www.glitter-graphics.com]
[/url]
Οι γονείς του βίωσαν τη θλίψη που προκαλεί η απόκτηση ενός παιδιού με διανοητική καθυστέρηση. ΄Ετσι τουλάχιστον τον είχαν αρχικά χαρακτηρίσει, αφού ο μικρός Αλβέρτος άργησε να μιλήσει σε σχέση με τα άλλα παιδιά της ηλικίας του. Ιδιαίτερα άτακτος, αφηρημένος και τσαπατσούλης μια ζωή δεν παρουσίαζε εξαιρετικές ή έστω ικανοποιητικές επιδόσεις στα μαθήματα. Οι σύγχρονοί μας ψυχολόγοι τον χαρακτηρίζουν δυσλεξικό άτομο. Ο Αλβέρτος Αϊνστάιν έμεινε στην ιστορία σαν μυθική φυσιογνωμία της σύγχρονης φυσικής, αλλά και ως η συνείδηση της επιστήμης χάρη στο βαθύ ανθρωπισμό και τη στράτευσή του υπέρ της ειρήνης.
Ο σημαντικότερος φυσικός του 20ού αιώνα και από τις σπουδαιότερες μεγαλοφυΐες όλων των εποχών, ο Αλβέρτος Αϊνστάιν ανέτρεψε στην κυριολεξία την έννοια του απόλυτου χώρου και χρόνου, θεμελιώνοντας τη θεωρία της σχετικότητας με την οποία είναι συνδεδεμένη η υστεροφημία του. Αποδεικνύοντας ότι ο χώρος και ο χρόνος έχουν νόημα μόνο σε συνάρτηση με τα φαινόμενα που εξελίσσονται σ` αυτούς, εισήγαγε μια καινούρια αντίληψη ενοποιώντας τους και ξεπερνώντας τις σχετικές αντιλήψεις της κλασικής Nευτώνειας Φυσικής.
Εισέβαλε στο προσκήνιο το 1905 με τέσσερις επαναστατικές δημοσιεύσεις. Οι δύο πρώτες αφορούσαν τη μελέτη του φωτοηλεκτρικού φαινομένου --εργασία για την οποία του απονεμήθηκε το 1921 το βραβείο Νόμπελ-- και την ερμηνεία της κίνησης Brown, δηλαδή της τυχαίας κίνησης σωματίων εντός υγρού. Η τρίτη θεμελίωνε την Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας, βασική αρχή της οποίας είναι η σταθερότητα της ταχύτητας του φωτός στο κενό (c=3.108m/sec) για κάθε παρατηρητή και η ανεξαρτησία της από τα συστήματα αναφοράς. Συνήγαγε ότι τόσο ο χώρος όσο και ο χρόνος εξαρτώνται από την κίνηση, ενώ υπακούουν στους μετασχηματισμούς του Lorentz και όχι του Γαλιλαίου. Η τέταρτη εργασία του, που αποτέλεσε και την κορύφωση της θεωρίας του ήταν η Ισοδυναμία Μάζας και Ενέργειας που αποτυπώνεται στη φημισμένη εξίσωση Ε=mc2 η οποία ανέτρεψε τη μέχρι τότε κυριαρχούσα αντίληψη για τη σχέση ανάμεσα στην ύλη και την κίνηση. Η ανθρωπότητα αισθητοποίησε με δραματικό τρόπο το νόημα της εξίσωσης αυτής, τέσσερις δεκαετίες μετά, στο τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, με τις εκρήξεις των ατομικών βομβών.
Η επαναστατική του θεωρία τον έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό αν και αποτελεί μυστήριο για την πλειοψηφία του κόσμου. «Γιατί άραγε δεν με καταλαβαίνει κανείς, αλλά με συμπαθούν όλοι;» είχε διερωτηθεί σε συνέντευξή του στην εφημερίδα The New York Times τον Μάρτιο του 1944. ΄Οταν πάντως του ζητήθηκε ένας ορισμός της θεωρίας της σχετικότητας με μια πρόταση, απάντησε αυθόρμητα ότι θα χρειαζόταν τρεις ημέρες για να δώσει ένα σύντομο ορισμό της θεωρίας του. Δεν διευκρίνισε ότι ο ορισμός θα ήταν ακατανόητος για όσους δεν έχουν σχέση με τα μαθηματικά και τη φυσική, αφού η κοινή γλώσσα δεν είναι ικανή και αναγκαία για την ερμηνεία των επιστημονικών του ανακαλύψεων. Το όνομά του είναι για περισσότερο από μισό αιώνα συνώνυμο με την ευφυΐα και τη δύναμη της σκέψης, όχι μόνο για τους επιστήμονες, αλλά και για τον μέσο άνθρωπο. Αυτόν που αν και δεν είναι σε θέση να κρίνει τη θεωρία του Αϊνστάιν, δέχεται την ιδιοφυΐα του.
Πολύπλευρη προσωπικότητα, ήταν άλλοτε οξύθυμος, άλλοτε προσηνής, εγκάρδιος, πνευματώδης, με πολύ χιούμορ, απορριπτικός και συχνά ανατρεπτικός. «Οφείλω να σου ζητήσω συγγνώμη που βρίσκομαι ακόμη ανάμεσα στους ζωντανούς, οπωσδήποτε όμως θα υπάρξει επανόρθωση γι` αυτό» είχε γράψει σε επιστολή του στη μικρή Τίφανι Ουίλιαμς, τον Αύγουστο του 1946 όταν εκείνη εξέφρασε την έκπληξή της γιατί ο Αϊνστάιν ζούσε ακόμη... Σπάνιας απλότητας και ειλικρίνειας, χαρακτήρας κλειστός και απομονωμένος αλλά πολύ ευαίσθητος, ο Αϊνστάιν παρέμεινε ασυγκίνητος από τον πλούτο και τη φήμη. Υποστήριζε ότι του «αρκούσε το δέος που αισθανόταν απέναντι στα μυστήρια» και διατεινόταν ότι δεν είχε κανένα ιδιαίτερο ταλέντο. «Είμαι απλώς παθιασμένα περίεργος». Υπογράμμιζε ότι «ο μόνος τρόπος για να γλιτώσει κανείς από τη διαφθορά των επαίνων είναι να συνεχίσει να εργάζεται». ΄Εχει χαρακτηριστεί άτομο συμπονετικό, ανεκτικό. Ο τέλειος ήρωας. Ορισμένες από τις ρήσεις του αντικρούουν την άποψη αυτή, καθώς τον εμφανίζουν απόλυτο, χωρίς ίχνος κατανόησης, και είρωνα. Εκκεντρικός για ορισμένους, ο Αϊνστάιν δεν δίσταζε να μοιράζεται τις σκέψεις του ακόμη και για τα απλούστερα πράγματα, όπως η συνήθεια του να μην φορά κάλτσες, η αγάπη του για το κάπνισμα με πίπα --έλεγε ότι βοηθά στην ήρεμη και αντικειμενική κρίση των ανθρώπινων υποθέσεων--, ή το γνωστό «τρελό» μαλλί του...
Ανατρεπτικός και «επαναστάτης με αιτία» ο Αϊνστάιν --αυτός ο μύθος-- γεννήθηκε στις 14 Μαρτίου του 1879 στην πόλη Ουλμ της Γερμανίας από εβραίους γονείς. ΄Οπως ο ίδιος σημείωνε, δύο πράγματα επηρέασαν ιδιαίτερα την πνευματική του ανάπτυξη στην παιδική του ηλικία: μία πυξίδα που του έδωσε ο πατέρας του όταν ο Αλβέρτος ήταν πέντε ετών και ένα βιβλίο ευκλείδειας γεωμετρίας που διάβασε σε ηλικία δώδεκα ετών. Ο πεντάχρονος Αλβέρτος παρατήρησε ότι η βελόνα της πυξίδας έδειχνε πάντα προς την ίδια κατεύθυνση και συμπέρανε ότι μια μυστηριώδης δύναμη που υπάρχει στο χώρο θα πρέπει να επιδρά πάνω της. Οι δάσκαλοί του όμως στο αυστηρότατης πειθαρχίας σχολείο που φοίτησε έκριναν ότι το ντροπαλό και στοχαστικό παιδί ήταν ανεπαρκής μαθητής, ανεπίδεκτος προόδου στις γλώσσες, την ιστορία, τη γεωγραφία και σε άλλα πρωταρχικής σημασίας για την εποχή μαθήματα. ΄Οταν σε ηλικία δώδεκα ετών ο εβραίος φοιτητής της Ιατρικής, Μαξ Τάλμεϊ, του έδωσε ένα βιβλίο γεωμετρίας, ο Αϊνστάιν εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι προτάσεις που δεν ήταν καθόλου προφανείς μπορούσαν να αποδειχθούν με βάση τη λογική και με τη βοήθεια απλών αξιωμάτων. ΄Ηταν το εναρκτήριο λάκτισμα μιας ενθουσιώδους πορείας ενασχόλησής του με τα μαθηματικά. Φοίτησε στο Γυμνάσιο Λούιτπολντ του Μονάχου, απαρνήθηκε όμως το αυστηρό γερμανικό εκπαιδευτικό σύστημα όταν ένας από τους καθηγητές του, του είπε: «Αϊνστάιν, δεν θα καταφέρεις τίποτα στη ζωή σου». Συνέχισε το σχολείο στο Μιλάνο όπου μετοίκησαν οι γονείς του και φοίτησε στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης. Σπάνια παρακολουθούσε τις παραδόσεις και κατόρθωσε να πάρει πτυχίο βασιζόμενος στις σημειώσεις ενός συμφοιτητή του. Η πρόθεσή του να γίνει λέκτορας στο Πολυτεχνείο δεν υλοποιήθηκε και ο πτυχιούχος πλέον Αϊνστάιν συνάντησε αρκετές δυσκολίες στην εξεύρεση μιας θέσης εργασίας.
Το 1903 παντρεύτηκε τη συμφοιτήτριά του Μιλέβα Μάρικ, σερβοελληνικής καταγωγής, μελαγχολικό και ανασφαλές άτομο, τα συναισθηματικά προβλήματα της οποίας επιδείνωνε κάποια σωματική αναπηρία που της προκάλεσε η φυματίωση από την οποία προσεβλήθη στην παιδική της ηλικία. Οι γονείς του ήταν αντίθετοι στη σχέση αυτή. «Ο έρωτάς μου για σένα βασανίζει τους γονείς μου... Θρηνούν για μένα σχεδόν σαν να ήμουν νεκρός. Συνεχώς μεμψιμοιρούν λέγοντας ότι η αφοσίωσή μου σε σένα μου έφερε δυστυχία»... έγραφε σε επιστολή του προς τη Μιλέβα το 1900. Λίγα χρόνια αργότερα το 1913 ο Αϊνστάιν έγραφε στη νέα αγαπημένη του, την εξαδέλφη του ΄Ελσα Λέβενταλ: «Η κατάσταση στο σπίτι είναι πλέον στοιχειωμένη: παγερή σιωπή... Η γυναίκα μου είναι ένα πλάσμα εχθρικό, χωρίς αίσθηση του χιούμορ. Δεν αντλεί καμία χαρά από τη ζωή. Αντίθετα, η παρουσία της και μόνο εξαφανίζει τη χαρά των άλλων». Το διαζύγιο εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 1919, αν και ο γάμος του με τη Μιλέβα είχε ουσιαστικά διαλυθεί χρόνια πριν. Απέκτησαν δύο γιους, τον Χανς ΄Αλμπερτ και τον ΄Εντουαρντ ο οποίος κατέληξε σχιζοφρενής. Σε επιστολή του στον Χανς ΄Αλμπερτ έγραφε: «Χαίρομαι που έχω ένα γιο ο οποίος κληρονόμησε το βασικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς μου: την ικανότητα να ανυψώνεται πάνω από την απλή ύπαρξη, θυσιάζοντας σιγά σιγά τον εαυτό του για έναν απρόσωπο σκοπό. Αυτός είναι ο καλύτερος --και στην πραγματικότητα ο μοναδικός-- τρόπος για να ζει κανείς ελεύθερος από τη μοίρα και ανεπηρέαστος από τις άλλες ανθρώπινες υπάρξεις». Πριν παντρευτούν με τη Μιλέβα, γεννήθηκε η κόρη τους Λίζερλ (1/1902), η οποία κατά πάσα πιθανότητα δόθηκε για υιοθεσία ή πέθανε από οστρακιά. Ουδεμία αναφορά πάντως γίνεται σ` αυτήν μετά τον Σεπτέμβριο του 1903. Με την ΄Ελσα παντρεύτηκε τον Αύγουστο του 1919, αν και για πολλά χρόνια έλεγε στους φίλους του ότι δεν σκόπευε να κάνει δεύτερο γάμο...
Το 1904 ο Αϊνστάιν προσελήφθη στο Ελβετικό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας της Βέρνης. Οι λίγες απαιτήσεις της εργασίας του, του πρόσφεραν τον απαιτούμενο χρόνο για να εμβαθύνει στη θεωρητική φυσική και να αναπτύσσει τις μαθηματικές σκέψεις του. Το διάστημα 1900-1904 δημοσίευσε μια σειρά εργασίες που κατέληξαν στη διδακτορική διατριβή του «΄Ενας νέος προσδιορισμός των μοριακών διαστάσεων». Οι τέσσερις εργασίες που δημοσίευσε το 1905 στο περιοδικό Annalen der Physik ήταν αρκετές για να θεωρηθεί ο μεγαλύτερος φυσικός του 20ού αιώνα. Στην εργασία του «Μια ευριστική άποψη της παραγωγής και του μετασχηματισμού του φωτός», εξήγησε το φωτοηλεκτρικό φαινόμενο, αποδεικνύοντας ότι το φως εκτός από κυματική υφή έχει και σωματιδιακή, φωτόνια. Με αυτήν, συνέβαλε στην εξέλιξη της θεωρίας των κβάντα και τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ. Στη δεύτερη εργασία του «Η κίνηση μικρών σωματίων που ισορροπούν μέσα σ` ένα στάσιμο υγρό σύμφωνα με τη μοριακή κινητική θεωρία της επαγωγής», πείθει και τους πλέον δύσπιστους ότι τα άτομα υπάρχουν. Η μελέτη του «Περί της ηλεκτροδυναμικής κινουμένων σωμάτων», όπου θεμελίωνε την Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας, τον κατέταξε στις μεγαλοφυΐες. Ο Αϊνστάιν απέρριψε τη βασική παραδοχή του 19ου αιώνα, σύμφωνα με την οποία παντού στο σύμπαν υπάρχει ο αιθέρας που ορίζει το απόλυτο αδρανειακό σύστημα αναφοράς. Εισήγαγε την «αρχή της ειδικής σχετικότητας» και την «αρχή της σταθερότητας του φωτός». Σύμφωνα με την πρώτη αρχή, οι φυσικοί νόμοι έχουν την ίδια μορφή σε όλα τα αδρανειακά συστήματα αναφοράς, ενώ βάσει της δεύτερης η ταχύτητα του φωτός είναι μια παγκόσμια σταθερά ανεξάρτητα από την κίνηση της πηγής. Στη θεωρία της σχετικότητας η ταχύτητα του φωτός παίζει το ρόλο της οριακής ταχύτητας που κανένα πραγματικό σώμα δεν μπορεί να φθάσει ή να την ξεπεράσει. Υπό το πρίσμα των δύο αυτών αρχών, μελέτησε την έννοια του «ταυτοχρονισμού». Πότε δηλαδή δύο συμβάντα που γίνονται σε διαφορετικούς τόπους είναι ταυτόχρονα και απέδειξε ότι αν αυτά είναι ταυτόχρονα για έναν παρατηρητή, δεν είναι ταυτόχρονα για δεύτερο παρατηρητή ο οποίος κινείται σε σχέση με τον πρώτο. Οδηγήθηκε στη σχετικότητα του χώρου και του χρόνου προσθέτοντας ότι μόνο η ένωση των δύο στο «χωροχρόνο» αποτελεί ανεξάρτητη πραγματικότητα. Η θεωρία του αποκάλυψε το πραγματικό νόημα της θεωρίας του ηλεκτρομαγνητισμού και φυσικά αποτέλεσε επανάσταση στον τρόπο που θεώρησης του χώρου, του χρόνου και της κίνησης. Πόρισμα της προαναφερθείσας εργασίας, η τέταρτη μελέτη του «Εξαρτάται η μάζα ενός σώματος από την ενέργεια που περιέχει;» ήταν εξαιρετικά σύντομη καθώς περιλάμβανε την απόδειξη της εξίσωσης Ε=mc2 που εκφράζει την ισοδυναμία μάζας και ενέργειας.
Παρέμεινε στη Βέρνη, στο Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, μέχρι το 1909 οπότε του δόθηκε θέση πανεπιστημιακού δασκάλου στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης. Το 1911 έγινε τακτικός καθηγητής στο Γερμανικό Πανεπιστήμιο της Πράγας. Παρέμεινε δεκαοκτώ μήνες και ύστερα από σύντομη επιστροφή του στη Ζυρίχη ως τακτικός καθηγητής του Πολυτεχνείου αυτή τη φορά, μετέβη το 1914 στο Βερολίνο ως διευθυντής του Ινστιτούτου Θεωρητικής Φυσικής «Κάιζερ Βίλχελμ» και ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της πόλης. ΄Ολο αυτό το διάστημα ο Αϊνστάιν συνέχιζε την ερευνητική του δουλειά. Το 1907 στην εργασία του «Η θεωρία ακτινοβολίας του Πλανκ και η θεωρία της ειδικής θερμότητας» εφαρμόζοντας την κβαντική υπόθεση, εξήγησε τη μείωση της ειδικής θερμότητας σε μικρές τιμές θερμοκρασίας. Πρόκειται για την κβαντική θεωρία των ειδικών θερμοτήτων. Στόχος του ήταν πάντοτε η γενίκευση της Ειδικής Θεωρίας της Σχετικότητας ώστε αυτή να έχει εφαρμογή και σε επιταχυνόμενα συστήματα αναφοράς, επιπλέον δε να περιλαμβάνει το φαινόμενο της βαρύτητας. Σταθμός στην προσπάθεια του, υπήρξε η εργασία του «Η αρχή της σχετικότητας και συμπεράσματα που πηγάζουν από αυτήν», το 1907, στην οποία θεμελίωσε την «αρχή της ισοδυναμίας». Στην αρχή της ισοδυναμίας, εκφράζεται τόσο η ισοδυναμία των φυσικών καταστάσεων σε δύο εργαστήρια --το ένα κινείται ισοταχώς στο κενό, το άλλο βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση σε πεδίο βαρύτητας--, όσο και η ισοδυναμία των φυσικών καταστάσεων σε εργαστήριο που επιταχύνεται στο κενό και σε δεύτερο που είναι στάσιμο σε πεδίο βαρύτητας. Ο Αϊνστάιν αποκάλυψε τη βαθύτερη σημασία της ισότητας μεταξύ της μάζας βαρύτητας και της αδρανειακής μάζας γενικεύοντας την αρχή της σχετικότητας. Οι φυσικοί νόμοι επομένως πρέπει να έχουν την ίδια μορφή σε όλα τα συστήματα αναφοράς. Η «αρχή της ισοδυναμίας» έδωσε στον Αϊνστάιν την ιδέα ότι το φαινόμενο της βαρύτητας είναι ιδιότητα του ίδιου του χωροχρόνου. Δημιουργήθηκε έτσι η «γενική θεωρία της σχετικότητας», που έφτασε στην ολοκληρωμένη της μορφή το 1916, με τη μελέτη του «Θεμέλια της γενικής θεωρίας της σχετικότητας», που συνδέει τη βαρύτητα με τη δομή του χωροχρόνου. Η πιο εντυπωσιακή της πρόβλεψη ήταν η μεταβολή της διεύθυνσης του φωτός λόγω βαρύτητας, ότι οι φωτεινές ακτίνες των άστρων δηλαδή καμπυλώνονται όσο περνούν κοντά στην επιφάνεια του Ηλίου. Η πρόβλεψη αυτή επιβεβαιώθηκε το 1919 από αστρονομικές παρατηρήσεις που έγιναν, κατά τη διάρκεια της έκλειψης του Ηλίου, σε λαμπρούς αστέρες οι οποίοι βρίσκονταν στη διεύθυνση του Ηλίου. Ξαφνικά ο μεγάλος επιστήμονας έγινε διάσημος σε όλο τον κόσμο.
Το 1917 με την εργασία του «Κοσμολογικοί συλλογισμοί επί της γενικής θεωρίας της σχετικότητας» έβαλε τα θεμέλια της σύγχρονης κοσμολογίας, συλλαμβάνοντας τη μορφή του σύμπαντος ως πεπερασμένου σε όγκο αλλά χωρίς πέρατα. Η θεωρία του αυτή περιείχε ένα σημαντικό λάθος. Καθώς η άποψή του ότι η γενική θεωρία της σχετικότητας οδηγούσε σε ένα εξελισσόμενο σύμπαν δεν επιβεβαιωνόταν από τις παρατηρήσεις, όρισε μια αυθαίρετη «κοσμολογική σταθερά» για να εξασφαλίσει το στατικό σύμπαν. Οι μελέτες του αστρονόμου Χαμπλ το 1929, οδήγησαν τον Αϊνστάιν να αναγνωρίσει την «κοσμολογική σταθερά» ως το μεγαλύτερο σφάλμα της ζωής του. Ο ίδιος σε κάθε ευκαιρία διατύπωνε την άποψη πως η ειδική θεωρία της σχετικότητας θα είχε αναπτυχθεί και χωρίς αυτόν, γιατί βρισκόταν ήδη διάχυτη στον επιστημονικό κόσμο. Παραδεχόταν ωστόσο ότι εξαιτίας της έλλειψης εντυπωσιακών πειραμάτων θα ήταν πολύ δυσκολότερο να σκεφθεί κάποιος να επανεξετάσει τη θεωρία της βαρύτητας που φαινόταν οριστικά συστηματοποιημένη από τον Νεύτωνα. Η θεωρία του επανειλημμένα επικρίθηκε. Μιλώντας στη Γαλλική Φιλοσοφική Εταιρεία το 1922, ο Αϊνστάιν έλεγε: «Αν η θεωρία μου για τη σχετικότητα αποδειχθεί επιτυχής, η Γερμανία θα με διεκδικεί ως Γερμανό και η Γαλλία θα διακηρύσσει ότι είμαι πολίτης του κόσμου. Αν τυχόν η θεωρία μου αποδειχθεί αναληθής, η Γαλλία θα λέει ότι είμαι Γερμανός και η Γερμανία θα διακηρύσσει ότι είμαι Εβραίος»... Από το 1920, ήταν έντονες οι επικρίσεις που η θεωρία της σχετικότητας δεχόταν ειδικά από τους αντισημίτες. Πολλοί μάλιστα υποστηρίζουν ότι το Νόμπελ τού δόθηκε για την ερμηνεία του φωτοηλεκτρικού φαινομένου, προκειμένου να χρυσώσει το χάπι για τις επικρίσεις αυτές. Αν και ο ίδιος υπήρξε ένας επαναστάτης της επιστήμης και ασχολήθηκε με την κβαντική θεωρία θέτοντας τις βάσεις της κβάντωσης του φωτός, ενοχλήθηκε ιδιαίτερα από την ανάπτυξη της κβαντικής μηχανικής και της πιθανοθεωρητικής ερμηνείας των φυσικών γεγονότων. «Ο Θεός δεν παίζει ζάρια στο σύμπαν» συνήθιζε να λέει, για να εκφράσει τη διαφωνία του με την αρχή της απροσδιοριστίας που χαρακτήριζε την κβαντική φυσική και δεν επέτρεπε την ακριβή πρόβλεψη ενός γεγονότος σε μικροφυσικό επίπεδο. Τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του τις αφιέρωσε επιστημονικά στην ανεπιτυχή προσπάθεια να ενοποιήσει όλα τα φυσικά πεδία και ειδικότερα τον ηλεκτρομαγνητισμό με τη βαρύτητα. Επί χρόνια η προοπτική αυτή έμοιαζε ανέφικτη. Πρόσφατα οι ερευνητές επέστρεψαν εν μέρει στο όνειρο του «θείου Αλβέρτου».
Πολύπλευρη προσωπικότητα ο Αϊνστάιν, πέρα από την ερευνητική του ενασχόληση, πίστευε στην ανθρωπότητα, στην ύπαρξη ενός ειρηνικού κόσμου αλληλοβοήθειας και συμπαράστασης. Δεν δίστασε να εκφράσει την άποψή του και να αξιοποιήσει τη φήμη του όταν θεωρούσε ότι αυτή θα συνέβαλε στην αντιμετώπιση κάποιου προβλήματος. Είναι αλήθεια πάντως ότι στη διάρκεια της ζωής του άλλαξε γνώμη ή τροποποίησε ορισμένες απόψεις του για θέματα όπως ο σιωνισμός, η θανατική ποινή, το κίνημα ειρήνης. ΄Οπως ο ίδιος έλεγε παρουσιάζοντας τον εαυτό του, θεωρούσε τις ταξικές διαφορές αντίθετες προς τη δικαιοσύνη, δεν πίστευε στην ανθρώπινη ελευθερία υπό τη φιλοσοφική έννοια και ήταν ένθερμος υποστηρικτής της θεωρίας του πεσιμιστή φιλοσόφου Σοπενχάουερ ότι «ένας άνθρωπος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, αλλά δεν θέλει να κάνει ό,τι θέλει», δεν έβλεπε την ευκολία και την ευτυχία σαν αυτοσκοπούς θεωρώντας «μια τέτοια ηθική βάση πιο σωστή για μια αγέλη γουρουνιών». Υπογράμμιζε ότι τα ιδανικά που του φώτισαν το δρόμο και που κάθε στιγμή του έδιναν κουράγιο για να αντιμετωπίσει τη ζωή ευδιάθετα υπήρξαν η αλήθεια, η καλοσύνη και η ομορφιά. Τόνιζε ότι «η αληθινή αξία του ανθρώπου καθορίζεται πρωταρχικά από το βαθμό και τον τρόπο με τον οποίο έχει κερδίσει την απελευθέρωση από το εγώ του». Λάτρευε το μυστήριο και πίστευε ότι η εμπειρία του μυστηρίου ήταν αυτή που γέννησε τη θρησκεία. Θεωρούσε τον πόλεμο ένα «κακό, αξιοκατάκριτο πράγμα» και πολιτικό του ιδεώδες αποτελούσε η δημοκρατία. Η πρώτη του δημόσια και επίσημη πολιτική δήλωση ήταν η συνυπογραφή της «Διακήρυξης προς τους Ευρωπαίους» υπέρ του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού το 1915, ένα χρόνο μετά την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Αποφάσισε να θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία της ανθρωπότητας. Υποστηρικτής της ειρηνιστικής κίνησης, ήρθε συχνά στο προσκήνιο ως συνήγορος της ειρήνης, του παγκόσμιου αφοπλισμού, του εβραϊκού ζητήματος. Συμπαραστεκόμενος στον Γκάντι, υπέγραψε το 1925 τη διακήρυξη εναντίον της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας σε όλο τον κόσμο. Φλογερός ειρηνιστής πια, του απονεμήθηκε την ίδια χρονιά το Μετάλλιο Copley. Η άνοδος τω