Τό 1999 έργαζόνουν σέ καλό μαγαζί μέ 1.7 εκ δραχμές τόν μήνα καθαρά. (πολύ χρήμα γιά τότε).
Έπειδή ζούσα χωρίς νά ξέρουν οί γείτονες τί δουλειά κάνω καί χωρίς νά δείχνω ότι έχω μπόλικο παραδάκι (άμάξι Ford Taunus τού 1971, κουλουράκι άπό τόν φούρνο, μπύρες άπό τό περίπτερο κλπ κλπ). δέν μού έδινε καμμία κότα σημασία.
Γύρω στό τέλος τού 2001, οί γειτόνισες πού μέ γράφανε μέχρι τότε μάθανε τί έκανα καί τό κυριώτερο πόσα έβγαζα καί μού τήν πέσανε όμαδικά.
Έλα όμως πού τίς έγραψα ΟΛΕΣ. Είχα βρεί τήν ήσυχία μου μέ τίς τουρίστριες Θεές.
Άγρια, οίκονομικά καί γρήγορα γαμίσια μέ μοναχικές τουρίστριες μέ ίσως (τήν καλύτερη περίπτωση) Πολωνίδα μαμά (κατάξανθη γαλανομάτα καθηγήτρια λυκείου superMILF καί κατάξανθη μισόγυμνη κόρη) πού κάνανε ώτοστόπ 500 μέτρα μετά τά σουβλατζίδικα στήν παλιά γέφυρα τού Ίσθμού πρός Κυάτο. Χαμός έγινε έκείνο τό άπόγευμα μέχρι τό άλλο πρωΐ.
Γυρνάγανε Πολωνία μέ ώτοστόπ μέσω Πάτρας, Ίωαννίνων καί (άν έχουμε τόν Θεό μας) Άλβανίας.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Τίς ξένες δέν τίς νοιάζει τό παραδάκι όσο τών Έλλεϊνίδων. Ξένες παιδιά, ΜΟΝΟ ξένες.