Λοιπόν, συνεχίζω την αφήγηση της ερωτικής μου ατζέντας.
ΣΑΒΒΑΤΟ 16 ΙΟΥΝΙΟΥ
Στις 10:31 ξεκίνησα από το σπίτι μου για να κατέβω στο Πολυτεχνείο, για να αγοράσω καινούργιο anti-virus. Στις 10:36 είδα την καβλιάρα βιβλιοπώλισσα, αλλά δυστυχώς ήταν βιαστική και δεν είχε καιρό για σαντουιτσάκια. Στις 10:41 πήρα τηλέφωνο τη Σταυρούλα στο στούντιο της οδού Βριλησσού 36 και μιλήσαμε για 6 λεπτά. Ήθελα να την πάρω μια τελευταία φορά από Ελληνικό έδαφος, πριν αναχωρήσω για το Ηνωμένο Βασίλειο. Ήταν τόσο γλυκιά, τόσο στοργική. Μετά το τηλεφώνημα, από τη συγκίνηση σταύρωνα διαρκώς την καρδιά μου και σιγοψυθίρζα «Να σαι καλά καρδουλίτσα μου γλυκιά». Επιπλέον τα μάγουλά μου γέμισαν από καυτά δάκρυα αγάπης.
Στις 11:50 πήρα το τρόλεϊ της επιστροφής και στις 12:14 κατέβηκα πλατεία Κυψέλης. Εκεί εντόπισα τη γνωστή 97άχρονη ζητιάνα να ζητάει ελεημοσύνη στα σκαλιά του κρεοπωλείου. Φυσικά μόλις την είδα, έτρεξα προς το μέρος της. Αρχικά της έσκασα 1 ευρώ. Μετά την ολοκλήρωση της οικονομικής συναλλαγής, κάθισα κανένα δεκάλεπτο για παρέα. Φυσικά η παρέα δεν ήταν τίποτε άλλο από μια διαρκή σεξουαλική παρενόχληση (της έκανα γυαλόχαρτο τη βέρα της, την αγκάλιαζα και της θώπευα τα μπούτια). Αυτή εντωμεταξύ μου έλεγε αδιάφορες παπαριές. Περιττό να σας πώ βέβαια ότι έγινα θέατρο σε όλη την πλατεία Κυψέλης. Ιδιαίτερα ο κρεοπώλης παρακολουθούσε άφωνος το σκηνικό.
Για άλλη μια φορά της πρότεινα να έρθω σπίτι της. Η απάντησή της ήταν «δεν βάζω άντρες στο σπίτι μου, γιατί οι γείτονες θα νομίζουν ότι έχω γκόμενο». Μόλις μου το είπε αυτό, της ζήτησα συγνώμη και της έκανα εντριβή στα τρικ-τρικ της. Όταν η ζητιάνα βαρέθηκε τα χάδια, τη χαιρέτησα με ένα ενισχυμένο ηγεμονικό sandwich και κατευθύνθηκα προς το σπίτι μου. Εννοείται φυσικά ότι μετά το σκηνικό αυτό, γέλαγα για 15 λεπτά μόνος μου σαν κορνούτος και ενημέρωσα με γραπτά μηνύματα όλους τους φίλους μου για το κατόρθωμά μου.