Το φάντασμα της Αργεντινής
Οκτώ χρόνια πέρασαν από τη χρεοκοπία της Αργεντινής και τη βύθιση του μισού και πλέον πληθυσμού της κάτω από τα όρια της φτώχειας, όμως οι «διεθνείς πιστωτές» συνεχίζουν να την έχουν στην μπούκα.
Παρ' ότι οι υποχρεώσεις της προς αυτούς μειώθηκαν κατά 80% -στα 20 δισ. δολάρια σε σχέση με τα 100 που χρωστούσε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας- η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ν. Αμερικής παραμένει ακόμη αποκλεισμένη από τις διεθνείς χρηματαγορές.
Αυτή ήταν άλλωστε και η αιτία της πρόσφατης πολιτικής κρίσης, με την αποπομπή του κεντρικού τραπεζίτη της χώρας, Μαρτίν Πεντράδο, από την πρόεδρο Κριστίν Φερνάντεζ Κίρσνερ. Αιτία η άρνηση του πρώτου να χορηγήσει 6,7 δισ. δολάρια από τα συναλλαγματικά αποθέματα της τράπεζας για την αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση Φερνάντεζ ευελπιστούσε σε μια συμφωνία με τους πιστωτές της για την αναδιάρθρωση και την αποπληρωμή του εναπομείναντος χρέους της σύντομα, έτσι ώστε να επισπευθεί η επιστροφή της στις διεθνείς κεφαλαιαγορές και να μειωθεί το επιτόκιο δανεισμού της κάτω από το 10%. Κάτι που φαίνεται πια μακρινό, λόγω τόσο της κρίσης Πεντράδο όσο και της απόφασης δικαστηρίου της Νέας Υόρκης να παγώσει -ύστερα από αίτημα δύο funds- τα περιουσιακά στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Αργεντινής στη Fed για ένα χρέος μόλις 1,7 εκατ. δολαρίων.
Βασική αιτία των δεινών που αντιμετωπίζει σήμερα η Αργεντινή είναι αναμφίβολα το τεράστιο χρέος που τη φόρτωσαν μεταπολεμικά τρεις δικτατορίες και οι διεφθαρμένες κυβερνήσεις που ακολούθησαν. Οι «νεοφιλελεύθερες» οικονομικές πολιτικές της κυβέρνησης Μένεμ στις αρχές της δεκαετίας του '90 -όπως το άνοιγμα των αγορών, οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και κυρίως η σύνδεση του πέσο με το δολάριο σε σταθερή ισοτιμία- ήταν η ταφόπλακα.
Η δολαριοποίηση του πέσο οδήγησε σε πτώση του υπερπληθωρισμού, όπως επεδίωκε η τότε κυβέρνηση. Προκάλεσε όμως στη συνέχεια τεράστιες παρενέργειες στην οικονομία. Το πέσο, συνδεδεμένο με το δολάριο στην ισοτιμία 1:1, ακολούθησε την ισχυρή πορεία του αμερικανικού νομίσματος στη δεκαετία του '90, καθιστώντας τα εξαγωγικά προϊόντα της χώρας ακριβότερα στις διεθνείς αγορές. Αποτέλεσμα ήταν οι εξαγωγές να συρρικνωθούν και το εμπορικό έλλειμμα να παραμείνει επί αρκετά χρόνια πάνω από το 50% του ΑΕΠ.
Η χρηματοδότηση του ελλείμματος στηρίχθηκε στον εξωτερικό δανεισμό και αυτό είχε αποτέλεσμα τη μεγάλη άνοδο του χρέους και την εξάρτηση της χώρας από τους διεθνείς πιστωτές.
ΜΠ. ΜΙΧΑΛΗΣ www.enet.gr/?i=news.el.article&id=121798]http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=121798[/url]
Οκτώ χρόνια πέρασαν από τη χρεοκοπία της Αργεντινής και τη βύθιση του μισού και πλέον πληθυσμού της κάτω από τα όρια της φτώχειας, όμως οι «διεθνείς πιστωτές» συνεχίζουν να την έχουν στην μπούκα.
Παρ' ότι οι υποχρεώσεις της προς αυτούς μειώθηκαν κατά 80% -στα 20 δισ. δολάρια σε σχέση με τα 100 που χρωστούσε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας- η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ν. Αμερικής παραμένει ακόμη αποκλεισμένη από τις διεθνείς χρηματαγορές.
Αυτή ήταν άλλωστε και η αιτία της πρόσφατης πολιτικής κρίσης, με την αποπομπή του κεντρικού τραπεζίτη της χώρας, Μαρτίν Πεντράδο, από την πρόεδρο Κριστίν Φερνάντεζ Κίρσνερ. Αιτία η άρνηση του πρώτου να χορηγήσει 6,7 δισ. δολάρια από τα συναλλαγματικά αποθέματα της τράπεζας για την αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση Φερνάντεζ ευελπιστούσε σε μια συμφωνία με τους πιστωτές της για την αναδιάρθρωση και την αποπληρωμή του εναπομείναντος χρέους της σύντομα, έτσι ώστε να επισπευθεί η επιστροφή της στις διεθνείς κεφαλαιαγορές και να μειωθεί το επιτόκιο δανεισμού της κάτω από το 10%. Κάτι που φαίνεται πια μακρινό, λόγω τόσο της κρίσης Πεντράδο όσο και της απόφασης δικαστηρίου της Νέας Υόρκης να παγώσει -ύστερα από αίτημα δύο funds- τα περιουσιακά στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Αργεντινής στη Fed για ένα χρέος μόλις 1,7 εκατ. δολαρίων.
Βασική αιτία των δεινών που αντιμετωπίζει σήμερα η Αργεντινή είναι αναμφίβολα το τεράστιο χρέος που τη φόρτωσαν μεταπολεμικά τρεις δικτατορίες και οι διεφθαρμένες κυβερνήσεις που ακολούθησαν. Οι «νεοφιλελεύθερες» οικονομικές πολιτικές της κυβέρνησης Μένεμ στις αρχές της δεκαετίας του '90 -όπως το άνοιγμα των αγορών, οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και κυρίως η σύνδεση του πέσο με το δολάριο σε σταθερή ισοτιμία- ήταν η ταφόπλακα.
Η δολαριοποίηση του πέσο οδήγησε σε πτώση του υπερπληθωρισμού, όπως επεδίωκε η τότε κυβέρνηση. Προκάλεσε όμως στη συνέχεια τεράστιες παρενέργειες στην οικονομία. Το πέσο, συνδεδεμένο με το δολάριο στην ισοτιμία 1:1, ακολούθησε την ισχυρή πορεία του αμερικανικού νομίσματος στη δεκαετία του '90, καθιστώντας τα εξαγωγικά προϊόντα της χώρας ακριβότερα στις διεθνείς αγορές. Αποτέλεσμα ήταν οι εξαγωγές να συρρικνωθούν και το εμπορικό έλλειμμα να παραμείνει επί αρκετά χρόνια πάνω από το 50% του ΑΕΠ.
Η χρηματοδότηση του ελλείμματος στηρίχθηκε στον εξωτερικό δανεισμό και αυτό είχε αποτέλεσμα τη μεγάλη άνοδο του χρέους και την εξάρτηση της χώρας από τους διεθνείς πιστωτές.
ΜΠ. ΜΙΧΑΛΗΣ www.enet.gr/?i=news.el.article&id=121798]http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=121798[/url]