Νομίζω ότι οι γλώσσες είναι παρόμοιες με τη μουσική. Η εκμάθηση μιας γλώσσας χρειάζεται μια δομή και τη λογική, χρειάζεται όμως και επικοινωνιακό ταλέντο και ένα καλό "αυτί". Μερικοί άνθρωποι μαθαίνουν μια γλώσσα ενστικτωδώς μόνο με την προσεκτική ακουστική προσοχή. Τα παιδιά μαθαίνουν με τον τρόπο αυτό οπουδήποτε στον κόσμο τη μητρική τους γλώσσα - όσο δύσκολη κι αν είναι αυτή. Φυσικά χρειάζεται και πολύ εξάσκηση.
Η γνώμη μου είναι ότι κατανοούμε γρηγορότερα μια γλώσσα, αν βλέπουμε πέρα από τη μύτη μας και εξετάσουμε και άλλες γλώσσες. Η ελληνική γλώσσα π.Χ. περιέχει πολλές λέξεις με τουρκικές, γαλλικές και ιταλικές ρίζες:
Παραδείγματα τουρκικά:
Αλάνα (ανοιχτός χώρος), Γιακάς (περιλαίμιο), Γιλέκο (περιθωράκιον), Γλέντι (διασκέδαση), Γούρι (τύχη), Γρουσούζης (κακότυχος), Εργένης (άγαμος), Ζόρι (δυσκολία), Καβγάς (φιλονικία), Καζάνι (λέβητας), Καΐκι (βάρκα), Καλούπι (μήτρα-πρότυπο), Κελεπούρι (ανέλπιστο εύρημα), Κέφι (ευδιαθεσία), Κιόσκι (περίπτερο), Κοτζάμ (τεράστιος-πελώριος), Κουμπαράς (δοχείο χρημάτων), Κουσούρι (ελάττωμα-μειονέκτημα), Λεβέντης (ανδρείος-ευσταλής), Λεκές (κηλίδα), Λούκι (υδροσωλήνας), Μαϊντανός (πετροσέλινο-μακεδονίσι), Μανάβης (οπωροπώλης), Μεζές (ορεκτικά), Μελτέμι (άνεμος ετησίας), Μεράκι (πόθος), Μπαϊράκι (σημαία), Μπαμπάς (πατέρας), Μπογιά (βαφή-χρώμα), Μπόι (ανάστημα-ύψος), Μπόρα (καταιγίδα), Νταβαντούρι (σύγχυση), Νταντά (παραμάνα-τροφός), Ντέρτι (καημός), Ντουβάρι (τοίχος), Ντουλάπι (ιματιοθήκη), Παπούτσι (υπόδημα), Ρουσφέτι (χαριστική εξυπηρέτηση), Σακάτης (ανάπηρος), Σαματάς (θόρυβος), Σεντούκι (κιβώτιο), Σινάφι (συντεχνία, κοινωνική τάξη), Σιρόπι (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης), Σόι (καταγωγή-γένος), Σοκάκι (δρόμος), Σουγιάς (μαχαιράκι), Ταβάνι (οροφή), Τασάκι (σταχτοδοχείο), Ταψί (μαγειρικό σκεύος), Τεμπέλης (οκνηρός-ακαμάτης), Τερτίπι τέχνασμα-απάτη), Τζάμι (υαλοπίνακας-γυαλί), Τζάμπα (δωρεάν), Τσάρκα (επιδρομή-περιπλάνηση), Τσέπη (θυλάκιο), Τσιγκούνης (φιλάργυρος), Τσιμπούκι (καπνοσύριγγα), Φαρσί (τέλεια-άπταιστα), Φιστίκι (πιστάκη), Φλιτζάνι (κύπελλο), Χαβούζα (δεξαμενή νερού), Χαλαλίζω (συγχωρώ), Χάλι (άθλιο), Χαλκάς (κρίκος), Χάπι (καταπότι), Χαρτζιλίκι (μικρό χρηματικό ποσό), Χατίρι (χάρη)
Παραδείγματα γαλλικά:
αλερετούρ, αμορτισέρ, αξεσουάρ, βολάν, βιζαβί, ντιστριμπυτέρ, καπό, καμπριολέ, ταμπλό, παρμπρίζ, λεβιέ, πορτ μπαγκάζ, μπουζί, μαρσπιέ, ντεμπραγιάζ, ντελαπάρισμα, ρεζερβουάρ, ρεκτιφιέ, συσπανσιόν, σασί, σιλανσιέ, ταξί, τετ-α-κέ, καρμπιρατέρ
ατραξιόν, μιξάζ, μοντάζ, εντσαντανέ, εφέ, καμουφλάζ, ντεκαλάζ, ντεκουπάζ, ντοκιμαντέρ, καντράζ, καρέ, κοζερί, κασκαντέρ, αμπιγιέρ, ανγκαζέ, ανφάς, γκρο πλαν, πλατό, νουβέλ βαγκ, φεστιβάλ, φιλμ νουάρ, γκισέ, ενζενί, μπουάτ, ζεν πρεμιέ, κλακ, κλακέρ, οπερατέρ, πρεμιέρα, προφίλ, ρεπερτόριο, ρεπεράζ, σουξέ, τετ-α-τετ, τουρνέ, φετίχ, φουαγιέ, φωτομοντάζ, ανκόρ
ρεβάνς, ζετέ, επολέ, αρασέ, βιράζ, γκραν πρί, γκραν γκινιόλ, κουλουάρ, κάσκα, κλακάζ, κουντεπιέ, μανούβρα, μασκότ, μπαράζ, μπατόν, μοντελισμός, ντεμαράζ, πλονζόν, παρκούρ, ρεκόρ, ρεφλέξ, σαμποτάζ, σαμποτέρ, σικέ, τερέν, τουρνουά, τρασέρ, τρασέζ, φιλέ
αλά καρτ, αμπαλάζ, αρμπιτράζ, ατού, αφίσα, βαλέρ, ετικέτα, είδη μπεμπέ, ιμιτασιόν, κουβέρ, μουαγιέν, ρεβεγιόν, ταμπλ ντοτ, πλαφόν, ρεζερβέ, φιλιγκράν
ατελιέ, ρετούς, αβατάρ, βερνισάζ, παλ, ακαζού, βεραμάν, γκρενά, ιβουάρ, ιλουστρασιόν, εκρού, καντριγιέ, κρεμ, λιλά, μοβ, μπεζ, μπλε μαρέν, μπλε ρουά, μπορντό, οβάλ, παστέλ, ροζ, ροζέ, ροκοκό, σαμπανί, σιελ, σωμόν, τυρκουάζ, φουμέ, φωσφοριζέ
τρένο, τρακτέρ, βαγκονλί, εταζέρα, τελεφερίκ, σεσουάρ, στυλό, ασανσέρ, αντάπτορας, μονόκλ, μπρελόκ, καντράν, κασέ, αμπούλα, ασανσέρ, βάνα, καλοριφέρ, κομπρεσέρ, κοντέρ, κοντρόλ, κολιέ, μπρασελέ, λεβιές, μπαλαντέζα, μπουτόν, ντουί, πορτμαντώ, πρίζα, ρακόρ, ρουλεμάν, ταμπλό, φις
κρουασάν, απεριτίφ, αντσούγια, βελουτέ, βινεγκρέτ, βολοβάν, γαρνιτούρα, γκρανουλέ, γκουρμέ, γκουρμάν, εκλέρ, εβαπορέ, εστραγκόν, ζελέ, κουβερτούρα, κρεμ καραμέλ, καραμελιζέ, κονκασέ, κρέμα πατισερί, κρέπα, κροκάν, κρουτόν, μαγιονέζα, μαρμπρέ, μενού, μον αμούρ, μπαμπά, μπατόν σαλέ, μπεσαμέλ, μπον φιλέ, νουά, παντεσπάνι, πατισερί, ποσέ, πουρές, ρεστοράν, σαβαρέν, σως, σωτέ, σαμπανιζέ, σπεσιαλιτέ, φαρίν λακτέ, φραπέ, φρικασέ, φαρσί, φρουί γλασέ, προφιτερόλ, πτι μπερ, σουφλέ, σεφ, ογκρατέν
ανσάμπλ, αζούρ, ασορτί, σάρπα, καλσόν, καμπαρντίνα, κομπινεζόν, καλτσόν, κασκόλ, κολάν, μαγιό, ριγέ ζαρτιέρα, νεγκλιζέ, ντεκολτέ, παρεό, παλτό, μερσεριζέ μπουφάν, ντε πιές, παπιγιόν, σαμπό, σινιέ, σουέτ, ταγιέρ, φουλάρι, φουρό
αμπιγιέ, κρουαζέ, μανεκέν, μπουτίκ, ντεμοντέ, πασαρέλα, ρεβέρ, τρουακάρ, φερμουάρ, φροτέ, πρετ-α-πορτέ
κρουασάν, απεριτίφ, αντσούγια, βελουτέ, βινεγκρέτ, βολοβάν, γαρνιτούρα, γκρανουλέ, γκουρμέ, γκουρμάν, εκλέρ, εβαπορέ, εστραγκόν, ζελέ, κουβερτούρα, κρεμ καραμέλ, καραμελιζέ, κονκασέ, κρέμα πατισερί, κρέπα, κροκάν, κρουτόν, μαγιονέζα, μαρμπρέ, μενού, μον αμούρ, μπαμπά, μπατόν σαλέ, μπεσαμέλ, μπον φιλέ, νουά, παντεσπάνι, πατισερί, ποσέ, πουρές, ρεστοράν, σαβαρέν, σως, σωτέ, σαμπανιζέ, σπεσιαλιτέ, φαρίν λακτέ, φραπέ, φρικασέ, φαρσί, φρουί γλασέ, προφιτερόλ, πτι μπερ, σουφλέ, σεφ, ογκρατέν
Παραδείγματα ιταλικά:
αβαντζάρω: avanzare, προκαταβάλλω, περισσεύω, πλεονάζω
αβαράρω: varare, απομακρύνω πλοίο από το αγκυροβόλιό του
αβαρία: avaria, απόρριψη μέρους του φορτίου πλοίου σε περιπτώσεις κινδύνου, ζημιά
αβαριάτος: avariato, αυτός που έχει υποστεί φθορά, αλλοίωση η οποία δεν προήλθε από κανονική χρήση
ακομπανιάρω: accompagnare, συνοδεύω με βοηθητικούς ήχους μια μουσική μελωδία
ακόρντο: accordo, η μουσική αρμονία, συμφωνία
ακοστάρω: accostare, πλευρίζω σε ακτή, αποβάθρα ή άλλο πλοίο
ακουαρέλα: acquarella, είδος ζωγραφικής με χρώματα διαλυμένα σε νερό, υδατογραφία
αλάργα: alla larga (= στο ανοιχτό πέλαγος), μακριά, σε μεγάλη απόσταση
αλέγκρο: allegro, ζωηρός μουσικός ρυθμός
αρλεκίνος: arlechino, κωμικό πρόσωπο της παλιάς ιταλικής κωμωδίας, μασκαρεμένος με φορεσιά παρδαλή
αρλούμπα: burla, ανόητος, κενός λόγος, φλυαρία
αρμάτα: armata, οπλισμός, πανοπλία, πολυτελής ενδυμασία
βαγαπόντης: vagabondo, μπαγαπόντης, αγύρτης, απατεώνας
βαγόνι: vagone, όχημα σιδηροδρόμου ή τροχιοδρόμου, το φορτίο που μπορεί να περιλάβει ένα τέτοιο όχημα
βαλίτσα: valigia, βαλίτζα, ταξιδιωτικός σάκος με παραλληλεπίπεδο σχήμα που χρησιμεύει για τη μεταφορά ενδυμάτων και προσωπικών ειδών
βανίλια: vaniglia, αρωματικό φυτό και ο καρπός του, γλυκό του κουταλιού με άρωμα του φυτού αυτού
βαπόρι: vapore, ατμόπλοιο
βάρδος: bardo, ραψωδός των αρχαίων κελτικών λαών, ποιητής ή τραγουδιστής με λαϊκές εμπνεύσεις
βαρέλι: barella, δοχείο από κυρτές σανίδες στερεωμένες με σιδερένια ή ξύλινα στεφάνια και από δύο επίπεδους πυθμένες
βέλο: velo, γυναικεία καλύπτρα του προσώπου από διάφανο ύφασμα
βεντέτα: vendetta (= εκδίκηση), έθιμο κατά το οποίο, σε περίπτωση προσβολής της τιμής ή της ζωής
βέργα: verga, λεπτό και ευλύγιστο κλαδί από δέντρο ή θάμνο, μετάλλινη ράβδος
(ε)βίβα: viva (=ζήτω), ευχή αυτού που πίνει προς τους συμπότες τους
βίζιτα: visita, φιλική ή ιατρική επίσκεψη
βίλα: villa, πολυτελές εξοχικό σπίτι, έπαυλη
βολτάρω: voltare, κάνω βόλτες, περπατώ αργά χάριν αναψυχής
βόμβα: bomba, βλήμα που περιέχει εκρηκτική ή εμπρηστική ύλη και είναι εφοδιασμένο με μηχανισμό πυροδότησης, μπόμπα
γαλέρα: galera, παλιό, κωπήλατο πολεμικό πλοίο
γάμπα: gamba, το σαρκώδες μέρος της κνήμης
γάντι: guanto, δερμάτινο ή μάλλινο κάλυμμα των άκρων των χεριών, χειρόκτιο
γάτα: gatta, κατοικίδιο ζώο θηλαστικό, από τα αιλουροειδή
γιρλάντα: ghirlanda, διακοσμητικό πλέγμα από λουλούδια και φύλλα
γκαζόζα: gasoso (= αεριούχος), αεριούχο, αναψυκτικό ποτό
γκέτο: ghetto, παλαιότερα, περιτειχισμένη εβραϊκή συνοικία σε ευρωπαϊκές πόλεις
γκόμενα: gomena, (η θηλιά που βάζει ο εραστής στο λαιμό του)
γκραφίτι: graffito, graffio (= χάραγμα), επιγραφή ή παράσταση σε τοίχο, βράχο κ.α., ακιδογράφημα, τοιχογράφημα
γκριμάτσα: grimazza, μορφασμός
γκρίνια: grigna, ατέλειωτο κλάμα μικρού παιδιού, μεμψιμοιρία, διάθεση για φιλονικία, διχόνοια
γκρόσο μόντο: grosso modo, σε γενικές γραμμές, χωρίς λεπτομέρειες
γκροτέσκο: grottesca, grottesca (= ζωγραφιά των σπηλαίων), γελοιογραφική υπερβολή, για να τονιστεί το κακό και το άσχημο
γλόμπος: globo, σφαιρικό, γυάλινο περίβλημα λαμπτήρα
γόμα: gomma, κόλλα από κόμμι, γομολάστιχα
γόνδολα: gondola, μακρόστενη βάρκα που χρησιμοποιείται ως μεταφορικό μέσο στα κανάλια της Βενετίας
δουκάτο: ducato, χώρα κυβερνώμενη από δούκα, παλιό νόμισμα ευρωπαϊκών χωρών
δραγουμάνος: dragomanno, ο διερμηνέας
ζαφείρι: saffiro, είδος πολύτιμης πέτρας, ο σάπφειρος
ζελατίνα: gelatina, κόλλα ζωικής ή φυτικής προέλευσης με ποικίλες χρήσεις στη βιομηχανία, κολλώδης πολτός από κρέας, ψάρια ή φρούτα
ζιμπελίνα: zibellino, μικρό θηλαστικό, είδος κουναβιού που ζει στη Σιβηρία και την Ιαπωνία και θηρεύεται για τη γούνα του, πανωφόρι από τη γούνα αυτού του ζώου
ιμπρεσάριος: impresario, επιχειρηματίας που αναλαμβάνει την οργάνωση συναυλιών, θεατρικών παραστάσεων κ.α.
ινκόγκνιτο: incognito, ανεπίσημα, κρυφά
ιντερλούδιο: interludio, δραματικό μουσικό ή κινηματογραφικό ιντερμέδιο
ιντερμέτζο: intermézzo, αυτοτελές κομμάτι που παρεμβάλλεται ανάμεσα στις πράξεις θεατρικού ή στα μέρη μουσικού έργου
ινφλουέντσα: influenza, η γρίπη
Γερμανικές λέξεις είναι σπάνιες στην ελληνική γλώσσα:
αλτ, βαλπούργεια (νύχτα), εντελβάις, ερζάτς, ζέπελιν, κάιζερ, κιτς, κραχ, λάιτμοτίφ, μάρκο, μπόξερ, ναζί, ράιχ, σναπς, σνίτσελ, σούκο
Ωστόσο, τα ελληνικά είναι πιο σημαντικά στη γερμανική γλώσσα απ΄ό, τι σε άλλες σημαντικές γλώσσες, όπως τα αγγλικά. Στην αγγλική γλώσσα επικρατούν τα λατινικά (υποθέτω ότι αυτό οφείλεται στην εισβολή των Νορμαντών στην Αγγλία το 1066), όπως δείχνει η ακόλουθη πρόταση:
Ελληνικά: Είσαι η τύχη μου και το μέλλον μου.
Αγγλικά: You are my fortune and my future.
Γαλλικά: Tu es ma fortune et ma future.
Ισπανικά: Eres mi fortuna y mi futuro.
Γερμανικά: Du bist mein Glück und meine Zukunft.
Εν ολίγοις, σου συνιστώ να παρακολουθήσεις γερμανική τηλεόραση (internet). Ιδού ένα λινκ με μια λίστα όλων των Γερμανικών τηλεοπτικών καναλιών:
Να δύο λινκ στις ελληνικές κοινότητες στο Ντίσσελντορφ και στο γειτονικό Ράτιγκεν, οι οποίες προσφέρουν επίσης γερμανικά μαθήματα για Έλληνες - μήπως αξίζει: