Παντως οι ναυτες στην Ελλαδα @@ θητεια κανουν .
ΤΑ ξυνουν ολη μερα
Θα μου επιτρέψεις να διαφωνήσω. Εγώ, ως Ναύτης, αν και υπηρέτησα Ναύσταθμο Σαλαμίνας αρχικά και σε μία υπηρεσία εντός του Λεκανοπεδίου στη συνέχεια, αν και παρουσιάστηκα σε ηλικία 29 ετών, με τρία πτυχία και ένα μικρό -σχετικά - βύσμα, δεν πέρασα και τέλεια.
Εκτελούσα όλο το πρωί δουλειά γραμματείας, απέδιδα τρείς φορές πιο παραγωγικά και από στέλεχος ιδιωτικής εταιρείας με αποτέλεσμα οι δημοσιοϋπάλληλοι και τα πιλάφια να παίζουν πασιέντζες στον υπολογιστή, να φουμάρουν αρειμανίως και να χαριεντίζονται. Επιπλέον, η γραμματειακή δουλειά είχε και πολύ τρέξιμο έξω (σε άλλες υπηρεσίες, για ανταλλαγή εγγράφων κλπ.) και σε αυτό το τρέξιμο ενδιάμεσα είχα και διάφορες αγγαρείες και μικροεξυπηρετήσεις που μου ανέθεταν τα πιλάφια, ηδονιζόμενα από την καύλα να μεταχερίζονται έτσι έναν άνθρωπο σαν και μένα.
Επιστρέφοντας, υπήρχε ατομική αγγαρεία σίγουρη. Σάρωση φύλλων και σκόνης από το προαύλιο, ή ασβέστωμα, καθαριότητα θαλάμων ή τουαλετών, καθάρισμα στα μαγειρεία ή δεν ξέρω και 'γώ τι άλλο. Μετά από μία σύντομη μεσημβρινή ανάπαυση, ακολουθούσε νέα ομαδική αγγαρεία και στη συνέχεια κάποια περισσεύματα δουλειάς ξανά στη γραμματεία. Το βραδάκι πάλι ατομική αγγαρεία και μετά, μία γεμάτη τετραωρία 8.00-12.00, ή 12.00 - 4.00 πμ. ή 4.00 - 8.00 πμ. σε πεζό περίπολο, στην πύλη, ή σε υπερυψωμένο φυλάκιο. Υπήρχαν περίοδοι μεγάλης έλλειψης δυναμικού και η τετραωρία μπορούσε να είναι εξαωρία, ή διπλή τετραωρία. Μου είχαν τύχει και περιπτώσεις διπλής εξαωρίας 12.00-6.00 μμ. και μετά 12.00-6.00 πμ. Ξέρεις τι είναι να 'σαι 12 ώρες πάνω σε υπερυψωμένο, χειμώνα με θερμοκρασία κοντά στο μηδέν, αέρα και σπασμένη πόρτα, ή καλοκαίρι, με 45 βαθμούς και σένα μέσα να βράζεις; Στο μεταξύ, ότι κι αν γινόταν, το πρωί, πριν την γραμματεία, υπήρχε και πάλι ομαδική αγγαρεία (αναθεμα τα φυλλοβόλα δέντρα που έχουν στις μονάδες - επίτηδες το κάνουν;)Στο μεταξύ, μετά από όλο αυτό το πακκέτο, έπαιζαν και καθημερινά γυμνάσια πυρκαγιάς. ύχωση έχουν στο Ναυτικό με τα γυμνάσια πυρκαγιάς από τότε που κάηκε κόσμος ζωντανός μές στις αποθήκες του ΠΟΝ στην Ιερά Οδό. Μπορεί δηλαδή να είχες μια γεμάτη μέρα με όλα τα καλούδια, και να έπεφτες σαν το ζόμπι να ξεραθείς για τέσσερις ώρες και να σου βαρούσε σειρήνα για γυμνάσιο πυρκαγιάς στο οποίο έπρεπε να παρουσιαστείς.
Για να μην πώ για άλλες αντιξοότητες. Δε θα ξεχάσω για παράδειγμα Αύγουστο του '98, στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας, με 48 κελσίου (ναι, τόσο είχε τότε, τσεκάρετέ το), τρείς η ώρα το μεσημέρι, να χαράσσεις με μπαντανόβουρτσα ασβεστογραμμές κατά μήκος της (ατελείωτης) παραλιακής οδού του Ναυστάθμου, γιατί ήταν να κάνει επίσκεψη ο (άκουσον-άκουσον!) Υπουργός Εθνικής Άμυνας της Αλβανίας.
Τώρα θα μου πείς πώς προφανώς με αντιμετώπιζαν ως θύμα εμένα ειδικά. Η απάντηση είναι πώς όχι, υπήρχε πολύς κόσμος που έτρωγε το ίδιο πακέτο με μένα. Βεβαίως, οι πολλοί υπέφεραν γιατί υπήρχαν οι λίγοι, που είτε έπαιρναν απαλλαγές από βάρδιες και καθημερινές εξόδους, είτε ήταν παντελώς (ναι αλήθεια) "εξαφανισμένοι". Υπήρχαν και ναύτες "φαντάσματα" που σπάνια τους έβλεπε ή τους άκουγε κάποιος. Γιοι ναυάρχων, γιοι πολιτικών και μεγαλοεπιχειρηματιών, ποδοσφαιριστές, καλλιτέχνες κ.ο.κ. Βέβαια, δεν ήταν ανάγκη να 'ταν ο "μπαμπάς" μεγαοεπιχειρηματίας για να φτιαχτεί ο γιόκας. Υπήρχε περίπτωση που αντιπρόσωπος αυτοκινήτων έκανε ένα καλό σκόντο σε ένα πιλάφι στην αγορά ενός καινούργιου 1.800κκ. και το πιλάφι έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να κάνει μία βαρδιούλα ο κεφτές γιος ανά δύο-τρείς μέρες και να μην πατάει ποτέ άλλοτε στο στρατόπεδο.