Δεκαετία 90'.
35αρα γειτόνισσα στα ΝΠ μένει χήρα με δύο μικρά παιδιά....Πάντα πίστη στον έγγαμο βίο της, νοικοκυρά και γενικά μετρήσιμο μουνι....Καστανα μαλλιά & μάτια, βυζί τριάρι και κωλαρακι κόλαση.... Αμέσως κατάλαβε ότι για να τα φέρει βόλτα θα πρέπει να ξεσκίσει στη δουλειά(δεν ήξερε βέβαια ότι δε θα ήταν μόνο στη δουλειά) Ξεκινάει και κάνει δουλειές του ποδαριού ή με μικρές συμβάσεις..Φυσικά όποιος μεσολαβούσε να τη "βοηθήσει" που ήξερε την ιστορία της, σκόπευε να την πηδηξει και μόνο....Ενα χρόνο μετά το θάνατο του μακαρίτη καταλαβαίνει ποσό σκληρή είναι η ζωή και αποφασίζει να αποκατασταθει για το καλό των παιδιων...Μπλέκει με έναν 55αρη διευθυντή μεγάλης κατασκευαστικής. Εργένη και πολύ περπατημένο...Αρχίσανε τα δώρα,οι έξοδοι σε ακριβά εστιατόρια και η μαντάμ νομίζει ότι βρήκε επιτέλους τον άρχοντα των παραμυθιών ή το μαλακά που θα τη συντηρεί. Αποφασίζει να του δωθεί και ερωτικός...Ο τύπος μεγάλη μαφία την πάει σιγά σιγά στην αρχή.Φευγουνε κρουαζιέρα το καλοκαίρι όταν τα παιδιά είναι κατασκήνωση....όπου και τη ξεκωλιάζει στο πούτσο....Επιστρέφουν και ο τύπος συνεχίζει να την πηγαίνει πιπα-κωλο σε ολα και εκείνη να το βουλώνει γιατί προβλέπει σε γάμο....Όταν πια εξαρτιόταν μόνο από αυτόν αρχίζει να καλεί φίλους του στο σπίτι της όταν τα παιδιά κοιμόντουσαν και να τη παρτουζαρουν όλοι μαζί...Μουγκα η κυρία.....Μετά από κανά δυο χρόνια και αφού η κωλοτρυπίδα της είχε γίνει σαν το τούνελ του μετρό που μόλις ξεκινούσε να κατασκευαστει...κατάφερε να της φάει και το σπίτι και να την έχει να καθαρίζει σκάλες στα γραφεία του με αντάλλαγμα να μένει στο σπίτι με τα παιδιά και να της πληρώνει φαι και ρευμα.Το εκανε μόνο για τα παιδιά όπως της ελεγε. Φυσικά οι παρτούζες δεν σταματησανε και τρεις-τέσσερις φορές τη βδομάδα το κωλαρακι της αναστέναζε. Επειδή μέναμε μεσοτοιχία, όταν τη σκίζανε και είχε ησυχία ακουγόταν τα βογκητα της, οι ομιλίες και τα γέλια από τους γαμιάδες. Μετά από λίγο καιρό και αφού μεγάλωσαν τα παιδιά μετακόμισε σε άλλη πολύ όπου ξαναπαντρεύτηκε κάποιον φουκαρά.
Μια μέρα έρχεται κλαμένος ένας εξαθλιωμένος χωρικός στον Ναστραντίν*.
-Χότζα μ΄, έχω μεγάλο πρόβλημα. Ζούμε εγώ η γυναίκα μου και 5 παιδιά σε ένα δωμάτιο τόσο δα. Τι να κάνω;
Ο Ναστραντίν μετράει τον άθλιο με βαθύ βλέμμα και στρίβει μύστακα.
-Σκύλο έχεις;
-Ναι.
-Πού τον έχεις;
-Έξω στο βαρέλι.
-Πάρτονε κι αυτόν μέσα στο δωμάτιο να ζει μαζί σας.
-Μα Χότζα μ΄ εμείς δε χωράμε πού θα μπει κι ο σκύλος;
-Εγώ αυτό σού λέω, αν θες κάνε το κι έλα σε μια βδομάδα. Αν δεν κάνεις αυτό που σού λέω, μη ξανάρθεις σε μένα.
Φεύγει ο τύπος σε μαύρη συλλογή.
Σε μια βδομάδα να ΄τονε πάλι.
-Χότζα μ΄ δεν αντέχουμε με το σκύλο… δε μπορούμε να κοιμηθούμε κλπ. κλπ.
-Άλλα ζώα έχεις;
-Έχουμε μια κατσίκα…
-Ωραία βάλε και τη κατσίκα μέσα στο δωμάτιο.
-Μα χότζα μ΄…!
-Κάνε αυτό που σού λέω κι αν το κάνεις έλα σε μια βδομάδα.
Σε μια βδομάδα να ΄τονε πάλι σε μαύρο χάλι!
-Χότζα μ΄ θα τρελαθούμε δε μπορούμε άλλο!
-Γάιδαρο έχεις;
-Έχω.
-Βάλτονε μέσα κι αυτόν.
-Χότζα μ΄ λυπήσου μας!
-Αν θες να κάνεις αυτό που σου λέω να ξανάρθεις σε μια βδομάδα, αν δεν το κάνεις μη ξανάρθεις.
Σε μια βδομάδα να ΄τονε πάλι.
-Κότες έχεις;
-Έχω.
-Μέσα και οι κότες.
-Χότζα μ΄ δεν μπορούμε δε γίνεται αυτό!!!
-Κάνε ότι σου λέω και ξαναέλα σε μια βδομάδα.
Σε μια βδομάδα να ΄τονε πάλι σε κατάσταση παράκρουσης και απελπισίας…
-Χότζα μ΄ τι να κάνω τώρα;
-Τώρα βγάλε όλα τα ζωντανά έξω. Ο σκύλος στο βαρέλι, ο γάιδαρος στο παχνί, οι κατσίκες στο στάβλο, οι κότες στο κοτέτσι. Και σε μια βδομάδα ξαναέλα.
Σε μια βδομάδα έρχονται ο χωρικός με τη γυναίκα του περιχαρείς:
-Χότζα πολυχρονεμένε ο Αλλάχ να σε έχει καλά!
Τώρα είμαστε μια χαρά!