Eνα ακομη αιματοχαρές παραμυθί για καμένους φασιστοαλήτες
Ειναι κάποιοι που ακόμη και τωρα που η Ελλάδα χρειάζεται ΕΘΝΙΚΗ ΕΝΩΤΗΤΑ, έμμισθα προπαγανδίζουν την εθνικη διχόνια, αναμασωντας αντικουμουνιστά παραμύθια
Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ του ιερέα ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΚΑΒΑ
Ο ιερέας Χρίστος Κακαβάς είναι άλλος ένας άγνωστος χριστιανός Άγιος.
Άνθρωπος με εξαίρετη μόρφωση, φιλανθρωπία και αγώνα για τον Χριστό, βρήκε Σταυρικό Θάνατο στα αιμοσταγή χέρια των σκοτεινών ντόπιων προσήλυτων του κομμουνισμού.
Αυτό που κάνει ακόμα στυγερότερο το φρικτό αυτό έγκλημα είναι το οτι ο πατέρας Χρίστος Κακαβάς ήταν ένας υπερήλικας σχεδόν 80 ετών. Και όμως οι απαίσιοι λυκάνθρωποι του Μαρξισμού μπόρεσαν να βασανίσουν και να θανατώσουν μαρτυρικά έναν άκακο γέροντα επειδή κήρυττε εναντίον της άθεης και υλιστικής ιδεολογίας τους.
ΑΜΝΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, οι πατέρες Χρίστος Κακαβάς, Γιώργος Σκρέκας, Θανάσης Πιάς, Βασίλειος Λυμπρίτης, Στυλιανός Αρκουδέας, Χρίστος Βαϊδάνης, Αναστάσιος Κελεπούρης, Παναγιώτης Χαρλαύτης, Νικόλαος Μπερτσεκάς, τόσοι και τόσοι άλλοι, εκατοντάδες ιερείς βασανισμένοι και δολοφονημένοι από τους βέβηλους λυσσασμένους λύκους της Ύλης.
ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΑΓΙΟΙ του Ουρανού, μακάρι να βοηθούν τους καλούς ανθρώπους αυτές τις σκοτεινές και σατανικές μέρες που ζούμε.
Ιερέας Χρίστος Κακαβάς
1876 - 1947
Δασωμένη και κατάρρυτη είναι η πλαγιά του Τυμφρηστού, όπου βρίσκεται το χωριό Δομιανοί Ευρυτανίας. Εδώ οι ευσεβείς σύζυγοι Γεώργιος και Αγορίτσα Κακαβά απέκτησαν στα 1876 το γιό τους Χρίστο.
Όταν τελείωσε το Δημοτικό του χωριού του, πήγε στο φημισμένο Σχολαρχείο Φουρνάς κι έπειτα στο Γυμνάσιο Λαμίας. Ανάμεσα στους πρώτους μπήκε στο Διδασκαλείο Τριπόλεως και με άριστα βγήκε. Δάσκαλος στο χωριό του, αφoσιώθηκε με όλη τη δύναμη του στο πλάσιμο των παιδικών ψυχών. Είκοσι χρόνια ήταν στην έδρα κι είδε μαθητάς του με ξεχωριστές θέσεις στην επιστήμη, στην πολιτική, στο στρατό.
Τότε ήρθε η ώρα να πραγματοποιήση τον παιδικό του πόθο. Φοίτησε δυό χρόνια στη Ριζάρειο Σχολή και οι Δομιανοί στο πρόσωπο του Χρίστου Κακαβά βρήκαν μαζί με το δάσκαλο και τον ιερέα. Μορφωμένος, ικανός, δραστήριος, απέκτησε κύρος κι επιβολή στο χωριό. Η ευσέβεια του γνήσια, η αρετή του ακέραια, η κοινωνική του εργασία πολύ ευεργετική.
Μέσα στα καθήκοντά του είχε βάλει και τον έλεγχο του κομμουνισμού. «Με την εργασία και την τιμιότητα θα ζήσωμε, έλεγε. Όχι με τα κουμπούρια». Και πάντα εύρισκε την ευκαιρία να πη δυό λόγια, για να διαλύση τις πλεκτάνες, που με τόση υπομονή και τέχνη έστηνε η κομμουνιστική προπαγάνδα.
Οι κομμουνισταί τον έκαμαν θανάσιμο εχθρό τους. Η ημέρα του πατέρα Χρίστου ήταν η 27 Σεπτεμβρίου 1947.
Eίναι ακόμη νύκτα βαθειά όταν οι συμμορίτες του Διαμαντή κυκλώνουν τους Δομιανούς της Ευρυτανίας. Το χωριό αυτό εστάθη πάντα πιστό στην ιδέα της Ελλάδος. Μαρτύρησε αλλά δεν λύγισε. Τώρα οι κόκκινοι λύκοι αποφασίζουν να πληρώσουν το λογαριασμό του μίσους. Μέσα στο χωριό νεκρική γαλήνη. Σκιές δήμιων σέρνονται στους σκοτεινούς δρόμους, «πιάνουν θέσεις» και τα ξημερώματα το χωριό ζη δραματικές ώρες. Το δέος του θανάτου πνίγει τις ψυχές. Άντρες και γυναίκες περιμένουν τη σειρά τους. Περιμένουν την στιγμή που κάποιος γενειοφόρος θα χτυπήση την πόρτα τους, άγριος, διψασμένος για αίμα.
Νά! Όσοι έχουν το θάρρος να κοιτάξουν από τα κλειστά παράθυρα έξω στους έρημους δρόμους μπορούν να διακρίνουν μαινομένους δήμιους που σύρουν δεμένους μερικούς άντρες του χωριού. Βλαστήμιες, απειλές και λακτίσματα συνοδεύουν την πορεία της συνοδείας. Ύστερα, όσοι παρακολουθούν το θέαμα αυτό δεν μπορούν να κρατήσουν τα δάκρυα. Το θέαμα είναι τραγικό:
Δυό τρεις νεαροί συμμορίτες που η ατμόσφαιρα της προδοτικής των ζωής τους έχει δώσει μια κτηνώδη όψη στη μορφή, τραβούν από τα ράσα και οδηγούν στον «καπετάνιο» τον γέροντα παπά των Δομιανών Χρίστο Κακαβά που έχει ήδη υπερβή τα 80 χρόνια. Είναι ασκεπής. Κάποιος συμμορίτης του ποδοπάτησε το καλυμαύχι. Τα πάλλευκα μαλλιά του σκεπάζουν την κυρτωμένη ράχη. Κάπου κοντά στην πλατεία σκοντάφτει και σωριάζεται κάτω. Οι δήμιοι τον κλωτσούν φωνάζοντας:
-Ε! παπά. Πούναι ο Θεός να σε σώση...
Η αόρατη δύναμις έδωσε αίφνης ζωή στα παράλυτα πόδια του γέροντος λευίτου. Και δείχνοντας ψηλά τoν ουρανό τους είπε:
- Ναι! άπιστοι. Θα με σώση ο Θεός... Άλλα εσάς ποιός θα σας σώση;
Ηχηρά γέλια αντήχησαν. Οι άθεοι νοιώθουν κάποιο φοβερό μίσος να θεριεύη μέσα τους.
Η ΑΝΟΔΟΣ ΣΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ
Όταν σε λίγο ξεκίνησε η φάλαγγα με τους κρατουμένους έξω από το χωριό, ο γέρων ιερεύς αντιμετωπίζει σ' όλη την τρομακτική της μορφή την βαρβαρότητα των ληστών. Μερικοί τον κτυπούν με μαστίγια, κάποιος του ανοίγει τo κεφάλι μ' ένα ραβδί κι άλλοι τον τραβούν από τα μαλλιά που έχουν ήδη βαφή με το τίμιον αίμα που τρέχει από την πληγή. Πίσω του ακολουθούν κι άλλοι κρατούμενοι. Ο Βασίλειος Ζούμπος, Νικόλαος Κόλλιας, Κωνσταντίνος Μήτσου, Στυλιανός Οικονόμου, Ευάγγελος Χαλιάς, οι αδελφοί Γρηγόριος, Βασίλειος και Ευθύμιος Γαλάνης, ο Γεώργιος Ράντζος, οι αδελφοί Δημήτριος και Κωνσταντίνος Ρούφλιος, ο Νικόλαος Χαλκιάς και πέντε-έξη γυναίκες. Θρήνος στο χωριό. Μερικές μάνες και μικρά παιδάκια ακολουθούν την συνοδεία, αλλ' όταν τους αντιλαμβάνονται οι δήμιοι, πυροβολούν. Τα γυναικόπαιδα μέσα σε κοπετούς και κραυγές αγωνίας ξαναγυρίζουν στο χωριό. Ελάχιστοι είχαν την τόλμη να παρακολουθήσουν από μακρυά την πορεία των μελλοθανάτων στον τόπο της σφαγής.
Μισή ώρα έξω από τους Δομιανούς είναι μια απόκρημνη χαράδρα. Εκεί στα χρόνια της κατοχής βρήκαν ανατριχιαστικό θάνατο δεκάδες Ελλήνων πατριωτών (σ.σ. στην τοποθεσία "Μαναστήρι Βράχας"). Πάνω στα χείλη της χαράδρας οι συμμορίτες κάνουν τις τελευταίες ετοιμασίες.
Στήνουν πρώτα ένα σταυρό από κορμούς δένδρων. Ο γέρων ιερεύς είναι παρών... Ήρεμος με τη σκέψη και το βλέμμα στον ουρανό. Ένας από τους δημίους προχωρεί. Στέκεται μπροστά στόν παπά και τραυλίζει: "Έλα δω..." Κατόπιν βάζουν σε παράταξη τους άλλους μελλοθάνατους. Το θέαμα που επακολουθεί σκορπίζει απαίσια ρίγη φρίκης.
Δένουν γυμνόν τον παπά στον σταυρό και ύστερα του καρφώνουν χέρια και πόδια. Τους κοιτάζει με την θεία γαλήνη του Ναζωραίου.
— Εμένα, τους λέει, σκοτώστε με. Αυτοί οι αθώοι όμως τί σας φταίνε;
ΛΟΓΧΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΧΟΡΕΥΟΥΝ
Τον λογχίζουν και γελούν. Μαστίγια αφήνουν μελανές χαραγές πάνω στο σώμα του. Κι όταν ακόμη ο γέρων ιερεύς αφήνει την ύστατη πνοή και υψώνει το βλέμμα στον ουρανό προφέροντας μόνο τις λέξεις: «Θεέ μου», οι δήμιοι εξακολουθούν να τον κτυπούν με λύσσα. Κι ύστερα χορεύουν ολόγυρα από τον σταυρό και τον γκρεμίζουν μαζί με το πτώμα του νεκρού ιερέως στο χαίνον βάραθρον.
Την ίδια τύχη ακολουθούν κι οι άλλοι κρατούμενοι εκτός από τις γυναίκες. Οι συμμορίτες μοιράζονται σε μικρές ομάδες. Κάθε μια παραλαμβάνει κι' έναν κρατούμενο. Και η σφαγή αρχίζει άγρια μέσα σ' ένα κύμα απερίγραπτου βαρβαρότητος. Τριών από τους κρατούμενους τους μισοκόβουν τον τράχηλο και τους εκσφενδονίζουν στο βάραθρο. Άλλοι βασανίζονται πρώτα με την συνηθισμένη μέθοδο των συμμοριτών και ακολουθούν τους πρώτους στον γκρεμό που γίνεται ο τάφος τόσων αφανών ηρώων της θρυλικής εποποιΐας της υπαίθρου.
Ένας που επεχείρησε να δραπετεύση υπέστη μαρτυρικώτερο θάνατο. Του έβγαλαν τα μάτια και κατόπιν τον κρέμασαν μ' ένα σχοινί στο χαίνον βάραθρον. Οι οιμωγές του αντηχούσαν μία ολόκληρη ώρα στον μοιραίο τόπο. Πάνω στα χείλη της χαράδρας oι δήμιοι γλεντούσαν. Κάποιος βαρέθηκε να ακούη τις οιμωγές του κρεμασμένου με τα βγαλμένα μάτια κι έρριξε μιά ριπή. Τον ακολούθησαν κι άλλοι. Σε μιά στιγμή κόπηκε το σχοινί και ο τυφλωμένος μελλοθάνατος κατεκρημνίσθη στο βάραθρον. Ήταν η τελευταία σκηνή της τραγωδίας εκείνης... Δεν τους χορταίνει όμως τους ληστάς του «Κόκκινου Λύκου» τόσον αίμα αθώων. Διψούν ακόμη. Μία ομάς κατευθύνεται στην Καστανιά...»