ετσι για να μαθαινουμε :
Αρχικά, όρος από τον χώρο της οικοδομής όπου και χρησιμοποιείται συχνότατα . Τα πρέκια είναι τα οριζόντια δοκάρια που βρίσκονται πάνω από μια πόρτα ή ένα παράθυρο –ή, και πάνω από το τζάκι. Το πάνω μέρος του Π –lintel ή header beam στα Αγγλικά, αν διευκολύνει. Μπορεί να είναι από ξύλο, μάρμαρο, πέτρα, τσιμέντο ή και μέταλλο. Πολύ σημαντικό δομικό στοιχείο διότι, προφ, κρατάνε τον τοίχο που βρίσκεται πάνω από το κενό που αφήνει η πόρτα ή το παράθυρο.
Έξω από τον χώρο της οικοδομής, η λέξη απαντάται στην έκφραση θα του γαμήσω τα πρέκια –ή, θα του σκίσω τα πρέκια ή, στην πιο κόσμια εκδοχή, θα του αλλάξω τα πρέκια. Πρόκειται για ισχυρή, αλλά αόριστη, απειλή –η κεντρική ιδέα είναι ότι θα του πειράξω κάτι πολύ βασικό και, ωσεκτουτού, θα τον εξουθενώσω, θα τον διαλύσω, θα τον κατατροπώσω . Συνήθως, όμως, η απειλή εκτοξεύεται σε μια έκρηξη θυμού χωρίς νάχουμε κάτι πολύ συγκεκριμένο κατά νου.
Διότι, σε αυτή την υβριστική, μεταφορική χρήση δεν είναι σαφές και τι εννοούσε ο ποιητής αναφερόμενος στα πρέκια. Έχει υποστηριχθεί ότι πρέκια είναι τα ανδρικά γεννητικά όργανα αλλά αυτό είναι μάλλον αβάσιμο –δεν κολλάει. Πιθανότερο είναι ως πρέκια να νοούνται τα κωλομάγουλα, τα κωλοβάρδουλα και μια σχετικά σπάνια περίπτωση τέτοιας χρήσης είναι το Παρ. 4. Ίσως, όμως, να πρόκειται απλώς για μια απευθείας χαλαρή μεταφορά από την ορολογία της οικοδομής που τονίζει πόσο μεγάλο είναι το ζόρι που θα προκύψει χωρίς να κάνει συγκεκριμένη σύνδεση με κάποιο ανατομικό στοιχείο.
Ο Μπαμπινιώτης ετυμολογεί τη λέξη πρέκια διστακτικά από το αρχαίο πρίω=σφίγγω, συνδέω –ίδια ρίζα με το πριόνι. Η λέξη ενίοτε προφέρεται και ως μπρέκια αλλά δεν έχει καμμία σχέση με το κεφαλονίτικο μπρέκια που βγαίνει από το break και σημαίνει ζημιά.
Συγγενή λήμματα: κωλοβάρδουλα, γαμώ τα βάρδουλα, κωλοφάρδουλα,
τελατίνι, αλμυρό φυστίκι