You are using an out of date browser. It may not display this or other websites correctly.
You should upgrade or use an alternative browser.
You should upgrade or use an alternative browser.
Πέθανε ο Απ. Σουγκλάκος !
- Μέλος που άνοιξε το νήμα SpermBob
- Ημερομηνία ανοίγματος
- Απαντήσεις 35
- Εμφανίσεις 5K
- Tagged users Καμία
- Βλέπουν το thread αυτή τη στιγμή 1 άτομα (0 μέλη και 1 επισκέπτες)
- Εγγρ.
- 20 Ιαν 2006
- Μηνύματα
- 20.661
- Κριτικές
- 148
- Λύσεις
- 5
- Like
- 9.231
- Πόντοι
- 17.085
Εγκεφαλικό είχε πάθει λίγες μέρες πριν... παραπάνω κάποιος συνάδελφος έχει link από in.gr με την είδηση.
DARKSIDEOFTHEMOON
Ενεργό Μέλος
- Εγγρ.
- 17 Φεβ 2006
- Μηνύματα
- 15.458
- Like
- 31
- Πόντοι
- 166
Ποιος θα δείρει τον Σουγκλάκο;
Τελικα βρέθηκε ο Χάρος να τον δείρει.Γεια σου ρε Κορώνα.
Τελικα βρέθηκε ο Χάρος να τον δείρει.Γεια σου ρε Κορώνα.
DARKSIDEOFTHEMOON
Ενεργό Μέλος
- Εγγρ.
- 17 Φεβ 2006
- Μηνύματα
- 15.458
- Like
- 31
- Πόντοι
- 166
Ποιος θα δείρει τον Σουγκλάκο;
Τελικα βρέθηκε ο Χάρος να τον δείρει.Γεια σου ρε Κορώνα.
"Δεν φοβάμαι τίποτα. Και κανέναν. Το μόνο που φοβάμαι... Εντάξει, δε γουστάρω ρε παιδί μου να πεθάνω -κούφια η ώρα- θέλω να ζήσω 850 χρόνια. Γιατί η ζωή είναι ωραία". Απο συνέντευξη του Σουγκλάκου.
Επισκέπτης
Αντίο Απόστολε...
- Εγγρ.
- 1 Σεπ 2005
- Μηνύματα
- 1.508
- Κριτικές
- 22
- Like
- 390
- Πόντοι
- 6.055
Με αφορμη και καταληξη τον Σουγκλακο, απολαυστικο αρθρο του Πανουτσου για τον θανατο
**********************************************
Οι τέσσερις απόστολοί μου ήταν Ιταλοί. Φακέτι, Πίκι, Μπούρνιτς, Γκουαρνέρι. Σε μια εποχή που η ενημέρωση για το διεθνές ποδόσφαιρο περιοριζόταν σε δύο μονόστηλα στο «Φως» και την «Ηχώ», ήμουν περήφανος που ήξερα τα ονόματά τους. Ολος ο κόσμος μιλούσε για το σατανικό κατενάτσιο του Χελένιο Χερέρα στην Ιντερ, αλλά εγώ ήξερα και τα ονόματα των διαβόλων του. Φακέτι, Πίκι, Μπούρνιτς, Γκουαρνέρι. Με πάντα πρώτο το όνομα του Φακέτι. Ηταν ο αρχηγός, ο σταρ, σε μία θέση που εκείνη την εποχή υπηρετούσαν άχρωμα και χαλκέντερα μηχανάκια. Ακόμα και η εμφάνισή του προξενούσε ενδιαφέρον. Το πρόσωπό του δεν είχε καμία σχέση με τις νότιες φάτσες του νεορεαλισμού του Ρίτζι και του Ροσελίνι. Η έκφρασή του θύμιζε περισσότερο Γερμανό παρά Ιταλό. Την ίδια εποχή που ο Ρίβα και ο Ριβέρα αρνούνταν να παίξουν στην Εθνική μαζί, ο Φακέτι έμοιαζε έτοιμος να συμμαχήσει και με τον διάβολο για το καλό της ομάδας. Ο Τζιασίντο Φακέτι έδειχνε ένα πρόσωπο τόσο αγγλικό όσο και ένας χαρακτήρας σε νουβέλα του Κίπλινγκ. Εμοιαζε να μπορεί να κάνει περισσότερα από όσα ένα πλάγιο μπακ, αλλά έκανε αυτό που χρειαζόταν. Επειδή ήταν το καθήκον του. Νομίζω ότι δεν θα ξεχάσω ποτέ τα ονόματα των τεσσάρων ιπποτών της Αποκάλυψης του κατενάτσιο, αλλά νομίζω ότι πολύ γρήγορα θα ξεχάσω ότι ο αρχηγός τους έχει πεθάνει. Είναι αυτό που έλεγαν για την παλιά φρουρά του Ναπολέοντα. Οι παλιοί στρατιώτες ξεθωριάζουν, αλλά ποτέ δεν πεθαίνουν.
Ο πρώτος θάνατος διάσημου ανθρώπου που θυμάμαι ήταν του Ιωσήφ Στάλιν. Ο πατέρας μου, ο καπετάν Ανδριανός, είχε έρθει στην Ελλάδα έπειτα από τρία χρόνια στα καράβια. Ούτε λίγα ούτε πολλά. Τα σύντομα ταξίδια του κρατούσαν δύο χρόνια και τα μεγάλα έφταναν την τετραετία. Είχε βγάλει όλη την οικογένεια για παγωτό και επιθεώρηση στην Αθήνα. Ηταν απόγευμα και μόλις είχαμε βγει από τον ηλεκτρικό στην Ομόνοια και περπατούσαμε προς τα Χαυτεία. Ενας εφημεριδοπώλης φώναζε: «Εκτακτο παράρτημα. Πέθανε ο Ιωσήφ Στάλιν». Ο πατέρας μου κοντοστάθηκε. Η υπόλοιπη οικογένεια κοντοστάθηκε σαν βαγόνια τρένου, όταν φρενάρει η ατμομηχανή. Ο πατέρας μου γύρισε στη μητέρα μου και μίλησε με αυτό το ειδικό ύφος των ανδρών που φυλάνε για τις γυναίκες σε θέματα που είναι αδύνατον να καταλάβουν, όπως τα καρμπιρατέρ και η πολιτική. «Ελένη, υπάρχει κίνδυνος Παγκοσμίου Πολέμου. Διάδοχος του Στάλιν θα είναι ο Μπουλγκάνιν». Περιμένοντας τον Μπουλγκάνιν μέχρι σήμερα να γίνει γενικός γραμματέας του Κομουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης, μπορώ να πω ότι ποτέ δεν θα ξεχάσω τη μέρα του θανάτου του Στάλιν, που ήταν και η αρχή της αμφισβήτησης της αυθεντίας του πατέρα μου. Γενικός γραμματέας του ΚΚΣΕ έγινε ο Νικίτα Xρουτσόφ.
Ο θάνατος, πάντως, όταν είσαι παιδί, είναι κάτι σαν την εφορία. Κάτι άγνωστο και δυσάρεστο που αφορά τους μεγάλους. Ο θάνατος, όταν ήμουν παιδί, αφορούσε τις διμοιρίες των Γερμανών που καθάριζε με συνοπτικές διαδικασίες και σε τιμές φασόν ο μικρός ήρωας και τους Ινδιάνους που έπεφταν τέζα μπροστά στα εξάσφαιρα των 80 σφαιρών του Οντι Μέρφι. Εντάξει, πέθαιναν γιαγιάδες και παππούδες, γειτόνισσες, αλλά ο θάνατος δεν σε αφορούσε ούτε εσένα ούτε τη φυλή σου. Αυτοί ήταν άλλα ζώα που ούτε έπαιζαν σβόλους ούτε είχαν όνειρο να μεγαλώσουν για να τρώνε όσο παγωτό ήθελαν χωρίς μουρμούρα.
Ακόμα και στα 20, με τους πρώτους δύο παιδικούς φίλους μου να πεθαίνουν στα καράβια, ο θάνατος δεν με απασχολούσε. Εμοιαζε σαν μια περίεργη αρρώστια που χτυπάει ελάχιστα άτυχα πλάσματα, που οπωσδήποτε κάπου είχαν κάνει λάθος. Ενα θέμα για φτηνές συγκινήσεις ανάμεσα σε παλιούς συμμαθητές που ήθελαν να αντιγράψουν τους μεγάλους. «Ξέρεις, ο Αγγελής πνίγηκε στο ατύχημα με το πολεμικό που βούλιαξε στο λιμάνι». «Το έμαθες ότι ο Μιχάλης ο Ρυμικής σκοτώθηκε από έναν κάβο που κόπηκε και τον πέτυχε στο κεφάλι». Μια προσπάθεια να αντιγράψουμε τους γονείς μας, όταν μιλούσαν για την κατοχή. Ο θάνατος, όπως τα ένσημα και οι λογαριασμοί των ΔΕΚΟ, είναι ένα θέμα συζήτησης που ξαφνικά ανακαλύπτεις ότι έχει μπει στην καθημερινή σου κουβέντα. Και αρχίζεις να τον φοβάσαι.
Πριν από ενάμιση χρόνο μαζί με τον Κάρπετ είχαμε πάει στην εκπομπή «Στην υγειά μας» του Σπύρου Παπαδόπουλου. Με είχαν προσκαλέσει άλλες δύο φορές, αλλά ομολογώ ότι όσο και εκπαιδευμένος στην τέχνη του απατεώνα μπορεί να είναι ένας δημοσιογράφος, είχα δηλώσει αδυναμία να μετάσχω σε οποιαδήποτε εκπομπή θα είχε θέμα τον Νικολόπουλο ή τον Χριστοδουλόπουλο. Η μόνη μου συνεισφορά σε όποια συζήτηση θα ήταν να τους ρωτήσω αν κατάγονται από την Πελοπόννησο. Αυτή τη φορά βασικός προσκαλεσμένος ήταν ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Το «Διδυμότειχο μπλουζ» και τον «Τούρκο» τα ήξερα -το λιγότερο τα ρεφρέν «Διδυμότειχο μπλουζζζ», «γάτααα»- μερικούς καλεσμένους επίσης, από την εποχή που ο μπάφος λεγόταν τρίφυλλο, οπότε ένιωθα άνετα να πάω. Στην είσοδο του στούντιο βρισκόταν ο Σταύρος Λογαρίδης. Καθίσαμε μαζί στο τραπέζι. Με την αμηχανία δύο ανθρώπων που έχουν να βρεθούν 30 χρόνια, ποτέ δεν ήταν φίλοι, αλλά πρέπει να μοιραστούν ένα τετραγωνικό για ένα τρίωρο προσπαθήσαμε να ξεκινήσουμε μια συζήτηση. Εκανα την πρώτη προσπάθεια διαλέγοντας τον ευκολότερο δρόμο. Φέρνοντας σαν θέμα έναν κοινό φίλο. «Τον ξέρεις τον Γιάννη, τον Κύρη;». Αναφερόμουν στον θρυλικό Γιαννάκη, τον άνθρωπο που συνέβαλε στην παγκόσμια διανόηση όχι μόνο με τη μουσική του με το «Το δικό σου αστέρι», που το 1989 εκπροσώπησε την Ελλάδα στη Eurovision, αλλά και με τις καινοτομίες που έχει προτείνει και δυστυχώς ποτέ δεν έγιναν αποδεκτές από τη FIFA. Η πρόταση Κύρη, η κίτρινη κάρτα δηλαδή να αντικατασταθεί από ποινή ο παίκτης θα υποχρεώνεται να βγάζει τα παπούτσια και να παίζει με τις κάλτσες και αντί για κόκκινη να παίζει με σαγιονάρες, αν εφαρμοζόταν, θα έκανε ένα άλλο πιο ευχάριστο ποδόσφαιρο. Αντί όμως η αναφορά στον Κύρη να φέρει το συνηθισμένο χαμόγελο και την απάντηση: «Εχω καιρό να τον δω τον τρελό», ο Λογαρίδης άσπρισε. «Τι έγινε; Πέθανε ο Κύρης;». «Οχι». Το χρώμα του Λογαρίδη επέστρεψε στο πρόσωπό του. «Ουφ... Τελευταία, ό,τι όνομα μου λένε συμπληρώνουν μετά ότι πέθανε». Στο πλατό της εκπομπής σέρβιραν μόνο κρασί. Τα συναισθήματα ήταν πολύ δυνατά για να καλυφθούν από τέτοιες γραφικότητες. Σε μερικά λεπτά ξεσκίζαμε ένα μπουκάλι Τσίβας. Αργότερα πέταγα το άδειο μπουκάλι πάνω από το γκρουπ που θα εκπροσωπούσε την Ελλάδα στη Eurovision. Ευτυχώς των teenagers. Το μπουκάλι ανώδυνα πέρασε πάνω από τα κεφάλια των πιτσιρικάδων. Ευτυχώς. Μερικά πράγματα, όπως ο θάνατος, είναι θέμα συζήτησης για τις μεγάλες ηλικίες. Οχι για εφηβικά γκρουπ, έστω και αν ένας δραματικός θάνατος του τραγουδιστή από μπουκάλι θα είχε κάνει θαύματα για την καριέρα τους.
Δύο μέρες μετά τον θάνατο του Τζιασίντο Φακέτι έφυγε και ο Αποστόλης Σουγκλάκος. Οσο διαφορετικός μπορούσε να είναι από τον φλεγματικό αρχηγό της Ιντερ, ο Σουγκλάκος ανήκε στην αθάνατη γενιά των performers των seventies, μαζί με τον Γκουσγκούνη και την Τίνα Σπάθη.
**********************************************
Οι τέσσερις απόστολοί μου ήταν Ιταλοί. Φακέτι, Πίκι, Μπούρνιτς, Γκουαρνέρι. Σε μια εποχή που η ενημέρωση για το διεθνές ποδόσφαιρο περιοριζόταν σε δύο μονόστηλα στο «Φως» και την «Ηχώ», ήμουν περήφανος που ήξερα τα ονόματά τους. Ολος ο κόσμος μιλούσε για το σατανικό κατενάτσιο του Χελένιο Χερέρα στην Ιντερ, αλλά εγώ ήξερα και τα ονόματα των διαβόλων του. Φακέτι, Πίκι, Μπούρνιτς, Γκουαρνέρι. Με πάντα πρώτο το όνομα του Φακέτι. Ηταν ο αρχηγός, ο σταρ, σε μία θέση που εκείνη την εποχή υπηρετούσαν άχρωμα και χαλκέντερα μηχανάκια. Ακόμα και η εμφάνισή του προξενούσε ενδιαφέρον. Το πρόσωπό του δεν είχε καμία σχέση με τις νότιες φάτσες του νεορεαλισμού του Ρίτζι και του Ροσελίνι. Η έκφρασή του θύμιζε περισσότερο Γερμανό παρά Ιταλό. Την ίδια εποχή που ο Ρίβα και ο Ριβέρα αρνούνταν να παίξουν στην Εθνική μαζί, ο Φακέτι έμοιαζε έτοιμος να συμμαχήσει και με τον διάβολο για το καλό της ομάδας. Ο Τζιασίντο Φακέτι έδειχνε ένα πρόσωπο τόσο αγγλικό όσο και ένας χαρακτήρας σε νουβέλα του Κίπλινγκ. Εμοιαζε να μπορεί να κάνει περισσότερα από όσα ένα πλάγιο μπακ, αλλά έκανε αυτό που χρειαζόταν. Επειδή ήταν το καθήκον του. Νομίζω ότι δεν θα ξεχάσω ποτέ τα ονόματα των τεσσάρων ιπποτών της Αποκάλυψης του κατενάτσιο, αλλά νομίζω ότι πολύ γρήγορα θα ξεχάσω ότι ο αρχηγός τους έχει πεθάνει. Είναι αυτό που έλεγαν για την παλιά φρουρά του Ναπολέοντα. Οι παλιοί στρατιώτες ξεθωριάζουν, αλλά ποτέ δεν πεθαίνουν.
Ο πρώτος θάνατος διάσημου ανθρώπου που θυμάμαι ήταν του Ιωσήφ Στάλιν. Ο πατέρας μου, ο καπετάν Ανδριανός, είχε έρθει στην Ελλάδα έπειτα από τρία χρόνια στα καράβια. Ούτε λίγα ούτε πολλά. Τα σύντομα ταξίδια του κρατούσαν δύο χρόνια και τα μεγάλα έφταναν την τετραετία. Είχε βγάλει όλη την οικογένεια για παγωτό και επιθεώρηση στην Αθήνα. Ηταν απόγευμα και μόλις είχαμε βγει από τον ηλεκτρικό στην Ομόνοια και περπατούσαμε προς τα Χαυτεία. Ενας εφημεριδοπώλης φώναζε: «Εκτακτο παράρτημα. Πέθανε ο Ιωσήφ Στάλιν». Ο πατέρας μου κοντοστάθηκε. Η υπόλοιπη οικογένεια κοντοστάθηκε σαν βαγόνια τρένου, όταν φρενάρει η ατμομηχανή. Ο πατέρας μου γύρισε στη μητέρα μου και μίλησε με αυτό το ειδικό ύφος των ανδρών που φυλάνε για τις γυναίκες σε θέματα που είναι αδύνατον να καταλάβουν, όπως τα καρμπιρατέρ και η πολιτική. «Ελένη, υπάρχει κίνδυνος Παγκοσμίου Πολέμου. Διάδοχος του Στάλιν θα είναι ο Μπουλγκάνιν». Περιμένοντας τον Μπουλγκάνιν μέχρι σήμερα να γίνει γενικός γραμματέας του Κομουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης, μπορώ να πω ότι ποτέ δεν θα ξεχάσω τη μέρα του θανάτου του Στάλιν, που ήταν και η αρχή της αμφισβήτησης της αυθεντίας του πατέρα μου. Γενικός γραμματέας του ΚΚΣΕ έγινε ο Νικίτα Xρουτσόφ.
Ο θάνατος, πάντως, όταν είσαι παιδί, είναι κάτι σαν την εφορία. Κάτι άγνωστο και δυσάρεστο που αφορά τους μεγάλους. Ο θάνατος, όταν ήμουν παιδί, αφορούσε τις διμοιρίες των Γερμανών που καθάριζε με συνοπτικές διαδικασίες και σε τιμές φασόν ο μικρός ήρωας και τους Ινδιάνους που έπεφταν τέζα μπροστά στα εξάσφαιρα των 80 σφαιρών του Οντι Μέρφι. Εντάξει, πέθαιναν γιαγιάδες και παππούδες, γειτόνισσες, αλλά ο θάνατος δεν σε αφορούσε ούτε εσένα ούτε τη φυλή σου. Αυτοί ήταν άλλα ζώα που ούτε έπαιζαν σβόλους ούτε είχαν όνειρο να μεγαλώσουν για να τρώνε όσο παγωτό ήθελαν χωρίς μουρμούρα.
Ακόμα και στα 20, με τους πρώτους δύο παιδικούς φίλους μου να πεθαίνουν στα καράβια, ο θάνατος δεν με απασχολούσε. Εμοιαζε σαν μια περίεργη αρρώστια που χτυπάει ελάχιστα άτυχα πλάσματα, που οπωσδήποτε κάπου είχαν κάνει λάθος. Ενα θέμα για φτηνές συγκινήσεις ανάμεσα σε παλιούς συμμαθητές που ήθελαν να αντιγράψουν τους μεγάλους. «Ξέρεις, ο Αγγελής πνίγηκε στο ατύχημα με το πολεμικό που βούλιαξε στο λιμάνι». «Το έμαθες ότι ο Μιχάλης ο Ρυμικής σκοτώθηκε από έναν κάβο που κόπηκε και τον πέτυχε στο κεφάλι». Μια προσπάθεια να αντιγράψουμε τους γονείς μας, όταν μιλούσαν για την κατοχή. Ο θάνατος, όπως τα ένσημα και οι λογαριασμοί των ΔΕΚΟ, είναι ένα θέμα συζήτησης που ξαφνικά ανακαλύπτεις ότι έχει μπει στην καθημερινή σου κουβέντα. Και αρχίζεις να τον φοβάσαι.
Πριν από ενάμιση χρόνο μαζί με τον Κάρπετ είχαμε πάει στην εκπομπή «Στην υγειά μας» του Σπύρου Παπαδόπουλου. Με είχαν προσκαλέσει άλλες δύο φορές, αλλά ομολογώ ότι όσο και εκπαιδευμένος στην τέχνη του απατεώνα μπορεί να είναι ένας δημοσιογράφος, είχα δηλώσει αδυναμία να μετάσχω σε οποιαδήποτε εκπομπή θα είχε θέμα τον Νικολόπουλο ή τον Χριστοδουλόπουλο. Η μόνη μου συνεισφορά σε όποια συζήτηση θα ήταν να τους ρωτήσω αν κατάγονται από την Πελοπόννησο. Αυτή τη φορά βασικός προσκαλεσμένος ήταν ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Το «Διδυμότειχο μπλουζ» και τον «Τούρκο» τα ήξερα -το λιγότερο τα ρεφρέν «Διδυμότειχο μπλουζζζ», «γάτααα»- μερικούς καλεσμένους επίσης, από την εποχή που ο μπάφος λεγόταν τρίφυλλο, οπότε ένιωθα άνετα να πάω. Στην είσοδο του στούντιο βρισκόταν ο Σταύρος Λογαρίδης. Καθίσαμε μαζί στο τραπέζι. Με την αμηχανία δύο ανθρώπων που έχουν να βρεθούν 30 χρόνια, ποτέ δεν ήταν φίλοι, αλλά πρέπει να μοιραστούν ένα τετραγωνικό για ένα τρίωρο προσπαθήσαμε να ξεκινήσουμε μια συζήτηση. Εκανα την πρώτη προσπάθεια διαλέγοντας τον ευκολότερο δρόμο. Φέρνοντας σαν θέμα έναν κοινό φίλο. «Τον ξέρεις τον Γιάννη, τον Κύρη;». Αναφερόμουν στον θρυλικό Γιαννάκη, τον άνθρωπο που συνέβαλε στην παγκόσμια διανόηση όχι μόνο με τη μουσική του με το «Το δικό σου αστέρι», που το 1989 εκπροσώπησε την Ελλάδα στη Eurovision, αλλά και με τις καινοτομίες που έχει προτείνει και δυστυχώς ποτέ δεν έγιναν αποδεκτές από τη FIFA. Η πρόταση Κύρη, η κίτρινη κάρτα δηλαδή να αντικατασταθεί από ποινή ο παίκτης θα υποχρεώνεται να βγάζει τα παπούτσια και να παίζει με τις κάλτσες και αντί για κόκκινη να παίζει με σαγιονάρες, αν εφαρμοζόταν, θα έκανε ένα άλλο πιο ευχάριστο ποδόσφαιρο. Αντί όμως η αναφορά στον Κύρη να φέρει το συνηθισμένο χαμόγελο και την απάντηση: «Εχω καιρό να τον δω τον τρελό», ο Λογαρίδης άσπρισε. «Τι έγινε; Πέθανε ο Κύρης;». «Οχι». Το χρώμα του Λογαρίδη επέστρεψε στο πρόσωπό του. «Ουφ... Τελευταία, ό,τι όνομα μου λένε συμπληρώνουν μετά ότι πέθανε». Στο πλατό της εκπομπής σέρβιραν μόνο κρασί. Τα συναισθήματα ήταν πολύ δυνατά για να καλυφθούν από τέτοιες γραφικότητες. Σε μερικά λεπτά ξεσκίζαμε ένα μπουκάλι Τσίβας. Αργότερα πέταγα το άδειο μπουκάλι πάνω από το γκρουπ που θα εκπροσωπούσε την Ελλάδα στη Eurovision. Ευτυχώς των teenagers. Το μπουκάλι ανώδυνα πέρασε πάνω από τα κεφάλια των πιτσιρικάδων. Ευτυχώς. Μερικά πράγματα, όπως ο θάνατος, είναι θέμα συζήτησης για τις μεγάλες ηλικίες. Οχι για εφηβικά γκρουπ, έστω και αν ένας δραματικός θάνατος του τραγουδιστή από μπουκάλι θα είχε κάνει θαύματα για την καριέρα τους.
Δύο μέρες μετά τον θάνατο του Τζιασίντο Φακέτι έφυγε και ο Αποστόλης Σουγκλάκος. Οσο διαφορετικός μπορούσε να είναι από τον φλεγματικό αρχηγό της Ιντερ, ο Σουγκλάκος ανήκε στην αθάνατη γενιά των performers των seventies, μαζί με τον Γκουσγκούνη και την Τίνα Σπάθη.
mpotofilos
Ανώτερος
- Εγγρ.
- 1 Οκτ 2005
- Μηνύματα
- 1.478
- Κριτικές
- 13
- Like
- 200
- Πόντοι
- 6.055
πε8ανε ο βασιλιας αλεξανδρος?
Επισκέπτης
Άλλα thread (τυχαίες επιλογές)
- Απαντήσεις
- 65
- Εμφανίσεις
- 12K