jaygatsby
Μέλος
- Εγγρ.
- 5 Αυγ 2010
- Μηνύματα
- 7.896
- Κριτικές
- 1
- Like
- 346
- Πόντοι
- 86
Όπως είναι γνωστό το ελληνικό κράτος ξοδεύει κάθε χρόνο δεκάδες δισεκατομμύρια περισσότερα από όσα διαθέτει. Όταν έκλεισαν οι πόρτες των αγορών, η Ελλάδα συνέχιζε να χρειάζεται δανεικά για να επιβιώνει, καθώς ήταν αδύνατο να εκμηδενίσει τα 36 δισεκατομμύρια που της έλειψαν το 2009 . Έτσι το 2010, παρά τα μέτρα λιτότητας, η Ελλάδα χρειάστηκε να δανειστεί 23,5 δισ. ευρώ. Αφαιρώντας τις πληρωμές των τόκων, έλειπαν από τον προϋπολογισμό περίπου 10 δισ. για εσωτερικές ανάγκες.
Την άνοιξη του 2010 ουσιαστικά κανείς δεν δάνειζε χρήματα στην Ελλάδα. Οι μόνοι που δέχτηκαν να το κάνουν ήταν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ε.Ε. και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Φυσικά δεν το έκαναν επειδή αγαπούσαν τους Έλληνες αλλά γιατί έκριναν ότι η μη διάσωση της Ελλάδας θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερα οικονομικά προβλήματα από τη διάσωσή της.
Η Ελλάδα για να πάρει το δάνειο έπρεπε να δεχτεί τους όρους των δανειστών. Ανεξάρτητα από το αν οι όροι αυτοί ήταν σωστοί και ανεξάρτητα από το αν η τότε ελληνική κυβέρνηση τους διαπραγματεύθηκε ικανοποιητικά, κανείς δεν διατύπωσε μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση για το πού θα μπορούσαν να βρεθούν τα χρήματα που έλειπαν. Ούτε κανείς υποστήριξε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να εκμηδενίσει το πρωτογενές , έστω, έλλειμμά της μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, ώστε να μη χρειάζεται δανεικά.
Πολλοί είχαν ισχυριστεί τότε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να βρει χρήματα από την Κίνα και τη Ρωσία, και έτσι να αποφύγει τους όρους των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ. Ανάμεσά τους ο μουσιικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης και ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Γιώργος Κασιμάτης, οι οποίοι διακήρυτταν τα ακόλουθα:
Πληροφορίες που έχουν δημοσιευθεί και κυκλοφορούν στο διαδίκτυο αναφέρουν ότι η Ελλάδα ευρισκόμενη σε κακή οικονομική κατάσταση και στα πρόθυρα πτωχεύσεως, δέχθηκε προ καιρού προτάσεις: 1. από την Κίνα η οποία λέγοντας ότι θέλει να βοηθήσει την Ελλάδα, μας προτείνει να μας ξεπληρώσει [...] όλο το δημόσιο χρέος, χωρίς ανταλλάγματα. [...] Να μας δανείσει όποιο ποσό είναι αναγκαίο για την λειτουργία της χώρας, με 1% (έναντι 6,7% των Γερμανών). Να μας στείλει όσους τουρίστες θέλουμε ή έστω όσους έχουμε την υποδομή να φιλοξενήσουμε. [...] 2. από την Ρωσία για οιαδήποτε βοήθεια, οικονομική [...]
Η απάντηση της Κυβέρνησης: Ο Χ Ι, δεν συμφωνούμε!
Οι παραπάνω ισχυρισμοί, που έγιναν πιστευτοί από πάρα πολλούς, διαψεύστηκαν πολλές φορές από την πραγματικότητα. Κανείς δεν εμπόδισε την Κίνα και τη Ρωσία να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα, όσο αυτά βρίσκονταν στις αγορές και να απολαύσουν τις μεγάλες αποδόσεις που προσέφεραν. Η Κίνα μπορούσε κάλλιστα να δανείσει την Ελλάδα με επιτόκια γύρω στο 10% και να πετύχει δεκαπλάσια απόδοση από 1% , που δήθεν μας πρόσφερε. Βεβαίως και δεν το έκανε, επειδή έκρινε ότι δεν τη συνέφερε.
Το κινεζικό κράτος έχει, πράγματι, αρκετά διαθέσιμα κεφάλαια και δανείζει τις δυτικές χώρες. Τα κεφάλαια αυτά περισσεύουν λόγω της μειωμένης ιδιωτικής κατανάλωσης, που ανέρχεται μόλις στο 30% του Α.Ε.Π. (έναντι 72% της Ελλάδας), καθώς ο κινεζικός λαός ζει σε συνθήκες μεγάλης φτώχειας. Οι μόνοι που καταναλώνουν είναι οι κινέζοι νεόπλουτοι, οι οποίοι έχουν σώσει την βιομηχανία ειδών πολυτελείας της Δύσης.
Η Κίνα προσέχει πολύ την τοποθέτηση των χρημάτων της, έχει μάλιστα δικό της οίκο αξιολόγησης, τον Dagnog, ο οποίος είχε και αυτός υποβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, όπως αργότερα και της Γαλλίας. Οι Κινέζοι, όχι απλώς δεν δάνειζαν τους Έλληνες, αλλά συμβούλευαν και όλους τους άλλους να μην το κάνουν.
Θα πρέπει να είναι κανένας αφελής για να πιστέψει ότι η κινεζική ηγεσία, που καταδικάζει το λαό της σε εξαθλίωση για να επενδύει στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, θα χάριζε τα χρήματά της στους Έλληνες. Θα επιδοτούσε, δηλαδή, την κατανάλωση των Ελλήνων τη στιγμή που στερεί από την πλειοψηφία του λαού της βασικά αγαθά. Και γιατί να ξεπληρώσει χωρίς ανταλλάγματα η Κίνα όλο το δημόσιο χρέος μόνο της Ελλάδας και όχι της φτωχότερης Πορτογαλίας -που είναι πολύ μικρότερο από το ελληνικό – ή της Ισπανίας;
Όσο για τη Ρωσία, όχι μόνον δεν προσφέρθηκε να δανείσει την Ελλάδα αλλά, ως μέλος του ΔΝΤ, ήταν αντίθετη με την παροχή μεγαλύτερης βοήθειας στη χώρα μας, με τη νέα συμφωνία του Ιανουαρίου 2012. Επίσης τη βλέπουμε να αρνείται να πουλήσει πετρέλαιο επί πιστώσει στα ελληνικά διυλιστήρια, τα οποία είναι κερδοφόρες και φερέγγυες επιχειρήσεις, εξαιτίας των κινδύνων που διαβλέπει για το ελληνικό κράτος. Η στάση της είναι ενδεικτική για το πώς αντιλαμβάνεται το ελληνικό πρόβλημα.
Οι δανειστές της Ελλάδας κατηγορούνται για πολλά και πρώτα απ' όλα για τοκογλυφία. Τοκογλύφος είναι αυτός που επιβαρύνει με υπέρογκα επιτόκια εκείνους που δεν μπορούν να βρουν πιστώσεις στο επίσημο τραπεζικό σύστημα. Η Ελλάδα, αν ήθελε να δανειστεί από τις αγορές το 2010, θα έπρεπε να πληρώνει επιτόκια πάνω από 10%, ενώ αργότερα γύρω στο 30%. Υπό την προϋπόθεση ότι θα έβρισκε κάποιους πρόθυμους να τη δανείσουν. Τα επιτόκια του μηχανισμού διάσωσης ήταν γύρω στο 4-5%, πολύ μικρότερα από τα επιτόκια των αγορών – και σε καμιά περίπτωση τοκογλυφικά. Μάλιστα, δύο χώρες με μεγάλο ποσοστό συμμετοχής στο μηχανισμό στήριξης της Ελλάδας το 2011, η Ιταλία και η Ισπανία, δανείζονταν με 7% και δάνειζαν την Ελλάδα με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο, καταγράφοντας άμεσες ζημιές σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο για την οικονομία τους.
Βέβαια, όσο μικρότερο είναι το επιτόκιο τόσο πιο εύκολο είναι για την Ελλάδα να αντιμετωπίσει την κρίση. Και είναι αλήθεια ότι χώρες που δανείζονται φθηνά, όπως η Γερμανία, έχουν κέρδος από το δανεισμό της Ελλάδας, αναλαμβάνουν όμως ένα ρίσκο γιατί υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο χρεοκοπίας ή αδυναμίας της Ελλάδας να εκπληρώσει τους όρους του δανείου.
Όσοι κατηγορούν τη Γερμανία για τοκογλυφία παραβλέπουν το ότι η γερμανική κυβέρνηση θα μπορούσε να επενδύσει τα χρήματα που δίνει στην Ελλάδα στο εσωτερικό της χώρας της, και ιδιαίτερα σε περιοχές της πρώην ανατολικής Γερμανίας που παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά ανεργίας. Με δεδομένη την υψηλή ανταγωνιστικότητα της γερμανικής οικονομίας και τα πολλά συγκριτικά της πλεονεκτήματα, η απόδοση των δεκάδων δισεκατομμυρίων που λαμβάνει η Ελλάδα θα ήταν πολλαπλάσια για τη Γερμανία αν η επένδυση γινόταν στο γερμανικό έδαφος.
Επίσης δεν πρέπει να λησμονούμε ότι, στην Ελλάδα, τα τελευταία τριάντα χρόνια που είναι μέλος της Ε.Ε., εισέρευσαν μέσα από τις επιδοτήσεις της Ε.Ε. 203,5 δισ. ευρώ (σε σταθερές τιμές 2010), σύμφωνα με μελέτη της Eurobank. Tα χρήματα αυτά προήλθαν από τη φορολογία των κατοίκων των πλουσιότερων ευρωπαϊκών χωρών και κυρίως της Γερμανίας. Οι επιδοτήσεις δεν δόθηκαν στην Ελλάδα από συμπάθεια αλλά από μια διευρυμένη αντίληψη του συμφέροντος των χωρών αυτών στο πλαίσιο της Ε.Ε. Το πώς αξιοποιήθηκαν οι πόροι αυτοί από την Ελλάδα είναι ζήτημα μιας άλλης συζήτησης.
Συχνά ακούγεται και η άποψη ότι οι Γερμανοί θέλουν να φτωχύνουμε για να αγοράσουν την Ελλάδα για ένα κομμάτι ψωμί. Στην ανατολική Ευρώπη, στα Βαλκάνια και στη Μεσόγειο υπάρχουν χώρες πολύ πιο φθηνές από την Ελλάδα, με πάρα πολύ μικρό κόστος εργασίας και χαμηλή φορολογία. Οι Γερμανοί θα μπορούσαν να κάνουν επενδύσεις εκεί χωρίς να χρειάζεται να εκταμιεύσουν προκαταβολικά τόσες δεκάδες δισεκατομμύρια και να περιμένουν την Ελλάδα να φθηνύνει. Εξάλλου, αν ο σκοπός των Γερμανών είναι η πλήρης απαξίωση της Ελλάδας, ο σκοπός αυτός θα είχε επιτευχθεί άμεσα και ανέξοδα με την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Η πραγματικότητα που δείχνουν τα παραπάνω στοιχεία δεν απαλλάσσει τη γερμανική κυβέρνηση από ενδεχόμενες ευθύνες στο ζήτημα της ελληνικής κρίσης. Η συζήτηση για τις ευθύνες αυτές πρέπει να γίνεται στη βάση λογικών επιχειρημάτων και όχι σαν ένας καταιγισμός κατηγοριών για να εξαχθούν βολικά συμπεράσματα.
Ορισμένοι δεν αρκούνται στις οικονομικές κατηγορίες εναντίον της Γερμανίας και μιλούν για αποικιοκρατία, ακόμη και για γερμανική κατοχή στη σημερινή Ελλάδα. Οι απόψεις αυτές είναι, τουλάχιστον, ανιστόρητες. Αγνοούν την ιστορία και ως επιστήμη και ως βίωμα. Εκτός όλων των άλλων, αποικιοκρατία και κατοχή στο οικονομικό πεδίο σημαίνει καταλήστευση του πλούτου της κατεχόμενης χώρας και τη μεταφορά του στη χώρα του κατακτητή. Έτσι γινόταν σε όλες τις αποικίες, έτσι έγινε και στην πραγματική γερμανική κατοχή της περιόδου1941-1944. Τότε, όπως γνωρίζουμε, η Γερμανία, όχι απλώς διαχειρίστηκε προς το συμφέρον της τον πλούτο της Ελλάδας, αλλά και υποχρέωσε την Ελλάδα να της παραχωρήσει το λεγόμενο κατοχικό δάνειο.
Ο δημόσιος λόγος στην Ελλάδα χαρακτηριζόταν διαχρονικά από έναν διάχυτο, τυφλό αντιαμερικανισμό. Αποκορύφωμα αυτής της στάσης ήταν η φανερή χαρά και ικανοποίηση με την οποία υποδέχθηκαν την τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 έλληνες πολιτικοί, διανοούμενοι, καλλιτέχνες και ιερωμένοι. Πολλοί από εκείνους που πανηγύριζαν τότε, βρίσκονται ανάμεσα σε αυτούς που μιλούν σήμερα για Κατοχή και για 4ο Ράιχ.
Από τη δεκαετία του 1990, ο εθνικισμός, γνώρισμα παλιότερα της Ακροδεξιάς, είχε κατακτήσει μεγάλα κομμάτια της Αριστεράς. Σε αντάλλαγμα, η Ακροδεξιά ασπάστηκε τον αντιαμερικανισμό, τη σημαία της Αριστεράς. Δεν είναι τυχαίο ότι η ανταλλαγή αυτή εξελίχθηκε την περίοδο που η Ελλάδα επιχειρούσε να βρεθεί στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να ενταχθεί στο ευρώ.
Μετά το 2010, ο αντιαμερικανισμός αντικαταστάθηκε από τον αντιγερμανισμό. Θεωρούμενες σοβαρές εφημερίδες δημοσιεύουν στην πρώτη τους σελίδα φωτογραφίες της καγκελαρίου Μέρκελ σε γκριμάτσες που θυμίζουν δράκουλα, για να υπονοήσουν ότι ετοιμάζεται να κατασπαράξει τους Έλληνες. Ο συναγωνισμός για το ποιος θα κάνει την πιο εντυπωσιακή δήλωση εναντίον των Γερμανών δεν έχει όρια και συχνά διολισθαίνει σε ρατσιστικά κηρύγματα, τα οποία βασίζονται στον πυρήνα της ναζιστικής ιδεολογίας, τη γονιδιακή κατάταξη των φυλών. Χαρακτηριστική είναι η θέση του Γιάννη Δημαρά:
Αν είχατε μελετήσει Γκαίτε, για παράδειγμα, θα το ξέρατε. Στη Χώρα μου, οφείλετε το γεγονός ότι από άγριοι και απολίτιστοι Γότθοι μετατραπήκατε σε συντεταγμένο έθνος, μόνο που όπως φαίνεται η πρώτη σας ιδιότητα είναι γονιδιακή και δεν σας εγκαταλείπει.
Η ταύτιση της σημερινής δημοκρατικής Γερμανίας με το καθεστώς του Χίτλερ αποτελεί εύκολο τρόπο για να εκφράσουν τα πρόσωπα της τηλεόρασης, διασκεδαστές και δημοσιογράφοι, το μίσος της κοινής γνώμης προς τη Γερμανία, που οι ίδιοι καλλιέργησαν. Η Όλγα Τρέμη «αστειεύτηκε» στο δελτίο ειδήσεων του Mega (3/2/2011), λέγοντας ότι οι Γερμανοί απαιτούν την εκτέλεση 150.000 δημοσίων υπαλλήλων στο Δίστομο, χρησιμοποιώντας ακόμη και τη μνήμη των θυμάτων για χάρη ενός θλιβερού αντιγερμανικού χιούμορ.
Οι Έλληνες έχοντας διδαχθεί ότι βρίσκονται στο επίκεντρο του κόσμου πιστεύουν ότι όλοι οι άλλοι τους χρωστούν τα πάντα. Η υπερηφάνεια αυτή χρησιμοποιείται ως άμυνα απέναντι στην πραγματικότητα. Οι Έλληνες έχοντας συλλογικά καλλιεργήσει σύνδρομα ανασφάλειας βλέπουν πίσω από κάθε αποτυχία τους συνωμοσίες των ξένων. Ακόμη και τη στιγμή που οι τεράστιες εσωτερικές ευθύνες είναι προφανείς, πολλοί εξακολουθούν να βλέπουν εχθρούς που θέλουν να εξαφανίσουν την Ελλάδα και να ταπεινώσουν τον «αδούλωτο» λαό της.
Την άνοιξη του 2010 ουσιαστικά κανείς δεν δάνειζε χρήματα στην Ελλάδα. Οι μόνοι που δέχτηκαν να το κάνουν ήταν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ε.Ε. και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Φυσικά δεν το έκαναν επειδή αγαπούσαν τους Έλληνες αλλά γιατί έκριναν ότι η μη διάσωση της Ελλάδας θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερα οικονομικά προβλήματα από τη διάσωσή της.
Η Ελλάδα για να πάρει το δάνειο έπρεπε να δεχτεί τους όρους των δανειστών. Ανεξάρτητα από το αν οι όροι αυτοί ήταν σωστοί και ανεξάρτητα από το αν η τότε ελληνική κυβέρνηση τους διαπραγματεύθηκε ικανοποιητικά, κανείς δεν διατύπωσε μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση για το πού θα μπορούσαν να βρεθούν τα χρήματα που έλειπαν. Ούτε κανείς υποστήριξε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να εκμηδενίσει το πρωτογενές , έστω, έλλειμμά της μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, ώστε να μη χρειάζεται δανεικά.
Πολλοί είχαν ισχυριστεί τότε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να βρει χρήματα από την Κίνα και τη Ρωσία, και έτσι να αποφύγει τους όρους των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ. Ανάμεσά τους ο μουσιικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης και ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Γιώργος Κασιμάτης, οι οποίοι διακήρυτταν τα ακόλουθα:
Πληροφορίες που έχουν δημοσιευθεί και κυκλοφορούν στο διαδίκτυο αναφέρουν ότι η Ελλάδα ευρισκόμενη σε κακή οικονομική κατάσταση και στα πρόθυρα πτωχεύσεως, δέχθηκε προ καιρού προτάσεις: 1. από την Κίνα η οποία λέγοντας ότι θέλει να βοηθήσει την Ελλάδα, μας προτείνει να μας ξεπληρώσει [...] όλο το δημόσιο χρέος, χωρίς ανταλλάγματα. [...] Να μας δανείσει όποιο ποσό είναι αναγκαίο για την λειτουργία της χώρας, με 1% (έναντι 6,7% των Γερμανών). Να μας στείλει όσους τουρίστες θέλουμε ή έστω όσους έχουμε την υποδομή να φιλοξενήσουμε. [...] 2. από την Ρωσία για οιαδήποτε βοήθεια, οικονομική [...]
Η απάντηση της Κυβέρνησης: Ο Χ Ι, δεν συμφωνούμε!
Οι παραπάνω ισχυρισμοί, που έγιναν πιστευτοί από πάρα πολλούς, διαψεύστηκαν πολλές φορές από την πραγματικότητα. Κανείς δεν εμπόδισε την Κίνα και τη Ρωσία να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα, όσο αυτά βρίσκονταν στις αγορές και να απολαύσουν τις μεγάλες αποδόσεις που προσέφεραν. Η Κίνα μπορούσε κάλλιστα να δανείσει την Ελλάδα με επιτόκια γύρω στο 10% και να πετύχει δεκαπλάσια απόδοση από 1% , που δήθεν μας πρόσφερε. Βεβαίως και δεν το έκανε, επειδή έκρινε ότι δεν τη συνέφερε.
Το κινεζικό κράτος έχει, πράγματι, αρκετά διαθέσιμα κεφάλαια και δανείζει τις δυτικές χώρες. Τα κεφάλαια αυτά περισσεύουν λόγω της μειωμένης ιδιωτικής κατανάλωσης, που ανέρχεται μόλις στο 30% του Α.Ε.Π. (έναντι 72% της Ελλάδας), καθώς ο κινεζικός λαός ζει σε συνθήκες μεγάλης φτώχειας. Οι μόνοι που καταναλώνουν είναι οι κινέζοι νεόπλουτοι, οι οποίοι έχουν σώσει την βιομηχανία ειδών πολυτελείας της Δύσης.
Η Κίνα προσέχει πολύ την τοποθέτηση των χρημάτων της, έχει μάλιστα δικό της οίκο αξιολόγησης, τον Dagnog, ο οποίος είχε και αυτός υποβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, όπως αργότερα και της Γαλλίας. Οι Κινέζοι, όχι απλώς δεν δάνειζαν τους Έλληνες, αλλά συμβούλευαν και όλους τους άλλους να μην το κάνουν.
Θα πρέπει να είναι κανένας αφελής για να πιστέψει ότι η κινεζική ηγεσία, που καταδικάζει το λαό της σε εξαθλίωση για να επενδύει στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, θα χάριζε τα χρήματά της στους Έλληνες. Θα επιδοτούσε, δηλαδή, την κατανάλωση των Ελλήνων τη στιγμή που στερεί από την πλειοψηφία του λαού της βασικά αγαθά. Και γιατί να ξεπληρώσει χωρίς ανταλλάγματα η Κίνα όλο το δημόσιο χρέος μόνο της Ελλάδας και όχι της φτωχότερης Πορτογαλίας -που είναι πολύ μικρότερο από το ελληνικό – ή της Ισπανίας;
Όσο για τη Ρωσία, όχι μόνον δεν προσφέρθηκε να δανείσει την Ελλάδα αλλά, ως μέλος του ΔΝΤ, ήταν αντίθετη με την παροχή μεγαλύτερης βοήθειας στη χώρα μας, με τη νέα συμφωνία του Ιανουαρίου 2012. Επίσης τη βλέπουμε να αρνείται να πουλήσει πετρέλαιο επί πιστώσει στα ελληνικά διυλιστήρια, τα οποία είναι κερδοφόρες και φερέγγυες επιχειρήσεις, εξαιτίας των κινδύνων που διαβλέπει για το ελληνικό κράτος. Η στάση της είναι ενδεικτική για το πώς αντιλαμβάνεται το ελληνικό πρόβλημα.
Οι δανειστές της Ελλάδας κατηγορούνται για πολλά και πρώτα απ' όλα για τοκογλυφία. Τοκογλύφος είναι αυτός που επιβαρύνει με υπέρογκα επιτόκια εκείνους που δεν μπορούν να βρουν πιστώσεις στο επίσημο τραπεζικό σύστημα. Η Ελλάδα, αν ήθελε να δανειστεί από τις αγορές το 2010, θα έπρεπε να πληρώνει επιτόκια πάνω από 10%, ενώ αργότερα γύρω στο 30%. Υπό την προϋπόθεση ότι θα έβρισκε κάποιους πρόθυμους να τη δανείσουν. Τα επιτόκια του μηχανισμού διάσωσης ήταν γύρω στο 4-5%, πολύ μικρότερα από τα επιτόκια των αγορών – και σε καμιά περίπτωση τοκογλυφικά. Μάλιστα, δύο χώρες με μεγάλο ποσοστό συμμετοχής στο μηχανισμό στήριξης της Ελλάδας το 2011, η Ιταλία και η Ισπανία, δανείζονταν με 7% και δάνειζαν την Ελλάδα με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο, καταγράφοντας άμεσες ζημιές σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο για την οικονομία τους.
Βέβαια, όσο μικρότερο είναι το επιτόκιο τόσο πιο εύκολο είναι για την Ελλάδα να αντιμετωπίσει την κρίση. Και είναι αλήθεια ότι χώρες που δανείζονται φθηνά, όπως η Γερμανία, έχουν κέρδος από το δανεισμό της Ελλάδας, αναλαμβάνουν όμως ένα ρίσκο γιατί υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο χρεοκοπίας ή αδυναμίας της Ελλάδας να εκπληρώσει τους όρους του δανείου.
Όσοι κατηγορούν τη Γερμανία για τοκογλυφία παραβλέπουν το ότι η γερμανική κυβέρνηση θα μπορούσε να επενδύσει τα χρήματα που δίνει στην Ελλάδα στο εσωτερικό της χώρας της, και ιδιαίτερα σε περιοχές της πρώην ανατολικής Γερμανίας που παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά ανεργίας. Με δεδομένη την υψηλή ανταγωνιστικότητα της γερμανικής οικονομίας και τα πολλά συγκριτικά της πλεονεκτήματα, η απόδοση των δεκάδων δισεκατομμυρίων που λαμβάνει η Ελλάδα θα ήταν πολλαπλάσια για τη Γερμανία αν η επένδυση γινόταν στο γερμανικό έδαφος.
Επίσης δεν πρέπει να λησμονούμε ότι, στην Ελλάδα, τα τελευταία τριάντα χρόνια που είναι μέλος της Ε.Ε., εισέρευσαν μέσα από τις επιδοτήσεις της Ε.Ε. 203,5 δισ. ευρώ (σε σταθερές τιμές 2010), σύμφωνα με μελέτη της Eurobank. Tα χρήματα αυτά προήλθαν από τη φορολογία των κατοίκων των πλουσιότερων ευρωπαϊκών χωρών και κυρίως της Γερμανίας. Οι επιδοτήσεις δεν δόθηκαν στην Ελλάδα από συμπάθεια αλλά από μια διευρυμένη αντίληψη του συμφέροντος των χωρών αυτών στο πλαίσιο της Ε.Ε. Το πώς αξιοποιήθηκαν οι πόροι αυτοί από την Ελλάδα είναι ζήτημα μιας άλλης συζήτησης.
Συχνά ακούγεται και η άποψη ότι οι Γερμανοί θέλουν να φτωχύνουμε για να αγοράσουν την Ελλάδα για ένα κομμάτι ψωμί. Στην ανατολική Ευρώπη, στα Βαλκάνια και στη Μεσόγειο υπάρχουν χώρες πολύ πιο φθηνές από την Ελλάδα, με πάρα πολύ μικρό κόστος εργασίας και χαμηλή φορολογία. Οι Γερμανοί θα μπορούσαν να κάνουν επενδύσεις εκεί χωρίς να χρειάζεται να εκταμιεύσουν προκαταβολικά τόσες δεκάδες δισεκατομμύρια και να περιμένουν την Ελλάδα να φθηνύνει. Εξάλλου, αν ο σκοπός των Γερμανών είναι η πλήρης απαξίωση της Ελλάδας, ο σκοπός αυτός θα είχε επιτευχθεί άμεσα και ανέξοδα με την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Η πραγματικότητα που δείχνουν τα παραπάνω στοιχεία δεν απαλλάσσει τη γερμανική κυβέρνηση από ενδεχόμενες ευθύνες στο ζήτημα της ελληνικής κρίσης. Η συζήτηση για τις ευθύνες αυτές πρέπει να γίνεται στη βάση λογικών επιχειρημάτων και όχι σαν ένας καταιγισμός κατηγοριών για να εξαχθούν βολικά συμπεράσματα.
Ορισμένοι δεν αρκούνται στις οικονομικές κατηγορίες εναντίον της Γερμανίας και μιλούν για αποικιοκρατία, ακόμη και για γερμανική κατοχή στη σημερινή Ελλάδα. Οι απόψεις αυτές είναι, τουλάχιστον, ανιστόρητες. Αγνοούν την ιστορία και ως επιστήμη και ως βίωμα. Εκτός όλων των άλλων, αποικιοκρατία και κατοχή στο οικονομικό πεδίο σημαίνει καταλήστευση του πλούτου της κατεχόμενης χώρας και τη μεταφορά του στη χώρα του κατακτητή. Έτσι γινόταν σε όλες τις αποικίες, έτσι έγινε και στην πραγματική γερμανική κατοχή της περιόδου1941-1944. Τότε, όπως γνωρίζουμε, η Γερμανία, όχι απλώς διαχειρίστηκε προς το συμφέρον της τον πλούτο της Ελλάδας, αλλά και υποχρέωσε την Ελλάδα να της παραχωρήσει το λεγόμενο κατοχικό δάνειο.
Ο δημόσιος λόγος στην Ελλάδα χαρακτηριζόταν διαχρονικά από έναν διάχυτο, τυφλό αντιαμερικανισμό. Αποκορύφωμα αυτής της στάσης ήταν η φανερή χαρά και ικανοποίηση με την οποία υποδέχθηκαν την τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 έλληνες πολιτικοί, διανοούμενοι, καλλιτέχνες και ιερωμένοι. Πολλοί από εκείνους που πανηγύριζαν τότε, βρίσκονται ανάμεσα σε αυτούς που μιλούν σήμερα για Κατοχή και για 4ο Ράιχ.
Από τη δεκαετία του 1990, ο εθνικισμός, γνώρισμα παλιότερα της Ακροδεξιάς, είχε κατακτήσει μεγάλα κομμάτια της Αριστεράς. Σε αντάλλαγμα, η Ακροδεξιά ασπάστηκε τον αντιαμερικανισμό, τη σημαία της Αριστεράς. Δεν είναι τυχαίο ότι η ανταλλαγή αυτή εξελίχθηκε την περίοδο που η Ελλάδα επιχειρούσε να βρεθεί στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να ενταχθεί στο ευρώ.
Μετά το 2010, ο αντιαμερικανισμός αντικαταστάθηκε από τον αντιγερμανισμό. Θεωρούμενες σοβαρές εφημερίδες δημοσιεύουν στην πρώτη τους σελίδα φωτογραφίες της καγκελαρίου Μέρκελ σε γκριμάτσες που θυμίζουν δράκουλα, για να υπονοήσουν ότι ετοιμάζεται να κατασπαράξει τους Έλληνες. Ο συναγωνισμός για το ποιος θα κάνει την πιο εντυπωσιακή δήλωση εναντίον των Γερμανών δεν έχει όρια και συχνά διολισθαίνει σε ρατσιστικά κηρύγματα, τα οποία βασίζονται στον πυρήνα της ναζιστικής ιδεολογίας, τη γονιδιακή κατάταξη των φυλών. Χαρακτηριστική είναι η θέση του Γιάννη Δημαρά:
Αν είχατε μελετήσει Γκαίτε, για παράδειγμα, θα το ξέρατε. Στη Χώρα μου, οφείλετε το γεγονός ότι από άγριοι και απολίτιστοι Γότθοι μετατραπήκατε σε συντεταγμένο έθνος, μόνο που όπως φαίνεται η πρώτη σας ιδιότητα είναι γονιδιακή και δεν σας εγκαταλείπει.
Η ταύτιση της σημερινής δημοκρατικής Γερμανίας με το καθεστώς του Χίτλερ αποτελεί εύκολο τρόπο για να εκφράσουν τα πρόσωπα της τηλεόρασης, διασκεδαστές και δημοσιογράφοι, το μίσος της κοινής γνώμης προς τη Γερμανία, που οι ίδιοι καλλιέργησαν. Η Όλγα Τρέμη «αστειεύτηκε» στο δελτίο ειδήσεων του Mega (3/2/2011), λέγοντας ότι οι Γερμανοί απαιτούν την εκτέλεση 150.000 δημοσίων υπαλλήλων στο Δίστομο, χρησιμοποιώντας ακόμη και τη μνήμη των θυμάτων για χάρη ενός θλιβερού αντιγερμανικού χιούμορ.
Οι Έλληνες έχοντας διδαχθεί ότι βρίσκονται στο επίκεντρο του κόσμου πιστεύουν ότι όλοι οι άλλοι τους χρωστούν τα πάντα. Η υπερηφάνεια αυτή χρησιμοποιείται ως άμυνα απέναντι στην πραγματικότητα. Οι Έλληνες έχοντας συλλογικά καλλιεργήσει σύνδρομα ανασφάλειας βλέπουν πίσω από κάθε αποτυχία τους συνωμοσίες των ξένων. Ακόμη και τη στιγμή που οι τεράστιες εσωτερικές ευθύνες είναι προφανείς, πολλοί εξακολουθούν να βλέπουν εχθρούς που θέλουν να εξαφανίσουν την Ελλάδα και να ταπεινώσουν τον «αδούλωτο» λαό της.