Οι ρίζες
Η αγγλική βιομηχανική επανάσταση διαδόθηκε στη Γαλλία και τις Κάτω Χώρες, οδηγώντας την αστική τάξη σε ανοδική πορεία. Ωστόσο, στην κεντρική, τη νότια και την ανατολική Ευρώπη εξουσίαζε στη συγκεκριμένη περίοδο η αριστοκρατία. Οι λαϊκές τάξεις, αγροτικές ως επί το πλείστον, υπέφεραν εξαιτίας της οικονομικής αστάθειας και της επακόλουθης αύξησης των τιμών. Το αποτέλεσμα ήταν η διαφοροποίηση της βορειοδυτικής Ευρώπης, που άρχισε να εκσυγχρονίζεται και της υπόλοιπης ηπείρου που έμεινε στο περιθώριο. Η αγγλική αστική επανάσταση του 17ου αι., η Γαλλική του 18ου και ο πόλεμος ανεξαρτησίας των Η.Π.Α. στράφηκαν ένάντια σε ένα παρηκμασμένο πλέον φεουδαρχικό σύστημα, που αποτελούσε εμπόδιο στην αστική ανάπτυξη.
Η βιομηχανική επανάσταση άλλαξε ριζικά την παραγωγική ικανότητα σε πολλά πεδία και τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, αλλάζοντας ριζικά τη μορφή των παραδοσιακών κοινωνιών και των οικονομιών του ευρωπαϊκού κόσμου. Κατόπιν η Γαλλική Επανάσταση προσέφερε το ιδεολογικό υπόβαθρο μιας διαφορετικής πολιτικής και κοινωνικής άποψης και έγινε η έμπνευση για έναν οικουμενικό, σχεδόν, ξεσηκωμό, με στόχο τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό1. Ο όρος οικουμενικός δικαιολογείται, αν ανατρέξει κανείς σε παγκόσμιους ιστορικούς χάρτες2 και δει πόσα απελευθερωτικά κινήματα διαδραματίστηκαν ανάμεσα στο 1811 και το 1840, παράλληλα με την παγκόσμια βρετανική οικονομική διείσδυση –διείσδυση που άντλησε τη δύναμή της από τη βιομηχανική επανάσταση.
Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός –προϊόν πολιτισμικής διάχυσης- θα μπορούσε να αποτιμηθεί ως παρακλάδι του του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Ο ίδιος ο όρος προέρχεται από τη μετάφραση των αντίστοιχων όρων της αγγλικής, γερμανικής και ιταλικής γλώσσας3. Συνεπώς είναι σκόπιμο να γνωρίζει κανείς τι εννοούσαν οι ευρωπαίοι διανοητές με τον όρο διαφωτισμός.
Ως ιδεολογία του διαφωτισμού θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν οι ιδέες και οι αξίες που διαμορφώθηκαν από την παιδεία της βορειοδυτικής Ευρώπης κατά τον 18ο αιώνα, πριν από τη Γαλλική Επανάσταση. Η αφετηρία αυτής της νέας ιδεολογίας βρίσκεται στον αρχαιοελληνικό στοχασμό, τον οποίο οι εκπρόσωποί της μελέτησαν σε βάθος, αλλά στηρίχθηκε κυρίως στις σύγχρονες επιστημονικές ανακαλύψεις, με χαρακτηριστικούς εκπρόσωπους τον Γαλιλαίο και τον Νεύτωνα. Επιδίωξη των ευρωπαίων Διαφωτιστών ήταν η υπερίσχυση του σύγχρονου πνεύματος εις βάρος των κατεστημένων ιδεών της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας, του δογματισμού, της άγνοιας και της προκατάληψης. Η ριζική αμφισβήτηση των καθιερωμένων αυθεντιών, ο προβληματισμός γύρω από τη φύση, τις πηγές και τα όρια της γνώσης, η πίστη στην ανθρώπινη δυνατότητα παραγωγής γνώσης, ο ορθός λόγος και ο ελεύθερος στοχασμός είναι τα κύρια στοιχεία που διαμόρφωσαν το ιδεολογικό πλαίσιο του κινήματος του Διαφωτισμού.
[Επεξεργασία] Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός
Όπως είναι ίσως φυσικό ο νεοελληνικός διαφωτισμός εκκινήθηκε σε περιοχές στις οποίες ήκμαζε το ελληνικό στοιχείο σε διάφορους τομείς δραστηριότητας. Τα υπάρχοντα μέσα εκπαίδευσης, δηλαδή οι σχολές, οι ακαδημίες και τα ελληνικά τυπογραφεία, βοήθησαν τις διαδικασίες της αφομοίωσης και ενδεχομένως της μετάλλαξης των ιδεών. Στις ίδιες περιοχές υπήρχε οικονομική ανάπτυξη, με αποτέλεσμα να γνωρίσει ιδιαίτερη άνθηση η παιδεία. Οι Έλληνες έμποροι και λόγιοι ήλθαν σε επαφή με το ευρωπαϊκό πνεύμα και μεταφράστηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα στην Ελληνική τα έργα του Λοκ, του Καρτέσιου, του Ρουσό, του Λάιμπνιτς και του Βολταίρου.
Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, όπως και ο δυτικοευρωπαϊκός, εναντιώνεται στο πολιτικό, κοινωνικό και θρησκευτικό κατεστημένο της εποχής του. Ζητά παιδεία για όλους και απαλλαγή του ανθρώπου από την πρόληψη και τη δεισιδαιμονία. Παρουσιάζει ωστόσο όμως δυο σημαντικές διαφορές. Ως ιδεολογικό ρεύμα απευθύνθηκε σε υπόδουλους και συνεπώς το κύριο αίτημά του υπήρξε η απελευθέρωση του Έθνους. Στην παιδεία εναπόθεσαν οι Έλληνες –ιδιαίτερα ο Κοραής- ένα μεγάλο μέρος των ελπίδων τους για απελευθέρωση4. Από την άλλη, η παραγωγή της ιδεολογίας του ελληνικού διαφωτισμού φαίνεται πως υπήρξε έργο μεμονωμένων προσωπικοτήτων, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στην υπόλοιπη Ευρώπη.
[Επεξεργασία] Πρώιμος Διαφωτισμός
" «Διαφωτισμός κατά τον Εμμάνουελ Καντ είναι η έξοδος του ανθρώπου από την ανωριμότητά του για την οποία ο ίδιος είναι υπεύθυνος. Ανωριμότητα είναι η αδυναμία να μεταχειρίζεσαι το νου σου χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου. Είμαστε υπεύθυνοι γι΄αυτή την ανωριμότητα, όταν η αιτία της βρίσκεται όχι στην ανεπάρκεια του νου, αλλά στην έλλειψη αποφασιστικότητας και θάρρους να τον μεταχειριζόμαστε χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου. Sapere aude Έχε θάρρος να μεταχειρίζεσαι το δικό σου νου•.
Ο Μεθόδιος Ανθρακίτης 1660-1736 είναι ο πρώτος που αποκλίνει από την επίσημη θέση της τότε Εκκλησίας, η φιλοσοφία στην υπηρεσία της Θεολογίας και ο πρώτος επίσης που αντικατέστησε την αρχαΐζουσα ως γλώσσα διδασκαλίας με τη δημώδη. Διδάσκει λογική και νεότερη Ευρωπαϊκή Φιλοσοφία, Καρτέσιο (Descartes) και Μαλμπράνς Malebranche). Ο Μανουήλ Γεδεών σε πραγματεία του αναφέρει τον Μεθόδιο Ανθρακίτη ως προδρομική φυσιογνωμία.[2] Οι νεωτερικές του ιδέες τον έφεραν σε σύγκρουση με λόγιους της εποχής του και μερίδα του τότε αρτηριοσκληρωτικού εκκλησιαστικού κύκλου. Η «Οδός μαθηματικής με τμήματα γεωμετρίας, τριγωνομετρίας, άλγεβρας, σφαιρικής αστρονομίας κ.α. » είναι το πρώτο ελληνικό και μάλιστα ολοκληρωμένο μαθηματικό εγχειρίδιο της νεότερης ιστορίας μας, γραμμένο από τον Μεθόδιο Ανθρακίτη για χρήση στα ελληνικά σχολεία κατά την εποχή της τουρκοκρατίας. Μετά τον θάνατό του ο μαθητής του Μπαλάνος Βασιλόπουλος εκδίδει τα βιβλία του Λογική Ελάττων και Εισαγωγή της Λογικής. Διδάσκει στη Σχολή Κυρίτζη στην Καστοριά από το 1710-1822.[3]
Ενδιαφέρον εδώ παρουσιάζουν οι θέσεις των κυριότερων εκπροσώπων του ελληνικού διαφωτισμού για την Παιδεία του Έθνους και ιδιαίτερα για τη γλώσσα που πρέπει αυτή να χρησιμοποιεί:
Ο Θεόφιλος ο Κορυδαλλεύς (1571-1646) μετέφερε με τη διδασκαλία του στην Αθήνα, τη Ζάκυνθο, την Κεφαλονιά -γεγονός που μας οδηγεί σε αναγκαστική θεώρηση του διαφωτισμού στα Επτάνησα- και ιδίως στην Πατριαρχική Ακαδημία της Κωνσταντινούπολης υπό τον Πατριάρχη Κύριλλο Α΄ Λούκαρι το ουμανιστικό πνεύμα της Αναγέννησης. Χρησιμοποιεί ωστόσο την αττικίζουσα γλώσσα ως όργανο της φιλοσοφικής παιδείας. Προς την επιλογή του, με την οποία ταυτίστηκε αργότερα και ο Ευγένιος Βούλγαρης, αντέδρασαν οι διαφωτιστές Ιώσηπος Μοισιόδαξ, Δημήτριος Καταρτζής, Αθανάσιος Ψαλίδας και ο Αδαμάντιος Κοραής. Τις ίδες απόψεις ακολουθεί έναν αιώνα αργότερα ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος με αποτέλεσμα η πρόσληψη της νεωτερικής φιλοσοφίας να γίνεται με φορέα μια γλώσσα με αρχαϊκό χαρακτήρα -καθορισμένο κυρίως από ακαδημαϊκές συμβάσεις5.
Ένας από τους πρώτους που προσπάθησε να δει συγχρονικά τη γλώσσα και να την απαλλάξει από το βάρος της ιστορίας της ήταν ο Δ. Καταρτζής, ο οποίος έγραψε μία από τις πρώτες γραμματικές της σύγχρονης Ελληνικής, έτσι όπως μιλιόταν στην Κωνσταντινούπολη προς το τέλος του 18ου αιώνα6. Θεωρώντας πως δεν είναι δυνατόν να υπάρχει φραγμός στην επιστημονική γνώση, θέλησε έτσι να τραβήξει μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην αρχαία γλώσσα και τη σύγχρονη απόγονό της, αλλά η πρότασή του πέρασε απαρατήρητη εν τέλει εγκαταλείφθηκε7. Οι απόψεις του Καταρτζή για το γλωσσικό ζήτημα αποτελούσαν το πιο ριζοσπαστικό τμήμα της διαφωτιστικής του θεωρίας. Σε αντίθεση με τον Ευγένιο Βούλγαρη, ο οποίος υποστήριζε ότι μόνο το αττικό ύφος θα μπορούσε να εκφράσει τα υψηλά νοήματα της φιλοσοφίας και κατά συνέπεια ήταν η μόνη γλώσσα που άρμοζε στον Διαφωτισμό, ο Καταρτζής τόνιζε τις αρετές και τις δυνατότητες του νεότερου ελληνικού ιδιώματος. Θεωρούσε πως η ομιλούμενη Νεοελληνική «διαθέτει μελωδία, ρυθμό και την πειθώ στα ρητορικά της» και μπορεί συνεπώς να χρησιμοποιηθεί για την γενική αγωγή του έθνους8.
Για τους υπερασπιστές της φυσικής γλώσσας «δε θα έπρεπε να αισθάνεται κανείς αμηχανία αποδεχόμενος τη ζώσα ελληνική ως το όργανο έκφρασης του έθνους», καθώς σε όλη της Ευρώπη του Διαφωτισμού η ομιλούμενη φυσική γλώσσα είχε θριαμβεύσει και είχε οδηγήσει τις λογοτεχνίες ευρωπαϊκών λαών που ακολούθησαν το ρεύμα σε μια νέα ακμή9. Παρότι οι ρίζες του γλωσσικού διχασμού είναι αρχαιότερες, στις ανακατάξεις της περιόδου του Νεοελληνικού Διαφωτισμού η σύγκρουση φαίνεται να προσλαμβάνει ένα νέο ένδυμα, διατηρώντας ωστόσο το αρχικό θεμέλιο της σύγκρουσης.
[Επεξεργασία] Παράγοντες της διαφωτιστικής προσπάθειας
Η περίοδος του νεοελληνικού διαφωτισμού διακρίνεται για την ενεργοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, διανοουμένων, εμπόρων, κληρικών, κ.ά., προς την κατεύθυνση της καλλιέργειας της παιδείας, πιθανώς εξαιτίας της ουσιαστικής βελτίωσης των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών των υπόδουλων Ελλήνων. Οι Έλληνες ομογενείς των οργανωμένων παροικιών της Ευρώπης έγιναν η αιχμή του δόρατος στη διαφωτιστική προσπάθεια, χρηματοδοτώντας σχολεία και εκδόσεις βιβλίων, χορηγώντας ικανά χρηματικά ποσά για σπουδές στο εξωτερικό και γενόμενοι φορείς εκπαιδευτικής ανανέωσης. Στην Ελλάδα οι έμποροι και οι καπεταναίοι φέρνουν την πεποίθηση ότι η παιδεία μπορεί να γίνει φορέας καλύτερης και ελεύθερης ζωής, ενώ παράλληλα αναζητούν νέους διδάσκαλους για την εκπαίδευση των παιδιών τους10.
Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατάκτησης, εξαιτίας της ύφεσης που παρουσίασε η παιδεία και η εκπαίδευση, ο διανοητικός βίος περιορίστηκε στην αποδοχή της επίσημης θρησκευτικής ιδεολογίας, που εξέφραζε μεταξύ των άλλων τη μοιρολατρική στάση απέναντι στον κατακτητή και συντηρούσε ακόμη και στα κατώτερα στρώματα του λαού την καχυποψία και την εχθρότητα προς τη Δύση και σε κάθε τι δυτικότροπο, όπως επίσης και έναντι σε κάθε τι «ελληνικό»11.
Το βάρος του εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης και του διανοητικού βίου ανέλαβαν οι έλληνες λόγιοι της περιόδου μέσω της στροφής προς την κλασική αρχαιότητα αλλά και της επαφής με τον στοχασμό, τις ανακαλύψεις και τα επιστημονικά επιτεύγματα της δυτικής Ευρώπης. Έτσι, η στροφή της νεοελληνικής σκέψης προς τα αρχαία κείμενα υπήρξε το μέσο για την εθνική αυτοσυνειδησία, ενώ η «μετακένωση», σύμφωνα με τον Αδαμάντιο Κοραή, των επιτευγμάτων της ευρωπαϊκής σκέψης και επιστήμης στην ελληνική Ανατολή αναπροσανατόλισε το περιεχόμενο και τους στόχους της ελληνικής εκπαίδευσης12.
Για την απαλλαγή από το παραδοσιακό θρησκευτικό πνεύμα της εκπαίδευσης και της στροφής σε πιο εκκοσμικευμένα προγράμματα διδασκαλίας με την εισαγωγή της αρχαίας ελληνικής παιδείας έγιναν προσπάθειες και από τον χώρο της Εκκλησίας. Ο πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης (στις αρχές του 17ου αιώνα οργάνωσε την εκπαίδευση σε νέες βάσεις. Η ανασυγκρότηση της Πατριαρχικής Σχολής της Κωνσταντινούπολης, με την εισαγωγή της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας στα προγράμματα σπουδών, η ίδρυση τυπογραφείου, η μετάφραση της Καινής Διαθήκης σε απλούστερη γλώσσα για να γίνεται κατανοητή απ' όλους και οι συνεχείς εγκύκλιοί του ήταν ορισμένες από τις εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες του13.
Αποτέλεσμα της ως άνω ενεργοποίησης ήταν η ποσοτική και ποιοτική αύξηση των ελληνικών σχολείων. Πολλοί δάσκαλοι εισήγαγαν νέες μεθόδους διδασκαλίας και δίδαξαν τις νέες ανακαλύψεις της επιστήμης, ενώ άλλοι μετέφρασαν βιβλία στην Ελληνική με παρόμοιο περιεχόμενο. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κωνσταντίνου Κούμα, ο οποίος μετέφρασε γαλλικά βιβλία μαθηματικών και φυσικής. Την περίοδο 1809 - 1812 δίδαξε στο φημισμένο στην εποχή του Φιλολογικό γυμνάσιο Σμύρνης, όπου παρέδιδε δημόσια μαθήματα φυσικής και χημείας με πειράματα σε πλήθος κόσμου.
[Επεξεργασία] Η ελληνική εκδοχή των ιδεών του διαφωτισμού
Η εισαγωγή στην ελληνική εκπαίδευση επιστημονικών γνώσεων και μεθόδων αντικατόπτριζε ακριβώς τις αλλαγές στο διανοητικό πεδίο και φανέρωνε την αποδέσμευση σε μεγάλο βαθμό της ελληνικής σκέψης από τον εναγκαλισμό της παραδοσιακής θρησκευτικής ιδεολογίας.
Ωστόσο, οι αλλαγές αυτές δεν έγιναν εύκολα, ούτε διέθεταν γενικό χαρακτήρα. Οι παραδοσιακές πρακτικές και προσανατολισμοί της εκπαίδευσης έδειξαν εξαιρετικές αντοχές στις προσπάθειες αντικατάστασής τους και ασφαλώς η αντίδραση των φορέων τους ήταν έντονη. Οι περιπέτειες πολλών ελλήνων Διαφωτιστών σε ελληνικά σχολεία της εποχής είναι τα τεκμήρια της επώδυνης προσπάθειας των Ελλήνων λογίων για τον αναπροσανατολισμό της εκπαίδευσης14. Η αντίδραση αυτή οφειλόταν κυρίως στην άγνοια και την αμάθεια των φορέων της παραδοσιακής ιδεολογίας και ενισχυόταν από τη μακραίωνη καχυποψία της Ανατολικής Εκκλησίας προς τη Δύση.
Η Εκκλησία συσπείρωνε κάτω από την σκέπη της όλους τους ορθόδοξους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αποτελούσε τον επίσημο συλλογικό φορέα τους απέναντι στην οθωμανική εξουσία. Στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα όταν σταδιακά στην Ελλάδα τα κοινωνικά, οικονομικά και εκπαιδευτικά δεδομένα άρχισαν αλλάζουν ποιοτικά και ποσοτικά και διοχετεύθηκαν στον χώρο τα κηρύγματα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, η επίσημη Εκκλησία στην εισαγωγή των νέων αυτών ιδεών, είτε από συντηρητισμό, είτε από ανασφάλεια, είτε από φόβο, στάθηκε επιφυλακτική ή ακόμη και αρνητική, καθώς πίστευε πως η υιοθέτηση φιλελεύθερων και ριζοσπαστικών ιδεών έθετε σε κίνδυνο ύπαρξή της. Έτσι ερμηνεύεται πιθανώς και η καταδίκη του Ρήγα Βελεστινλή από τις εκκλησιαστικές αρχές, ακόμη και μετά θάνατον15.
Στα τέλη του 18ου αιώνα ο Ρήγας Βελεστινλής συνέταξε χάρτες, έκδωσε προκηρύξεις και οργάνωσε τη μυστική επαναστατική του δράση. Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα. Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό16, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες του διαφωτισμού που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της Χάρτας17, ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ., που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα. Λίγα χρόνια αργότερα, το έργο της προετοιμασίας των υπόδουλων ανέλαβε η Φιλική Εταιρεία, που κατόρθωσε να οργανώσει τους Έλληνες προς τον στόχο της εθνικής απελευθέρωσης.
Στις πρώτες δύο δεκαετίες του 19ου αιώνα, περίοδο κορύφωσης του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, οι πνευματικές εκδηλώσεις ήταν σε μεγάλη έξαρση, εξαιτίας της εμφάνισης μεγάλων μορφών των γραμμάτων, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Άνθιμος Γαζής, ο Κωνσταντίνος Οικονόμος, ο Κωνσταντίνος Βαρδαλάχος, ο Θεόφιλος Καΐρης και άλλοι.
Παρ' όλες τις προσδοκίες, η φιλελεύθερη πολιτική που ενστερνιζόταν ο διαφωτισμός, δεν ήταν η τελική πολιτική επιλογή που επιβλήθηκε από τις προστάτιδες δυνάμεις και οι περισσότεροι από τους λόγιους εκπροσώπους του είτε απομακρύνθηκαν από τις σχολές που δίδασκαν (Γρηγόριος Κωνσταντάς) είτε είδαν τα βιβλία τους να καίγονται δημόσια (Κοραής). Οι περιπτώσεις των θρησκευτικών διώξεων του Θεόφιλου Καΐρη, του Ανδρέα Λασκαράτου και του ποιητή Παναγιώτη Συνοδινού συνιστούν τεκμήρια μιας αναζωπύρωσης της δίωξης της θρησκευτικής ετεροδοξίας, μακράν των αρχικών επιδιώξεων της απελευθέρωσης από τον θρησκευτικό φανατισμό18.
[Επεξεργασία] Σημαντικές προσωπικότητες, εκδόσεις και μυστικές εταιρείες
Ανάμεσα στις πολλές σημαντικές προσωπικότητες του Νεοελληνικού διαφωτισμού διακρίνονται οι:
Μεθόδιος Ανθρακίτης 1660-1736 εφημέριος στο ναό του Αγίου Γεωργίου της Βενετίας και διορθωτής κειμένων αρχικά στον εκδοτικό οίκο στη Βενετία των Γλυκήδων από τα Ιωάννινα και από το 1710-1722 Διευθυντής στη Σχολή Κυρίτζη στην Καστοριά και στη συνέχεια στη Σιάτιστα και στη Μπαλάνειο Σχολή των Ιωαννίνων.
Ευγένιος Βούλγαρης 1716-1806
Είναι ένας σημαντικός εκπρόσωπος του νεοελληνικού διαφωτισμού. Υπήρξε θαυμαστής του Βολτέρου και ο πιο θερμός υποστηρικτής του. Έγραψε πολλά επιστημονικά, φιλοσοφικά και θεολογικά συγγράμματα.
Ιώσηπος Μοισιόδαξ 1730-1800
Ασχολήθηκε με τα παιδαγωγικά και τις φυσικές επιστήμες. Στο γλωσσικό πρόβλημα, σε ποια γλώσσα θα φωτιζόταν το έθνος, τάχθηκε υπέρ της Κοινής.
Δημήτρης Καταρτζής-Φωτιάδης 1730-1800
Προοδευτική προσωπικότητα που επηρεάστηκε από το γαλλικό διαφωτισμό. Οι φιλοσοφικές του αντιλήψεις βρίσκονται μέσα στο δοκίμιό του Γνώθι σαυτόν.
Αδαμάντιος Κοραής 1748-1833
Η προσωπικότητα του Κοραή σημάδεψε την Ελλάδα και από μορφωτική και από πολιτική άποψη. Οι γνώσεις του και η παρουσία του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό τον κατατάσσουν ανάμεσα στους κορυφαίους φιλόλογους στον ευρωπαϊκό χώρο.
Ρήγας Φεραίος 1757-1798
Γεννήθηκε στο Βελεστίνο της Θεσσαλίας το 1757. Σπούδασε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό όπου και αρχίζει την πολιτική του προσπάθεια. Τα έργα του Ρήγα έχουν πολιτικό, ιδεολογικό και επαναστατικό περιεχόμενο και είναι επηρεασμένος από το γαλλικό πνεύμα. Πέρα από το συγγραφικό του έργο και την πολιτική του δράση ενδιαφέρθηκε για την εκπαίδευση των Ελλήνων, γνώριζε πως μέσα από την αναγέννηση της παιδείας θα έρθει και η αναγέννηση του έθνους. Το όραμα του, είναι η απελευθέρωση των λαών της Βαλκανικής και η δημιουργία μιας ενιαίας πολιτικής ενότητας.
Πέρα από την αναφορά στους πρωταγωνιστές του νεοελληνικού διαφωτισμού πρέπει να αναφερθούμε και σε μερικά κείμενα της εποχής. Η Ελληνική Νομαρχία, ο Ανώνυμος του 1789 και ο Ρωσαγγλογάλλος. Αυτά τα κείμενα έχουν πολιτικό περιεχόμενο, ασκούν κριτική στους φορείς συντηρητικών ιδεών και σε όσους αδιαφορούν για την ελευθερία του γένους και αναφέρονται στη θεωρία και τη σκέψη που πρέπει να έχουν οι Έλληνες για να οργανώσουν τον ένοπλο αγώνα τους. Εκφραστές των ιδεών του Διαφωτισμού ήταν και διάφορα περιοδικά της εποχής, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει ο Ερμής ο Λόγιος19 και η Φιλολλογική Εταιρεία Βουκουρεστίου με την υποστήριξη της οποίας εκδόθηκε.
[Επεξεργασία] Επιτομή
Ο νεοελληνικός διαφωτισμός ως πνευματικό κίνημα αντλεί την καταγωγή του από τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό. Παρουσιάζει, ωστόσο, ιδιαιτερότητες εξαιτίας των ιδιαίτερων κοινωνικών, πολιτικών και ιστορικών συνθηκών που χαρακτήριζαν τον Ελληνισμό εκείνης της περιόδου.
Οι Έλληνες λόγιοι, παρά το γεγονός ότι αντιμετώπισαν την αντίδραση των φορέων της κατεστημένης ιδεολογίας, ανταποκρίθηκαν στο έργο της διαφώτισης των Ελλήνων. Όχι μόνο κατόρθωσαν να αφυπνίσουν το πνεύμα της αρχαιοελληνικής παράδοσης φέρνοντας στο προσκήνιο τις αρχές και τα ιδεώδη του κλασικού πολιτισμού, αλλά έγιναν και φορείς πρόσληψης της νεωτερικής φιλοσοφίας. Με αυτόν τον τρόπο διεκδικήθηκε μεταγενέστερα κυρίως η νομιμότητα του αιτήματος αναδημιουργίας του εθνικού κράτους. Ο αγώνας των Ελλήνων για απελευθέρωση θα μπορούσε να γίνει η συνέχεια του αγώνα ενάντια στην 'ασιατική βαρβαρότητα'.
Στην πορεία του Νεοελληνικού διαφωτισμού τέθηκαν επίσης ζητήματα και προβλήματα που ταλαιπώρησαν επί μακρόν την ελληνική παιδεία, μεταδόθηκαν νέες γνώσεις και ανακαλύψεις της εποχής, ενώ τυπώθηκαν εκατοντάδες πρωτότυπα βιβλία και μεταφράσεις. Η φιλολογική διαμάχη της εποχής με επίκεντρο το γλωσσικό πρόβλημα αντικατοπτρίζει εν μέρει τις πνευματικές αναζητήσεις και τον δυναμισμό με τον οποίο αντιμετώπισαν οι Έλληνες λόγιοι τα πνευματικά ζητήματα, αλλά και μια πάλη ανάμεσα στα συντηρητικά και τα νεωτερικά ρεύματα της ελληνικής κοινωνίας.
[