ρε εχεις τρελλαθει????
τι καθεσαι και γραφεις εκει??????
μου βγηκανε τα ματια και δεν καταλαβα και τιποτα.....
ο εχθρος της αυτοεκτιμησης μου εισαι....
χρηστίδη πρέπει να έχεις μεγάλη φαντασία για να καταλάβεις κβαντική φυσική.... Εκεί είναι το μαγικό του Αινστάιν... Εκεί που τελειώνει η γνώση, αρχίζει η Φαντασία.....
Ο κλάδος της φυσικής που ασχολείται εκτεταμένως με τα κβάντα, τις ιδιότητες, τις κινήσεις και τις συμπεριφορές τους γενικότερα ονομάζεται κβαντομηχανική. Η πρώτη επίσημη εμφάνισή της ως όρος έγινε το 1932, όταν αποδόθηκε βραβείο Νόμπελ Φυσικής στον Γερμανό φυσικό Werner Karl Heisenberg με την ακριβή αιτιολογία της δημιουργίας της κβαντομηχανικής (The Nobel Foundation, 1932). Ο Heisenberg είχε ήδη διατυπώσει μερικά χρόνια πριν ότι το ηλεκτρόνιο, το ελάχιστο εκείνο υποατομικό σωματίδιο, δεν έχει μια σταθερή, προκαθορισμένη θέση στο χώρο, αλλά μια σειρά από ενδεχόμενες θέσεις, μια σειρά από διαφορετικές κβαντικές καταστάσεις (Heisenberg, 1927). Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι το ηλεκτρόνιο δε βρίσκεται σε μία θέση, αλλά σε μία υπέρθεση. Επομένως κάθε φορά που ο παρατηρητής επεμβαίνει στον κόσμο των κβάντα για να διαπιστώσει σε ποια θέση βρίσκεται το ηλεκτρόνιο, αντλεί διαφορετικά δεδομένα. Η πραγματικότητα επομένως της θέσης του ηλεκτρονίου υπάρχει μόνο κατά τη στιγμή της παρατήρησης, γιατί τότε ακριβώς αίρεται η κατάσταση αβεβαιότητας του ηλεκτρονίου (καταστρέφεται η υπέρθεση, ή στη γλώσσα τον φυσικών γίνεται η «κατάρρευση της κυματομορφής») καθώς το ηλεκτρόνιο αναγκάζεται εκ των πραγμάτων να καταλάβει μια συγκεκριμένη θέση.
Ακριβή γνώση των πραγμάτων λοιπόν έχουμε μόνο κατά τη στιγμή της παρατήρησης. Το διάσημο νοητό πείραμα σχετικά με την κβαντική θεωρία του Heisenberg θα κάνει ο αυστριακός φυσικός Erwin Schrödinger, ο οποίος μάλιστα θα βραβευθεί εξίσου με Νόμπελ Φυσικής ακριβώς το επόμενο έτος (1933).
Το πείραμα αυτό έγινε γνωστό ως η «Γάτα του Schrödinger». Αξίζει να αναφέρουμε εν συντομία τις προκείμενες του πειράματος αυτού:
«Μία γάτα τοποθετείται σε ένα σφραγισμένο κουτί. Στο κουτί βρίσκεται ένας μηχανισμός που περιέχει ένα ραδιενεργό πυρήνα και ένα δοχείο με δηλητηριώδες αέριο. Το πείραμα έχει στηθεί έτσι ώστε να υπάρχει 50% πιθανότητα ο πυρήνας να διασπαστεί σε μία ώρα. Αν ο πυρήνας διασπαστεί θα εκπέμψει ένα σωματίδιο το οποίο θα θέσει σε λειτουργία το μηχανισμό και θα σκοτώσει τη γάτα απελευθερώνοντας το δηλητηριώδες αέριο.» (Schrödinger, 1935)
Σύμφωνα με την κβαντομηχανική θεωρία, ο πυρήνας που δεν έχει ακόμα παρατηρηθεί βρίσκεται, όπως ήδη εξηγήσαμε, σε μία κατάσταση υπέρθεσης, σε μία κατάσταση ενδεχομένων θέσεων μεταξύ «διασπώμενου πυρήνα» και «μη διασπώμενου πυρήνα». Μόνο όταν το σφραγισμένο κουτί ανοιχτεί και επέλθει η παρατήρηση, μόνο τότε θα διαπιστωθεί αν τελικώς υπάρχει διασπασθείς πυρήνας και σκοτωμένη γάτα ή μη διασπασθείς πυρήνας και ζωντανή γάτα. Τότε δηλαδή θα επέλθει η άρση της υπέρθεσης ή η κατάρρευση της κυματομορφής όπως ήδη έχουμε δει σύμφωνα με την κβαντομηχανική θεωρία.
Με αυτό το πείραμα ο Schrödinger για πρώτη φορά στην ιστορία της κβαντομηχανικής συνέδεσε δεδομένα του μικρόκοσμου με δεδομένα του μακρόκοσμου. Αυτό που έλεγε το πείραμα στην ουσία ήταν: Αφού σύμφωνα με την κβαντομηχανική θεωρία ο πυρήνας βρίσκεται σε υπέρθεση, σε απροσδιοριστία, τότε και η γάτα που ανήκει στον ορατό μας μακρόκοσμο και -στη συγκεκριμένη περίπτωση- εξαρτάται άμεσα από το μικρόκοσμο και τις σχέσεις που τον διέπουν, βρίσκεται και αυτή σε απροσδιοριστία. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να κατανοήσουμε την υπέρθεση στην περίπτωση της γάτας; Το μόνο δόκιμο θα ήταν να χαρακτηρίσουμε τη γάτα ως ένα ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ νεκρού και ζωντανού οργανισμού, ως κάτι το νεκροζώντανο, πράγμα που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον εμπειρικό μας κόσμο. Το πείραμα αυτό δείχνει κατά βάθος την πάλη μεταξύ της μέχρι τούδε κραταιάς αιτιοκρατικής άποψης που διακατείχε τον κόσμο της εμπειρίας και της νέας εποχής που εισήγαγε η κβαντική απροσδιοριστία. Μέσα σε αυτή την επιστημονική «μάχη» που εξελίσσεται μέχρι τις ημέρες μας θα πάρει μέρος και ο Albert Einstein, ο κατά πολλούς κορυφαίος επιστήμονας του 20ου αιώνα. Ο Einstein θα πάρει κατηγορηματικά το μέρος της αιτιοκρατικής αντίληψης, λέγοντας μάλιστα το πασίγνωστο ρητό ότι «Ο Θεός δεν παίζει ζάρια» (Einstein, 1924), υποδηλώνοντας σαφώς ότι υπάρχει κάποια προκείμενη που δεν γνωρίζουμε.
Εισάγει έτσι τη θεωρία της «κρυφής μεταβλητής» η οποία χρησιμοποιείται από πολλούς ώστε να εντάξουν την κβαντομηχανική στην παραδεδομένη φυσική επιστήμη δικαιολογώντας το παράδοξο της αναντιστοιχίας της με την εμπειρική πραγματικότητα.
Ο Einstein λοιπόν υποστήριξε ότι τα κβάντα, τα ελάχιστα σωματίδια της ύλης, θα έπρεπε να έχουν προϋπάρχουσες τιμές. Αυτό άλλωστε υπαγορεύει και η αιτιοκρατία που ο Laplace είχε με σθένος εισάγει στην επιστημονική κοινότητα. Η πραγματικότητα δηλαδή κατά τον Einstein δεν θα ήταν δυνατό να αλλάζει και να διαμορφώνεται τη στιγμή της εκάστοτε παρατήρησης.
Γιατί στην ουσία αυτό εισηγείται η κβαντομηχανική, ότι η πραγματικότητα εμφανίζεται τη στιγμή της παρατήρησης, ότι δηλαδή ο παρατηρητής επεμβαίνει σε αυτήν, όχι μόνο παρατηρώντας την, αλλά συνάμα καθορίζοντάς την. Για την τεκμηρίωση της θέσης του αυτής ο Einstein διετύπωσε το θεωρητικό πείραμα που έγινε γνωστό ως EPR, από τα αρχικά των επωνύμων των επιστημόνων που το εισήγαν (Einstein, Podolsky, Rosen, 1935).
Οι θεωρητικοί της κβαντομηχανικής ισχυρίζονται εναντίον του πειράματος EPR ότι τη στιγμή της παρατήρησης του Α ακαριαία αποκτά την κατάστασή του το Β. Γίνεται δηλαδή στην ουσία μια ακαριαία τηλεμεταφορά πληροφορίας. Με αυτή την ερμηνεία μόνο μπορεί να σταθεί όρθια η θεωρία της κβαντομηχανικής μετά από την εισαγωγή των νέων δεδομένων του Einstein. Και σε αυτό ο Einstein όμως αντιτείνει -στα πλαίσια της δημοσίευσής του- ότι αν τα σωματίδια Α και Β βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, η ταχύτητα αυτής της τηλεμεταφοράς θα έπρεπε να υπερβαίνει την ταχύτητα του φωτός, πράγμα που θα κατέρριπτε την κραταιά θεωρία της σχετικότητας του Einstein και το ότι η ταχύτητα του φωτός είναι η ύψιστη και ως εκ τούτου ανυπέρβλητη ταχύτητα στο σύμπαν.
Επομένως φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι αν η κβαντομηχανική θεωρία ευσταθεί, τότε η θεωρία της σχετικότητας καταρρέει. Είτε λοιπόν η κβαντομηχανική είναι μια ατελής θεωρία, είτε πρέπει να ξεχάσουμε τον κόσμο όπως τον γνωρίζουμε σήμερα σύμφωνα με τις αιτιοκρατικές συνθήκες της παραδεδομένης επιστήμης. Το ερώτημα αυτό είναι φλέγον μέχρι τις ημέρες μας. Προς την κατεύθυνση και επαλήθευση πάντως της κβαντικής τηλεμεταφοράς έχουν διεξαχθεί πολλά πρόσφατα πειράματα σε φωτόνια (Bouwmeester, Mattle, Eibl, Weinfurter, Zeilinger, 1997) (Branca, De Martini, Hardy, Popescu, 1998) αλλά ακόμα και σε άτομα (Riebe, Häffner, Roos, Hänsel, Benhelm, Lancaster, Körber, Becher, Schmidt-Kaler, James, Blatt, 2004).(Barrett, Chiaverini, Schaetz, Britton, Itano, Jost, Knill, Langer, Leibfried, Ozeri, Wineland, 2004). Κάποιος μπορεί να μελετήσει και πρόσφατες αξιόλογες θεωρητικές μελέτες (Rigolin, 2005) και (Díaz-Caro, 2005).
Είναι χρηστίδη άλλο πράμα να μαθαίνεις να λύνεις τις εξισώσεις Μπόλτσμαν και Μαξγουελ και άλλο να καταλαβαίνεις τιο ακριβώς ερμηνεύουν, ή τι παραλείπουν να ερμηνεύσουν......
Η κβαντική φυσική είναι στα όρια της επιστήμης και της φιλοσοφίας. Το συγκριτικό πλεονέκτημα του Αινστάιν σε σχέση με τους άλλους έιναι ότι εκτός από κορυφαίος Φυσικός ήταν και κορυφαίος φιλόσοφος.-