Η παγκόσμια κρίση
(Απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας)
Ο καπιταλιστικός κόσμος ζει τη θανάσιμη αγωνία του. Προσπαθεί να βρει το γιατρικό για να θεραπεύσει την αρρώστια του που εκδηλώνεται σήμερα με την παγκόσμια καταιγίδα της οικονομικής κρίσης και της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης.
Οι απολογητές του συστήματος και τα πολιτικά του φερέφωνα επιχειρούν να εξαπατήσουν τους λαούς εστιάζοντας το κακό στο χρήμα, δηλαδή στις χρηματοπιστωτικές δυσλειτουργίες και στον χρηματιστηριακό παρασιτισμό. Ελπίζουν ότι θα σώσουν την κατάσταση με παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές ρυθμίσεις, με πολυεθνικές συνθέσεις, με μια παγκόσμια κεντρική τράπεζα, η οποία θα εξασφαλίσει την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Η διεθνής οικονομική και πολιτική ελίτ, με ηγεσία τους Αμερικάνους, προσπαθεί να χρησιμοποιήσει την τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση για να υλοποιήσει «λύσεις» που θα οδηγήσουν τον κόσμο σε μια «νέα παγκόσμια χρηματοοικονομική τάξη, παγκόσμιο νόμισμα και παγκόσμια κυβέρνηση». Με επικεφαλής τις ΗΠΑ, φυσικά: Στον αυτοκρατορικό ολοκληρωτισμό!
Ματαιοπονούν. Όλα αυτά είναι γιατροσόφια χωρίς καμιά θεραπευτική ιδιότητα. Το αντίθετο, θα επιταχύνουν τους ρυθμούς κατάρρευσης του ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Και αυτό γιατί δεν μπορούν, δεν τους συμφέρει να δούνε τα βασικά αίτια της οικονομικής κρίσης. Δεν είναι το χρήμα το αίτιο της κρίσης. Στο χρήμα αντανακλάται πιο ευανάγνωστα η κρίση, είναι το σύμπτωμα της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης.
Το αίτιο της κρίσης βρίσκεται μέσα στο μεδούλι του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής: Στην ενότητα της παραγωγικής διαδικασίας και της κυκλοφορίας.
Η διαλεκτική ενότητα ανάμεσα στην παραγωγή εμπορευμάτων και την πώληση των εμπορευμάτων είναι η θεμελιακή βάση για να εξηγήσουμε τις καπιταλιστικές κρίσεις.
Το βασικό κύτταρο της καπιταλιστικής οικονομίας είναι το εμπόρευμα. Μέσα σε αυτό το «βασικό κύτταρο» υπάρχει η αντίφαση που γεννάει τις κρίσεις. Εδώ υπάρχει ο διχασμός ανάμεσα στο εμπόρευμα και το χρήμα. Ανάμεσα δηλαδή στο εμπόρευμα ως προϊόν παραγωγής και το εμπόρευμα ως ανταλλακτική αξία που πρέπει να πουληθεί (χρήμα).
Θα περιγράψουμε, όσο πιο απλά μπορούμε, αυτή τη διαλεκτική.
Παραγωγή εμπορευμάτων και παραγωγή για το κέρδος
Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι ταυτόχρονα: Γενικευμένη εμπορευματική παραγωγή και παραγωγή για το κέρδος των επιχειρήσεων που δρουν ανεξάρτητα η μία από την άλλη. Το πρώτο σκέλος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το δεύτερο.
Ο καπιταλισμός είναι ταυτόχρονα: Ένα σύστημα που στρέφεται προς την παραγωγή ενός συνεχώς αυξανόμενου όγκου υπεραξίας (υπερεργασίας), ΚΑΙ ένα σύστημα όπου η πραγματική ιδιοποίηση αυτής της υπεραξίας υποτάσσεται στη δυνατότητα να πουληθούν τα εμπορεύματα που περιέχουν αυτή την υπεραξία, τουλάχιστο σε τιμές που να προσκομίζουν το μέσο κέρδος, αν όχι το υπερκέρδος.
Κάθε άλλη ερμηνεία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής εξαφανίζει ένα από τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά του, χωρίς τα οποία δεν θα ήταν καπιταλισμός.
Όπως ήδη αναφέραμε το «βασικό κύτταρο» της καπιταλιστικής παραγωγής είναι το εμπόρευμα. Η ίδια η φύση αυτού του «βασικού κυττάρου» συνεπάγεται τον αναγκαίο χωρισμό του: Σε «εμπόρευμα» και «χρήμα».
Το εμπόρευμα είναι ταυτόχρονα: Προϊόν της ατομικής εργασίας και προϊόν της κοινωνικής εργασίας. Αλλά η «κοινωνική εργασία» που πραγματοποιείται με τη μορφή της «ατομικής εργασίας» δεν μπορεί να αναγνωριστεί άμεσα ή εκ των προτέρων σαν τέτοια. Μπορεί να αναγνωριστεί εκ των υστέρων με τη μορφή της «ανταλλακτικής αξίας», δηλαδή του χρήματος. Αυτή η εκ των υστέρων αναγνώριση της κοινωνικής εργασίας, που περιέχει το εμπόρευμα, είναι πάντα αμφίβολη, γιατί εξαρτάται από την κυκλοφορία του: Από τα αν θα πουληθεί πραγματικά και από την τιμή στην οποία θα πουληθεί.
Το γεγονός, συνεπώς, ότι δημιουργείται μια αυξανόμενη ποσότητα υπεραξίας (εμπορευμάτων) στη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας δεν ενδιαφέρει και πολύ τον καπιταλιστή, όταν δεν βάζει στην τσέπη του κέρδος: ένα μέρος από το αντίτιμο αυτής της υπεραξίας.
Το γεγονός αυτό, δηλαδή, ότι η παραγωγή υπεραξίας δεν οδηγεί αυτόματα στην πραγματοποίησή της (στο κέρδος), αποτελεί τη βάση του διχασμού ανάμεσα στο «εμπόρευμα» και το «χρήμα», ανάμεσα δηλαδή στην «αξία χρήσης» του εμπορεύματος, και στην «ανταλλακτική αξία» αυτού του ίδιου του εμπορεύματος (χρήμα). Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσιώδης αντίφαση που δημιουργεί τις κρίσεις υπερπαραγωγής.
Κρίσεις υπερπαραγωγής
Οι καπιταλιστικές κρίσεις είναι πάντα κρίσεις υπερπαραγωγής ανταλλακτικών αξιών.
Με πιο απλά λόγια: οι κρίσεις δεν προέρχονται, στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, επειδή υπάρχει έλλειψη προϊόντων. Προέρχονται ακριβώς από το γεγονός ότι τα προϊόντα δεν μπορούν να πουληθούν, σε τιμές που να εξασφαλίζουν το μέσο κέρδος.
Υπερπαραγωγή σημαίνει πάντα ότι ο καπιταλισμός έχει παράγει εμπορεύματα, που δεν ανταποκρίνονται πια στη διαθέσιμη εργατική δύναμη, επομένως τα εμπορεύματα δεν μπορούν να αγοραστούν σε τιμές που να δίνουν κέρδος. Η κρίση πάντα αρχίζει από την απότομη ρήξη της ασταθούς ισορροπίας ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση των εμπορευμάτων.
Απότομα η προσφορά ξεπερνάει τη ζήτηση σε τέτοιο βαθμό που προκαλεί μαζική πτώση των παραγγελιών και σημαντική μείωση της τρέχουσας παραγωγής. Είναι αυτή η έλλειψη πωλήσεων και η πτώση της τρέχουσας παραγωγής, που οδηγούν στη «συσσωρευτική κίνηση της κρίσης»: Πτώση της απασχόλησης, των αποδοχών, των επενδύσεων, της παραγωγής, των παραγγελιών. Νέος κύκλος πτώσης και στους δύο κυριότερους τομείς της παραγωγής: Στον τομέα των παραγωγικών αγαθών και στον τομέα των καταναλωτικών αγαθών.
Για να καταλάβουμε την πραγματικά αλυσιδωτή σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην πτώση του ποσοστού του κέρδους, την κρίση υπερπαραγωγής και το ξέσπασμα της κρίσης πρέπει να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στα φαινόμενα που εκδηλώνεται η κρίση, ανάμεσα στους πυροδότες της κρίσης και στα βαθύτερα αίτια. Ο πυροδότης της κρίσης (ένα χρηματιστηριακό σκάνδαλο, η χρεοκοπία μιας μεγάλης επιχείρησης, το κλείσιμο μιας τράπεζας κ.λπ) δεν είναι η αιτία της κρίσης. Δεν προκαλεί το ξέσπασμά της παρά μόνο στο βαθμό που πυροδοτεί τη συσσωρευτική κίνηση των πραγματικών αιτίων της κρίσης που περιγράψαμε.
Το αυτόνομο παιχνίδι του «πυροδότη» δεν προκαλεί την κρίση. Για να προκληθεί μια κρίση πρέπει να συμπέσουν μια σειρά από προϋποθέσεις, δηλαδή τα πραγματικά στοιχεία της κρίσης να έχουν ήδη συγκεντρωθεί και να περιμένουν μόνο ένα καταλυτικό στοιχείο (τον πυροδότη) για να εκδηλωθούν.
Έτσι σήμερα οι απολογητές του καπιταλισμού τοποθετούν τα πράγματα με το κεφάλι προς τα κάτω. Δεν βλέπουν τη χρηματοοικονομική κρίση σαν αντανάκλαση της κρίσης του ίδιου του καπιταλισμού, αλλά βλέπουν την παγκόσμια οικονομική και κοινωνική κρίση του καπιταλισμού σαν υποπροϊόν των χρηματοπιστωτικών δυσλειτουργιών. Έτσι αποκρύπτουν τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και την κρίση των ανθρωπίνων σχέσεων.
Οι μονοδιάστατες προτάσεις
Ο τεμαχισμένος αστικός τρόπος σκέψης και ιδιαίτερα ο ακαδημαϊκός τρόπος σκέψης (η αποθέωση του τεμαχισμού) δεν μπορεί να συλλάβει τα βαθύτερα αίτια της κρίσης, ακριβώς γιατί αποσυνδέει μηχανικά τη διαλεκτική της παραγωγής εμπορευμάτων από την κυκλοφορία τους. Μένει στα συμπτώματα και στις εκδηλώσεις της. Ανάλογα είναι και τα θεραπευτικά μέτρα που προτείνει: Φάρμακα για τα συμπτώματα…
Δύο είναι οι κύριες «φαρμακευτικές» προτάσεις: Η μία ζητάει ενίσχυση της ζήτησης για να αρχίσει πάλι να λειτουργεί η αντλία της παραγωγής και του κέρδους. Η άλλη ζητάει ενίσχυση των επενδύσεων και των καπιταλιστικών κερδών για να υπάρξει απασχόληση και αύξηση των μισθών.
Και οι δύο αυτές προτάσεις είναι μονοδιάστατες: γιατροσόφια χωρίς καμία πλέον θεραπευτική αξία.
Η ενίσχυση της ζήτησης, δηλαδή η αύξηση των οικογενειακών εισοδημάτων δεν δίνει καμιά «νέα ώθηση» για να ξεπεράσει ο καπιταλισμός την κρίση του, παρά μόνο αν συνοδευτεί από μια αύξηση του ποσοστού του κέρδους και από μια προοπτική γενικευμένης επέκτασης της αγοράς, όπως υπήρξε με τις αγορές των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, που καθυστέρησαν τη σημερινή κρίση κατάρρευσης του καπιταλισμού. Σε διαφορετική περίπτωση δεν έχει σαν επακόλουθο μια αύξηση των επενδύσεων και των καπιταλιστικών κερδών.
Αντίστροφα, η αύξηση των κερδών και των επενδύσεων επιτρέπει το ξεπέρασμα της κρίσης ΜΟΝΟ αν συνοδευτεί από μια επέκταση της συνολικής ζήτησης.
Χρειάζεται, λοιπόν, ο συνδυασμός μιας ισχυρής επέκτασης της αγοράς (της αγοραστικής δύναμης) και μιας έντονης αύξησης του μέσου ποσοστού του κέρδους, για να γίνει εφικτός ένας νέος κύκλος ανάπτυξης της παραγωγής και συσσώρευσης του κεφαλαίου. Η σύμπτωση, όμως, αυτή των δύο παραγόντων εξαρτάται από τη συνδρομή πολλών και διαφόρων περιστάσεων. Επομένως είναι αδύνατο να δημιουργηθεί την κρίσιμη στιγμή με το άλφα η βήτα κυβερνητικό μέτρο. Από εδώ πηγάζει και ο ανεξέλεγκτος χαρακτήρας της κρίσης.
Σήμερα, όπως έχουμε αναλύσει σε προηγούμενο τεύχος, ο καπιταλισμός έχει εξαντλήσει τις δεξαμενές των αγορών και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο σωτηρίας του. Οδηγείται σε μια κατάρρευση που θα γεννήσει νέους εφιάλτες, αν δεν γκρεμιστεί…
Βεβαίως, εδώ, δημιουργούνται κάποιες απορίες και ερωτήματα: Γιατί οι καπιταλιστές με πείρα δύο αιώνων, περίπου, συνεχίζουν να δρουν λίγο πολύ με τον ίδιο τρόπο, αντί να προσπαθήσουν να «αντισταθμίσουν» τα αμοιβαία λάθη τους στην πρόβλεψη των οικονομικών εξελίξεων; Γιατί όλες οι επιχειρήσεις αυξάνουν (υπέρμετρα) τις επενδύσεις τους στη διάρκεια της υψηλής συγκυρίας, πράγμα που επιταχύνει την πλεονάζουσα παραγωγή; Γιατί περιορίζουν (υπέρμετρα) τις επενδύεις τους στη διάρκεια της κρίσης, πράγμα που οξύνει την κρίση των πωλήσεων και την πτώση των κερδών; Δεν είναι όλα αυτά ένα παράλογο «ένστικτο του κοπαδιού» που τους κάνει να συμπεριφέρονται έτσι;
Η απάντηση είναι απλή: Ό,τι φαίνεται λογικό από την άποψη του συστήματος στο σύνολό του, παύει να είναι τέτοιο από την άποψη κάθε μεγάλης επιχείρησης ξεχωριστά, και αντίστροφα.
Όταν υπάρχει μεγάλη επέκταση της αγοράς, όλες οι επιχειρήσεις προσπαθούν να τρώνε από το αυξημένο γλυκό, επιταχύνοντας έτσι την «υπερεπένδυση» και την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα.
Όταν υπάρχει κρίση των πωλήσεων, θα ήταν παράλογο για κάθε ατομική επιχείρηση να αυξήσει την παραγωγική της ικανότητα. Πρέπει αντίθετα να περιορίσει τις ζημιές και την πτώση των τιμών, δηλαδή να μειώσει την παραγωγή.
Και εδώ πλέον γκρεμίζεται ο μύθος της καπιταλιστικής φιλοσοφίας: Ότι το «γενικό συμφέρον» εξυπηρετείται καλύτερα όταν ο καθένας κοιτάζει το «ατομικό συμφέρον» του…
Η σημερινή κρίση του καπιταλισμού οδηγεί την ανθρωπότητα στο χείλος της αβύσσου. Μια βαρβαρότητα χωρίς ιστορικό προηγούμενο θα επιβληθεί, αν δεν αναπτυχθούν ισχυρά κινήματα ανατροπής του πλανητικού ιμπεριαλισμού. Η κρίση μπορεί να ξεπεραστεί μόνο με τον όλεθρο της καταστροφής κοινωνιών και λαών ή με την Επανάσταση των λαών…
Και όλα αυτά τα μέτρα «μεταρρυθμίσεων» των διεθνών νομισματικών σχέσεων ένα και μόνο στόχο έχουν: Την αυτοκρατορική κυριαρχία ενός διεθνούς νομίσματος, μιας πλανητικής κυβέρνησης και ενός ολοκληρωτικού πλανητικού κράτους που θα υποτάξει και θα ισοπεδώσει παντελώς τις κοινωνίες, τα έθνη και τους λαούς…