Στην Ελληνική κοινωνία των δεκαετιών 1980-90 οι θεσμοί που οργάνωναν και ακόμα οργανώνουν τη δημόσια σφαίρα έπασχαν από αξιοπιστία. Τα πολιτικά κόμματα εξουσίας ταλανίζονταν από σκάνδαλο, οι δικαστικοί φορείς από διαφθορά, το εκπαιδευτικό σύστημα από αναχρονισμό και η αστυνομία από βιαιότητα και αυθαιρεσίες. Ήταν εποχές έντονων κοινωνικών συγκρούσεων και πολιτικής αμφισβήτησης. Απέναντι στην συνεχιζόμενη κοινωνική αστάθεια ο καλύτερος σύμμαχος των κρατούντων ήταν η δημιουργία ενός φαινομενικού αντιπάλου. Ήταν αυτός που θα αφουγκραζόταν και θα «ικανοποιούσε» την κοινωνική κριτική και αμφισβήτηση, μετατρέποντας την σε ακίνδυνη εικόνα και θέαμα, με δόση καταγγελίας. Είναι ο αντίπαλος στα χαρτιά, όμως στην πραγματικότητα είναι ο σύμμαχος του κατεστημένου. Αναφερόμαστε στη 4η εξουσία της δημοσιογραφίας. Η δημοσιογραφία που αποκαλύπτει σκάνδαλα, ξεμπροστιάζει διεφθαρμένους πολιτικούς, καταγγέλλει τους μπάτσους που αυθαιρετούν δίνει λόγο στον πολίτη να μιλήσει για τα καθημερινά προβλήματά του, δικάζει, ερευνά εγκλήματα ψυχαγωγεί, διασκεδάζει, δίνει συμβουλές καταναλωτικής συμπεριφοράς, διαφημίζει και ξαναδιαφημίζει κάνει ανθρωπιστικούς εράνους και πάνω από όλα ενημερώνει. Για να γίνει αυτό η δημοσιογραφία έδωσε τα πειστήρια της στο λαό. Για να την εμπιστευτούν έπρεπε να πείσει. Από τις πορείες του 90 που διαδηλωτές και δημοσιογράφοι πορεύονταν μαζί στα ίδια μπλοκ μέχρι τη φυλάκιση 8 εκδοτών για τη δημοσίευση προκύρηξης της ΕΟ 17Ν η «μαχόμενη» και «ανεξάρτητη» δημοσιογραφία πέτυχε αυτό που ήθελε. Στην ουσία; Η δημοσιογραφία δεν είναι μετάδοση γεγονότων. Είναι η αναπαράσταση γεγονότων. Είναι ο σχολιασμός, η κρίση, η εκτίμηση και τα συμπεράσματα σ’ ένα φασιστικό μονόλογο. Όσο και να ρωτήσεις την οθόνη δεν θα σου απαντήσει. Όπως σε κάθε παράσταση έτσι και δω έχουμε σεναριογράφους, σκηνοθέτες ηθοποιούς και θεατε΄ς. Όμως πέρα από τα ιδεολογήματα τα media αποτελούν μια ιδιαίτερα κερδοφόρα επιχείρηση. Εκδότες διαχειρίζονται πολιτικά συμφέροντα όπως και πληροφορίες γι’ αυτό στους διαδρόμους τηλεοπτικών σταθμών κι εφημερίδων βαλίτσες με εκατομμύρια αλλάζουν χέρια όπως οι ιδεολογίες.
Με την επέλαση των ιδιωτικών τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών τη δεκαετία του 90’ οι Έλληνες δεν ήταν μόνο οι οικονομικοί πρωτευουσιάνοι των Βαλκανίων αλλά αποκτούσαν και την φινέτσα του ευρωπαϊκού σύγχρονου lfe-style με τα αντίστοιχα πρότυπα και εικόνες. Ακολούθησε ο μικροαστισμός, ιδανική συνταγή για τον εξελισσόμενο καπιταλισμό. Δοξάστηκε το αγορασμένο σπίτι επι πιστώσει το σπορ αμάξι η πετυχημένη επαγγελματική καριέρα η γκλαμουρ διασκέδαση, το όνειρο του κάθε μαλάκα νέο- έλληνα μικροαστού. Η τηλεόραση όμως δεν επιβλήθηκε μόνο από την εξουσία. Η σχέση Media και τηλευπηκόοων δεν ήταν απλώς σχέση πομπού-δέκτη αλλά κι αντίστροφη. Οι τηλευπήκοοι αποζητούσαν περισσότερη ανδρεναλίνη, ίντριγκες, δακρύβρεχτες ιστορίες και τα media έδωσαν reality-show, ηλίθια τηλεπαιχνίδια και χαζές σαπουνόπερες σαν εικονικά συμπληρώματα ζωής. Την ίδια στιγμή τα media μιλούσαν για ξενόφερτη εγκληματικότητα και ο κόσμος κοίταζε επιφυλακτικά τους μετανάστες γύρω του. Τα χαζοmedia διαμορφώνουν καθημερινά τις ζωές μας. Το χρόνο που απομένει από τη δουλεια το σχολείο από τις θεσμοποιημένες δραστηριόττες και υποχρεώσεις μας, προσπαθούν να τον διαμορφώσουν κατάλληλα για να είμαστε ελέγξιμοι και φρόνιμοι. Χειραγωγούν τα μυαλά μας καθημερινά για να γεμίζουμε τη ρεζέρβα του πειθαρχημένου χρόνου μας, με αξίες και λειτουργίες που τροφοδοτούν το σύστημα. Δημιουργούν πρότυπα συμπεριφοράς, προβάλλουν ψεύτικες εικόνες διαμορφώνουν το δόγμα «κοίτα την πάρτη σου και πάτα πάνω στους άλλους για να το πετύχεις» και καθορίζουν την οπτική για τον κόσμο.
Τα media δεν λένε μόνο ψέματα. Κάνουν κάτι χειρότερο, κατασκευάζουν αλήθειες. Όπως έλεγε και ο υπουργός προπαγάνδας των ναζί, Γκέμπελς «λέγε, λέγε κάτι θα μείνει». Μας εμφυτεύουν τις κρίσεις τους, αργά και μεθοδικά και λειτουργούν σαν μηχανές παραγωγής φόνου καθώς διαμορφώνουν μονίμως συνθήκες έκτακτης ανάγκης, Διοικούν τις εντολές του φόβου, «κλειδώσου στο σπίτι, υπάρχει εγκληματικότητα», «πρόσεχε τι τρως, υπάρχουν διατροφικά σκάνδαλα», «πρόσεχε το παιδί σου, υπάρχει η μάστιγα των ναρκωτικών». Οι πληροφορίες τους παρουσιάζονται σαν αλήθειες, ενώ αποσυνδέουν κάθε γεγονός από το κοινωνικό του περιβάλλον, τις αιτίες που συμβάλλουν στην τέλεσή του, το περιεχόμενο του όπως και το νόημα του και το υποβιβάσουν στο κώδικα των συμβάντων. Ετσι ο λοιμός σε μια αφρικανική χώρα συμβαίνει παράλληλα με την τελευταία επίδειξη μόδας του Versage.
Ετσι λοιπόν το απόγευμα της Τρίτης, 17.2 στις 7:15, λίγο πριν το κεντρικό δελτίο ειδήσεων αρχίσει, χτυπήσαμε το τηλεοπτικό σταθμό του Alter. Πυροβολήσαμε επιλεκτικά τα βαν του καναλιού στις θέσεις του οδηγού και του συνοδηγού. Χτυπώντας το συγκεκριμένο κανάλι στέλνουμε ένα τελεσίγραφο σε όλους τους δημοσιογράφους. Ο καιρός που ήσασταν στο «απυρόβλητο» τελείωσε. Δεν αναφερόμαστε στους τεχνικούς του καναλιού. Όχι γιατι τους συμπαθούμε, αλλά αφού είναι τόσο ελεεινοί και τιποτένιοι που για λίγα φράγκα ξεπουλάνε τη συνείδηση τους και γίνονται τα τσιράκια των αρχιρουφιάνων, προτιμάμε να τους χρησιμοποιούμε σαν σάκους του μποξ σε καμιά πορεία. Δε θα συνέβαινε βέβαια το ίδιο αν αντικρίζαμε κάποιο γνωστό δημοσιογράφο. Να είναι σίγουροι πως μια από τις σφαίρες μας θα έβρισκε το κεφάλι του. Ας το γνωρίζουν πια οι εντολοδόχοι του συστήματος, ότι καμία πρόφαση δεν τους εξασφαλίζει την ασφάλεια τους. Ας μάθουν οιθ γυμνοσάλιαγκες της μιντιακής δημοσιογραφίας ότι εκτός από τα σάλια που αφήνουν πίσω τους για να κολακεύουν τους καθεστωτικούς προϊσταμένους τους και τα συμφέροντα των χορηγών τους, σύντομα θα αφήσουν κι αίμα. Αυτή η ένοπλη επίθεση όπως και η προηγούμενη, τα θεωρούμε κινήσεις ήπιας έντασης, προλογίζοντας αυτό που θα επακολουθήσει. Ηδη το σχέδιο της μόνιμης απειλής αρχίζει ν’απόδίδει. Μια μέρα μετά την ένοπλη επίθεση μας στο Α.Τ. Κορυδαλλού, ο φρουρός του σπιτιού του αμερικάνου πρέσβη πυροβόλησε τον ένοπλο σεκιουριτά, τραυματίζοντας τον, υπο το φόβο της «τρομοκρατικής» απειλής, δυστυχώς όχι θανάσιμα. Επίσης ένας καθεστωτικός φρουρός των ΜΑΤ αυτοκτονώντας , επιβεβαίωσε τα σενάρια ότι η ζωή ενός μπάτσου κοστίζει όσο και μια σφαίρα. Κύριοι δημοσιογράφοι, αυτή τη φορά ήρθαμε στην πόρτα σας, την επόμενη φορά όμως θα μας βρείτε στα σπίτια σας.
Υ.Γ1 : Όσον αφορά το τεχνικό που συναντήσαμε την ώρα που κατευθυνόμασταν στο μέρος της επίθεσης πρέπει να καταλάβει αυτός όσο και άτομα που στο μέλλον θα παρεμβάλλονται σε κάποια επίθεση μας χωρίς να είναι στόχοι μας πως όταν κάποιος με όπλο στο χέρι τους λέει να φύγουν το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να απομακρύνονται αμέσως και να μην «παίζουν» τον αυτόπτη μάρτυρα που κοιτάει, γιατί αυτό ίσως να αποβεί προβληματικό για τους ίδιους κάποια άλλη φορά.
Υ.Γ1 : Πριν λίγες μέρες ο Βασίλης Τζωρτζάτος αντί να ντρέπεται που συνεργάζεται με την αστυνομία αποσκοπώντας σε ευνοϊκότερη μεταχείριση έδωσε συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία μιλώντας για πράκτορες και ΚΥΠατζίδες που διαβρώνουν τις ένοπλες οργανώσεις. Είναι γνωστό το πόσο αχρείος ήταν αλλά η υπομονή έχει και τα όριά της.
Η επιλογή του μέρους που αφέθηκε η προκύρηξη έχει να κάνει με την υπόθεση του Σοριν Ματέι. Η πρώτη υπόθεση τηλεδιαχείρησης από τα media με τελική έκβαση τον θάνατο μια κοπέλας και τη δολοφονία του Ματέι στο νοσοκομείο από τους μπάτσους.
Με την επέλαση των ιδιωτικών τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών τη δεκαετία του 90’ οι Έλληνες δεν ήταν μόνο οι οικονομικοί πρωτευουσιάνοι των Βαλκανίων αλλά αποκτούσαν και την φινέτσα του ευρωπαϊκού σύγχρονου lfe-style με τα αντίστοιχα πρότυπα και εικόνες. Ακολούθησε ο μικροαστισμός, ιδανική συνταγή για τον εξελισσόμενο καπιταλισμό. Δοξάστηκε το αγορασμένο σπίτι επι πιστώσει το σπορ αμάξι η πετυχημένη επαγγελματική καριέρα η γκλαμουρ διασκέδαση, το όνειρο του κάθε μαλάκα νέο- έλληνα μικροαστού. Η τηλεόραση όμως δεν επιβλήθηκε μόνο από την εξουσία. Η σχέση Media και τηλευπηκόοων δεν ήταν απλώς σχέση πομπού-δέκτη αλλά κι αντίστροφη. Οι τηλευπήκοοι αποζητούσαν περισσότερη ανδρεναλίνη, ίντριγκες, δακρύβρεχτες ιστορίες και τα media έδωσαν reality-show, ηλίθια τηλεπαιχνίδια και χαζές σαπουνόπερες σαν εικονικά συμπληρώματα ζωής. Την ίδια στιγμή τα media μιλούσαν για ξενόφερτη εγκληματικότητα και ο κόσμος κοίταζε επιφυλακτικά τους μετανάστες γύρω του. Τα χαζοmedia διαμορφώνουν καθημερινά τις ζωές μας. Το χρόνο που απομένει από τη δουλεια το σχολείο από τις θεσμοποιημένες δραστηριόττες και υποχρεώσεις μας, προσπαθούν να τον διαμορφώσουν κατάλληλα για να είμαστε ελέγξιμοι και φρόνιμοι. Χειραγωγούν τα μυαλά μας καθημερινά για να γεμίζουμε τη ρεζέρβα του πειθαρχημένου χρόνου μας, με αξίες και λειτουργίες που τροφοδοτούν το σύστημα. Δημιουργούν πρότυπα συμπεριφοράς, προβάλλουν ψεύτικες εικόνες διαμορφώνουν το δόγμα «κοίτα την πάρτη σου και πάτα πάνω στους άλλους για να το πετύχεις» και καθορίζουν την οπτική για τον κόσμο.
Τα media δεν λένε μόνο ψέματα. Κάνουν κάτι χειρότερο, κατασκευάζουν αλήθειες. Όπως έλεγε και ο υπουργός προπαγάνδας των ναζί, Γκέμπελς «λέγε, λέγε κάτι θα μείνει». Μας εμφυτεύουν τις κρίσεις τους, αργά και μεθοδικά και λειτουργούν σαν μηχανές παραγωγής φόνου καθώς διαμορφώνουν μονίμως συνθήκες έκτακτης ανάγκης, Διοικούν τις εντολές του φόβου, «κλειδώσου στο σπίτι, υπάρχει εγκληματικότητα», «πρόσεχε τι τρως, υπάρχουν διατροφικά σκάνδαλα», «πρόσεχε το παιδί σου, υπάρχει η μάστιγα των ναρκωτικών». Οι πληροφορίες τους παρουσιάζονται σαν αλήθειες, ενώ αποσυνδέουν κάθε γεγονός από το κοινωνικό του περιβάλλον, τις αιτίες που συμβάλλουν στην τέλεσή του, το περιεχόμενο του όπως και το νόημα του και το υποβιβάσουν στο κώδικα των συμβάντων. Ετσι ο λοιμός σε μια αφρικανική χώρα συμβαίνει παράλληλα με την τελευταία επίδειξη μόδας του Versage.
Ετσι λοιπόν το απόγευμα της Τρίτης, 17.2 στις 7:15, λίγο πριν το κεντρικό δελτίο ειδήσεων αρχίσει, χτυπήσαμε το τηλεοπτικό σταθμό του Alter. Πυροβολήσαμε επιλεκτικά τα βαν του καναλιού στις θέσεις του οδηγού και του συνοδηγού. Χτυπώντας το συγκεκριμένο κανάλι στέλνουμε ένα τελεσίγραφο σε όλους τους δημοσιογράφους. Ο καιρός που ήσασταν στο «απυρόβλητο» τελείωσε. Δεν αναφερόμαστε στους τεχνικούς του καναλιού. Όχι γιατι τους συμπαθούμε, αλλά αφού είναι τόσο ελεεινοί και τιποτένιοι που για λίγα φράγκα ξεπουλάνε τη συνείδηση τους και γίνονται τα τσιράκια των αρχιρουφιάνων, προτιμάμε να τους χρησιμοποιούμε σαν σάκους του μποξ σε καμιά πορεία. Δε θα συνέβαινε βέβαια το ίδιο αν αντικρίζαμε κάποιο γνωστό δημοσιογράφο. Να είναι σίγουροι πως μια από τις σφαίρες μας θα έβρισκε το κεφάλι του. Ας το γνωρίζουν πια οι εντολοδόχοι του συστήματος, ότι καμία πρόφαση δεν τους εξασφαλίζει την ασφάλεια τους. Ας μάθουν οιθ γυμνοσάλιαγκες της μιντιακής δημοσιογραφίας ότι εκτός από τα σάλια που αφήνουν πίσω τους για να κολακεύουν τους καθεστωτικούς προϊσταμένους τους και τα συμφέροντα των χορηγών τους, σύντομα θα αφήσουν κι αίμα. Αυτή η ένοπλη επίθεση όπως και η προηγούμενη, τα θεωρούμε κινήσεις ήπιας έντασης, προλογίζοντας αυτό που θα επακολουθήσει. Ηδη το σχέδιο της μόνιμης απειλής αρχίζει ν’απόδίδει. Μια μέρα μετά την ένοπλη επίθεση μας στο Α.Τ. Κορυδαλλού, ο φρουρός του σπιτιού του αμερικάνου πρέσβη πυροβόλησε τον ένοπλο σεκιουριτά, τραυματίζοντας τον, υπο το φόβο της «τρομοκρατικής» απειλής, δυστυχώς όχι θανάσιμα. Επίσης ένας καθεστωτικός φρουρός των ΜΑΤ αυτοκτονώντας , επιβεβαίωσε τα σενάρια ότι η ζωή ενός μπάτσου κοστίζει όσο και μια σφαίρα. Κύριοι δημοσιογράφοι, αυτή τη φορά ήρθαμε στην πόρτα σας, την επόμενη φορά όμως θα μας βρείτε στα σπίτια σας.
Υ.Γ1 : Όσον αφορά το τεχνικό που συναντήσαμε την ώρα που κατευθυνόμασταν στο μέρος της επίθεσης πρέπει να καταλάβει αυτός όσο και άτομα που στο μέλλον θα παρεμβάλλονται σε κάποια επίθεση μας χωρίς να είναι στόχοι μας πως όταν κάποιος με όπλο στο χέρι τους λέει να φύγουν το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να απομακρύνονται αμέσως και να μην «παίζουν» τον αυτόπτη μάρτυρα που κοιτάει, γιατί αυτό ίσως να αποβεί προβληματικό για τους ίδιους κάποια άλλη φορά.
Υ.Γ1 : Πριν λίγες μέρες ο Βασίλης Τζωρτζάτος αντί να ντρέπεται που συνεργάζεται με την αστυνομία αποσκοπώντας σε ευνοϊκότερη μεταχείριση έδωσε συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία μιλώντας για πράκτορες και ΚΥΠατζίδες που διαβρώνουν τις ένοπλες οργανώσεις. Είναι γνωστό το πόσο αχρείος ήταν αλλά η υπομονή έχει και τα όριά της.
Η επιλογή του μέρους που αφέθηκε η προκύρηξη έχει να κάνει με την υπόθεση του Σοριν Ματέι. Η πρώτη υπόθεση τηλεδιαχείρησης από τα media με τελική έκβαση τον θάνατο μια κοπέλας και τη δολοφονία του Ματέι στο νοσοκομείο από τους μπάτσους.