋλαντ. Ο ίδιος και το πρωσοπικό του δημιούρησαν μια σειρά από τους πιο διάσημους ήρωες κινουμένων σχεδίων με εξέχουσα θέση να κατέχει η δημιουργία του Ουώλτ Ντίσνεϋ (που πολλοί που τον γνώριζαν αποκάλεσαν ως «τον άλλο εαυτό του Ουώλτ»), Μίκυ Μάους.
Ο Ουώλτ Ντίσνεϋ πέθανε τον δεκέμβριο του 1966 από καρκίνο του πνεύμονα. Τα λεγόμενα περί παγώματος του μέχρι να ανακαλυφθεί θεραπεία είναι αστικός μύθος.
Από την Εταιρεία την οποία ίδρυσε δημιουργήθηκαν πολλά κινούμενα σχέδια.
Πηγή :wikipedia
Ο Ουώλτερ Έλιας Ντίσνεϋ (1901- 1966) ήταν αμερικάνος παραγωγός ταινιών, σκηνοθέτης, σεναριογράφος, ηθοποιός και σχεδιαστής κινουμένων σχεδίων. Ήταν γιός της Φλόρα και του Έλιας Ντίσνεϋ, έχοντας τρείς αδελφούς και μια αδελφή. Ως συνιδρυτής αρχικά της Walt Disney Productions (Ό άλλος ιδρυτής ήταν ο αδελφός του, Ρόι Ντίσνεϋ) και του μέχρι σήμερα κολλοσού Walt Disney Company έχει γίνει ένας από τους πιο διάσημους παραγωγούς στην ιστορία του κινηματογράφου. Η Walt Disney Company σήμερα έχει ετήσια έσοδα που φτάνουν περίπου τα 30 δισεκατομμύρια δολλάρια.
[youtube=425,350]_55AlhVVLvA[/video]
Ο Ουώλτ Ντίσνεϋ είναι ιδιαίτερα γνωστός ως επιτυχημένος παραμυθάς και δημιουργός ταινιών κινουμένων σχεδίων. Έφερε επίσης επανάσταση στον χώρο των θεματικών πάρκων με την πρωτοποριακή του δημιουργία, την Ντίσνεϋλαντ. Ο ίδιος και το πρωσοπικό του δημιούρησαν μια σειρά από τους πιο διάσημους ήρωες κινουμένων σχεδίων με εξέχουσα θέση να κατέχει η δημιουργία του Ουώλτ Ντίσνεϋ (που πολλοί που τον γνώριζαν αποκάλεσαν ως «τον άλλο εαυτό του Ουώλτ»), Μίκυ Μάους.
Ο Ουώλτ Ντίσνεϋ πέθανε τον δεκέμβριο του 1966 από καρκίνο του πνεύμονα. Τα λεγόμενα περί παγώματος του μέχρι να ανακαλυφθεί θεραπεία είναι αστικός μύθος.
Από την Εταιρεία την οποία ίδρυσε δημιουργήθηκαν πολλά κινούμενα σχέδια.
Πηγή :wikipedia
Γεχούντι Μενουχίν
Ο Γεχούντι Μενουχίν ή Μενουΐν ήταν Αμερικανοεβραίος, από τους περιφημότερους μουσικούς (βιολονίστας) και στη συνέχεια διευθυντής κλασσικής ορχήστρας. Γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1917 στη Νέα Υόρκη από Ρωσοεβραίους μετανάστες. Διετέλεσε αρχικά μαθητής του Πέρσιγκερ, του Αδόλφου Μπους και του Ενέσκου. Είχε δε πολύ πρώϊμη εξέλιξη με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί «παιδί θαύμα». Σε ηλικία μόλις 7 ετών ήταν το «πρώτο βιολί» στη συμφωνική ορχήστρα του Σαν Φρατζίσκο. Το 1927 πήγε με τους γονείς του στη Χάβρη και από το 1929 αρχίζει να ερμηνεύει έργα των μεγάλων κλασσικών Μπαχ και Μπετόβεν υπό τη διεύθυνση ορχήστρας του Βάλτερ. Ακολουθεί τότε μια αλματώδης καλλιτεχνική εξέλιξη όπου και αναδείχθηκε από τους μεγαλύτερους δεξιοτέχνες στο είδος του. Το 1959 εγκαθίσταται μόνιμα στην Αγγλία όπου και ίδρυσε τη περίφημη «Σχολή Γεχούντι Μενουχίν». Έδωσε πολλές διαλέξεις και διεύθυνε συμφωνικές ορχήστρες περισσότερο από 40 χρόνια.
Περί το τέλος της ζωής του υπήρξε οπαδός της ειρήνης στη Μέση Ανατολή. Η αγαπημένη του φράση «κάθε γέννα πρέπει να τη σφραγίζει ένας θάνατος» παραμένει μέχρι σήμερα διφορούμενη, ιδιαίτερα όταν εκλαμβάνεται σε αναφορά διαφορετικών εθνοτήτων.
Ο Γεχούντι Μενουχίν πέθανε στις 12 Μαρτίου του 1999 στο Βερολίνο από καρδιακό επεισόδιο
Πηγή: wikipedia
Ο Γεχούντι Μενουχίν ή Μενουΐν ήταν Αμερικανοεβραίος, από τους περιφημότερους μουσικούς (βιολονίστας) και στη συνέχεια διευθυντής κλασσικής ορχήστρας. Γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1917 στη Νέα Υόρκη από Ρωσοεβραίους μετανάστες. Διετέλεσε αρχικά μαθητής του Πέρσιγκερ, του Αδόλφου Μπους και του Ενέσκου. Είχε δε πολύ πρώϊμη εξέλιξη με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί «παιδί θαύμα». Σε ηλικία μόλις 7 ετών ήταν το «πρώτο βιολί» στη συμφωνική ορχήστρα του Σαν Φρατζίσκο. Το 1927 πήγε με τους γονείς του στη Χάβρη και από το 1929 αρχίζει να ερμηνεύει έργα των μεγάλων κλασσικών Μπαχ και Μπετόβεν υπό τη διεύθυνση ορχήστρας του Βάλτερ. Ακολουθεί τότε μια αλματώδης καλλιτεχνική εξέλιξη όπου και αναδείχθηκε από τους μεγαλύτερους δεξιοτέχνες στο είδος του. Το 1959 εγκαθίσταται μόνιμα στην Αγγλία όπου και ίδρυσε τη περίφημη «Σχολή Γεχούντι Μενουχίν». Έδωσε πολλές διαλέξεις και διεύθυνε συμφωνικές ορχήστρες περισσότερο από 40 χρόνια.
Περί το τέλος της ζωής του υπήρξε οπαδός της ειρήνης στη Μέση Ανατολή. Η αγαπημένη του φράση «κάθε γέννα πρέπει να τη σφραγίζει ένας θάνατος» παραμένει μέχρι σήμερα διφορούμενη, ιδιαίτερα όταν εκλαμβάνεται σε αναφορά διαφορετικών εθνοτήτων.
Ο Γεχούντι Μενουχίν πέθανε στις 12 Μαρτίου του 1999 στο Βερολίνο από καρδιακό επεισόδιο
Πηγή: wikipedia
Κλωντ Μονέ
Ο Κλωντ Μονέ (Claude Oscar Monet, 14 Νοεμβρίου 1840 - 5 Δεκεμβρίου 1926) ήταν Γάλλος ζωγράφος και ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κινήματος του ιμπρεσιονισμού
Γεννήθηκε στο Παρίσι, στις 14 Νοεμβρίου του 1840. Ο πατέρας του, ήταν εύπορος έμπορος της εποχής, που διακινούσε προμήθειες πλοίων. Το 1845, η οικογένεια του μετακόμισε στη Χάβρη, που αποτελούσε σημαντικό λιμάνι, στις όχθες του Σηκουάνα. Το 1858 γνωρίστηκε με τον Ευγένιο Μπουτίν, ο οποίος αποτέλεσε έναν από τους πρώτους δασκάλους του Μονέ και τον ενθάρρυνε να ζωγραφίσει την ύπαιθρο, σύνηθες θέμα για ζωγράφους εκείνης της περιόδου. Τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε στο Παρίσι όπου συνέχισε τις σπουδές του στην Ελβετική Ακαδημία (Academie Suisse) και ήρθε σε επαφή με έργα σημαντικών ζωγράφων επισκεπτόμενος το μουσείου του Λούβρου. Παράλληλα, γνώρισε τον Καμίλ Πιζάρο και τον Γκουστάβ Κουρμπέ. Την περίοδο 1860-1862, επιστρατεύτηκε και ταξίδευσε στην Αλγερία. Λόγω προβλήματος της υγείας του, κατάφερε να απολυθεί από το στρατό περίπου το 1862, ενώ σημαντικό ρόλο σε αυτό φαίνεται πως διαδραμάτισε και η θεία του, η οποία μάλιστα υποχρέωσε τον Μονέ να παρακολουθήσει μαθήματα ζωγραφικής σε κάποιο πανεπιστήμιο. Ο ίδιος ο Μονέ, απέφυγε να εγγραφεί σε κάποιο πανεπιστήμιο, ωστόσο παρακολούθησε μαθήματα, για περίπου δύο χρόνια, στο ατελιέ του Σαρλ Γκλαίρ (Charles Gleyre), όπου συνδέθηκε φιλικά και με τους Ρενουάρ, Μπαζίλ και Άλφρεντ Σίσλευ. Ο τελευταίος μάλιστα, απεικονίζεται σε όλες τις μορφές τού πίνακά του "Πικ-Νικ". Πέρα από τη φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ τους, μοιράζονταν κοινές ιδέες για τη ζωγραφική, οι οποίες αργότερα θα μετουσιώνονταν στο κίνημα του ιμπρεσιονισμού.
Το 1870 παντρεύτηκε τη Καμίλ Ντονσιέ, με την οποία συζούσαν και είχανε ήδη ένα γιο, τον Ζαν. Κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου βρήκε καταφύγιο στο Λονδίνο, προκειμένου να αποφύγει τη στράτευση. Την επόμενη χρονιά επέστρεψε στη Γαλλία και το 1874 συμμετείχε στην πρώτη έκθεση της ομάδας των Ιμπρεσσιονιστών στο Παρίσι, με τον πίνακα του Impression, soleil levant (Εντύπωση, Ηλιοβασίλεμα). Ο τίτλος του πίνακα του Μονέ, ενέπνευσε τον κριτικό τέχνης Louis Leroy στην χρήση του όρου Ιμπρεσιονισμός (Impressionism) για πρώτη φορά.
Το 1879 πέθανε η σύζυγός του, αφήνοντάς του δυo παιδιά. Τον Απρίλιο του 1883 μετακόμισε στο Ζιβερνύ, ένα χωριό στον ποταμό Επτ, μόλις 65 χλμ μακριά από τη πρωτεύουσα. Εκεί έζησε με την Αλίς Οσεντέ, ερωμένη του από πολλά χρόνια πριν, με την οποία παντρεύτηκε το 1891. Στις δεκαετίες του 1880 και του 1890, ο Μονέ ξεκίνησε να ζωγραφίζει σειρές πινάκων, όλοι βασισμένοι σε ένα κοινό θέμα, το οποίο όμως απέδιδε κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο ή με διαφορετική τεχνοτροπία. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι πίνακες του, που απεικονίζουν τον προσωπικό του κήπο, στην οικία του στο Ζιβερνύ. Το διάστημα 1883-1908, ταξίδεψε στη Μεσόγειο, γεγονός που τον ενέπνευσε για την δημιουργία μιας σειράς τοπίων.
Το 1908 άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα με την όρασή του, αναπτύσσοντας καταράκτες στα μάτια του. Τελικά υποβλήθηκε επιτυχώς σε δύο χειρουργικές επεμβάσεις το 1923, γεγονός που του επέτρεψε να συνεχίσει να ζωγραφίζει. Πέθανε τρία χρόνια αργότερα, το 1926, σε ηλικία 86 ετών στο Ζιβερνύ, ως πλούσιος και αναγνωρισμένος ζωγράφος.
Πηγή: wikipedia
Ο Κλωντ Μονέ (Claude Oscar Monet, 14 Νοεμβρίου 1840 - 5 Δεκεμβρίου 1926) ήταν Γάλλος ζωγράφος και ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κινήματος του ιμπρεσιονισμού
Γεννήθηκε στο Παρίσι, στις 14 Νοεμβρίου του 1840. Ο πατέρας του, ήταν εύπορος έμπορος της εποχής, που διακινούσε προμήθειες πλοίων. Το 1845, η οικογένεια του μετακόμισε στη Χάβρη, που αποτελούσε σημαντικό λιμάνι, στις όχθες του Σηκουάνα. Το 1858 γνωρίστηκε με τον Ευγένιο Μπουτίν, ο οποίος αποτέλεσε έναν από τους πρώτους δασκάλους του Μονέ και τον ενθάρρυνε να ζωγραφίσει την ύπαιθρο, σύνηθες θέμα για ζωγράφους εκείνης της περιόδου. Τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε στο Παρίσι όπου συνέχισε τις σπουδές του στην Ελβετική Ακαδημία (Academie Suisse) και ήρθε σε επαφή με έργα σημαντικών ζωγράφων επισκεπτόμενος το μουσείου του Λούβρου. Παράλληλα, γνώρισε τον Καμίλ Πιζάρο και τον Γκουστάβ Κουρμπέ. Την περίοδο 1860-1862, επιστρατεύτηκε και ταξίδευσε στην Αλγερία. Λόγω προβλήματος της υγείας του, κατάφερε να απολυθεί από το στρατό περίπου το 1862, ενώ σημαντικό ρόλο σε αυτό φαίνεται πως διαδραμάτισε και η θεία του, η οποία μάλιστα υποχρέωσε τον Μονέ να παρακολουθήσει μαθήματα ζωγραφικής σε κάποιο πανεπιστήμιο. Ο ίδιος ο Μονέ, απέφυγε να εγγραφεί σε κάποιο πανεπιστήμιο, ωστόσο παρακολούθησε μαθήματα, για περίπου δύο χρόνια, στο ατελιέ του Σαρλ Γκλαίρ (Charles Gleyre), όπου συνδέθηκε φιλικά και με τους Ρενουάρ, Μπαζίλ και Άλφρεντ Σίσλευ. Ο τελευταίος μάλιστα, απεικονίζεται σε όλες τις μορφές τού πίνακά του "Πικ-Νικ". Πέρα από τη φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ τους, μοιράζονταν κοινές ιδέες για τη ζωγραφική, οι οποίες αργότερα θα μετουσιώνονταν στο κίνημα του ιμπρεσιονισμού.
Το 1870 παντρεύτηκε τη Καμίλ Ντονσιέ, με την οποία συζούσαν και είχανε ήδη ένα γιο, τον Ζαν. Κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου βρήκε καταφύγιο στο Λονδίνο, προκειμένου να αποφύγει τη στράτευση. Την επόμενη χρονιά επέστρεψε στη Γαλλία και το 1874 συμμετείχε στην πρώτη έκθεση της ομάδας των Ιμπρεσσιονιστών στο Παρίσι, με τον πίνακα του Impression, soleil levant (Εντύπωση, Ηλιοβασίλεμα). Ο τίτλος του πίνακα του Μονέ, ενέπνευσε τον κριτικό τέχνης Louis Leroy στην χρήση του όρου Ιμπρεσιονισμός (Impressionism) για πρώτη φορά.
Το 1879 πέθανε η σύζυγός του, αφήνοντάς του δυo παιδιά. Τον Απρίλιο του 1883 μετακόμισε στο Ζιβερνύ, ένα χωριό στον ποταμό Επτ, μόλις 65 χλμ μακριά από τη πρωτεύουσα. Εκεί έζησε με την Αλίς Οσεντέ, ερωμένη του από πολλά χρόνια πριν, με την οποία παντρεύτηκε το 1891. Στις δεκαετίες του 1880 και του 1890, ο Μονέ ξεκίνησε να ζωγραφίζει σειρές πινάκων, όλοι βασισμένοι σε ένα κοινό θέμα, το οποίο όμως απέδιδε κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο ή με διαφορετική τεχνοτροπία. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι πίνακες του, που απεικονίζουν τον προσωπικό του κήπο, στην οικία του στο Ζιβερνύ. Το διάστημα 1883-1908, ταξίδεψε στη Μεσόγειο, γεγονός που τον ενέπνευσε για την δημιουργία μιας σειράς τοπίων.
Το 1908 άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα με την όρασή του, αναπτύσσοντας καταράκτες στα μάτια του. Τελικά υποβλήθηκε επιτυχώς σε δύο χειρουργικές επεμβάσεις το 1923, γεγονός που του επέτρεψε να συνεχίσει να ζωγραφίζει. Πέθανε τρία χρόνια αργότερα, το 1926, σε ηλικία 86 ετών στο Ζιβερνύ, ως πλούσιος και αναγνωρισμένος ζωγράφος.
Πηγή: wikipedia
Πολ Όστερ
Ο Πολ Μπέντζαμιν Όστερ (Paul Benamin Auster) είναι Αμερικανός συγγραφέας. Γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου το 1947 στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϊ. Είναι πιθανώς πιο γνωστός για τα τρία βιβλία του που αποτελούν την Τριλογία της Νέας Υόρκης. Είναι επίσης ποιητής, αρθρογράφος, έχει διατελέσσει μεταφραστής, σεναριογράφος και πιο πρόσφατα σκηνοθέτης.
Ο Πολ Όστερ γεννήθηκε από εβραίους γονείς, τον Σάμουελ και την Κουίνι. Πήγε σχολείο στο Μάπλγουντ (Maplewood) και αποφοίτησε από το Λύκειο Columbia High. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια. Μετά το τέλος των σπουδών του πήγε στη Γαλλία, απ' όπου και μπάρκαρε σε κάποιο δεξαμενόπλοιο. Έκανε περίπου έξι μήνες στη θάλασσα και όταν γύρισε στο Παρίσι αφοσιώθηκε στη μελέτη σύγχρονων Γάλλων ποιητών. Όλο αυτό το διάστημα έγραφε κυρίως ποιήματα, που όμως δεν κατάφερε να δημοσιεύσει. Το 1974 επιστρέφει στη Νέα Υόρκη και πιάνει δουλειά σ' έναν μεγάλο εκδοτικό οίκο, ως υπεύθυνος των μεταφράσεων από τα γαλλικά. Αυτή την εποχή δημοσιεύει ορισμένα από τα ποιήματά του και μεταφράσεις Γάλλων συγγραφέων, όπως των Στέφαν Μαλάρμ και Τζόζεφ Ζουμπέρ.
Είναι παντρεμένος με τη δεύτερή του σύζυγο από το 1981, τη συγγραφέα Σίρι Χούστβεντ. Η πρώτη του γυναίκα ήταν η αναγνωρισμένη συγγραφέας Λίντια Ντέιβις. Είνα πατέρας δύο παιδιών, του Ντάνιελ και της Σόφι.
Του έχει απονεμηθεί ο τίτλος του Εταίρου από το Εθνικό Κληροδότημα των Η.Π.Α. για τις Τέχνες, τόσο για τον πεζό λόγο όσο και για την ποίηση. Το 1990 του απονεμήθηκε το βραβείο Μόρτον Ντάπουν Ζέιμπελ από την Αμερικανική Ακαδημία και το Ινστιτούτο Τεχνών και Γραμμάτων. Το 2006 του απονεμήθηκε το βραβείο για τη λογοτεχνία Price of Asturias.
Είναι επίσης αντιπρόεδρος του Αμερικάνικου Κέντρου PEN (Pen American Centre).
Το πρώτο μυθιστόρημα του Όστερ λεγόταν Squeeze Play και κυκλοφόρησε το 1976 κάτω από το ψευδώνυμο Πολ Μπέντζαμιν.
Το πρώτο του βιβλίο ως Πολ Όστερ δημοσιεύεται το 1979. Έχει τίτλο Η επινόηση της μοναξιάς και είναι γραμμένο σε ποιητική πρόζα. Σημειώνει αξιόλογη επιτυχία και τ' όνομά του αρχίζει να γίνεται γνωστό. Παρόλ' αυτά, το επόμενο μυθιστόρημά του, Γυάλινη Πόλη, απορρίπτεται από δεκάδες εκδοτικούς οίκους και τελικά εκδίδεται από κάποιον μικρό εκδοτικό οίκο της Καλιφόρνια. Η επιτυχία είναι ακαριαία. Οι κριτικές των εγκωμιάζουν και το βιβλίο έχει θεαματικές πωλήσεις. Ακολουθούν τα βιβλία Φαντάσματα και Κλειδωμένο Δωμάτιο, που μαζί με τη Γυάλινη Πόλη συνθέτουν την Τριλογία της Νέας Υόρκης, και η επιτυχία τους ξεπερνά κάθε προσδοκία.
Οι ιστορίες του φαίνονται εξαρχής ως ιστορίες μυστηρίου, αλλά δεν είναι απλές, αστυνομικές ιστορίες. Ο Όστερ χρησιμοποιεί την αστυνομική ιστορία για να αναζητήσει υπαρξιακά θέματα και ερωτήσεις γύρω από την ταυτότητα, δημιουργώντας έτσι το δικό του μετα-μοντέρνο στυλ γραφής. Η αναζήτηση της ταυτότητας απασχόλησε τον Όστερ και στα μετέπειτα μυθιστορήματά του. Στα επόμενα βιβλία του βλέπουμε επίσης να επικεντρώνει το βάρος του στο ρόλο των συμπτώσεων και των τυχαίων γεγονότων στη ζωή και επίσης σε ανθρώπους που βρίσκονται αναγκασμένοι να δουλέψουν για κάποιο μεγαλύτερο σχέδιο κάποιου αγνώστου, το οποίο σχέδιο δεν μπορούν να καταλάβουν επ' ακριβώς.
Πηγή: wikipedia
Ο Πολ Μπέντζαμιν Όστερ (Paul Benamin Auster) είναι Αμερικανός συγγραφέας. Γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου το 1947 στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϊ. Είναι πιθανώς πιο γνωστός για τα τρία βιβλία του που αποτελούν την Τριλογία της Νέας Υόρκης. Είναι επίσης ποιητής, αρθρογράφος, έχει διατελέσσει μεταφραστής, σεναριογράφος και πιο πρόσφατα σκηνοθέτης.
Ο Πολ Όστερ γεννήθηκε από εβραίους γονείς, τον Σάμουελ και την Κουίνι. Πήγε σχολείο στο Μάπλγουντ (Maplewood) και αποφοίτησε από το Λύκειο Columbia High. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια. Μετά το τέλος των σπουδών του πήγε στη Γαλλία, απ' όπου και μπάρκαρε σε κάποιο δεξαμενόπλοιο. Έκανε περίπου έξι μήνες στη θάλασσα και όταν γύρισε στο Παρίσι αφοσιώθηκε στη μελέτη σύγχρονων Γάλλων ποιητών. Όλο αυτό το διάστημα έγραφε κυρίως ποιήματα, που όμως δεν κατάφερε να δημοσιεύσει. Το 1974 επιστρέφει στη Νέα Υόρκη και πιάνει δουλειά σ' έναν μεγάλο εκδοτικό οίκο, ως υπεύθυνος των μεταφράσεων από τα γαλλικά. Αυτή την εποχή δημοσιεύει ορισμένα από τα ποιήματά του και μεταφράσεις Γάλλων συγγραφέων, όπως των Στέφαν Μαλάρμ και Τζόζεφ Ζουμπέρ.
Είναι παντρεμένος με τη δεύτερή του σύζυγο από το 1981, τη συγγραφέα Σίρι Χούστβεντ. Η πρώτη του γυναίκα ήταν η αναγνωρισμένη συγγραφέας Λίντια Ντέιβις. Είνα πατέρας δύο παιδιών, του Ντάνιελ και της Σόφι.
Του έχει απονεμηθεί ο τίτλος του Εταίρου από το Εθνικό Κληροδότημα των Η.Π.Α. για τις Τέχνες, τόσο για τον πεζό λόγο όσο και για την ποίηση. Το 1990 του απονεμήθηκε το βραβείο Μόρτον Ντάπουν Ζέιμπελ από την Αμερικανική Ακαδημία και το Ινστιτούτο Τεχνών και Γραμμάτων. Το 2006 του απονεμήθηκε το βραβείο για τη λογοτεχνία Price of Asturias.
Είναι επίσης αντιπρόεδρος του Αμερικάνικου Κέντρου PEN (Pen American Centre).
Το πρώτο μυθιστόρημα του Όστερ λεγόταν Squeeze Play και κυκλοφόρησε το 1976 κάτω από το ψευδώνυμο Πολ Μπέντζαμιν.
Το πρώτο του βιβλίο ως Πολ Όστερ δημοσιεύεται το 1979. Έχει τίτλο Η επινόηση της μοναξιάς και είναι γραμμένο σε ποιητική πρόζα. Σημειώνει αξιόλογη επιτυχία και τ' όνομά του αρχίζει να γίνεται γνωστό. Παρόλ' αυτά, το επόμενο μυθιστόρημά του, Γυάλινη Πόλη, απορρίπτεται από δεκάδες εκδοτικούς οίκους και τελικά εκδίδεται από κάποιον μικρό εκδοτικό οίκο της Καλιφόρνια. Η επιτυχία είναι ακαριαία. Οι κριτικές των εγκωμιάζουν και το βιβλίο έχει θεαματικές πωλήσεις. Ακολουθούν τα βιβλία Φαντάσματα και Κλειδωμένο Δωμάτιο, που μαζί με τη Γυάλινη Πόλη συνθέτουν την Τριλογία της Νέας Υόρκης, και η επιτυχία τους ξεπερνά κάθε προσδοκία.
Οι ιστορίες του φαίνονται εξαρχής ως ιστορίες μυστηρίου, αλλά δεν είναι απλές, αστυνομικές ιστορίες. Ο Όστερ χρησιμοποιεί την αστυνομική ιστορία για να αναζητήσει υπαρξιακά θέματα και ερωτήσεις γύρω από την ταυτότητα, δημιουργώντας έτσι το δικό του μετα-μοντέρνο στυλ γραφής. Η αναζήτηση της ταυτότητας απασχόλησε τον Όστερ και στα μετέπειτα μυθιστορήματά του. Στα επόμενα βιβλία του βλέπουμε επίσης να επικεντρώνει το βάρος του στο ρόλο των συμπτώσεων και των τυχαίων γεγονότων στη ζωή και επίσης σε ανθρώπους που βρίσκονται αναγκασμένοι να δουλέψουν για κάποιο μεγαλύτερο σχέδιο κάποιου αγνώστου, το οποίο σχέδιο δεν μπορούν να καταλάβουν επ' ακριβώς.
Πηγή: wikipedia
Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ
O Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ (Pierre Auguste Renoir, 25 Φεβρουαρίου 1841 - 3 Δεκεμβρίου 1919) ήταν γάλλος ζωγράφος και εκπρόσωπος του ιμπρεσιονισμού.
Γεννήθηκε στην πόλη Λιμόζ της Γαλλίας, γιος του ράφτη Λεονάρντ Ρενουάρ και της εργάτριας Μαργκερίτ. Σε ηλικία τριών ετών η οικογένειά του μετακόμισε στο Παρίσι όπου φοίτησε, στα επτά του χρόνια, σε καθολικό σχολείο. Τα βράδια παρακολουθούσε μαθήματα στη Σχολή Σχεδίου και Διακόσμησης. Προς το τέλος της χρονιάς επισκεπτόταν το ατελιέ των αδελφών Λεβί, που όμως λίγο αργότερα έκλεισε κι έτσι στράφηκε προς το ατελιέ του Ζιλμπέρ. Όταν μάζεψε λίγα χρήματα, έδωσε εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών.
Το 1862 γράφτηκε στο ατελιέ των Ερλ Σινιόλ και Μαρκ-Σαρλ-Γκαμπριέλ Γκλέηρ. Εκεί γνώρισε τους Κλωντ Μονέ, Φρεντερίκ Μπαζίλ και Σισλέ. Την ίδια περίοδο, εξασφάλισε άδεια για να αντιγράφει έργα άλλων καλλιτεχνών στο μουσείου του Λούβρου. Δύο χρόνια αργότερα, ο Ρενουάρ ξεκίνησε να εκθέτει έργα του, ωστόσο για αρκετά χρόνια δεν γνώρισε σημαντική αναγνώριση. Μέχρι τον Γαλλο-Πρωσικό πόλεμο πόλεμο του 1870, γύριζε με ένα σακίδιο στον ώμο και έζησε πολύ φτωχικά. Το 1867 ένας πίνακας του με τον τίτλο Λιζ (Lise) έγινε δεκτός στο Σαλόν του Παρισιού. Την περίοδο αυτή, θεωρείται πως ο Ρενουάρ επηρεάστηκε σημαντικά από τον Μονέ, πλησιάζοντας ολοένα και περισσότερο προς τον ιμπρεσιονισμό. Κατά πολλούς, το διάστημα 1870&ndash1883 αποτελεί την λεγόμενη ιμπρεσιονιστική περίοδο του Ρενουάρ.
Με τον πόλεμο του 1873 υπηρέτησε στη Φρουρά της Ταρμά, στο Σώμα Πυροβολικού, μα την επόμενη χρονιά αρρώστησε κι αποστρατεύτηκε, επιστρέφοντας έτσι στο Παρίσι. Η πολιορκία του Παρισιού του στέρησε τους φίλους του, καθώς ο Μονέ κι ο Μετρ, αναζήτησαν καταφύγιο στην Αγγλία ενώ ο Μπαζίλ πέθανε. Το 1874 συμμετείχε στην πρώτη έκθεση της ομάδας των ιμπρεσιονιστών. Από μία δημοπρασία έργων του, έλαβε 1.200 φράγκα και εγκαταστάθηκε στη Μονμάρτρη. Το 1876, συναντά έναν εκδότη, ο οποίος τον κάνει πλούσιο. Γνωρίζει τον Εμίλ Ζολά.
Τη δεκαετία του 1880, ο Ρενουάρ σταδιακά διαχωρίστηκε από τους υπόλοιπους ιμπρεσιονιστές. Το ατελιέ του, κατασκευάστηκε κοντά σε ένα γαλατάδικο το 1880 και δουλεύοντας στη Μονμάρτη, γνωρίστηκε με την Αλίν Σαριγκό, την οποία παντρεύτηκε. Το 1881 ταξίδεψε στην Αλγερία και κατόπιν στην Ισπανία και την Ιταλία, όπου ήρθε σε επαφή με το έργο του Ραφαήλ από το οποίο επηρεάστηκε βαθιά. Το 1884, μαθαίνοντας πως η Αλίν περιμένει το παιδί τους, επέστρεψε για να μείνει κοντά της και την επόμενη χρονιά γεννήθηκε ο γιος τους Πιέρ.
Το 1889 συνάντησε τον μηχανικό Άιφελ και περίπου το 1892 άρχισε να αναπτύσσει παραμορφωτική αρθρίτιδα, νόσος που τον βασάνισε μέχρι το θάνατό του. Αντιμετώπισε σημαντικό πρόβλημα παραμορφώσεων στα χέρια ενώ σε πιο προχωρημένο στάδιο, ένας ώμος του καθηλώθηκε εξαιτίας αγκύλωσης, γεγονός που ανάγκασε τον Ρενουάρ να διαφοροποιήσει την τεχνική του. Παρά τις σωματικές του δυσχέρειες, δεν εγκατέλειψε την ζωγραφική. Το 1893 απέκτησε έναν ακόμα γιο, τον Κλοντ. Το 1907 μετακόμισε με την οικογένειά του στην πιο θερμή περιοχή Καν-συρ-Μερ (Cagnes-sur-Mer). Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, οι δυο γιοι του κατατάχθηκαν στο στρατό και τραυματίστηκαν σοβαρά. Η μητέρα τους τούς επισκέφτηκε, αλλά εξαντλημένη κατά την επιστροφή της, πέθανε το 1915.
Το 1919, ο Ρενουάρ επισκέφτηκε το Λούβρο όπου είχε την ευκαιρία να δει δικούς του πίνακες να εκτίθενται μαζί με κλασικά έργα. Πέθανε στις 3 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς, σε ηλικία 78 ετών.
Πηγή: wikipedia
O Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ (Pierre Auguste Renoir, 25 Φεβρουαρίου 1841 - 3 Δεκεμβρίου 1919) ήταν γάλλος ζωγράφος και εκπρόσωπος του ιμπρεσιονισμού.
Γεννήθηκε στην πόλη Λιμόζ της Γαλλίας, γιος του ράφτη Λεονάρντ Ρενουάρ και της εργάτριας Μαργκερίτ. Σε ηλικία τριών ετών η οικογένειά του μετακόμισε στο Παρίσι όπου φοίτησε, στα επτά του χρόνια, σε καθολικό σχολείο. Τα βράδια παρακολουθούσε μαθήματα στη Σχολή Σχεδίου και Διακόσμησης. Προς το τέλος της χρονιάς επισκεπτόταν το ατελιέ των αδελφών Λεβί, που όμως λίγο αργότερα έκλεισε κι έτσι στράφηκε προς το ατελιέ του Ζιλμπέρ. Όταν μάζεψε λίγα χρήματα, έδωσε εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών.
Το 1862 γράφτηκε στο ατελιέ των Ερλ Σινιόλ και Μαρκ-Σαρλ-Γκαμπριέλ Γκλέηρ. Εκεί γνώρισε τους Κλωντ Μονέ, Φρεντερίκ Μπαζίλ και Σισλέ. Την ίδια περίοδο, εξασφάλισε άδεια για να αντιγράφει έργα άλλων καλλιτεχνών στο μουσείου του Λούβρου. Δύο χρόνια αργότερα, ο Ρενουάρ ξεκίνησε να εκθέτει έργα του, ωστόσο για αρκετά χρόνια δεν γνώρισε σημαντική αναγνώριση. Μέχρι τον Γαλλο-Πρωσικό πόλεμο πόλεμο του 1870, γύριζε με ένα σακίδιο στον ώμο και έζησε πολύ φτωχικά. Το 1867 ένας πίνακας του με τον τίτλο Λιζ (Lise) έγινε δεκτός στο Σαλόν του Παρισιού. Την περίοδο αυτή, θεωρείται πως ο Ρενουάρ επηρεάστηκε σημαντικά από τον Μονέ, πλησιάζοντας ολοένα και περισσότερο προς τον ιμπρεσιονισμό. Κατά πολλούς, το διάστημα 1870&ndash1883 αποτελεί την λεγόμενη ιμπρεσιονιστική περίοδο του Ρενουάρ.
Με τον πόλεμο του 1873 υπηρέτησε στη Φρουρά της Ταρμά, στο Σώμα Πυροβολικού, μα την επόμενη χρονιά αρρώστησε κι αποστρατεύτηκε, επιστρέφοντας έτσι στο Παρίσι. Η πολιορκία του Παρισιού του στέρησε τους φίλους του, καθώς ο Μονέ κι ο Μετρ, αναζήτησαν καταφύγιο στην Αγγλία ενώ ο Μπαζίλ πέθανε. Το 1874 συμμετείχε στην πρώτη έκθεση της ομάδας των ιμπρεσιονιστών. Από μία δημοπρασία έργων του, έλαβε 1.200 φράγκα και εγκαταστάθηκε στη Μονμάρτρη. Το 1876, συναντά έναν εκδότη, ο οποίος τον κάνει πλούσιο. Γνωρίζει τον Εμίλ Ζολά.
Τη δεκαετία του 1880, ο Ρενουάρ σταδιακά διαχωρίστηκε από τους υπόλοιπους ιμπρεσιονιστές. Το ατελιέ του, κατασκευάστηκε κοντά σε ένα γαλατάδικο το 1880 και δουλεύοντας στη Μονμάρτη, γνωρίστηκε με την Αλίν Σαριγκό, την οποία παντρεύτηκε. Το 1881 ταξίδεψε στην Αλγερία και κατόπιν στην Ισπανία και την Ιταλία, όπου ήρθε σε επαφή με το έργο του Ραφαήλ από το οποίο επηρεάστηκε βαθιά. Το 1884, μαθαίνοντας πως η Αλίν περιμένει το παιδί τους, επέστρεψε για να μείνει κοντά της και την επόμενη χρονιά γεννήθηκε ο γιος τους Πιέρ.
Το 1889 συνάντησε τον μηχανικό Άιφελ και περίπου το 1892 άρχισε να αναπτύσσει παραμορφωτική αρθρίτιδα, νόσος που τον βασάνισε μέχρι το θάνατό του. Αντιμετώπισε σημαντικό πρόβλημα παραμορφώσεων στα χέρια ενώ σε πιο προχωρημένο στάδιο, ένας ώμος του καθηλώθηκε εξαιτίας αγκύλωσης, γεγονός που ανάγκασε τον Ρενουάρ να διαφοροποιήσει την τεχνική του. Παρά τις σωματικές του δυσχέρειες, δεν εγκατέλειψε την ζωγραφική. Το 1893 απέκτησε έναν ακόμα γιο, τον Κλοντ. Το 1907 μετακόμισε με την οικογένειά του στην πιο θερμή περιοχή Καν-συρ-Μερ (Cagnes-sur-Mer). Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, οι δυο γιοι του κατατάχθηκαν στο στρατό και τραυματίστηκαν σοβαρά. Η μητέρα τους τούς επισκέφτηκε, αλλά εξαντλημένη κατά την επιστροφή της, πέθανε το 1915.
Το 1919, ο Ρενουάρ επισκέφτηκε το Λούβρο όπου είχε την ευκαιρία να δει δικούς του πίνακες να εκτίθενται μαζί με κλασικά έργα. Πέθανε στις 3 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς, σε ηλικία 78 ετών.
Πηγή: wikipedia
Μισέλ Εζέν Σεβρέλ
Ο Μισέλ Εζέν Σεβρέλ (31 Αυγούστου 1786 – 9 Απριλίου 1889) ήταν Γάλλος χημικός.
Σπούδασε χημεία κοντά στο διάσημο χημικό Λουί Βοκλέν και το 1830 έγινε καθηγητής της χημείας στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Έκανε μελέτες γύρω από τις χρωστικές ουσίες, αλλά έγινε κυρίως γνωστός για τις έρευνές του γύρω από τα ζωικά λίπη, που αποτέλεσαν τη βάση για τις θεωρίες που διατυπώθηκαν αργότερα για τη σύσταση των λιπών.
Ανακάλυψε και ξεχώρισε τα κύρια συστατικά των λιπών (πρωτοπόρος στην παρασκευή μαργαρίνης) και μελέτησε το φαινόμενο της σαπωνοποίησης. Επίσης, υπήρξε πρωτοπόρος στη μελέτη της γεροντολογίας. Ο ίδιος έζησε πάνω από έναν αιώνα και πέθανε σε ηλικία 102 ετών.
Πηγή: wikipedia
Ο Μισέλ Εζέν Σεβρέλ (31 Αυγούστου 1786 – 9 Απριλίου 1889) ήταν Γάλλος χημικός.
Σπούδασε χημεία κοντά στο διάσημο χημικό Λουί Βοκλέν και το 1830 έγινε καθηγητής της χημείας στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Έκανε μελέτες γύρω από τις χρωστικές ουσίες, αλλά έγινε κυρίως γνωστός για τις έρευνές του γύρω από τα ζωικά λίπη, που αποτέλεσαν τη βάση για τις θεωρίες που διατυπώθηκαν αργότερα για τη σύσταση των λιπών.
Ανακάλυψε και ξεχώρισε τα κύρια συστατικά των λιπών (πρωτοπόρος στην παρασκευή μαργαρίνης) και μελέτησε το φαινόμενο της σαπωνοποίησης. Επίσης, υπήρξε πρωτοπόρος στη μελέτη της γεροντολογίας. Ο ίδιος έζησε πάνω από έναν αιώνα και πέθανε σε ηλικία 102 ετών.
Πηγή: wikipedia
Μοντεσκιέ
Ο Σαρλ Λουί ντε Σεκοντά, βαρόνος της Μπρεντ και του Μοντεσκιέ(Charles Louis de Secondat, baron de La Brède et de Montesquieu),κοινώς γνωστός ως Μοντεσκιέ, ήταν ένας Γάλλος συγγραφέας και φιλόσοφος του Διαφωτισμού. Γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1689 στο Μπρεντ και πέθανε στις 10 Φεβρουαρίου 1755 στο Παρίσι. Η πολιτική και κοινωνική οργάνωση του σημερινού κόσμου βασίζεται ουσιαστικά στις φιλελεύθερες ιδέες του Μοντεσκιέ, και γιαυτό θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους της Ευρώπης.
Γεννημένος σε μια οικογένεια αριστοκρατών,και αριστοκράτης ο ίδιος του,κοντα στο Μπορντό στη δυτική Γαλλία. Σπούδασε νομικά και στη συνέχεια εκλέχτηκε στο τοπικό κοινοβούλιο του Μπορντό το 1714. Το 1716 κληρονομεί την μεγάλη περιουσία των γονιών του,και αρχίζει πρώτα να ασχολείται με τις επιστήμες,κυρίως την βοτανική και την ανατομία. Αργότερα στρέφεται πρως τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα μέσω της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας. Το 1721 δημοσιεύει ανώνυμα στην Ολλανδία το πρώτο μεγάλο έργο του,τα Περσικά Γράμματα(Lettres Persanes), στο οποίο απεικονίζει με σάτιρα την γαλλική κοινωνία εκείνη την περίοδο από τα μάτια δύο Περσών.
Το 1726 αναγκάζεται να πουλήσει μεγάλο μέρος της περιουσίας του για να ξεπληρώσει χρέη.Μετά την εκλογή του το 1728 στην Γαλλική Ακαδημία,ξεκινάει ένα μακρύ ταξίδι στην Ευρώπη.Επισκέπτεται πολές χώρες,την Ιταλία, Ουγγαρία και Αυστρία το 1728, στη συνέχεια την Γερμανία(1729) και μετά την Ολλανδία και την Αγγλία(1730). Κατά τη διάρκεια αυτών των ταξιδιών μελετάει προσεχτικά τη γεωγραφία,την οικονομία,την πολιτική καθώς και τα έθιμα των χωρών που επισκέφτεται.
Το 1748 δημοσιεύει, σε ηλικία 59 ετών, το αριστούργημα του, το Πνεύμα των Νόμων(De l'esprit des lois) για τη συγγραφή του οποίου χρειάστηκε πάρα πολλά χρόνια. Αυτό το έργο του, που γνώρισε τεράστια επιτυχία, ιδρυσε τις θεμελιώδεις αρχές των οικονομικων και κοινωνικών επιστημών, και συγκεντρώνει όλη την ουσία της φιλελεύθερης σκέψης. Γνώρισε όμως και μεγάλη κριτική και αποδοκιμασία, και γιαυτό το λόγο ο Μοντεσκιέ αναγκάστηκε να γράψει και να εκδώσει το 1750 την Υπεράσπιση του Πνεύματος των Νόμων (Défense de l'Esprit des lois).
Στο κυρίο αυτό έργο του ο Μοντεσκιέ επιχειρεί να βρει και να αναλύσει τις θεμελιώδεις αρχές και την λογική διαφόρων πολιτικών θεσμών με την μελέτη των νόμων,που τους θεωρεί ως απλές αναφορές μεταξυ της κοινωνικής πραγματικότητας. Εισήγαγε νέες μεθόδους διακυβέρνησης και νέες αντιλήψεις για το κράτος. Ακολούθησε την αριστοτελική μέθοδο της μελέτης των πραγματικών πολιτικών συστημάτων όπως υποτίθεται ότι είχαν λειτουργήσει στο παρελθόν. Αρνήθηκε ότι υπάρχει μία τέλεια μορφή πολιτεύματος, κατάλληλη για όλους τους λαούς κάτω από όλες τις συνθήκες.
Διακήρυξε ότι ο δεσποτισμός είναι περισσότερο κατάλληλος για χώρες απέραντες σε έκταση, ησυνταγματική μοναρχία για μέτριας έκτασης χώρας, ενώ η δημοκρατία για μικρές χώρες. Επίσης αναγνώρισε ότι η κατάχρηση εξουσίας είναι μία φυσική ανθρώπινη τάση και ότι κατά συνέπεια, κάθε κράτος τείνει να εκφυλιστεί σε δεσποτικό.
Βρίσκει τρεις τύπους πολιτεύματος: την μοναρχία, τη δημοκρατία και τη δεσποτεία.
Πηγή: wikipedia
Ο Σαρλ Λουί ντε Σεκοντά, βαρόνος της Μπρεντ και του Μοντεσκιέ(Charles Louis de Secondat, baron de La Brède et de Montesquieu),κοινώς γνωστός ως Μοντεσκιέ, ήταν ένας Γάλλος συγγραφέας και φιλόσοφος του Διαφωτισμού. Γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1689 στο Μπρεντ και πέθανε στις 10 Φεβρουαρίου 1755 στο Παρίσι. Η πολιτική και κοινωνική οργάνωση του σημερινού κόσμου βασίζεται ουσιαστικά στις φιλελεύθερες ιδέες του Μοντεσκιέ, και γιαυτό θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους της Ευρώπης.
Γεννημένος σε μια οικογένεια αριστοκρατών,και αριστοκράτης ο ίδιος του,κοντα στο Μπορντό στη δυτική Γαλλία. Σπούδασε νομικά και στη συνέχεια εκλέχτηκε στο τοπικό κοινοβούλιο του Μπορντό το 1714. Το 1716 κληρονομεί την μεγάλη περιουσία των γονιών του,και αρχίζει πρώτα να ασχολείται με τις επιστήμες,κυρίως την βοτανική και την ανατομία. Αργότερα στρέφεται πρως τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα μέσω της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας. Το 1721 δημοσιεύει ανώνυμα στην Ολλανδία το πρώτο μεγάλο έργο του,τα Περσικά Γράμματα(Lettres Persanes), στο οποίο απεικονίζει με σάτιρα την γαλλική κοινωνία εκείνη την περίοδο από τα μάτια δύο Περσών.
Το 1726 αναγκάζεται να πουλήσει μεγάλο μέρος της περιουσίας του για να ξεπληρώσει χρέη.Μετά την εκλογή του το 1728 στην Γαλλική Ακαδημία,ξεκινάει ένα μακρύ ταξίδι στην Ευρώπη.Επισκέπτεται πολές χώρες,την Ιταλία, Ουγγαρία και Αυστρία το 1728, στη συνέχεια την Γερμανία(1729) και μετά την Ολλανδία και την Αγγλία(1730). Κατά τη διάρκεια αυτών των ταξιδιών μελετάει προσεχτικά τη γεωγραφία,την οικονομία,την πολιτική καθώς και τα έθιμα των χωρών που επισκέφτεται.
Το 1748 δημοσιεύει, σε ηλικία 59 ετών, το αριστούργημα του, το Πνεύμα των Νόμων(De l'esprit des lois) για τη συγγραφή του οποίου χρειάστηκε πάρα πολλά χρόνια. Αυτό το έργο του, που γνώρισε τεράστια επιτυχία, ιδρυσε τις θεμελιώδεις αρχές των οικονομικων και κοινωνικών επιστημών, και συγκεντρώνει όλη την ουσία της φιλελεύθερης σκέψης. Γνώρισε όμως και μεγάλη κριτική και αποδοκιμασία, και γιαυτό το λόγο ο Μοντεσκιέ αναγκάστηκε να γράψει και να εκδώσει το 1750 την Υπεράσπιση του Πνεύματος των Νόμων (Défense de l'Esprit des lois).
Στο κυρίο αυτό έργο του ο Μοντεσκιέ επιχειρεί να βρει και να αναλύσει τις θεμελιώδεις αρχές και την λογική διαφόρων πολιτικών θεσμών με την μελέτη των νόμων,που τους θεωρεί ως απλές αναφορές μεταξυ της κοινωνικής πραγματικότητας. Εισήγαγε νέες μεθόδους διακυβέρνησης και νέες αντιλήψεις για το κράτος. Ακολούθησε την αριστοτελική μέθοδο της μελέτης των πραγματικών πολιτικών συστημάτων όπως υποτίθεται ότι είχαν λειτουργήσει στο παρελθόν. Αρνήθηκε ότι υπάρχει μία τέλεια μορφή πολιτεύματος, κατάλληλη για όλους τους λαούς κάτω από όλες τις συνθήκες.
Διακήρυξε ότι ο δεσποτισμός είναι περισσότερο κατάλληλος για χώρες απέραντες σε έκταση, ησυνταγματική μοναρχία για μέτριας έκτασης χώρας, ενώ η δημοκρατία για μικρές χώρες. Επίσης αναγνώρισε ότι η κατάχρηση εξουσίας είναι μία φυσική ανθρώπινη τάση και ότι κατά συνέπεια, κάθε κράτος τείνει να εκφυλιστεί σε δεσποτικό.
Βρίσκει τρεις τύπους πολιτεύματος: την μοναρχία, τη δημοκρατία και τη δεσποτεία.
Πηγή: wikipedia
Μπεναζίρ Μπούτο
Η Μπεναζίρ Μπούτο (Αγγλικά: Benazir Bhutto, 21 Ιουνίου 1953 - 2007 27 Δεκεμβρίου) ήταν πρωθυπουργός του Πακιστάν δύο φορές.
Γεννήθηκε στο Πακιστάν στις 21 Ιουνίου του 1953 και ήταν κόρη του πολιτικού και μετέπειτα προέδρου και πρωθυπουργού του Πακιστάν, Ζουλφικάρ Αλί Μπούτο στη δεκαετία του 1970 σε μιά από τις ελάχιστες μη στρατιωτικές κυβερνήσεις του Πακιστάν από της ανεξαρτησίας της Χώρας. Σπούδασε οικονομικά, νομικά και φιλοσοφία στο Χάρβαρντ και στην Οξφόρδη. Επιστρέφοντας στο Πακιστάν αν και αρχικά ήταν απρόθυμη ν΄ αναμειχθεί με την πολιτική, τελικά όμως ασχολήθηκε, ιδιαίτερα μετά από το πραξικόπημα του 1977 που έκανε ο στρατηγός Ζούα Ουλ Χακ και κατέλαβε την εξουσία όπου κατ΄ εντολή του ο πατέρας της αφού συνελήφθη, εκτελέστηκε ενώ η ίδια συνελήφθει και κρατήθηκε φυλακισμένη σε απομόνωση. Όταν αφέθηκε ελεύθερη κατέφυγε στην Αγγλία όπου έγινε ηγέτης εν εξορία του Λαϊκού Κόμματος του Πακιστάν (το κόμμα που είχε ιδρύσει ο πατέρας της).
Μετά τον θάνατο του στρατηγού - προέδρου (κατά την ανατίναξη του αεροπλάνου που επέβαινε) το 1986, η Μπεναζίρ επέστρεψε στο Πακιστάν. Το 1986 διετέλεσε αντιπρόεδρος της χώρας και το 1988 εκλέχτηκε πρωθυπουργός του Πακιστάν. Έγινε έτσι η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός Ισλαμικής χώρας στην ιστορία. Το 1990 ο πρόεδρος του Πακιστάν έπαψε την κυβέρνησή της λόγω κατηγοριών για κατάχρηση εξουσίας και διαφθοράς και στις επόμενες εκλογές ηττήθηκε. Το 1993 ξαναεκλέχτηκε πρωθυπουργός, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1996 όταν και αποπέμφθηκε από την κυβέρνηση πάλι λόγω κατηγοριών για διαφθορά και κατάχρηση εξουσίας από τον σύζυγό της Ασίφ Ζαρντάρι.[1]
Μέχρι το 2007 ζούσε εξόριστη στο Λονδίνο και στο Ντουμπάι λόγω καταδικαστικών αποφάσεων που εκκρεμούσαν εναντίον της για διαφθορά, επί κατηγοριών που ουδέποτε όμως αποδείχθηκαν. Μάλιστα το 2004 ο σύζυγός της αφέθηκε ελέυθερος με εγγύηση. Το 2007 η κυβέρνηση του Πακιστάν απέσυρε και τις κατηγορίες που υπήρχαν εις βάρος της και της επιτράπηκε να γυρίσει στο Πακιστάν προκειμένου να συμμετάσχει στις εκλογές. Η απόφαση της να γυρίσει φαίνεται οτι δεν ήταν τυχαία αφού είχε επαφές με τις ΗΠΑ. [2] Την μέρα της υποδοχής της στο Καράτσι στις 18 Οκτωβρίου 2007 είχε πραγματοποιηθεί βομβιστική επίθεση - απόπειρα απο καμικάζι με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 140 άτομα. Τότε είχε σωθεί. Όμως στις 27 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, καμικάζι σε προεκλογική συγκέντρωσή της στο Ραβαλπίντι τη δολοφόνησε πυροβολώντας την αρχικά τρεις φορές και στη συνέχεια ενεργοποιώντας εκρηκτικά, παρασέρνοντας στο θάνατο άλλα 16 άτομα, μερικά απο τα οποία ήταν μέλη της φρουράς της, σύμφωνα πάντα με τις επίσημες δηλώσεις του Υπουργείου Εσωτερικών του Πακιστάν.[3]. Η Μπεναζίρ Μπούτο διεκομίσθηκε στο νοσοκομείο όπου και υπέκυψε στα τραύματά της στις 15.16 (ώρα Ελλάδας) το μεσημέρι της ίδιας ημέρας. Αμέσως η κυβέρνηση του Πακιστάν έσπευσε να υποδείξει ως αυτουργούς της δολοφονίας τους Ταλιμπάν και την Αλ Κάιντα, θέση την οποία δεν φαίνεται να συμμερίζονται οι ΗΠΑ αλλά και ούτε η Αλ Κάιντα, η οποία διέψευσε την είδηση περι ανάμειξης της οργάνωσης στη δολοφονία.[4] Μετά τη δολοφονία της ξέσπασαν ταραχές σε όλη την επικράτεια του Πακιστάν ενώ η κυβέρνηση κήρυξε τριήμερο πένθος.
Η Μπεναζίρ Μπούτο τάφηκε στο Μαυσωλείο της οικογένειας στην πόλη Σουκούρ, της επαρχίας Σιντχ. Ήταν παντρεμένη, με προξενιό, με τον επίσης πολιτικό Ασίφ Ζαρντάρι και είχαν τρία παιδιά. [5] Ο άντρας της είχε κατηγορηθεί για διαφθορά στην κυβέρνηση της Μπούτο, στην οποία είχε αναλάβει αρμοδιότητες πλην όμως είχε αφεθεί ελεύθερος.
Η Μπεναζίρ Μπούτο ήταν το τελευταίο ενεργό μέλος της πολιτικής οικογένειας Μπούτο. Ο αδελφός της Σαναουάζ Μπούτο επίσης ενεργό πολιτικό μέλος της οικογένειας που είχε διαφύγει της σύλληψής του από το στρατιωτικό καθεστώς του Ζούα, κατά την περίοδο της εξορίας βρέθηκε νεκρός, το 1985, στο διαμέρισμά του στη γαλλική Ριβιέρα, χωρίς ποτέ να εξιχνιαστεί το έγκλημα. Ο άλλος αδελφός της, ο Μουρτάζα Μπούτο, που είχε διαφύγει στο Αφγανιστάν, μετά την εκτέλεση του πατέρα τους, που από εκεί προσπάθησε να πολεμήσει το στρατιωτικό καθεστώς της Χώρας του, αργότερα όταν και αυτός επέστρεψε στο Πακιστάν, αναμειχθηκε ενεργά στην πολιτική μέχρι το 1996 που δολοφονήθηκε.
Πηγή: wikipedia
Η Μπεναζίρ Μπούτο (Αγγλικά: Benazir Bhutto, 21 Ιουνίου 1953 - 2007 27 Δεκεμβρίου) ήταν πρωθυπουργός του Πακιστάν δύο φορές.
Γεννήθηκε στο Πακιστάν στις 21 Ιουνίου του 1953 και ήταν κόρη του πολιτικού και μετέπειτα προέδρου και πρωθυπουργού του Πακιστάν, Ζουλφικάρ Αλί Μπούτο στη δεκαετία του 1970 σε μιά από τις ελάχιστες μη στρατιωτικές κυβερνήσεις του Πακιστάν από της ανεξαρτησίας της Χώρας. Σπούδασε οικονομικά, νομικά και φιλοσοφία στο Χάρβαρντ και στην Οξφόρδη. Επιστρέφοντας στο Πακιστάν αν και αρχικά ήταν απρόθυμη ν΄ αναμειχθεί με την πολιτική, τελικά όμως ασχολήθηκε, ιδιαίτερα μετά από το πραξικόπημα του 1977 που έκανε ο στρατηγός Ζούα Ουλ Χακ και κατέλαβε την εξουσία όπου κατ΄ εντολή του ο πατέρας της αφού συνελήφθη, εκτελέστηκε ενώ η ίδια συνελήφθει και κρατήθηκε φυλακισμένη σε απομόνωση. Όταν αφέθηκε ελεύθερη κατέφυγε στην Αγγλία όπου έγινε ηγέτης εν εξορία του Λαϊκού Κόμματος του Πακιστάν (το κόμμα που είχε ιδρύσει ο πατέρας της).
Μετά τον θάνατο του στρατηγού - προέδρου (κατά την ανατίναξη του αεροπλάνου που επέβαινε) το 1986, η Μπεναζίρ επέστρεψε στο Πακιστάν. Το 1986 διετέλεσε αντιπρόεδρος της χώρας και το 1988 εκλέχτηκε πρωθυπουργός του Πακιστάν. Έγινε έτσι η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός Ισλαμικής χώρας στην ιστορία. Το 1990 ο πρόεδρος του Πακιστάν έπαψε την κυβέρνησή της λόγω κατηγοριών για κατάχρηση εξουσίας και διαφθοράς και στις επόμενες εκλογές ηττήθηκε. Το 1993 ξαναεκλέχτηκε πρωθυπουργός, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1996 όταν και αποπέμφθηκε από την κυβέρνηση πάλι λόγω κατηγοριών για διαφθορά και κατάχρηση εξουσίας από τον σύζυγό της Ασίφ Ζαρντάρι.[1]
Μέχρι το 2007 ζούσε εξόριστη στο Λονδίνο και στο Ντουμπάι λόγω καταδικαστικών αποφάσεων που εκκρεμούσαν εναντίον της για διαφθορά, επί κατηγοριών που ουδέποτε όμως αποδείχθηκαν. Μάλιστα το 2004 ο σύζυγός της αφέθηκε ελέυθερος με εγγύηση. Το 2007 η κυβέρνηση του Πακιστάν απέσυρε και τις κατηγορίες που υπήρχαν εις βάρος της και της επιτράπηκε να γυρίσει στο Πακιστάν προκειμένου να συμμετάσχει στις εκλογές. Η απόφαση της να γυρίσει φαίνεται οτι δεν ήταν τυχαία αφού είχε επαφές με τις ΗΠΑ. [2] Την μέρα της υποδοχής της στο Καράτσι στις 18 Οκτωβρίου 2007 είχε πραγματοποιηθεί βομβιστική επίθεση - απόπειρα απο καμικάζι με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 140 άτομα. Τότε είχε σωθεί. Όμως στις 27 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, καμικάζι σε προεκλογική συγκέντρωσή της στο Ραβαλπίντι τη δολοφόνησε πυροβολώντας την αρχικά τρεις φορές και στη συνέχεια ενεργοποιώντας εκρηκτικά, παρασέρνοντας στο θάνατο άλλα 16 άτομα, μερικά απο τα οποία ήταν μέλη της φρουράς της, σύμφωνα πάντα με τις επίσημες δηλώσεις του Υπουργείου Εσωτερικών του Πακιστάν.[3]. Η Μπεναζίρ Μπούτο διεκομίσθηκε στο νοσοκομείο όπου και υπέκυψε στα τραύματά της στις 15.16 (ώρα Ελλάδας) το μεσημέρι της ίδιας ημέρας. Αμέσως η κυβέρνηση του Πακιστάν έσπευσε να υποδείξει ως αυτουργούς της δολοφονίας τους Ταλιμπάν και την Αλ Κάιντα, θέση την οποία δεν φαίνεται να συμμερίζονται οι ΗΠΑ αλλά και ούτε η Αλ Κάιντα, η οποία διέψευσε την είδηση περι ανάμειξης της οργάνωσης στη δολοφονία.[4] Μετά τη δολοφονία της ξέσπασαν ταραχές σε όλη την επικράτεια του Πακιστάν ενώ η κυβέρνηση κήρυξε τριήμερο πένθος.
Η Μπεναζίρ Μπούτο τάφηκε στο Μαυσωλείο της οικογένειας στην πόλη Σουκούρ, της επαρχίας Σιντχ. Ήταν παντρεμένη, με προξενιό, με τον επίσης πολιτικό Ασίφ Ζαρντάρι και είχαν τρία παιδιά. [5] Ο άντρας της είχε κατηγορηθεί για διαφθορά στην κυβέρνηση της Μπούτο, στην οποία είχε αναλάβει αρμοδιότητες πλην όμως είχε αφεθεί ελεύθερος.
Η Μπεναζίρ Μπούτο ήταν το τελευταίο ενεργό μέλος της πολιτικής οικογένειας Μπούτο. Ο αδελφός της Σαναουάζ Μπούτο επίσης ενεργό πολιτικό μέλος της οικογένειας που είχε διαφύγει της σύλληψής του από το στρατιωτικό καθεστώς του Ζούα, κατά την περίοδο της εξορίας βρέθηκε νεκρός, το 1985, στο διαμέρισμά του στη γαλλική Ριβιέρα, χωρίς ποτέ να εξιχνιαστεί το έγκλημα. Ο άλλος αδελφός της, ο Μουρτάζα Μπούτο, που είχε διαφύγει στο Αφγανιστάν, μετά την εκτέλεση του πατέρα τους, που από εκεί προσπάθησε να πολεμήσει το στρατιωτικό καθεστώς της Χώρας του, αργότερα όταν και αυτός επέστρεψε στο Πακιστάν, αναμειχθηκε ενεργά στην πολιτική μέχρι το 1996 που δολοφονήθηκε.
Πηγή: wikipedia
Πίτερ Λάστμαν
Ο Πίτερ Λάστμαν (Pieter Pietersz. Lastman, 1583 - 4 Απριλίου 1633) ήταν Ολλανδός ζωγράφος, γνωστός κυρίως για τους ιστορικούς πίνακες που φιλοτέχνησε, αλλά και ως δάσκαλος του Ρέμπραντ. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ιστορικούς ζωγράφους του 17ου αιώνα στην Ολλανδία, πριν την καθιέρωση του μαθητή του, ενώ η φήμη του εξαπλώθηκε και εκτός των συνόρων της χώρας του, αναλαμβάνοντας παραγγελίες για τον βασιλιά της Δανίας.
Ο Λάστμαν ήταν γιος χρυσοτέχνη και εκπαιδεύτηκε ως ζωγράφος στο εργαστήριο του Gerrit Pietersz. Sweelinck, διακεκριμένου καλλιτέχνη του μανιερισμού. Τον Ιούνιο του 1602 ταξίδεψε στην Ιταλία, όπου παρέμεινε μέχρι το Μάρτιο του 1607, επισκεπτόμενος τη Ρώμη και τη Βενετία. Στο διάστημα αυτό, σημαντική επίδραση στο έργο του άσκησε ο Γερμανός ζωγράφος Άνταμ Ελσχάιμερ (π. 1568-1610) που εργαζόταν στην Ιταλία, καθώς και ο Καραβάτζιο. Στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στο Άμστερνταμ, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Το παλαιότερο χρονολογημένο έργο του είναι η Προσκύνηση των Μάγων (1606, Šternberk Pal.), που αποτελεί επίσης χαρακτηριστικό παράδειγμα της «ιταλικής» τεχνοτροπίας του. Η επίδραση του Ελσχάιμερ στο ύφος του Λάστμαν αναδεικνύεται τόσο μέσα από τα έντονα χρώματα που επέλεγε να χρησιμοποιήσει, όσο και από τα λεπτομερή τοπία που πλαισίωναν τα ιστορικά θέματά του. Οι ιστορικοί πίνακες που ολοκλήρωσε σπάνια αναπαριστούσαν παραδοσιακά θέματα όπως η Σταύρωση (1616, Rembrandthuis). Στα σπουδαιότερα έργα του ανήκουν οι πίνακες Οδυσσέας και Ναυσικά (1619, Alte Pin.) και Κοριολάνος και οι γυναίκες της Ρώμης (1625, Trinity College Δουβλίνου).
Στη διάρκεια της ζωής του απέκτησε σημαντική φήμη, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την αναφορά τού ονόματός του μεταξύ των σημαντικότερων ζωγράφων της εποχής, από τον Ολλανδό ποιητή Theodore Rodenburgh, σε έναν ύμνο που συνέθεσε ο τελευταίος για την πόλη του Άμστερνταμ το 1618. Το έργο του εκθείασε επίσης ο ποιητής Joost van den Vondel. Ο Λάστμαν επηρέασε μία ευρύτερη γενιά καλλιτεχνών, ενώ μεταξύ των μαθητών του ξεχωρίζουν τα ονόματα των Γιαν Λίβενς και Ρέμπραντ. Ο πρώτος υπήρξε μαθητής του το 1619, ενώ ο δεύτερος εκπαιδεύτηκε στο εργαστήριό του στο Άμστερνταμ το 1624, για μικρότερο διάστημα, συνολικά έξι μηνών. Η επίδραση που άσκησε στον Ρέμπραντ θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική στην πορεία της εξέλιξής του, με τα στοιχεία που δανείστηκε ο Ρέμπραντ από τον δάσκαλό του να είναι περισσότερο εμφανή σε πίνακες ζωγραφικής ή σχέδια της πρώτης περιόδου του
Πηγή: wikipedia
Ο Πίτερ Λάστμαν (Pieter Pietersz. Lastman, 1583 - 4 Απριλίου 1633) ήταν Ολλανδός ζωγράφος, γνωστός κυρίως για τους ιστορικούς πίνακες που φιλοτέχνησε, αλλά και ως δάσκαλος του Ρέμπραντ. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ιστορικούς ζωγράφους του 17ου αιώνα στην Ολλανδία, πριν την καθιέρωση του μαθητή του, ενώ η φήμη του εξαπλώθηκε και εκτός των συνόρων της χώρας του, αναλαμβάνοντας παραγγελίες για τον βασιλιά της Δανίας.
Ο Λάστμαν ήταν γιος χρυσοτέχνη και εκπαιδεύτηκε ως ζωγράφος στο εργαστήριο του Gerrit Pietersz. Sweelinck, διακεκριμένου καλλιτέχνη του μανιερισμού. Τον Ιούνιο του 1602 ταξίδεψε στην Ιταλία, όπου παρέμεινε μέχρι το Μάρτιο του 1607, επισκεπτόμενος τη Ρώμη και τη Βενετία. Στο διάστημα αυτό, σημαντική επίδραση στο έργο του άσκησε ο Γερμανός ζωγράφος Άνταμ Ελσχάιμερ (π. 1568-1610) που εργαζόταν στην Ιταλία, καθώς και ο Καραβάτζιο. Στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στο Άμστερνταμ, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Το παλαιότερο χρονολογημένο έργο του είναι η Προσκύνηση των Μάγων (1606, Šternberk Pal.), που αποτελεί επίσης χαρακτηριστικό παράδειγμα της «ιταλικής» τεχνοτροπίας του. Η επίδραση του Ελσχάιμερ στο ύφος του Λάστμαν αναδεικνύεται τόσο μέσα από τα έντονα χρώματα που επέλεγε να χρησιμοποιήσει, όσο και από τα λεπτομερή τοπία που πλαισίωναν τα ιστορικά θέματά του. Οι ιστορικοί πίνακες που ολοκλήρωσε σπάνια αναπαριστούσαν παραδοσιακά θέματα όπως η Σταύρωση (1616, Rembrandthuis). Στα σπουδαιότερα έργα του ανήκουν οι πίνακες Οδυσσέας και Ναυσικά (1619, Alte Pin.) και Κοριολάνος και οι γυναίκες της Ρώμης (1625, Trinity College Δουβλίνου).
Στη διάρκεια της ζωής του απέκτησε σημαντική φήμη, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την αναφορά τού ονόματός του μεταξύ των σημαντικότερων ζωγράφων της εποχής, από τον Ολλανδό ποιητή Theodore Rodenburgh, σε έναν ύμνο που συνέθεσε ο τελευταίος για την πόλη του Άμστερνταμ το 1618. Το έργο του εκθείασε επίσης ο ποιητής Joost van den Vondel. Ο Λάστμαν επηρέασε μία ευρύτερη γενιά καλλιτεχνών, ενώ μεταξύ των μαθητών του ξεχωρίζουν τα ονόματα των Γιαν Λίβενς και Ρέμπραντ. Ο πρώτος υπήρξε μαθητής του το 1619, ενώ ο δεύτερος εκπαιδεύτηκε στο εργαστήριό του στο Άμστερνταμ το 1624, για μικρότερο διάστημα, συνολικά έξι μηνών. Η επίδραση που άσκησε στον Ρέμπραντ θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική στην πορεία της εξέλιξής του, με τα στοιχεία που δανείστηκε ο Ρέμπραντ από τον δάσκαλό του να είναι περισσότερο εμφανή σε πίνακες ζωγραφικής ή σχέδια της πρώτης περιόδου του
Πηγή: wikipedia
Άλλα thread (τυχαίες επιλογές)
- Απαντήσεις
- 24
- Εμφανίσεις
- 12K
- Απαντήσεις
- 55
- Εμφανίσεις
- 12K
- Απαντήσεις
- 206
- Εμφανίσεις
- 13K