Ο μύθος του «οικονομικού θαύματος» της απριλιανής δικτατορίας
Τι έγινε την επταετία με το δημόσιο χρέος, τις κρατικές δαπάνες, τον πληθωρισμό, το ασφαλιστικό και τους δημόσιους υπαλλήλους
Τα χρόνια της οικονομικής κρίσης αναπτύχθηκε ένας μύθος. Ο μύθος αυτός οφείλει την ύπαρξή του κατά κύριο λόγο σε δυο παράγοντες. Στην ασθενική μνήμη και το… internet. Μέσα στα χιλιάδες πράγματα που γράφονται καθημερινά πέρασε και το «επί δικτατορίας ο λαός έτρωγε με χρυσά κουτάλια».
Πέρα από απλοϊκός μύθος και σε κάθε περίπτωση καθόλου τεκμηριωμένο «τσιτάτο», κρύβει έναν κίνδυνο. Να αγιοποιήσει ο αναγνώστης-δέκτης μια κατάσταση η οποία σε ένα μεγάλο βαθμό είναι η ίδια με όλα αυτά τα κακώς κείμενα που έφεραν την Ελλάδα στο χείλος της οικονομικής καταστροφής.
Είναι πολύ πιθανό, μάλιστα, οι ίδιοι άνθρωποι που καταριούνται το περίφημο «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα», να υμνούν, δίχως να το γνωρίζουν, τον άκρατο κρατικό δανεισμό που εκτόξευσε το εξωτερικό χρέος της χώρας επί επταετίας.
Η αλήθεια για το δήθεν οικονομικό θαύμα που συντελέστηκε εκείνη τη σκοτεινή περίοδο είναι… απλά μαθηματικά! Κανένα «οικονομικό θαύμα» δεν υπάρχει. Οι δικτάτορες επί της ουσίας συνέχισαν στην ίδια οικονομική πορεία που είχαν χαράξει οι κυβερνήσεις του Συναγερμού και της ΕΡΕ που είχαν προηγηθεί του πραξικοπήματος.
Η διαφορά είναι πως επειδή ήθελαν να είναι αρεστοί στον λαό, επιχείρησαν με τρόπο «άγαρμπο» να επιταχύνουν την ανάκαμψη. Η προσπάθεια αυτή έφερε «υπερθέρμανση» της οικονομίας που σε συνδυασμό με τη διεθνή κρίση του πετρελαίου στις αρχές της δεκαετίας του 1970, άνοιξε πολλές «μαύρες» τρύπες που θα φαινόντουσαν τα επόμενα χρόνια.
Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε εντυπωσιακά στην περίοδο της δικτατορίας. Το 1966 πλησίαζε τα 700 δολάρια και το 1967 εκτινάχθηκε στα 800! Το πέρασμα από τα 700 στα 1.250 δολάρια μέσα σε έξι χρόνια δεν ήταν ένα απλό στατιστικό φαινόμενο. Στην πραγματικότητα αντικατοπτρίζει μια πορεία, που σε άλλες χώρες χρειάστηκε δεκαετίες για να επιτευχθεί.
Αυτό όμως είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι πως αυτή η πορεία είχε ήδη ξεκινήσει πριν την επιβολή της δικτατορίας. Το 1953 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν περίπου 300 δολάρια. Το 1965 είχε περάσει τα 600 και η πορεία του δείκτη στα δύο χρόνια πριν από το πραξικόπημα υπήρξε εξ ίσου εντυπωσιακή.
Δημόσιες δαπάνες
Σε αυτόν τον κρίσιμο οικονομικό δείκτη παρατηρούμε μια συνεχή άνοδο από το 1961 έως το 1974. Μέχρι το 1963 (κυβερνήσεις ΕΡΕ), ο ρυθμός αύξησης ήταν ήπιος. Από το 1963 μέχρι το 1966 (κυβερνήσεις Κέντρου) ο ρυθμός γίνεται έντονος. Από το 1967 και μετά (δικτατορία) ο ρυθμός γίνεται εντονότατος.
Ένα μέρος των δαπανών πήγε σε επενδύσεις. Το μεγαλύτερο κομμάτι, ωστόσο, φαίνεται να απορροφήθηκε στη γιγάντωση του δημόσιου τομέα και την αύξηση του προσωπικού του. Το περίεργο είναι ότι μειώθηκαν οι δαπάνες για την εθνική άμυνα και ταυτόχρονα διογκώθηκαν οι δαπάνες για την «εσωτερική ασφάλεια» του καθεστώτος.
Και για να γίνει και μια σύνδεση με το σήμερα, ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών απορροφούσε η πληρωμή των τοκοχρεολυσίων του δημόσιου χρέους.
Δημόσιο χρέος
Και μιας και ο λόγος για το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, είναι χρήσιμο να δούμε πως βρέθηκαν οι πόροι για τη διόγκωση των κρατικών δαπανών. Αρχικά αυξήθηκε η φορολογητέα ύλη. Οι φόροι, ως ποσοστό του ΑΕΠ, αυξήθηκαν κατά δύο έως τρεις ποσοστιαίες μονάδες. Αλλά η κύρια πηγή ήταν ο δανεισμός. Το ελληνικό δημόσιο χρέος πολλαπλασιάστηκε. Ειπώθηκε, μάλιστα, πως στην επταετία ο δανεισμός υπερέβη κατά τρεις φορές το σύνολο των δανείων που είχε λάβει η χώρα από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι το 1967! Σε κάθε περίπτωση, πάντως, πρέπει να σημειωθεί πως ως ποσοστό του ΑΕΠ, το χρέος ήταν χαμηλότερο σε σχέση με τα μεγέθη των κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης.
Πληθωρισμός
Από 2,5% το 1968, ο πληθωρισμός έφτασε το 6,6% το 1972 και προσέγγισε το 40% στις αρχές του 1974! Μόνο επί ημερών Ανδρουτσόπουλου, ελήφθησαν σκληρά αντιπληθωριστικά μέτρα, αλλά ήταν πλέον αργά. Καταλυτικές συνέπειες στο δείκτη τιμών καταναλωτή, πάντως, είχαν διάφοροι παράγοντες όπως η διεθνής κρίση πετρελαίου που συρρίκνωσε οικονομίες με πιο στέρεες βάσεις από την ελληνική.
Τουρισμός
Το δικτατορικό καθεστώς θεώρησε ευθύς εξαρχής ατμομηχανή της οικονομίας τον τουρισμό. Ο αριθμός των τουριστών τετραπλασιάστηκε μεταξύ 1968 και 1971, οπότε και ξεπέρασε το ένα εκατομμύριο.
Αυτή η επιλογή, ωστόσο, οδήγησε σε μια σκανδαλώδη δανειοδότηση του τουριστικού κλάδου έναντι του βιοτεχνικού με αποτέλεσμα να «παγιδευτούν» πιστωτικοί πόροι που αν είχαν διατεθεί στη βιοτεχνία, πιθανότατα, να είχαν μειώσει τα φαινόμενα στενότητας στην προσφορά αγαθών. Αυτό με τη σειρά του ήταν ένα γεγονός που συνέβαλε στην αύξηση του πληθωρισμού.
Αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων
Ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε στη διάρκεια της επταετίας και ο ρυθμός μετανάστευσης μειώθηκε. Μέχρι το 1969, η απασχόληση δημιουργήθηκε κυρίως στις πολύ μικρές μεταποιητικές μονάδες, που απασχολούσαν μέχρι 4 εργάτες ή υπαλλήλους. Από το 1969 μέχρι το 1973 η κατάσταση άλλαξε.
Παρατηρήθηκε σοβαρή αύξηση θέσεων απασχόλησης στις μεγάλες επιχειρήσεις, αξιοσημείωτη αύξηση στις μεσαίες επιχειρήσεις, ενώ η απασχόληση στις μικρές επιχειρήσεις παρέμεινε στάσιμη. Τέλος, στις πολύ μικρές επιχειρήσεις υποχώρησε στα επίπεδα του 1963.
Αμοιβές
Τα τρία πρώτα χρόνια, οι αμοιβές των μισθωτών αυξήθηκαν σε πραγματικές τιμές. Στην περίοδο 1970-1972 εμφάνισαν στασιμότητα (κατά την έκφραση του Γ. Παπαδόπουλου, «θα φάγωμεν λιγότερο, κύριοι, θα πίωμεν ολιγότερον»). Τέλος, στη διετία 1973-1974, ωστόσο, οι πραγματικές αμοιβές συρρικνώθηκαν δραματικά, λόγω του υψηλού πληθωρισμού.
Ασφαλιστικό, συντάξεις, «ρύθμιση» χρεών, μονιμότητα στο δημόσιο, παροχές
Μία από τις βασικές προτεραιότητες της δικτατορίας ήταν η αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος η οποία τελικά… δεν έγινε ποτέ! Το καθεστώς επεδίωκε μια ομαδοποίηση των ασφαλισμένων κατά φορείς αλλά υπήρξαν αντιδράσεις και τελικά το σχέδιο δεν προχώρησε. Πυλώνας του ασφαλιστικού ήταν οι συντάξεις στους «αγωνιστές Εθνικής Αντίστασης». Η συγκεκριμένη εκδοχή έφτανε μέχρι και την «περίοδο του συμμοριτοπόλεμου», αρκεί ο υποψήφιος συνταξιούχος είχε επιλέξει τη... σωστή πλευρά.
Παράλληλα, το 1968 η δικτατορία αποφάσισε τη μαζική απελευθέρωση των επιχειρηματιών και επαγγελματιών που βρίσκονταν στη φυλακή για χρέη. Απελευθερώθηκαν έτσι περίπου 2.000 άτομα. Στη συνέχεια, καταργήθηκε η προσωποκράτηση για χρέη. Την ίδια χρονιά σχεδόν χαρίστηκαν, συσσωρευμένα αγροτικά χρέη. Από τη ρύθμιση αυτή ωφελήθηκαν 644.000 οφειλέτες, για συνολικό ποσόν ύψους 7,6 δισεκατομμυρίων δραχμών της εποχής. Το ποσόν αυτό ήταν ίσο με το σύνολο των απλήρωτων υπολοίπων των δανείων προς τη βιοτεχνία στα τέλη του ίδιου έτους!
Ένα μέτρο που έλαβε η δικτατορία και ισχύει μέχρι σήμερα είναι η δωρεάν διανομή φοιτητικών συγγραμμάτων. Εκτός από αυτό καθιερώθηκαν ρυθμίσεις για τη «διευκόλυνση» των σπουδών, καθιερώνοντας τη δυνατότητα μεταφοράς μαθημάτων από έτος σε έτος.
Τέλος, το 1968 καθιερώθηκε η μονιμότητα όλων των δημοσίων υπαλλήλων. Το μέτρο αυτό ελήφθη μετά την εκκαθάριση των υπηρεσιών από τα πρόσωπα που θεωρούνταν «ύποπτα» για τα κοινωνικά τους φρονήματα και που δεν δέχτηκαν να γίνουν «δηλωσίες». Την επόμενη χρονιά η χούντα μονιμοποίησε και ενέταξε στην ιεραρχία όλους τους έκτακτους υπαλλήλους.
Βιβλιογραφία: Νίκος Ψυρούκης «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», τέταρτος τόμος, Αθήνα 1983 και Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη (με τη συνεργασία της Βάσως Πορταρίτου), Ανάλυση της Ελληνικής Οικονομίας, Αθήνα 1979.
Τα οικονομικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στο θέμα προέρχονται από έρευνα του διδάκτορα οικονομικών επιστημών στο Α.Π.Θ και συγγραφέα κ. Ευάγγελου Α. Χεκίμογλου, που δημοσιοποιήθηκε πριν από μερικά χρόνια στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία.