Eκτύπωση
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
H οικονομική κρίση και οι μαφιόζοι αφανίζουν τον Αμαζόνιο
ΤΗΣ ΝΑΤΑΣΣΑΣ ΣΙΝΙΩΡΗ
Ο Αμαζόνιος έχει μετατραπεί, λέει στο ΟΙΚΟ ο συντονιστής της καμπάνιας της Greenpeace Πάουλο Αντάριο, σε μια σύγχρονη Αγρια Δύση. «Οι άνθρωποι που έρχονται εδώ προσπαθούν να βγάλουν όσο πιο γρήγορα μπορούν χρήματα, για να εγκαταλείψουν σύντομα την περιοχή.» Ετσι, τους παράνομους υλοτόμους διαδέχονται τα τελευταία χρόνια οι καλλιεργητές σόγιας. Αποτέλεσμα; Το τροπικό δάσος μειώθηκε πέρυσι κατά 26.130 τετραγωνικά χιλιόμετρα!
ο τροπικό δάσος του Αμαζονίου, ο «πνεύμονας» του πλανήτη, μειώθηκε το χρόνο που πέρασε κατά 26.130 τετραγωνικά χιλιόμετρα εξαιτίας της αποψίλωσης. Η περίοδος Αυγούστου 2003 - Αυγούστου 2004 ήταν η δεύτερη χειρότερη χρονιά για τον Αμαζόνιο από τότε που άρχισε να γίνεται η μέτρηση της καταστροφής. Το αρνητικό ρεκόρ σημειώθηκε την περίοδο 1994-1995, στη διάρκεια της οποίας καταστράφηκαν 29.050 τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους.
Πρόσφατα, η κυβέρνηση της Βραζιλίας ανακοίνωσε ότι μελετά το ενδεχόμενο να απαγορεύσει την υλοτόμηση από έξι μήνες έως ένα χρόνο, με στόχο να επιβραδυνθεί η καταστροφή. Η απαγόρευση αυτή δεν θα εφαρμοστεί στην περίπτωση των εταιρειών που έχουν τα απαραίτητα έγγραφα για υπεύθυνη δασοκαλλιέργεια.
Η οικονομική κρίση της Βραζιλίας έχει στρέψει την κυβέρνηση Λούλα προς την καλλιέργεια σόγιας. Παράλληλα, η μαφία που κερδίζει από την «εκμετάλλευση» (βλέπε καταστροφή) του Αμαζονίου έχει δημιουργήσει ένα κλίμα τρομοκρατίας στην περιοχή.
Σύμφωνα με το συντονιστή της καμπάνιας της Greenpeace για τον Αμαζόνιο, Πάουλο Αντάριο, το πρόβλημα της καταστροφής του τροπικού δάσους ξεκίνησε πριν από τρεις δεκαετίες, με την παράνομη υλοτομία και την αρπαγή της δημόσιας γης. Οι υλοτόμοι κόβουν όση ξυλεία μπορούν, πριν τα αρμόδια όργανα προλάβουν να κάνουν έλεγχο, να επιβάλουν πρόστιμα και να κατασχέσουν τον εξοπλισμό τους. Ανοίγουν δρόμους μέσα στο δάσος και όταν «καθαρίσουν» μια περιοχή, μετακομίζουν σε άλλη. Τότε, αναλαμβάνουν δράση οι κτηνοτρόφοι αγελάδων και οι καλλιεργητές σόγιας, οι οποίοι χρησιμοποιούν τους δρόμους που άνοιξαν οι υλοτόμοι και εγκαθίστανται στις ήδη κατεστραμμένες από τους υλοτόμους περιοχές.
«Η σόγια αποτέλεσε την κύρια αιτία αποψίλωσης τη χρονιά που πέρασε. Ο νέος κίνδυνος εμφανίστηκε τα τελευταία τρία με τέσσερα χρόνια», επισημαίνει ο Πάουλο Αντάριο. Η σόγια είναι το βασικότερο αγροτικό προϊόν που εξάγει η Βραζιλία, κυρίως προς τις αγορές της Κίνας και της Ευρώπης, και πέρυσι απέφερε στη χώρα 10 δισεκατομμύρια δολάρια! Με την εμφάνιση της νόσου των τρελών αγελάδων, η ζήτησή της σημείωσε τεράστια αύξηση, καθώς οι πλούσιες χώρες ζητούν συχνότερα κρέας από αγελάδες που τρέφονται με σόγια αντί με ζωοτροφές ζωικής προέλευσης. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας, οι επιστήμονες βρήκαν τρόπους να παράγουν διάφορες ποικιλίες σόγιας σε χαμηλά γεωγραφικά πλάτη στην περιοχή του Αμαζονίου. Το γεγονός αυτό προσείλκυσε παραγωγούς από το νότιο τμήμα της Βραζιλίας, όπου η γη είναι ιδιαίτερα ακριβή. Πουλώντας τη γη τους, οι παραγωγοί συγκέντρωσαν πολλά χρήματα και αγόρασαν τεράστιες περιοχές στον Αμαζόνιο (σε μερικές περιοχές μάλιστα το ένα εκτάριο δημόσιας γης πωλείται παράνομα για τρία δολάρια!). Κάποια στιγμή, οι παραγωγοί της σόγιας σταμάτησαν να εγκαθίστανται σε περιοχές που είχαν ήδη λεηλατηθεί από τους υλοτόμους και άρχισαν να μετατρέπουν απ' απευθείας τις εκτάσεις δάσους σε καλλιέργειες.
Η έλλειψη συντονισμού «πλήττει» τον Αμαζόνιο
Oπως σημειώνει ο Πάουλο Αντάριο: «Το 70% της περυσινής καταστροφής στον βραζιλιάνικο Αμαζόνιο σημειώθηκε μεταξύ Μαΐου και Ιουλίου του 2004, όταν ο πρόεδρος Λουίς Ιγνάσιο Λούλα ντα Σίλβα είχε ήδη υιοθετήσει ένα «Σχέδιο Δράσης» προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αποψίλωση. Oμως, επειδή είναι αναμεμειγμένα 13 υπουργεία και διαφορετικά κυβερνητικά τμήματα, υπάρχει έλλειψη συντονισμού. Το σχέδιο δεν λειτουργεί. Η Βραζιλία δεν ενδιαφέρεται να πολεμήσει την αποψίλωση, όπως θα έπρεπε να κάνει. Eνδιαφέρεται όμως να προωθήσει την παραγωγή της σόγιας μέσα στο δάσος, γιατί η σόγια και η ξυλεία αποφέρουν μεγάλα έσοδα στο κράτος. Οι λόγοι είναι οικονομικοί, αλλά και πολιτικοί. Η Βραζιλία έχει ένα διαρκώς αυξανόμενο εξωτερικό χρέος και χρησιμοποιεί την αγροτοβιομηχανία για να ανακάμψει η οικονομία. Επιπλέον, η κυβέρνηση Λούλα στοχεύει στην επανεκλογή της οπότε προσπαθεί να δημιουργήσει πολλές θέσεις εργασίας και να επιτύχει οικονομική ανάπτυξη. Δεν κάνει όμως αρκετά για την προστασία του δάσους. Προωθεί τη βιομηχανία της σόγιας επενδύοντας εκατομμύρια δολάρια σε φυτείες και μηχανήματα. Παράλληλα έχουμε ένα είδος μοντέρνας δουλείας. Υπάρχει φθηνό εργατικό δυναμικό, καθώς οι άνθρωποι εργάζονται απλώς και μόνο για να εξασφαλίσουν τροφή. Η δουλεία αφορά την υλοτομία, την παραγωγή σόγιας και την αποψίλωση.»
Ενα μεγάλο πρόβλημα που χρειάζεται άμεσα λύση, επισημαίνει ο συντονιστής της καμπάνιας της Greenpeace για τον Αμαζόνιο, είναι η παράνομη κατοχή της γης και η πλαστογράφηση των τίτλων ιδιοκτησίας. Οι υλοτόμοι, οι καλλιεργητές και οι κτηνοτρόφοι εισβάλλουν σε μια περιοχή και, πλαστογραφώντας τους τίτλους, την οικειοποιούνται, εκμεταλλευόμενοι τo περίπλοκο σύστημα καταγραφής της γης. Eτσι, με πλαστούς τίτλους και χρήση βίας διώχνουν τους ντόπιους και τους ιθαγενείς, εγκαθίστανται στην περιοχή και αρχίζουν την εκμετάλλευσή της.
Δεν είναι μόνο ο περιορισμός του δάσους στον Αμαζόνιο που επιβαρύνει την κατάσταση του περιβάλλοντος παγκοσμίως. «Με το κάψιμο του δάσους απελευθερώνονται τεράστιες ποσότητες άνθρακα, γεγονός που επιβαρύνει το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η Βραζιλία είναι υπεύθυνη για το 3% της παγκόσμιας εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα και κατατάσσεται στους δέκα μεγαλύτερους ρυπαντές του πλανήτη.»
Τα προβλήματα από τον νέο αυτοκινητόδρομο
Η πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης να ασφαλτοστρώσει έναν αγροτικό δρόμο μήκους 1.570 χιλιομέτρων, που θα διαπερνά τον Αμαζόνιο από το νότο προς το βορρά, έχει ήδη προκαλέσει ανησυχίες σε όλο τον κόσμο. Ο Πάουλο Αντάριο παραδέχεται μεν ότι ο δρόμος θα ωφελήσει τους ντόπιους, κάνοντας πιο γρήγορη, π.χ. τη μεταφορά προς το νοσοκομείο, αλλά θα βλάψει το περιβάλλον. Από το δρόμο θα ωφεληθεί ιδιαίτερα η επαρχία του Μάτο Γκρόσο, της οποίας ο κυβερνήτης Μπλέιρο Μάτζι -ήδη έχει «κερδίσει» το χαρακτηρισμό του «βασιλιά της αποψίλωσης»- είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σόγιας του κόσμου. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 48% της περυσινής αποψίλωσης έγινε στην επαρχία αυτή. «Η απόφαση της ασφαλτόστρωσης θα ωφελήσει τις εξαγωγές σόγιας, αφού θα μεταφέρεται η σόγια από το Μάτο Γκρόσο προς ένα λιμάνι του ποταμού, οπότε θα γίνει πιο φθηνή η μεταφορά της σόγιας προς την εξωτερική αγορά. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ελαχιστοποιήσουμε την καταστροφή. Εννοώ ότι υπάρχει σχέδιο να δημιουργηθούν προστατευόμενες περιοχές και στις δύο πλευρές του δρόμου. Και πάλι όμως υπάρχει πρόβλημα, καθώς αναμένεται να είναι γρηγορότερη η ασφαλτόστρωση από τη δημιουργία των προστατευόμενων περιοχών. Επιπλέον, θα αποκτήσουν αξία οι γύρω περιοχές. Το αναμενόμενο αποτέλεσμα; Θα συγκεντρωθούν χιλιάδες αγρότες που θα πωλούν την κρατική γη, με τη γνωστή μέθοδο της πλαστογράφησης των τίτλων ιδιοκτησίας. Και το κράτος πάλι θα απουσιάζει.»
Καθώς η καταστροφή του Αμαζονίου είναι ένα σύνθετο πρόβλημα, απαιτείται συνδυασμός λύσεων, τονίζει ο Πάουλο Αντάριο. «Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο προστατευόμενων περιοχών. Eνα τέτοιο δίκτυο απέκτησαν οι Ινδιάνοι έπειτα από πολύχρονες προσπάθειες. Μόλις πέρυσι πέτυχαν την οριοθέτηση της γης τους. Προσπαθούμε ακόμα να δημιουργήσουμε περιοχές ελεγχόμενης εκμετάλλευσης. Οι ιδανικοί άνθρωποι για να προστατεύσουν τον Αμαζόνιο είναι αυτοί που κατοικούν μέσα στο δάσος και ζουν από αυτό, δηλαδή οι ντόπιοι. Οι άνθρωποι αυτοί ζουν από την υλοτομία ήπιας έντασης, τη συλλογή φρούτων, την εξόρυξη καουτσούκ και την αλιεία και ενδιαφέρονται περισσότερο απ' όλους για την προστασία του. Eνα τρίτο βήμα είναι η δημιουργία εθνικών πάρκων και βιότοπων. Η κυβέρνηση έχει σημειώσει επιτυχία σε αυτόν τον τομέα. Ο Λούλα έχει ήδη δημιουργήσει 7,7 εκατομμύρια εκτάρια προστατευόμενων περιοχών.»
Μια μεγάλη επιτυχία της Greenpeace, μας λέει ο Πάουλο Αντάριο, είναι ότι μπόρεσε να σταματήσει την εκμετάλλευση του μαονιού, που αποτελεί ένα από τα ακριβότερα είδη ξυλείας στον κόσμο, ύστερα από τέσσερα χρόνια προσπάθειας. «Καταφέραμε να οδηγήσουμε τα Ηνωμένα Eθνη στο να ανακηρύξουν το μαόνι σε είδος υπό εξαφάνιση. Τώρα το διεθνές εμπόριο είναι πιο ελεγχόμενο από ποτέ.»
Eνα άλλο βήμα για την προστασία του Αμαζονίου αποτελεί η προσπάθεια της Greenpeace να προωθήσει την υιοθέτηση ενός συστήματος πιστοποίησης. «Eτσι, οι καταναλωτές θα μπορούν να ξεχωρίσουν τα προϊόντα που προέρχονται από την «υπεύθυνη δασοκαλλιέργεια» και να τα επιλέγουν συνειδητά, γνωρίζοντας ότι δεν συμμετέχουν στην καταστροφή που συντελείται.»
Η βία επικρατεί παντού
«Το σοβαρότερο ίσως πρόβλημα που συνδέεται με την καταστροφή του δάσους είναι η έλλειψη επιτήρησης και ελέγχου, και συνεπώς η εξάπλωση της διαφθοράς», εξηγεί ο Πάουλο Αντάριο. «Το μεγαλύτερο μέρος της υλοτόμησης είναι παράνομο. Η περιοχή του Αμαζονίου έχει μετατραπεί σε μια σύγχρονη Aγρια Δύση, σε ένα νέο Ελ Nτοράντο. Οι άνθρωποι που έρχονται εδώ προσπαθούν να βγάλουν όσο πιο γρήγορα και εύκολα μπορούν χρήματα, για να εγκαταλείψουν σύντομα την περιοχή. Η βία επικρατεί παντού. Οπλισμένοι εισβάλλουν στην περιοχή, απειλούν και διώχνουν τους ντόπιους και συχνά δολοφονούν όσους αγωνίζονται για να προστατέψουν την περιοχή. Αυτό έγινε με τον Τσίκο Μέντες, αλλά και την αδελφή Ντόροθι Στανγκ, την Aμερικανίδα που δολοφονήθηκε το Φεβρουάριο επειδή υπερασπιζόταν τους χωρικούς. Αλλά και άλλοι άνθρωποι, λιγότερο γνωστοί, έχουν δολοφονηθεί. Και εγώ έχω δεχθεί πολλές απειλές.»
Προσθέτει ότι πρόσφατα συνελήφθησαν παράνομοι υλοτόμοι, πολλοί από τους οποίους κατέχουν κυβερνητικά αξιώματα. «Η βιομηχανία της υλοτομίας είναι πανίσχυρη. Οι παράνομοι υλοτόμοι έχουν διασυνδέσεις με πολιτικούς και διεφθαρμένους αξιωματούχους. Πρόκειται για οργανωμένη συμμορία. Το 40% της εξαγόμενης ξυλείας μεταφέρεται στην Ευρώπη. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό το γεγονός ότι τώρα η Ευρωπαϊκή Eνωση συζητάει μια καινούργια νομοθεσία για να σταματήσει το παράνομο εμπόριο της ξυλείας. Εάν καταφέρουμε να κλείσουμε την αγορά εδώ, τότε η βραζιλιάνικη βιομηχανία ξυλείας θα αρχίσει να σέβεται το νόμο, διαφορετικά θα χάσει την αγορά. Γι' αυτό και στηρίζουμε πολλές από τις ελπίδες μας σε μια τέτοια νομοθεσία, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Eνωση.»