Στο Witham περίμενα 25 λεπτά για ΤΑΧΙ. Η αναμονή ήταν σχετικά επίπονη, γιατί η θερμοκρασία είχε αρχίσει να πέφτει και εγώ ήμουν με το μακρυμάνικο πουκάμισο (στο Southampton την Κυριακή είχε 13 με 17 βαθμούς).
Στις 18:50 ήρθε το ΤΑΧΙ και στις 19:10 επιτέλους έφτασα στον προορισμό μου. Στο μοναστήρι τράκαρα την Άρτεμις, η οποία είχε φτάσει από τις 15:30 και με περίμενε. Καθίσαμε παρέα για 15-20 λεπτά. Όταν τη ρώτησα, γιατί δεν μου απάντησε στο μήνυμα, δεν κατάφερε να μου δώσει κάποια πειστική απάντηση (ο φίλος έχει δίκαιο, μάλλον θα γαμιόταν). Συζητήσαμε για τις σπουδές μου, για τις ψυχολογικές διακυμάνσεις μου, για τα ολυμπιακά έργα στο Λονδίνο και για τις ομορφιές της Ελλάδας, η οποία το καλοκαίρι είναι επίγειος παράδεισος. Αρκετές φορές η συζήτηση σταματούσε, επειδή με έπιαναν αλλεπάλληλες κρίσεις ηλιθιότηας (η χαρά μου, που είδα την Άρτεμις δεν περιγράφεται). Όταν είπα στην Άρτεμις "οι παρέες μου στην Αγγλία είναι ένας Κύπριος, ένας συμπατριώτης μου από την Εύβοια και εσύ", μου είπε "γεια σου ρε Δημήτρη" και μου έσκασε διευθυντικό sandwich με το ριγκάκι της. Μετά από αυτό, με έπιασε ανεξέλεγχτη κρίση βλακείας. Είμαι σίγουρος, ότι αν με έβλεπε ο Σούρας ο ψυχίατρος, θα προσπαθούσε να μαντέψει τι ψυχοφάρμακα παίρνω (ρε Γιοντέ δεν μπορώ να αναπανεύσω, χτύπα με λίγο στην πλάτη να συνέλθω, σε ευχαριστώ φίλε μου).
Στις 19:30 η Άρτεμις επέστρεψε σπίτι της, γιατί όπως μου είπε, τη χρειαζόταν ο άντρας της (φτου είναι παντρεμένη). Πριν φύγει, αγκαλιαστήκαμε, τη χαιρέτησα με διευθυντικό sandwich και ανανεώσαμε το ραντεβού μας για το τρίτο δεκαήμερο του Ιουλίου.
Κατόπιν, πήγα στο δείπνο. Εκεί γνώρισα μια διδακτορική φοιτήτρια (3ο έτος) από την Κύπρο, η οποία σπουδάζει στο Εδιμβούργο (αυτή με πλησίασε για γνωριμία). Μετά το γεύμα, άναψα ένα κεράκι και έδωσα σε έναν καλόγερο το ονοματεπώνυμο της καρδουλίτσας μου για προσευχή. Κατόπιν, κάλεσα ΤΑΧΙ, πήγα στο Witham και από εκεί πήρα το δρόμο της επιστροφής. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της διαδρομής από Witham για Liverpool Street, προσευχόμουν διαρκώς για τη Σταυρούλα. Η συγκίνηση, η αγάπη και η αυξημένη ανάγκη για συντροφικότητα ήταν ζωγραφισμένα στο πρόσωπό μου. Στο σπίτι μου έφτασα στις 03:05 και στις 03:28 έκλεισα το κινητό μου και έπεσα για ύπνο.