Πηγή: Ελένη Γήρα – «Πριν»
Ο πρώτος σούπερσταρ της μετα-δισκογραφικής εποχής
Η μεγάλη απήχηση του αδικοχαμένου Παντελή Παντελίδη στη νεολαία, σε εργατικά και μικροαστικά στρώματα δείχνει την άβυσσο που χωρίζει το λεγόμενο έντεχνο τραγούδι από τα ποικίλα εφήμερα σουξέ, δείχνει πόσο γκετοποιημένη είναι η ευαισθησία της Αριστεράς.
Ο ηθοποιός Χάρισον Φορντ είχε κάποτε πει, ότι «όταν πεθάνει, δεν θα τον θυμούνται για τις ερμηνείες του, αλλά για τα εκατομμύρια εισιτήρια που έκοψε και τους τόνους ποπ-κορν που πούλησε το όνομά του». Στην περίπτωση του τραγικού θανάτου του 33χρονου Παντελή Παντελίδη τα περισσότερα αφιερώματα δεν εστίασαν στα τραγούδια και τους στίχους του τραγουδοποιού αλλά στους τόνους λουλουδιών που έπεσαν στα πόδια του, στην πίστα.
Ο Παντελίδης ήταν ο πιο πετυχημένος τραγουδιστής στην Ελλάδα της τελευταίας δεκαετίας και ο πρώτος σούπερσταρ της μετα-δισκογραφικής (και μνημονιακής) εποχής. Η ιδιαιτερότητά του έγκειται στο ότι δεν έγινε διάσημος μέσα από τη διαφήμιση, ούτε από κάποιο τηλεοπτικό «τάλεντ σόου», ούτε από συναυλίες, ούτε από τις δισκογραφικές εταιρείες. Είναι ο πρώτος καλλιτέχνης που έγινε διάσημος μέσα από τα ερασιτεχνικά βίντεο που ανέβασε στο Youtube το 2012.
Εκείνα τα πρώιμα κλιπάκια δείχνουν τον ίδιο σε ένα δωματιάκι, να γρατσουνάει μια κιθάρα και να τραγουδάει παραπονεμένα λόγια για το δράμα του χωρισμού και της ερωτικής απόρριψης. Η φωνή του και οι μουσικές φόρμες που τύλιγαν τους στίχους του δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, ωστόσο θα ήταν άδικο να μην του αναγνωρίσει κανείς μια αυθεντικότητα, έναν πόνο, μια αμεσότητα και ένα ταλέντο στη ρίμα.
Η συνέχεια γνωστή. Ο Παντελίδης παραιτείται από υπαξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού και στρέφεται στο νυχτοκάματο. Δεν δυσκολεύεται ιδιαίτερα να προσαρμοστεί στο νέο ρόλο του «τραγουδιστή της μεγάλης πίστας» αν και είναι φανερό ότι δεν είναι το στοιχείο του. Η επιτυχία που σημειώνουν τραγούδια του όπως «Δεν ταιριάζετε σου λέω», «Συνοδεύομαι» και «Γίνεται» τον μετατρέπουν σε λαϊκό φαινόμενο.
Λαϊκό παιδί ο Παντελίδης, ως προς τη φυσιογνωμία του και τη γλώσσα του σώματός του, ελαφρολαϊκά χαρακτηρίζονται τα τραγούδια του, λαϊκό ίνδαλμα ήταν ο άνθρωπος, όμως η λαϊκότητά του δεν ορίζεται με τους όρους τους παλιούς.
Στα νυχτερινά μαγαζιά που τραγουδούσε δεν έκαναν πάρτι τα ΕΑΑΚ και η ΠΚΣ αλλά η ΔΑΠ. Ο Τζίμης Πανούσης είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Είναι τραγικό και γελοίο από τη μια να σου αρέσει ο Παντελίδης και από την άλλη να έχεις πρόβλημα με το μνημόνιο».
Την τελευταία βδομάδα ο Παντελής Παντελίδης ξεσήκωσε θύελλα στα ΜΜΕ εξαιτίας των αμφιλεγόμενων στίχων ενός ακυκλοφόρητου τραγουδιού του που αναφερόταν και στην Κύπρο: «σαν σκάρτη γκόμενα, τριγυρνάς στα κατεχόμενα». Κύπριοι σχολιαστές χαρακτήρισαν προσβλητική για τη μνήμη των θυμάτων της εισβολής τη συνύπαρξη των λέξεων «γκόμενα» και «κατεχόμενα» στο ίδιο τραγούδι. Οι αναδράσεις φυσικά ήταν γελοίες και υποκριτικές. Οι στίχοι του Παντελίδη μπορεί να είναι αφελείς και απλοϊκοί ωστόσο εικονογραφούν τη σημερινή Κύπρο όπου πολλοί Ελληνοκύπριοι τριγυρνούν στα κατεχόμενα παίζοντας σε καζίνο ή ψωνίζοντας από τουρκικά σουπερμάρκετ. Όμως πραγματική προσβολή είναι η ίδια η ύπαρξη των κατεχόμενων (ως προϊόντος πολεμικής εισβολής), κάτι που προτιμάμε να ξεχνάμε.
Γεμάτος φώτα και μαγαζιά είναι ο κεντρικός δρόμος της Νέας Ιωνίας, συχνά δεν βρίσκεις χώρο να παρκάρεις, ενώ η φτώχεια και η ανεργία της κρύβονται σε διαμερίσματα απρόσωπων πολυκατοικιών και σε ρημαγμένα εργοστάσια. Τα παιδιά της φεύγουν για τα ξένα, όμως το σύγχρονο «Μανούλα θα φύγω» δεν έχει ακόμα γραφτεί. Το γυρεύουμε, όπως γυρεύουμε και τη σύγχρονη Αριστερά, αλλά δεν το βρίσκουμε.
Όπως στην ποίηση του ’80 εκφράστηκε η λεγάμενη «γενιά του ιδιωτικού οράματος», έτσι και στα σουξέ της μνημονιακής περιόδου εκφράστηκε η ιδιωτική καψούρα. Από μια άποψη, η καψούρα, ο καημός, ο νταλκάς πάντα ιδιωτικό χαρακτήρα είχανε (π.χ. στα ρεμπέτικα ή τα μπλουζ) όμως ταυτόχρονα εξέφραζαν κάτι περισσότερο από το «εγώ» του καλλιτέχνη ή του ακροατή του. Και αυτό που βρίσκεται γύρω-γύρω από τον πόνο του χωρισμού, η απόρρητη αίσθηση του ιστορικού χρόνου, απουσιάζει από τα τραγούδια του Παντελίδη.
Ωστόσο, τα τραγούδια του, όπως και η σχέση του με το κοινό τους, εκφράζει κάτι. Kαι αν δεν μας αρέσει αυτό που εκφράζει, ας μη ρίχνουμε το φταίξιμο στον καθρέφτη. Ακόμα και ο θάνατος του 33χρονου τραγουδοποιού μοιάζει συνέχεια των τραγουδιών του: με ένα ακριβό τζιπ, με τρελή ταχύτητα και συνοδεύοντας δύο όμορφα εργαζόμενα κορίτσια.
«Ράγισε το Διαδίκτυο», λένε τα ρεπορτάζ, μακρύς ο ψηφιακός και μιντιακός θρήνος για το χαμό του. Ταλαντούχος ήταν ο Παντελίδης. Εκφράζοντας τον εαυτό του, κατάφερε να εκφράσει εκατοντάδες χιλιάδες άλλους «εαυτούς». Με ευκολία και αμεσότητα. Δεν θέλουμε να μας βάζουν δύσκολα. Πόσοι μπορούν να το κάνουν και μάλιστα με την αξία τους, χωρίς τις ξένες πλάτες; Την κυρίαρχη πολιτική και κοινωνική αφασία εξέφρασε ο Παντελίδης, αυτή συναντάμε στα τραγούδια του.