Ο Σαρτρ και ο Ζενέ τον χαρακτήρισαν ”Ο μεγαλύτερος ποιητής της Αμερικής” και το περιοδικό ΤΙΜΕ, ”δαφνοστεφανωμένο ποιητή της αμερικανικής χαμοζωής”.
Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής για τον κυνισμό του, τις απόψεις του για τις γυναίκες, τον απόλυτο μηδενισμό του, την αμεσότητα στη σκέψη και στα γραπτά του, αλλά και την αγάπη του για τη μποέμικη ζωή και το πιοτό.
Τα έργα του αποτυπώνουν γλαφυρά μια αντρική φαντασίωση: τον αθεράπευτο και ακατάστατο εργένη, τον αντικοινωνικό, που σε τελική ανάλυση όμως ήταν ή τουλάχιστον ένιωθε εντελώς ελεύθερος.
Ο Χένρι Τσινάσκι αποτέλεσε το alter ego του Μπουκόφσκι, τον ήρωα των βιβλίων του που, κάνοντας διάφορες δουλειές, αναζητά τα πραγματικά του ενδιαφέροντα: αλκοόλ, γυναίκες και γράψιμο.
Η ζωή του
Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι γεννήθηκε στο Άντερναχ της Γερμανίας το 1920, μεγάλωσε όμως στο Λος Άντζελες όπου εγκαταστάθηκαν οι γονείς του όταν ήταν ακόμη δυο ετών.
Άρχισε να γράφει πολύ νωρίς, δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα σε ηλικία 35 ετών και από τότε έχει εκδώσει περισσότερα από 15 βιβλία με ποιήματα και πεζά.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Χάινριχ Καρλ Μπουκόφσκι αλλά οι γονείς του τον φώναζαν Χένρι (εξ ου και ο ήρωάς του, Χένρι Τσινάσκι) για να ακούγεται πιο αμερικάνικο.
Κατά τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας, ο πατέρας του ήταν συχνά άνεργος και, σύμφωνα με τον Μπουκόφσκι, έβριζε και χτυπούσε τη γυναίκα του και τον ίδιο (όπως περιγράφει στο Τοστ Ζαμπόν).
Στην εφηβεία του, ο Μπουκόφσκι είχε σοβαρά προβλήματα ακμής, ενώ ντρεπόταν να μιλήσει στις γυναίκες. Σύμφωνα με τα όσα λέει στο Born into This, έχασε την παρθενιά του στην ηλικία των 24 από μια πόρνη που ζύγιζε 150 κιλά, ενώ του έσπασε και το κρεβάτι κατά τη διάρκεια της συνεύρεσης.
Στα 24, ο Μπουκόφκσι άρχισε να γράφει ποιήματα και διηγήματα, χωρίς ωστόσο να τυχαίνουν ευρείας αποδοχής. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε δυο χρόνια, ένα μόλις μικρό διήγημα δημοσιεύθηκε στο Story Magazine.
Έτσι, σιχάθηκε τόσο τη βιομηχανία των εκδόσεων που σταμάτησε να γράφει για μια δεκαετία περίπου. Σε αυτή την περίοδο της ζωής του ζούσε σε διάφορες πόλεις των ΗΠΑ κάνοντας δουλειές του ”ποδαριου” και μένοντας σε φτηνα ξενοδοχεία. Στο διάστημα αυτό δούλεψε και σαν ταχυδρόμος για τρία χρόνια ενώ ποτέ δεν σταμάτησε να πίνει με μανία που άγγιζε την αυτοκαταστροφή.
Το αλκοόλ τον οδήγησε σύντομα στο έλκος και το 1955 τη γλίτωσε παρά τρίχα. Ωστόσο, η εμπειρία του νοσοκομείου αποδείχθηκε λυτρωτική, καθώς τον οδήγησε ξανά στο γράψιμο.
Έως το 1960, είχε ήδη παντρευτεί και χωρίσει και είχε επιστρέψει στο ταχυδρομείο στο Λος Άντζελες όπου εργάστηκε ως κλητήρας για μια δεκαετία. Δημοσίευε συχνά ποιήματα σε διάφορα περιοδικά τέχνης αλλά η φήμη του ως συγγραφέας απογειώθηκε το 1967, με τη στήλη ”Σημειώσεις ενός πορνόγερου” στην εφημερίδα Open City, η οποία αργότερα έγινε βιβλίο.
Το 1969, ο εκδοτικός οίκος Black Sparrow του υποσχέθηκε μηνιαίο εισόδημα 100 δολαρίων ”εφ’ όρου ζωής” και τότε αποφάσισε να εγκαταλείψει το ταχυδρομείο, στην ηλικία των 49, για να ασχοληθεί αποκλειστικά με το γράψιμο. Όπως είπε τότε, ”είχα δυο επιλογές. Να μείνω στο ταχυδρομείο και να τρελαθώ ή να μείνω ελεύθερος και να πεινάσω. Αποφάσισα να πεινάσω”.
1920: Γενιέται στο Άντερναχ της Γερμανίας
1944: Ξεκινά τη συγγραφή με ελάχιστη αναγνώριση. Σταματά το γράψιμο
1954: Ξαναδοκιμάζει τη συγγραφή
1967: Η στήλη "Σημειώσιες ενός πορνόγερου" αποτελεί την πρώτη του επιτυχία
1969: Σταματά τη δουλειά στο ταχυδρομείο και αφοσιώνεται στη συγγραφή
1994: Πεθαίνει από λευχαιμία