Μια και βλέπω ότι καθυστερεί να δημοσιευτεί, ανεβάζω εδώ την κριτική μου για την Δώρα για τρεις λόγους
α.για να μην σπαταλούν ενέργεια κάποιοι προσπαθώντας να εκμαιεύσουν αν είναι πράγματι γυναίκα ή του (κωλο)χώρου
β.για να μην σπαταλούν κάποιοι ενέργεια προσπαθώντας να δείξουν ότι την έχουνε μεγαλύτερη την φιλολογική κλίση από την Δώρα
(ΝΑΙ, ΤΗΝ ΕΧΟΥΝ, γιατί η Δώρα δεν έχει μία κλίση καλλιεργημένη αλλά έναν απέραντο ακαλλιέργητο κήπο που συμβιώνουν αρμονικά αγριόχορτα με μαργαρίτες μπλοκαρισμένων αγαπούληδων)
γ.γιατί ο προΰστάμενος στο τμήμα Ηθών πιστεύει ότι τα ξύνω όλη μέρα και αντί να εισχωρήσω βαθιά στα κυκλώματα της νύχτας, σαλιαρίζω με πρωτάρες βυζι,τούδες.
Επειδη η εταίρα που ερωτεύτηκα προσφάτως λείπει εκτός Αθηνών, είπα να ροκανίσω λίγο χρόνο με την Δώρα
Το ραντεβού μας με την Δ. - που το πραγματικό της όνομα είναι Αντιγόνη-Ερασμία αλλά υπήρξε σύγχυση με το Τζέισον-Αντιγόνη καθότι αμφότεροι αποτελούσαν την τσαμπουκαλεμένη ναυαρχίδα του φιλοζωϊκού/ριζοσπαστικού/αναρχοτρολλικού κινήματος, οπότε η μία το έκανε Αντιγόνη-Δώρα και το άλλο Τζέισον-Αντιγόνη - είχε οριστεί σε ένα παρακμιακό ταχυφαγείο εις την πλατεία Βάθη. Το κακό με αυτήν την πλατεία είναι πως μέχρι να αποφασίσεις αν το σωστό είναι Βάθης ή Βάθη, σου έχουν βουτήξει το πορτοφόλι και στον έχουνε φερμάρει από πίσω. Οπότε περπατάς γοργά, μην σκεπτόμενος τίποτα. Η Ερασμία κινείται στον γύρω χώρο σαν φιλοκυβερνητικός αντάρτης σε εμπόλεμη ζώνη: αν φάει πέσιμο, θα καθαρίσει η μεγάλη δύναμη/νταβάς. Μετά από ενδελεχές ψάξιμο στην υπηρεσία μου, με διαβεβαίωσαν ότι δεν έχει νταβατζή βέβαια, οπότε δύο τινά προκύπτουν: ή είναι ατρόμητη ωσάν την ιντερνετική περσόνα της ή ο νταβάς της είναι κάποιος συνάδελφος μου.
Στάθηκα στην πρόσοψη του μαγαζιού και την κοίταξα μαγεμένος, ενώ τα απόνερα του πάνω ορόφου έλουζαν τα μαλλιά μου και ένα πολυεθνικό αλαλάζον πλήθος έκανε παρέλαση στα φυσικώς καθαρισμένα από ροχάλες πεζοδρόμια. Με το ένα χέρι κάπνιζε ένα τσιγάρο, με το άλλο έκανε refresh στο μπου αγωνιώντας για λίγη ανάδραση στα επιχειρήματα της ή μια κάποια αναφορά στο ψεύτικο όνομά της, και η κρέμα από τον καπουτσίνο της έκανε ένα αστείο μουστάκι στο βαρύ μακιγιάζ της, τονίζοντας πιο πολύ το κάποτε παιδικό και νυν πουτανίστικο χαμόγελο της.
Το κινητό μου χτύπησε, η σύζυγος για να ενημερώσει βιαστικά τι φαγητό έχει σπίτι. Αποκρίθηκα ότι θα τσιμπήσω κάτι έξω και πριν ολοκληρώσω την πρόταση, το είχε κλείσει: αυτή είναι η συμφωνία μας ότι εγώ θα τσιλιμπουρδίσω και αυτή δεν θα αφήσει το δεύτερο πιάτο να πεταχτεί.
Κάθομαι δίπλα στο ασπρομυστακοφόρο τρολ και παραγγέλνω καφέ. Ο ιδιοκτήτης/υπάλληλος και όλη του η οικογένεια συν κάποιοι φίλοι τρώνε γύρω από ένα τραπέζι όλα τα καλούδια που προφανώς δεν θα κατανάλωνε αντί χρηματικού αντιτίμου κανένας σώφρων πελάτης. Η κίνηση έξω έχει αραιώσει, σαν να έπεσε σήμα ότι επίκειται περίπολο στυλιστικού γούστου. Η περσόνα Δώρα αναρτάει ποιηματάκια στον κύριο Μπρόκολο ενώ η κοντή της φούστα έχει γίνει μία δυσδιάκριτη ζάρα λίγο πιο πάνω από το βρεγμένο από την διάχυτη αδρεναλίνη στο πικερονήμα δαντελωτό της εσώρουχο. Τα πόδια της ανοιγοκλείνουν συνεχώς από νευρικό σταυροπόδι σε στάση τοκετού και ξεσπά αδιάλλειπτα σε νευρικά γέλια σε κάθε refresh, σαν ελλεϊνίδα που αλίευσε ένα like ακόμα.
Είναι αγουροξυπνημένη παρότι διάγουμε μεσάνυχτα και μάλλον άκεφη. Εκφράζει επιφυλάξεις για το αν πρέπει να υποκύψει στις ορέξεις μου καθότι φοβάται ότι λόγω προχωρημένης ηλικίας, της μείνω τέζα εκεί που θα με ιππεύει σαν άγρια βίγκαν αμαζόνα.
Της δείχνω με καμάρι φωτογραφικά ενσταντανέ από εκδρομές με το ΚΑΠΗ, όπου ανταπεξέρχομαι επιτυχώς σε προκλήσεις πεζοπορίας, πρωταθλήματος μπόουλινγκ, κυνηγητού με το εγγόνι μου για να μου κλέψει την σύνταξη καθώς και το τελευταίου τεστ κοπώσεως, στο οποίο ναι μεν πήγα να λιποθυμήσω αλλά ολοκλήρωσα χωρίς καμία παύση ή υποβοήθηση την μετάβαση στον δεύτερο όροφο του διαγνωστικού κέντρου από τις σκάλες. Η Ερασμία έκανε τον σταυρό της δύο φορές, προσπάθησε να το σκάσει από το παραθυράκι της τουαλέτας ανεπιτυχώς και έχωσε το τελευταίο αναμνηστικό μου ΕΚΑΣ στον ξεγελαστικό και εντόνως ανορθωτικό στηθόδεσμο της.
Βγήκαμε από το κατάστημα, με σύστησε σε έναν γνωστό της της υψηλής κοινωνίας ευχόμενη τα καλύτερα για το αυριανό του δικαστήριο. Η Ερασμία, ίσως περιττό και ήδη πασιφανές να το πω, είναι μια ευγενική ψυχή που ασκεί το δεύτερο αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου με απόλυτη φυσικότητα μεν αλλά με την ίδια ευγένεια δε. Δεν θα επεκταθώ περισσότερο για να μην κατηγορηθώ για άσκηση του πρώτου σε αρχαιότητα επαγγέλματος (η λέξη τελειώνει σε γαπούλης)
Φτάσαμε στο αγαπημένο μου ξενοδοχείο μετά από ατελείωτη ανηφόρα για την οποία η δεσποινίς Ερασμία προς τιμήν της δεν παραπονέθηκε καθόλου: ίσα-ίσα επειδή την είχα αφήσει 2 χιλιόμετρα πίσω για τον φόβο της πεθεράς μου που διαμένει στην περιοχή, η Ε. τσίμπησε 5 τηλεφωνάκια, μία πρόταση γάμου και μια σπασμένη γόβα, αναγκάζοντας την ένοικο του ουρανοξύστη να κατέβει πλέον στον δεύτερο όροφο. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την περιήγηση μας, παρατήρησα πρώτη φορά οδηγούς να φρενάρουν σε πορτοκαλί, ζευγαράκια να αρχίζουν διαμάχες, ερασιτέχνισες πουτάνες ελλεϊνίδες να πρασινίζουν και μπακούρια να κουτουλάνε σε στοπ. Το αποκορύφωμα της θλιβερής για τα ρευματικά μου ξέφρενης πορείας μας, ήτανε το πέρασμα από μισή διμοιρία ΜΑΤ, ζητώ εκ μέρους της δίδας Ερασμίας συγγνώμη από τους πέριξ μπαχαλάκηδες που θα έφαγαν πέσιμο για ομαδικό ξεκάβλωμα της Τάξης, αλλά εντελώς μεταξύ μας προτού η πάλη γίνει ταξική, ενίοτε ξεκινά ως πάλη της στύσης ενάντια στο στενό σώβρακο.
Στην εξώπορτα του φτηνού χαμαιτυπείου, βγάλαμε έξω με την Ε. το εσωτερικό των τσέπεων μας να μετρήσουμε πόσα χρήματα έχουμε, γιατί η δική μου σύνταξη είχε γίνει το πρωί χαρτικά και κονσέρβες στο σούπερ μάρκετ. Από τις τσέπες μου ξεπρόβαλλαν μια διακήρυξη της ένωσης κεντρώων, ένα κουπόνι για πάνες ακράτειας, ηλιόσποροι και μια φωτογραφία του εχθρού από ένα αναβληθέν ραντεβού θανάτου. Από την γυναικάρα δίπλα μου, έπεσαν μια ανοιγμένη συσκευασία προφυλακτικών με γεύση μάλμπορο, ένα περίστροφο (αναπτήρας), ένα φλογοβόλο (ζαχαροπλαστικής για να καραμελώνει το ρυζόγαλο) και ένας δονητής με ενσωματωμένη συσκευή ήχου που την ώρα της κορύφωσης απαγγέλει Πεσσόα και Λίνα Νικολακοπούλου.
Απουσία διαθέσιμου ρευστού, αρχίσαμε τις ανωμαλίες στο παρακείμενο παρκάκι ενώ οι τετράποδοι κόπροι μας κοιτούσαν με απορία και οι δίποδοι με το πέος ανά χείρας. Η Ε. πέταξε τα λιγοστά της ρούχα που σαν συνολικό εμβαδό δεν σκεπάζουν ούτε την καράφλα μου και στήθηκε υπάκουα για ανελέητο δαχτύλιασμα μέχρι να με πιάσει το βιάγκρα. Τελικά το είχα μπερδέψει με το χάπι της πίεσης ο μάλαξ και αναγκάστηκε να με τελειώσει στοματικώς - δηλαδή γλείφοντας τιε τρίχες που αναδύονται αισθησιακά από τα αυτιά και την μύτη μου
χρόνος ραντεβού: 10 λεπτά τα προκαταρκτικά, 10 λεπτά το κυρίως πιάτο (μακαρόνια, που καθάρισε ο μαγαζάτορας εις την πλατεία), 5 λεπτά χειροκρότημα-υποκλίσεις με τους ματάκηδες και μισή ώρα τα τηλέφωνα στον επόμενο αγαπούλη, στον κολλητό της, οδηγίες στον αντικαταστάτη συνεργάτη της στην περσόνα ΔΩΡΑ και σε ένα νούμερο που πήρε στην τύχη και άρχισε κουβεντούλα για να μην ακούει τις παπαριές μου
σώμα: ο λαιμός θελκτικός σε φιλάκια, το στήθος ταπεινού μεγέθους αλλά περήφανο, η ρώγα καυλώνει άμεσα (όχι με τον εραστή αλλά με τα σχόλια στο μπου), τσαχπίνικη νεανική κοιλίτσα χωρίς ίχνος περιττών κιλών ή φλώρικης χιπστερογυμναστικής, τρίχωμα στο μουνάκι σαν Χίτλερ που κοιτάει πλάγια και έχει αφήσει 2-3 ημερών, φυσική λίπανση και καλή πυκνότητα και οσμή (αναμένω τις σχετικές εργαστηριακές εξετάσεις για περαιτέρω λεπτομέρειες από το δείγμα που κάθισε στο μουστάκι μου), πόδια αμαζόνας μεσαίου αναστήματος χωρίς ίχνος κυτταρίτιδας, πέλματα ιδανικά για ποδολάγνους αλλά όχι για ανηφόρες του κέντρου, μαλλιά που μια ανακαίνιση την θέλουνε, προτείνω ένα κορακί Βύρωνα Πολύδωρα με ανταύγειες Άρη Σπηλιωτόπουλου, μάτια διογκωμένα είτε από τα πολλά ναρκωτικά, είτε από την πολύ αναγνωση ποίησης είτε από τα ναρκωτικά που χρειάζονται για να διαβάσεις την ποίηση των αξιότιμων Πούση/Μπρόκολου/Ανέστη κλπ, κώλος βραζιλιάνικος αλλά όχι από αυτούς που θα μπούνε στο κεντρικό άρμα της παρέλασης
στα αρνητικά: είναι πολύ ειλικρινής, στρέφει τον έναν ενάντια στον άλλον σαν μοιραία γυναίκα αλλά αγνοεί ότι αγαπιομαστε και αλληλοστηριζομαστε σαν ελληνική οικογένεια που εχει να μοιρασει περουσιακά, χαζεύει συνεχώς στο κινητό σαν ελλεϊνιδομουλάρα (στο σόσιαλ κομμάτι με τους αγαπούληδες, με στυγνά αρσενικά που πάνε μόνο για το σεξ έχω ακούσει ότι δεν ισχύει, εκεί βλέπει μόνο τηλεόραση με πασατέμπο, ξύνοντας αρχίδια), τα δοντια της ριχνουν ελαχιστα την συνολικη εικονα της διμετρης γυναικαρας με ελληνικα μεν γονιδια αλλα γενναιόΔωρα δε
στα θετικά: δεν με εχει παει ακομα στα δικαστηρια για ασφαλιστικα μετρα, ειναι πανεξυπνη, πολυ παθιασμενη, για σεξ,διαλογο, για ζωή, ο κώλος της είναι μια γέφυρα ανάμεσα στην μιζέρια μου και στα όνειρα μου, έχει σώμα 30αρας αν και τα έχει πατήσει εδώ και παρα παρα πολλες ημερες, δεν βιάζεται καθόλου (να ανάψει το επόμενο τσιγάρο), έχει πολύ επιλεκτικό κύκλο πελατών (στην πρωινή δουλειά της, κοράκι σε γραφείο τελετών), σε γεμίζει αισιοδοξία, χαμόγελα και καύλες (στην ιδέα ότι υπάρχουν χειρότεροι από σένα από άποψη ιντερνετικής εξάρτησης), έχει μια καρδιά τρυφερή σαν καρδιά μαρουλιού, από αυτά τα σκληρά που δεν μασιούνται με τίποτα και τα τιγκάρεις στο λαδόξυδο
αν θα ξαναδοκίμαζα: ναι, αρκεί να ρίξει λίγο την τιμή - 1,5 ευρώ για εσπρέσσο χώμα στην πλατεία Βάθη με θέα τα πρεζάκια, δεν γαμιόμαστε λέω γω
συνίσταται: για όλους να την αποφύγουν
οι υπηρεσίες της ήταν ακριβώς όπως συμφωνήθηκαν: όχι, αρνείται ακόμα την πρόταση γάμου
όταν έφτασε η ώρα, η Σταχτομαλμπορομπούτα να χάσει το ένα τακούνι της και ο δονητής της να μεταμρφωθεί σε κολοκύθα-άμαξα, με χαιρέτησε με επαγγελματισμό και κίνησε για το επόμενο ραντεβού με σοβαρότητα. Όπως την είδα να χάνεται στο μισοσκόταδο, κατάλαβα γιατί δεν διαφημίζεται με κλασσικούς μπουρδελιάρικους τρόπους αλλά σαν τρολ χοντρής αγάμητης έφηβης που μπαίνει στο φόρουμ στο διάλειμμα του φροντιστηρίου: βλέποντας την να περπατάει με το κλασσικό πουτανίστικο περπάτημα που παλεύει να ισορροπήσει, να εντυπωσιάσει, να βγάλει και αυτην την νυχτα, να ξορκίσει την ματαιότητα της αφετηρίας και του προορισμού, ενώ η φιγούρα της κινείται απελπιστικά αργά, ταυτόχρονα κάτι τρέχει καλπάζοντας. Είναι η ψυχή κύριε Μπρόκολε, η καρδιά, το μυαλό, αδιαφορώ πώς θα το ορίσουμε. Ίσως είναι η μύτη της που τρέχει μόνο έχοντας πουντιάσει στην βραδινή της στολή.Μα όπως και να το δει κανείς, είναι τόσο, μα τόσο , αξιαγάπητη.