Το ευρώ έκλεισε την 1η Ιανουαρίου 2019 είκοσι χρόνια ζωής. Την 1η Ιανουαρίου 1999, έπειτα από χρόνια προετοιμασίας, αποφασίστηκε από 11 κράτη-μέλη της Ενωσης να χρησιμοποιούν το ευρώ για τις μεταξύ τους χρηματικές συναλλαγές. Ηταν η επίσημη έναρξη της χρήσης του νέου νομίσματος. Η εισαγωγή του ευρώ στη φυσική του μορφή, ως χαρτονόμισμα και νόμισμα, πραγματοποιήθηκε την 1.1.2002. Το ευρώ αποτέλεσε γενικά αποδεκτό θεσμό ενοποίησης. Στα 11 κράτη-μέλη της Ευρωζώνης προστέθηκαν τα επόμενα χρόνια άλλα οκτώ.
Η Ελλάδα εντάχθηκε στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών στις 14.3.1998 και στην ΟΝΕ την 1.1.2001.
Το επιχείρημα όσων στην Ελλάδα απέρριπταν την αποδοχή του ευρώ ήταν ότι η χώρα «δεν θα ελέγχει πια τη νομισματική της πολιτική». Ομως η Ελλάδα δεν ήταν και δεν είναι Σουηδία ή Δανία, χώρες που δεν αποδέχθηκαν το ευρώ. Αυτές έχουν σταθερό νόμισμα και σταθερή οικονομία. Στη χώρα μας λόγω του συνεχούς ελλείμματος στο εξωτερικό εμπόριό της, της έλλειψης πρώτων υλών και μάλιστα πετρελαίου, του τεραστίου χρέους της και των συνεχών δανεισμών η νομισματική πολιτική είναι απολύτως εξαρτώμενη από τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις. Το αποδεικνύουν οι συνεχείς υποτιμήσεις της δραχμής όσο και οι δυσκολίες να δανειστούμε και τα επιτόκια που πληρώνουμε. Είναι όλα ενδείξεις αδυναμιών. Το χρέος της Ελλάδας υπερβαίνει σήμερα παρ’ όλες τις προσπάθειες για τη σταθεροποίηση της οικονομίας το 175% του ΑΕΠ. Πρόκειται για ευρωπαϊκό ρεκόρ.
Η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ είχε θεαματική επίπτωση στο ύψος των επιτοκίων που πλήρωνε για να δανειστεί. Το επιτόκιο μειώθηκε δραστικά. Με τη μείωση αυτή, μεταξύ άλλων, εξοικονομήσαμε σημαντικά ποσά. Κατά τη δεκαετία του 1990 πληρώναμε για τόκους του δημοσίου χρέους περίπου το ένα τρίτο των φορολογικών εσόδων. Στα τέλη του 2003 χρειαζόμασταν λιγότερο από το ένα τέταρτο των εσόδων για τις πληρωμές. Η Ελλάδα απέκτησε έτσι πολύ περισσότερες δυνατότητες να χρηματοδοτήσει την Παιδεία, την Υγεία και το κοινωνικό κράτος.
Κατά τα είκοσι χρόνια ισχύος του ευρώ, η ΟΝΕ γνώρισε αρκετά προβλήματα. Η οικονομική κρίση του 2008 π.χ. είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος να βρεθούν σε αδυναμία συμμόρφωσης στους κανόνες που ίσχυαν. Η ΟΝΕ πήρε τότε τα αναγκαία μέτρα για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις του ευρώ. Δημιουργήθηκαν έτσι μέσα που εγγυώνται την ομαλή λειτουργία του συστήματος. Παράδειγμα είναι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης (ESM).
Αποτέλεσμα της κρίσης του 2008, που διήρκεσε περίπου τέσσερα χρόνια, ήταν αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα του ευρώ. Ακόμη και σε προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία, υποστηρίζεται σήμερα ότι το ευρώ είναι αιτία οικονομικών δυσκολιών. Τα λαϊκιστικά κόμματα ισχυρίζονται ότι δεσμεύει τις κυβερνήσεις τους σε βαθμό ώστε να αδυνατούν να εφαρμόσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Στην Ελλάδα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θεωρούσε στις αρχές του 2015 το ευρώ αιτία της ελληνικής κρίσης και υποστήριζε την αποχώρηση της Ελλάδας από την ΟΝΕ. Είναι γνωστό ότι έκανε στροφή 180 μοιρών και εφάρμοσε τους κανόνες της Ευρωζώνης.
Την αρνητική άποψη για το ευρώ δεν συμμερίζεται η πλειοψηφία των πολιτών της Ενωσης. Οι σφυγμομετρήσεις που πραγματοποιεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δείχνουν ότι υπερτερεί στους πολίτες η πεποίθηση για την αναγκαιότητα της ευρωπαϊκής συνεργασίας και τη θετική επίδραση του ευρώ.
Ας ξεχάσουμε όμως προς στιγμήν το ευρωπαϊκό επίπεδο και ας στραφούμε στην καθημερινότητά μας. Ας θυμηθούμε την ταλαιπωρία της εποχής, όταν για ταξίδια, σπουδές και κυρίως εμπορικές και οικονομικές σχέσεις με το εξωτερικό η λέξη συνάλλαγμα ήταν συνδεδεμένη με ρυθμίσεις, άδειες, κόπο και ταλαιπωρία. Μας το θύμισαν οι πρόσφατοι κανόνες που προσδιόριζαν το ύψος των αναλήψεων από τις τράπεζες και τις προϋποθέσεις εμβασμάτων στο εξωτερικό. Ας θυμηθούμε επίσης την αναταραχή που δημιούργησαν οι υποτιμήσεις της δραχμής το 1983, το 1985 και το 2001. Η Ελλάδα δεν διέθετε ποτέ ένα σταθερό νόμισμα όπως το ευρώ.
Βεβαίως και με το ευρώ προκύπτουν σημαντικά προβλήματα. Η Γαλλία γνώρισε πρόσφατα ισχυρή λαϊκή αντίδραση, τα «Κίτρινα Γιλέκα», στην εφαρμογή της πολιτικής οικονομικής σταθεροποίησής της. Ολα τα κράτη της Ενωσης δεν αναπτύσσονται με την ίδια ταχύτητα. Η Γερμανία διεύρυνε την απόστασή της από άλλες χώρες, αυξάνοντας ταχύτερα το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της, εκμεταλλευόμενη την υπεροχή της στη βιομηχανική παραγωγή και στις εξαγωγές. Στη γαλλική εφημερίδα Le Monde το άρθρο για την εικοσαετία του ευρώ είχε τίτλο «Το ευρωπαϊκό νόμισμα που γιορτάζει τα είκοσι χρόνια παραμένει εύθραυστο». Η Ιταλία δυσκολεύεται να τηρήσει τον κανόνα ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού της δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ. Η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα που έζησαν οικονομικές κρίσεις σε διαφορετικό βαθμό δεν έχουν επανέλθει ακόμη σε μια ομαλή και σταθερή πορεία ανάπτυξης. Μόνο η Ιρλανδία από τις χώρες σε κρίση αποδείχθηκε ικανή να ομαλοποιήσει την οικονομία της.
Η εξέλιξη αυτή είναι συνάρτηση της οικονομικής ισχύος κάθε χώρας. Αλλά όχι μόνον. Η Γερμανία πήρε, επί εποχής του Γκέρχαρντ Σρέντερ με την «ατζέντα 2010» την περίοδο 2003-2005, σκληρά μέτρα περιορισμού των κρατικών δαπανών, του κόστους εργασίας και σταθεροποίησης της οικονομίας της. Αλλες χώρες, με κύριο παράδειγμα την Ελλάδα, αδιαφόρησαν για την εξέλιξη της οικονομίας τους. Οι ελληνικές κυβερνήσεις αγνόησαν τους κανόνες, αύξησαν τις δαπάνες τους πέρα από το επιτρεπτό όριο. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού έφτασε το 2009 λόγω της πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας το πρωτόγνωρο στην Ευρώπη ύψος του 15,4% του ΑΕΠ.
Αιτία αλλά και αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών ήταν το γεγονός ότι η ΟΝΕ δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα των διαφορετικών επιπέδων ανάπτυξης στην Ευρώπη. Ο ενιαίος νομισματικός χώρος δεν αρκεί για να έχουν όλα τα μέλη του την ίδια δυνατότητα αντιμετώπισης των ευκαιριών και δυνατοτήτων που παρέχει. Υπό τις σημερινές συνθήκες επικρατούν οικονομικά οι ισχυρότερες χώρες. Οι πλέον αδύναμες, ιδίως αν έχουν ανίκανες κυβερνήσεις, υστερούν όλο και περισσότερο.
Η ΟΝΕ θα συνεχίσει να λειτουργεί βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητά της. Προβλέπεται η ολοκλήρωση της τραπεζικής ενοποίησης. Ομως υπάρχει διστακτικότητα για σημαντικά νέα βήματα. Η Σύνοδος Κορυφής του Eurogroup τον Δεκέμβριο του 2018 περιορίστηκε να δηλώσει την ανάγκη ύπαρξης νέων ισχυρότερων μέσων για την πρόληψη και τη διαχείριση οικονομικών κρίσεων όπως και τη «σημαντική ενίσχυση της νομισματικής ένωσης».
Ευρωπαϊκή ενοποίηση χωρίς ενιαίο νόμισμα δεν είναι δυνατή την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Το ενιαίο νόμισμα αποδείχθηκε το ισχυρότερο μέσο ενοποίησης μέχρι σήμερα. Ζητούμενο όμως είναι ένας νέος τρόπος λειτουργίας της Ενωσης. Η απάντηση δεν είναι εύκολη.
Δύο είναι τα κεντρικά θέματα που απαιτούν λύση. Το πρώτο –για το οποίο έχει υπάρξει εκτεταμένη συζήτηση και πολλές προτάσεις– αφορά τον τρόπο διακυβέρνησης της ΟΝΕ. Η επικεφαλίδα που χρησιμοποιείται για την περιγραφή του είναι «οικονομική διακυβέρνηση».
Το δεύτερο αφορά την αντιμετώπιση των ανισορροπιών στην Ενωση, ώστε εκείνη να λειτουργεί και προς όφελος των πιο αδύναμων χωρών, κατανέμοντας την ευημερία ανάμεσα στις διάφορες περιοχές της. Δεν έχει τίτλο, και δεν έχει προκαλέσει το ίδιο εκτεταμένο ενδιαφέρον όπως το πρώτο. Θα μπορούσε να περιγραφεί με τις λέξεις «ένταξη και συμμετοχή».
Η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν είναι ούτε μια λέσχη όπου μόνο οι εκλεκτοί έχουν λόγο ούτε μια συνένωση κρατών που διοικείται λαμβάνοντας διαταγές από μια Αρχή με υπερεξουσίες. Είναι ένα κοινό εγχείρημα ελευθερίας, ανάπτυξης και προσαρμογής στις νέες διεθνείς συνθήκες.
Ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης.
Πηγή: