Οι
Αρβανίτες είναι πληθυσμιακή ομάδα της
Ελλάδας, οι οποίοι μιλούν τα
αρβανίτικα, μία
τοσκική διάλεκτο της
αλβανικής γλώσσας.
Οι Αρβανίτες κατάγονται από πληθυσμούς οι οποίοι μετακινήθηκαν κυρίως στη νότια και κεντρική Ελλάδα από τη σημερινή
Αλβανία, κατά τη διάρκεια του
Μεσαίωνα, ιδίως μεταξύ του 14ου και 16ου αιώνα, λόγω διάφορων κοινωνικοπολιτικών συνθηκών της εποχής.
[3] Οι Αρβανίτες έπαιξαν σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της
Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ωστόσο σε πηγές της εποχής "Αρβανίτες" ονομάζονται και οι μουσουλμάνοι Αλβανοί που μάχονταν με την πλευρά του Οθωμανικού κράτους ή του Αλή Πασά ή και αυτόνομα ως ληστές (π.χ. βλ. δημοτικά τραγούδια συλλογής T. Kind)
Τα αρβανίτικα είναι διάλεκτος της
αλβανικής γλώσσας. Προερχόμενη από τα νοτιοδυτικά ιδιώματα της
τοσκικής διαλέκτου του
Μεσαίωνα και αποκομμένη από τον κύριο κορμό και τη μετέπειτα εξέλιξη της αλβανικής γλώσσας, διατηρεί στοιχεία των μεσαιωνικών αλβανικών έχοντας παράλληλα επηρεαστεί σημαντικά από την
ελληνική γλώσσα
Η κάθοδος των αρβανίτικων φύλων στον ελλαδικό χώρο ξεκινά τον 14ο αιώνα και σταματάει περίπου το 1600,
[8] έχοντας ως αρχική κοιτίδα την περιοχή
Άρβανον στο
Δεσποτάτο της Ηπείρου, στην κεντρική περιοχή της σημερινής
Αλβανίας[9] και ως τόπο αρχικής εγκατάστασης τη
Θεσσαλία, γύρω στο 1325.
Έχοντας εγκατασταθεί στην κοιλάδα του
Σπερχειού από το 1380-81, οι Αρβανίτες παίρνουν άδεια από τον
Πέτρο Δ΄ της Αραγωνίας να εγκατασταθούν στο
Δουκάτο των Αθηνών το 1382, για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας του δουκάτου απέναντι στις ξένες επιδρομές. Οι βυζαντινές πηγές αναφέρουν την εμφάνιση 10.000 Αρβανιτών στον
Ισθμό της Κορίνθου το 1404-05, των οποίων την εγκατάσταση στο
Δεσποτάτο του Μυστρά επέτρεψε ο δεσπότης Θεόδωρος Παλαιολόγος, παρά την καχυποψία των συμβούλων του. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή αυτός ο πληθυσμός προερχόταν από τη Θεσσαλία, μετά την κατάληψή της από τους
Τούρκους, το 1393. Περί το 1425, οι
Βενετοί με υποσχέσεις για φοροαπαλλακτικά μέτρα προσελκύουν αρβανίτικους πληθυσμούς στη νότια
Εύβοια, που παρουσίαζε δημογραφική πτώση εξαιτίας της
πανώλης, η θέση της οποίας ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή αφού γειτνίαζε με την ηπειρωτική Ελλάδα. Η περιοχή εγκατάστασης των Αρβανιτών στην Εύβοια οριοθετήθηκε από τους Βενετούς αυστηρά στις ορεινές περιοχές της
Καρυστίας, ώστε να λειτουργούν και ως προπύργιο σε εχθρικές επιθέσεις εναντίον της
Αττικής.
Από το σύνολο των μεταναστών, όσοι έφτασαν στην Πελοπόννησο και είχαν εγκατασταθεί σε δυσπρόσιτες ορεινές ζώνες όπως Μανη - Μανιάτες, σχημάτιζαν συμπαγείς ομάδες. Καθώς συχνά δεν είχαν ενδοιασμό να τεθούν υπό τις διαταγές ενός ελληνόφωνου άρχοντα, που ήταν απευθείας απόγονος της παλαιάς αυτοκρατορικής δυναστείας, μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες αποτέλεσαν βασική εστία αντίστασης στους Οθωμανούς. Κατά τη διάρκεια του
20ού αιώνα, πολλοί Αρβανίτες συμμετείχαν στον
Μακεδονικό Αγώνα (1903), όπως ο Βαγγέλης Κοροπούλης από τη
Μάνδρα Αττικής
Ο όρος
αρβανίτικα προέρχεται από τη λέξη
Αρβανίται. Η ετυμολογία του ελληνικού επιθέτου
αρβανίτικα προέρχεται από τη ρίζα
Αρβανίτ- του ουσιαστικού
Αρβανίτης, σύμφωνα με το λεξικό του Γιάννη Κουλάκη.
Σύμφωνα με το λεξικό του
Γ. Μπαμπινιώτη, η λέξη προέρχεται από το τοπωνύμιο Άρβανα το οποίο προήλθε από το αλβανικό Ärbena.
Καθώς οι Αλβανοί συνήθως ήταν επαγγελματίες οπλοφόροι, την εποχή της
Ελληνικής Επανάστασης, «Αρβανίτες» ή «Αρναούτηδες» επίσης ονομάζονταν στις
Παραδουνάβιες Ηγεμονίες Έλληνες, Σέρβοι και Βούλγαροι μισθοφόροι που βιοπορίζονταν από την οπλοφορία.
Η
φάρα είναι μορφή κοινωνικής οργάνωσης με βάση την καταγωγή (παρόμοια με το γένος). Οι Αρβανίτες ήταν οργανωμένοι σε φάρες, κυρίως κατά τη διάρκεια της
Τουρκοκρατίας. Στην κορυφή της ιεραρχίας ήταν ο οπλαρχηγός και η φάρα έπαιρνε το όνομά του (π.χ. η φάρα του
Μπότσαρη).
Αρβανίτικες φάρες
Υπήρχαν πολλές αρβανίτικες φάρες που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα (ιδίως στην Πελοπόννησο). Για ορισμένες από αυτές αμφισβητείται ότι είναι Αρβανίτες και πιστεύεται ότι είναι
Βλάχοι ή
Σαρακατσάνοι