Γεια σας κυριοι, σαν σημερα το 1453 η Πολη μας, η πρωτευουσα ολου του Ελληνισμου κατακτηθηκε απο του Οθωμανους υστερα απο πολλες προσπαθειες τους, ετσι κατεστραφει και επισημως η ρωμαικη αυτοκρατορια.
εμεις οι ελληνες ποτε δεν πρεπει να ξεχναμε οτι αυτη η Πολη μας ειναι κατακτημενη απο απιστους βαρβαρους που την μαγαριζουν με τα μιαρα τους χερια αφου εκμεταλευτηκαν οσο μπορουσαν περισσοτερο πρωτα τα δικα μας σοβαρα λαθη και λιγοτερο την προσκαιρη για αυτους ευνοια της τυχης τους για αυτο αλλωστε οτι εφτιαξαν το εχασαν σε λιγοτερα απο 400 χρονια.
για αυτο παντα θα πρεπει να εχουμε στο νου μας την απελευθερωση της απο τους απιστους βαρβαρους οταν βρουμε την καταλληλη ευκαιρια ωστε με την βοηθεια του Θεου να αποδωσουμε δικαιοσυνη για το αδικο που μας εκαναν.
εμεις οι ελληνες ποτε δεν πρεπει να ξεχναμε οτι ειμαστε οι μοναδικοι κληρονομοι και θεματοφυλακες του ελληνικου και ρωμαικου πολιτισμου αυτοι που επι χιλιαδες χρονια διατηρησαμε τα μεγαλα εργα των προγονων μας την Ιλιαδα την Οδυσσεια τις σκεψεις του Αριστοτελη του Πυθαγορα του Ευκλειδη και εκατονταδων αλλων στην πρωτοτυπη μορφη τους οταν ολη η υπολοιπη ευρωπη ειχε γεμισει απολιτιστους κατακτητες βαρβαρους.
Ξέρετε καλά, αδέρφια, πως για τέσσερα πράγματα χρωστούμε να σκοτωθούμε παρά να ζήσουμε: πρώτον, για την πίστη και την ευσέβεια μας, δεύτερον για την πατρίδα, τρίτον για το βασιλιά ως νόμιμο κυρίαρχο και τέταρτον για τους συγγενείς και φίλους μας. Λοιπόν, αδέρφια, αν χρωστάμε για ένα απ’ αυτά τα τέσσερα ν’ αγωνιζόμαστε ως την τελευταία πνοή μας, πολύ περισσότερο για όλα τούτα, αφού το βλέπετε ολοφάνερα πως κινδυνεύουμε να χάσουμε τα πάντα.
Αν για τις δικές μου αμαρτίες παραχωρήσει ο Θεός τη νίκη στους απίστους, διακινδυνεύουμε την αγία μας πίστη, που μας χάρισε ο Χριστός με το ίδιο του το αίμα, κι αυτή είναι το σπουδαιότερο απ’ όλα. Και αν κανένας κερδίσει όλο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του, τι φελάει; Δεύτερον, θα στερηθούμε πατρίδα τόσο ξακουστή μαζί με την ελευθερία μας. Τρίτον, χάνουμε τη βασιλεία, που άλλοτε ήταν περίφημη και τώρα ταπεινωμένη κι εξευτελισμένη κι εξουθενωμένη, την παίρνει ο τύραννος και άπιστος. τέταρτον, θα στερηθούμε τ’ αγαπημένα μας παιδιά και τους σπιτικούς και συγγενείς μας.
Αυτός ο αλιτήριος ο αμιράς είναι πενήντα εφτά μέρες ως τα σήμερα που ήρθε και μας απόκλεισε και δεν έπαψε να μας πολιορκεί μέρα και νύχτα με κάθε πολεμικό μέσο και δύναμη. Και με τη βοήθεια του παντεπόπτη Χριστού και Κυρίου μας, πολλές φορές ως τα σήμερα διώχτηκε ντροπιασμένος απ’ το κάστρο μας. Μα και τώρα μην δειλιάσετε, αδέρφια, αν το κάστρο γκρεμίστηκε σ’ ένα μέρος απ’ τη βρονταριά και τα βλήματα των πολιορκητικών μηχανών, γιατί, καθώς βλέπετε, όσο μπορέσαμε το διορθώσαμε ξανά. Εμείς, όλη μας την ελπίδα τη στηρίξαμε στην ακαταμάχητη δόξα του Θεού, ενώ αυτοί στ’ άρματα και στ’ άλογα και στη δύναμη και στον αριθμό.
Εμείς, όμως, βασιζόμαστε στ’ όνομα του Θεού και Σωτήρος μας και κατά δεύτερο λόγο στα χέρια μας και στην παλικαριά μας, που μας χάρισε η δύναμη η θεϊκή. Ξέρω πως αυτό το αμέτρητο λεφούσι των απίστων θα χυμήξουν απάνω μας, όπως συνηθίζουν, με βάναυσο τρόπο κι έπαρση και θράσος μεγάλο και ορμή, για να μας πιέσουν τόσο λίγοι που είμαστε και να μας ζορίσουν με την έφοδό τους βγάζοντας φωνές μεγάλες κι αμέτρητους αλαλαγμούς, για να μας τρομάξουν.
Τα μπαγλατίσματά τους αυτά τα ξέρετε καλά και δε χρειάζεται να επιμείνω περισσότερο. Μέσα σε λίγο διάστημα θα τα κάμουν αυτά και αμέτρητες πέτρες και άλλα βέλη και βλήματα θα ρίξουν απάνου μας σαν τον άμμο της θάλασσας. Αλλά νομίζω πως δε θα σας κάνουν κακό, γιατί σας κοιτάω και χαίρεται η καρδιά μου και με τέτοιες ελπίδες τρέφω το λογισμό μου, πως αν και είμαστε πολύ λίγοι, ωστόσο είσθε όλοι σας επιδέξιοι και άξιοι και ρωμαλέοι και δυνατοί κι έτοιμοι για κάθε τι.
Να προφυλάσσετε καλά τα κεφάλια με τις ασπίδες σας στη συμπλοκή και στη σύρραξη. Το δεξί χέρι σας, που θα κρατάει το σπαθί, να είναι πάντα προτεταμένο. Οι περικεφαλαίες σας κι οι θώρακες κι οι σιδερένιες αρματωσιές σας έχουν αρκετή αξία μαζί με τον υπόλοιπο οπλισμό σας και στην ώρα της σύγκρουσης θα σας εξυπηρετήσουν πολύ. Τέτοια οι αντίπαλοι μας δε μεταχειρίζονται, ούτε έχουν καθόλου. Επιπλέον, επειδή βρίσκεστε μέσα στο κάστρο προφυλαγμένοι, ενώ αυτοί προχωρούν απροφύλαχτοι και με δυσκολία, γι αυτό, συστρατιώτες μου, φανείτε ετοιμοπόλεμοι, ακλόνητοι και μεγαλόψυχοι με τη βοήθεια του Θεού.
Πάρτε για παράδειγμα τους λίγους ελέφαντες των αρχαίων Καρχηδονίων, πώς κυνήγησαν με τα ξεφωνητά και την εμφάνισή τους τόσο μεγάλο πλήθος των Ρωμαίων. Κι αν τους κυνήγησαν άλογα ζώα, πόσο περισσότερο εσείς, που είστε κύριοι των αλόγων ζώων, ενώ αυτοί που έρχονται να συγκρουστούν μαζί μας είναι σας ν άλογα και ακόμα χειρότεροι. Ρίχνετε καταπάνω τους λόγχες και σπαθιά και δοξάρια και κοντάρια. Και να λογαριάζετε πως κυνηγάτε κοπάδι από αγριογούρουνα, για να καταλάβουν οι άπιστοι πως δεν δίνουν μάχη με άλογα ζώα σαν κι αυτούς, αλλά με κυρίους και αφέντες κι απογόνους Ελλήνων και Ρωμαίων.
Ξέρετε καλά πως ο άπιστος αυτός αμιράς και εχθρός της αγίας μας πίστης, χωρίς καμιά σοβαρή αιτία διάλυσε τις καλές σχέσεις που είχαμε και καταπάτησε τους όρκους τους πολλούς του χωρία να τους λογαριάσει καθόλου, παρά ήρθε ξαφνικά κι έχτισε φρούριο στο στενό του Ασωμάτου, για να μπορεί να μας κάνει κάθε μέρα ζημιά. Έβαλε φωτιά κι αφάνισε τα χωράφια και τα περιβόλια και τα σπίτια μας. Τ’ αδέρφια μας τους Χριστιανούς, όσους βρήκε τους σκότωσε και τους σκλάβωσε. Τη συνθήκη που είχαμε τη διάλυσε.
Με τους Γαλατιανούς, όμως, έπιασε φιλίες κι αυτοί χαίρονται τώρα, μη ξέροντας οι δυστυχισμένοι το μύθο με το παιδί του γεωργού, που έψηνε σαλιγκάρια κι είπε: Ω, ανόητα ζώα και τα λοιπά. Ήρθε, λοιπόν, αδέρφια και μας έκανε αποκλεισμό ανοίγοντας κάθε μέρα το θεόρατο στόμα του και κοιτώντας να βρει κατάλληλη περίσταση για να μας καταπιεί, εμάς και την πόλη τούτη, που έχτισε ο τρισμακάριστος και τρανός βασιλιάς Κωνσταντίνος και την αφιέρωσε και την πρόσφερε στην πανάγια και υπεραγία Δέσποινα Θεοτόκο και αειπαρθένο Μαρία, για να είναι κυρία και βοηθός και σκέπη στην πατρίδα μας και καταφύγιο των Χριστιανών, ελπίδα και χαρά όλων των Ελλήνων, καύχημα σ’ όλους όσους είναι στην Ανατολή.
Κι αυτός ο ασεβέστατος θέλει να κυριέψει την Πόλη, που ήταν άλλοτε ξακουστή και πεντοβολάει σαν τριαντάφυλλο της εξοχής. Αυτήν που σκλάβωσε μια φορά όλη την υφήλιο, μπορώ να πω, αυτός θέλει τώρα να την υποδουλώσει και να επιβάλει ζυγό και σκλαβιά στην βασιλεύουσα των πόλεων. Και τις άγιες εκκλησίες μας, όπου προσκυνούσαμε την Αγία Τριάδα και δοξολογούσαμε την Παναγία και όπου ακούγονταν οι άγγελοι του Θεού να υμνούν το θείο και την ενσάρκωση του Θείου Λόγου, αυτές θέλει τώρα να τις μεταβάλει σε προσκύνημα της βλασφημίας του και του μωρολόγου ψευδοπροφήτη Μωάμεθ και σε στάβλο αλόγων και καμήλων. Βάλτε τα, λοιπόν, αυτά καλά μέσα σας αδέρφια και συμπολεμιστές μου, για να μείνει αιώνια σας η μνήμη και η δόξα και η ελευθερία”.
εμεις οι ελληνες ποτε δεν πρεπει να ξεχναμε οτι αυτη η Πολη μας ειναι κατακτημενη απο απιστους βαρβαρους που την μαγαριζουν με τα μιαρα τους χερια αφου εκμεταλευτηκαν οσο μπορουσαν περισσοτερο πρωτα τα δικα μας σοβαρα λαθη και λιγοτερο την προσκαιρη για αυτους ευνοια της τυχης τους για αυτο αλλωστε οτι εφτιαξαν το εχασαν σε λιγοτερα απο 400 χρονια.
για αυτο παντα θα πρεπει να εχουμε στο νου μας την απελευθερωση της απο τους απιστους βαρβαρους οταν βρουμε την καταλληλη ευκαιρια ωστε με την βοηθεια του Θεου να αποδωσουμε δικαιοσυνη για το αδικο που μας εκαναν.
εμεις οι ελληνες ποτε δεν πρεπει να ξεχναμε οτι ειμαστε οι μοναδικοι κληρονομοι και θεματοφυλακες του ελληνικου και ρωμαικου πολιτισμου αυτοι που επι χιλιαδες χρονια διατηρησαμε τα μεγαλα εργα των προγονων μας την Ιλιαδα την Οδυσσεια τις σκεψεις του Αριστοτελη του Πυθαγορα του Ευκλειδη και εκατονταδων αλλων στην πρωτοτυπη μορφη τους οταν ολη η υπολοιπη ευρωπη ειχε γεμισει απολιτιστους κατακτητες βαρβαρους.
Η τελευταία ομιλία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου πριν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης
Όλοι εσείς, ευγενέστατοι άρχοντες και εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί και γενναιότατοι στρατιώτες κι όλος ο πιστός και ακριβός λαός μου, ξέρετε καλά πως έφτασε η ώρα που ο εχθρός της πίστης μας σκοπεύει να μας πιέσει πιο δυνατά από πριν, με κάθε πολεμικό τέχνασμα και μηχάνημά του, και θα μας κάμει πόλεμο τρανό με συμπλοκή μεγάλη και σύρραξη από στεριά και θάλασσα με όλα του τα δυνατά, για να χύσει, αν μπορέσει, το φαρμάκι του σα φίδι και να μας καταπιεί σαν ανήμερο λιοντάρι. γι’ αυτό σας λέω και σας παρακινώ να σταθείτε αντρείοι και με γενναία ψυχή, όπως κάνατε πάντα σας ως τώρα ενάντια στους εχθρούς της πίστης μας. Σ’ εσάς εμπιστεύομαι την περίλαμπρη και ξακουσμένη τούτη πόλη και πατρίδα μας και βασιλεύουσα των πόλεων.Ξέρετε καλά, αδέρφια, πως για τέσσερα πράγματα χρωστούμε να σκοτωθούμε παρά να ζήσουμε: πρώτον, για την πίστη και την ευσέβεια μας, δεύτερον για την πατρίδα, τρίτον για το βασιλιά ως νόμιμο κυρίαρχο και τέταρτον για τους συγγενείς και φίλους μας. Λοιπόν, αδέρφια, αν χρωστάμε για ένα απ’ αυτά τα τέσσερα ν’ αγωνιζόμαστε ως την τελευταία πνοή μας, πολύ περισσότερο για όλα τούτα, αφού το βλέπετε ολοφάνερα πως κινδυνεύουμε να χάσουμε τα πάντα.
Αν για τις δικές μου αμαρτίες παραχωρήσει ο Θεός τη νίκη στους απίστους, διακινδυνεύουμε την αγία μας πίστη, που μας χάρισε ο Χριστός με το ίδιο του το αίμα, κι αυτή είναι το σπουδαιότερο απ’ όλα. Και αν κανένας κερδίσει όλο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του, τι φελάει; Δεύτερον, θα στερηθούμε πατρίδα τόσο ξακουστή μαζί με την ελευθερία μας. Τρίτον, χάνουμε τη βασιλεία, που άλλοτε ήταν περίφημη και τώρα ταπεινωμένη κι εξευτελισμένη κι εξουθενωμένη, την παίρνει ο τύραννος και άπιστος. τέταρτον, θα στερηθούμε τ’ αγαπημένα μας παιδιά και τους σπιτικούς και συγγενείς μας.
Αυτός ο αλιτήριος ο αμιράς είναι πενήντα εφτά μέρες ως τα σήμερα που ήρθε και μας απόκλεισε και δεν έπαψε να μας πολιορκεί μέρα και νύχτα με κάθε πολεμικό μέσο και δύναμη. Και με τη βοήθεια του παντεπόπτη Χριστού και Κυρίου μας, πολλές φορές ως τα σήμερα διώχτηκε ντροπιασμένος απ’ το κάστρο μας. Μα και τώρα μην δειλιάσετε, αδέρφια, αν το κάστρο γκρεμίστηκε σ’ ένα μέρος απ’ τη βρονταριά και τα βλήματα των πολιορκητικών μηχανών, γιατί, καθώς βλέπετε, όσο μπορέσαμε το διορθώσαμε ξανά. Εμείς, όλη μας την ελπίδα τη στηρίξαμε στην ακαταμάχητη δόξα του Θεού, ενώ αυτοί στ’ άρματα και στ’ άλογα και στη δύναμη και στον αριθμό.
Εμείς, όμως, βασιζόμαστε στ’ όνομα του Θεού και Σωτήρος μας και κατά δεύτερο λόγο στα χέρια μας και στην παλικαριά μας, που μας χάρισε η δύναμη η θεϊκή. Ξέρω πως αυτό το αμέτρητο λεφούσι των απίστων θα χυμήξουν απάνω μας, όπως συνηθίζουν, με βάναυσο τρόπο κι έπαρση και θράσος μεγάλο και ορμή, για να μας πιέσουν τόσο λίγοι που είμαστε και να μας ζορίσουν με την έφοδό τους βγάζοντας φωνές μεγάλες κι αμέτρητους αλαλαγμούς, για να μας τρομάξουν.
Τα μπαγλατίσματά τους αυτά τα ξέρετε καλά και δε χρειάζεται να επιμείνω περισσότερο. Μέσα σε λίγο διάστημα θα τα κάμουν αυτά και αμέτρητες πέτρες και άλλα βέλη και βλήματα θα ρίξουν απάνου μας σαν τον άμμο της θάλασσας. Αλλά νομίζω πως δε θα σας κάνουν κακό, γιατί σας κοιτάω και χαίρεται η καρδιά μου και με τέτοιες ελπίδες τρέφω το λογισμό μου, πως αν και είμαστε πολύ λίγοι, ωστόσο είσθε όλοι σας επιδέξιοι και άξιοι και ρωμαλέοι και δυνατοί κι έτοιμοι για κάθε τι.
Να προφυλάσσετε καλά τα κεφάλια με τις ασπίδες σας στη συμπλοκή και στη σύρραξη. Το δεξί χέρι σας, που θα κρατάει το σπαθί, να είναι πάντα προτεταμένο. Οι περικεφαλαίες σας κι οι θώρακες κι οι σιδερένιες αρματωσιές σας έχουν αρκετή αξία μαζί με τον υπόλοιπο οπλισμό σας και στην ώρα της σύγκρουσης θα σας εξυπηρετήσουν πολύ. Τέτοια οι αντίπαλοι μας δε μεταχειρίζονται, ούτε έχουν καθόλου. Επιπλέον, επειδή βρίσκεστε μέσα στο κάστρο προφυλαγμένοι, ενώ αυτοί προχωρούν απροφύλαχτοι και με δυσκολία, γι αυτό, συστρατιώτες μου, φανείτε ετοιμοπόλεμοι, ακλόνητοι και μεγαλόψυχοι με τη βοήθεια του Θεού.
Πάρτε για παράδειγμα τους λίγους ελέφαντες των αρχαίων Καρχηδονίων, πώς κυνήγησαν με τα ξεφωνητά και την εμφάνισή τους τόσο μεγάλο πλήθος των Ρωμαίων. Κι αν τους κυνήγησαν άλογα ζώα, πόσο περισσότερο εσείς, που είστε κύριοι των αλόγων ζώων, ενώ αυτοί που έρχονται να συγκρουστούν μαζί μας είναι σας ν άλογα και ακόμα χειρότεροι. Ρίχνετε καταπάνω τους λόγχες και σπαθιά και δοξάρια και κοντάρια. Και να λογαριάζετε πως κυνηγάτε κοπάδι από αγριογούρουνα, για να καταλάβουν οι άπιστοι πως δεν δίνουν μάχη με άλογα ζώα σαν κι αυτούς, αλλά με κυρίους και αφέντες κι απογόνους Ελλήνων και Ρωμαίων.
Ξέρετε καλά πως ο άπιστος αυτός αμιράς και εχθρός της αγίας μας πίστης, χωρίς καμιά σοβαρή αιτία διάλυσε τις καλές σχέσεις που είχαμε και καταπάτησε τους όρκους τους πολλούς του χωρία να τους λογαριάσει καθόλου, παρά ήρθε ξαφνικά κι έχτισε φρούριο στο στενό του Ασωμάτου, για να μπορεί να μας κάνει κάθε μέρα ζημιά. Έβαλε φωτιά κι αφάνισε τα χωράφια και τα περιβόλια και τα σπίτια μας. Τ’ αδέρφια μας τους Χριστιανούς, όσους βρήκε τους σκότωσε και τους σκλάβωσε. Τη συνθήκη που είχαμε τη διάλυσε.
Με τους Γαλατιανούς, όμως, έπιασε φιλίες κι αυτοί χαίρονται τώρα, μη ξέροντας οι δυστυχισμένοι το μύθο με το παιδί του γεωργού, που έψηνε σαλιγκάρια κι είπε: Ω, ανόητα ζώα και τα λοιπά. Ήρθε, λοιπόν, αδέρφια και μας έκανε αποκλεισμό ανοίγοντας κάθε μέρα το θεόρατο στόμα του και κοιτώντας να βρει κατάλληλη περίσταση για να μας καταπιεί, εμάς και την πόλη τούτη, που έχτισε ο τρισμακάριστος και τρανός βασιλιάς Κωνσταντίνος και την αφιέρωσε και την πρόσφερε στην πανάγια και υπεραγία Δέσποινα Θεοτόκο και αειπαρθένο Μαρία, για να είναι κυρία και βοηθός και σκέπη στην πατρίδα μας και καταφύγιο των Χριστιανών, ελπίδα και χαρά όλων των Ελλήνων, καύχημα σ’ όλους όσους είναι στην Ανατολή.
Κι αυτός ο ασεβέστατος θέλει να κυριέψει την Πόλη, που ήταν άλλοτε ξακουστή και πεντοβολάει σαν τριαντάφυλλο της εξοχής. Αυτήν που σκλάβωσε μια φορά όλη την υφήλιο, μπορώ να πω, αυτός θέλει τώρα να την υποδουλώσει και να επιβάλει ζυγό και σκλαβιά στην βασιλεύουσα των πόλεων. Και τις άγιες εκκλησίες μας, όπου προσκυνούσαμε την Αγία Τριάδα και δοξολογούσαμε την Παναγία και όπου ακούγονταν οι άγγελοι του Θεού να υμνούν το θείο και την ενσάρκωση του Θείου Λόγου, αυτές θέλει τώρα να τις μεταβάλει σε προσκύνημα της βλασφημίας του και του μωρολόγου ψευδοπροφήτη Μωάμεθ και σε στάβλο αλόγων και καμήλων. Βάλτε τα, λοιπόν, αυτά καλά μέσα σας αδέρφια και συμπολεμιστές μου, για να μείνει αιώνια σας η μνήμη και η δόξα και η ελευθερία”.
Τελευταία τροποποίηση: