AΓΡΟΤΙΑ FOR EVER
ΟΛΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Καθισμένος στην γνωστή του θέση στο κωλόμπαρο “ Lady D “ του φίλου του Χρηστάρα, στο Γαμηστρί Μεσσηνίας ο Αντώνης ο Πλανιάρης πίνει το τεταρτο του ουϊσκάκι περασμένα μεσάνυχτα. Ούτε το τελευταίο άσμα του βασιλιά της καψούρας Μακρόπουλου,ούτε και τα σκερτσόζικα γλυκόλογα της Γκέλλης της σαρανταφεύγα Βουλγάρας ιέριας του μπάρ δεν τον έκανε να σκάσει ένα χαμόγελο.
“ Δεν τα βρήκες με τον λαδέμπορο ;” τον ρώτησε ο ιδιοκτήτης-μπάρμαν-d j Χρηστάρας.
“ Τα βρήκα, τα βρήκα .” απάντησε βαριεστημένα και ξαναβυθίστηκε στις σκέψεις του. Τόσο πολύ είχε να σκεφτεί από τότε που αποφάσισε να τερματίσει την ολιγοήμερη πολιτική του καριέρα. Ενα σβησμένο Π και ένα Κ στην αρχή του επιθέτου του που ζωγράφισαν κάτι κωλόπαιδα στις αφίσες του για τις δημοτικές εκλογές τερμάτισαν σε μια νύχτα τις προσδοκίες του για ανέλιξη στον πολιτικό στίβο της Μεσσηνίας. Θα βοηθούσε πια ως απλός στρατιώτης στο πλευρό του μεγάλου συνονόματου οραματιστή ηγέτη .
“Τότε τι τρέχει ;” ρώτησε ο Χρηστάρας και πλησίασε. Ο Αντώνης αφού παράγγειλε ένα διπλό ξεκίνησε να αφηγείται στον φίλο του όλες τις ιστορίες που άκουσε χθες βραδυ από τον Αθηναίο λαδέμπορα για τις απίστευτες μάγισσες της Νοτιοανατολικής Ασίας με τα στενά μουνάκια και τα ατελείωτα χαμόγελα , που απλόχερα χάριζαν κολασμένες μέρες και νύχτες στους αχόρταγους ικέτες τους. Η ώρα πέρασε και οι πρώτες ακτίνες του ήλιου ξεπρόβαλαν από τις χαραμάδες της λιγδιασμένης κουρτίνας.
“ Να πάς μην το πολυσυζητάς” ήταν τα προτελευταία λόγια του Χρηστάρα που συμπλήρωσε “ αλλά να προσέχεις με τα λεφτά,οι εποχές που τα λιόδεντρα που δήλωνες για την επιδότηση, έφταναν μέχρι την Κόρινθο πέρασαν.”
Χαμογελαστός πια ο Αντώνης σηκώθηκε έβαλε το μπουφάν του και καληνύχτησε τον φίλο του. Είχε πάρει την απόφαση του, τα λεφτά απ΄ το λάδι που είχε βγάλει το χωράφι της γιαγιάς της Αλέξαινας θα γίνονταν θυσία στο βωμό της Ταϋλανδέζικης ομορφιάς.
“ Να κάνεις και κονέ να φέρουμε και κανα κορίτσι στο μαγαζί από εκει κάτω” ήταν τα αποχαιρετιστήρια λόγια του Χρηστάρα.......
Οι μέρες πέρασαν και ο Αντώνης μίλησε πολλές φορές με τον λαδέμπορο πλέον φίλο του, πήρε όλες τις πληροφορίες που χρειαζόταν και βρίσκεται πια στο ταξί που θα τον μετέφερε από το αεροδρόμιο της Μπανγκόκ στην Παττάγια. Η επιλογή της Disneyland του σεξ για διακοπές ήταν εύκολη απόφαση. Η πολύχρονη εμπειρία του στα κωλόμπαρα και τα στριπτιζάδικα τόσο της Μεσσηνίας όσο και των γύρω νομών δεν του αφήναν περιθώριο για κάτι άλλο. Θα χτυπούσε κατευθείαν στην καρδιά του σεξοτουρισμού.
Καθισμένος αναπαυτικά στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου χαζεύει το απαράμιλλης ομορφιάς τοπίο που ξεδιπλώνεται μπρος τα μάτια του. “Ούτε μια ελιά δεν έχουν ” σκέφτηκε και συνέχισε” Θα έχουν άλλο τρόπο να παίρνουν επιδοτήσεις “ . Χαλάρωσε και επανήλθε στο θέμα του “Θα τα δούμε όλα εδώ για δύο βδομάδες” μονολόγησε και γουργούρησε από ευχαρίστηση. “Θα μάθουν όλα τα πουτανάκια τι σημαίνει πούτσα Καλαματιανή.”
Το ταξί μεσημεράκι πια έφτασε στο “Areca lodge” το ξενοδοχείο που του είχε προτείνει ο λαδέμπορος. Ο απόλυτος προορισμός του κάθε πουτανιάρη που σέβεται τον εαυτό του είχε πει . Ο Αντώνης έκανε check in πέρασε μπροστά από τις δύο πανέμορφες πισίνες και ανέβηκε στο super deluxe δωμάτιο του. “Χλίδα” αναφώνησε δυνατά “ Που είσαι κυρά Φωτεινή να καμαρώσεις το γιό σου” συνέχισε και έφυγε σφαιράτος για την τουαλέτα να ξαλαφρώσει. Τα κράταγε από την Καλαμάτα και είχε ζοριστεί αρκετά......
Τέσσερις πέντε ώρες ύπνος ήταν αρκετές για τον Αντώνη να ξεκουραστεί και να προετοιμαστεί για την πρώτη του μεγάλη βραδυά. Εκανε το μπανάκι του,φόρεσε τα καλά του, έβαλε τις κολόνιες του και τις χρυσές αλυσίδες του και ξεχύθηκε σαν πεινασμένος λύκος στην εύρεση Ταύλανδέζικης σάρκας.
Δεν πρόλαβε να περπατήσει είκοσι μέτρα από το ξενοδοχείο στο soi Dianna προς την μεριά της παραλίας και οι πρώτες γλυκές καυλιάρικες φωνούλες ακούστηκαν : Handsome mannnnn come for a dlink. “Παναγιά μου” αναφώνησε ο Αντώνης “τόσα μπαρ δεν έχει όλη η Πελοπόννησος” μονολόγησε ενώ καμια ντουζίνα πανέμορφα καλικατζαράκια τον περικύκλωσαν τραβολογόντας τον. “Που είσαι ρε Γκέλλυ να δεις γκομενάκια που μας κάνεις την ντίβα. Και όλα είκοσι χρονών, όχι σαν έσενα που πενηντάρησες και κάνεις την παιδούλα...” σκέφτηκε και διστακτικά αποφάσισε να προχωρήσει χεσμένος από την χαρά του. Η πείνα τον είχε κόψει και πριν την μεγάλη μάχη έπρεπε να πάρει δυνάμεις.......
Ένα μακρόσυρτο δυνατό ρέψιμο έκανε το παραλιακό εστιατόριο να σειστεί και σήμανε το τέλος ένος λουκούλιου γεύματος με γαρίδες,καλαμάρια,σαλάτες κτλ ενώ ειδοποίησε τους συνδαιτημόνες ότι ο απόγονος του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη είχε χορτάσει. Εκατοντάδες απίστευτα μωρά έκαναν την περατζάδα τους στην παραλιακή αφήνοντας έκπληκτα τα μάτια του Αντώνη “Κανείς δεν θα πιστεύει στο χωριό ότι υπάρχει τέτοιο μέρος στον κόσμο. Ούτε καν ο Χρηστάρας που έχει πάει και καμιά δεκαριά φορές Βουλγαρία και Ρουμανία” σκέφτηκε και αποφάσε να γυρίσει στο ξενοδοχείο του για να πάρει την φωτογραφική του για να αποθανατήσει αυτά που δεν πίστευαν ούτε τα μάτια του.
Μεσάνυχτα πια και ο Αντωνάκης ανακαλύπτει την Walking street. Έτσι κι αλλιώς όλοι οι δρόμοι την νύχτα οδηγούν εκεί. Τα έχει χάσει. Η φωτογραφική μηχανή έχει πάρει φωτιά και ο ιδρώτας είχε ποτίσει μέχρι και την κωλοτρυπίδα του. Λίγο τον ένοιαζε ο παράδεισος δεχόταν και ιδρωμένους..........
Ενα πανέμορφο γλυκό μωρό τον τράβηξε μέσα σε ένα gogo bar. Με το στόμα ανοιχτό μπήκε ο Αντώνης στο μπαρ. Καμιά τριανταριά μωρά λυκνιζονταν στους ρυθμούς της μουσικής πάνω στις μπάρες του μαγαζιού επιδεικνύοντας τα κάλλη τους. “Που είσαι Χρηστάρα να δεις πως είναι τα σωστά μαγαζιά “ μονολόγησε. Τα ποτάκια με το μωρό ακολούθησαν οι αγκαλίτσες και τα φιλάκια και το πρώτο barfine ήταν γεγονός. Η πρώτη βραδυά είχε στεφθεί με απόλυτη επιτυχία και ο Αντώνης σκόραρε από τα αποδυτήρια.
Ζεματισμένο από τον καυτό Ταϋλανδέζικο ήλιο βρίσκει τον Αντώνη το επόμενο απόγευμα. Η μεσημεριανή τρίωρη σιέστα στην πισίνα του ξενοδοχείο κάνοντας και ηλιοθεραπεία έκανε το πρόσωπο του κα μοιάζει σαν τον κώλο της μαϊμους και το κορμί του να βγάζει φωτιές. Όμως τίποτα δεν μπορούσε να αλλάξει το καρφωμένο χαμόγελο στα χείλη του. Η αξέχαστη βραδυά που πέρασε με την πανέμορφη ιέρια του έρωτα και η συμβουλή του φίλου του λαδέμπορα για την περίπτωση, με Aloe vera μασαζ κρατούσαν την διάθεση του στα ύψη. Έκανε ένα ντουζάκι στα γρήγορα και βγήκε για το μασαζάκι του.
Ξαναπέρασε μπροστά από τα υπαίθρια μπαράκια του soi Dianna . Τα κορίτσια που σήμερα ήταν σαφώς λιγότερα, μιας και η ώρα ήταν δεν ήταν επτά, αλλά εξίσου όμορφα και θελκτικά τον καλούσαν στα μαγαζια τους σχεδόν φορτικά, “welcome man” , “cold beer inside”. Δεν ενέδωσε μια και η καμμένη του πλάτη είχε προτεραιότητα. Προτίμησε να σκανάρει με το βλέμμα του τον χώρο για την εξεύρεση μελλοντικών στόχων. Η ματιά του πλανήθηκε βιαστικά αλλά ξαφνικά καρφώθηκε σε ένα εξωπραγματικής ομορφιάς μωρό που έτρωγε στα μέσω τραπέζια του μπαρ την απογευματινή του σομ ταμ. Τα βλέμματα συναντήθηκαν και ένα φωτεινό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του μελαψού εξωτικού αγγέλου. “ Θεέ μου τι μωρό είναι αυτό;” πρόλαβε να ψελλίσει πριν η μετωπική σύγκρουση του με την παρακείμενη κολώνα τον επαναφέρει στην πραγματικότητα. Ούτε το καρούμπαλο που άρχισε να σχηματίζεται στο κούτελο του , ούτε τα χαχανητά από τα πουτανάκια των γύρω μπαρ έκαμψαν το ηθικό του Αντώνη. Μια τελευταία φευγαλέα ματιά στο πανεμορφο αστέρι που κατουρημένο και αυτο από τα γέλια του ξαναχαμογέλασε τον έκαναν να ξεχάσει τον πόνο του.
Το βραδυνό aloe vera μασαζάκι που συνδιάστηκε με μια ξεγυρισμένη πίπα σε ένα από τα άπειρα μασατζίδικα της second road αποτρέλλαν εντελώς τον Αντώνη. Καθισμένος στα έξω τραπέζια της Pizza Hut της παραλίας απολάμβανε την πίτσα και την μπυρίτσα του χαζεύοντας τα κοριτσια του coconut bar που ήδη εψαχναν για τους νυχτερινούς τους πελάτες. “ Αν ανοίξω ένα τέτοιο μασατζίδικο στην Καλαμάτα θα μαζέψω όλο το χαρτί της Μεσσηνίας. Προσκύνημα θα κάνουν οι κωλοβλαχοι που δεν έχουν κάνει βήμα απ’ το χωριό τους. Τέρμα οι ελιές, τέρμα και το θερμοκήπιο που μου έχουν γαμήσει τη ζωή” σκέφτηκε και χασκογέλασε.
Το μυαλό του γύρισε ξανά στον αξέχαστο απογευματινό του άγγελο. Η καρδιά του σφίχτηκε “Ποιος θα το αγκαλίαζει απόψε και θα το στέλνει στα ουράνια χαρίζοντας του στιγμές ανείποτης ηδονής ;” Η απάντηση ήρθε ταυτόχρονα στα χείλη του “ μόνο εγώ”. Η ώρα κόντευε έντεκα. Σηκώθηκε γρήγορα απ΄την πιτσαρία, πλήρωσε τον λογαριασμό του και πήρε τον δρόμο της επιστροφής για τις παρυφές του soi Dianna για να βρει την μελαψή μάγισσα του Σιάμ που ήδη άρχισε να του κλέβει το μυαλό και την καρδιά. Το ταξί μηχανάκι τον άφησε στην είσοδο του ξενοδοχείου και ο Αντώνης σπριντάρισε προς το δωμάτιο του. Ένα γρήγορο ντουζάκι , το γούρικο πουκάμισο, σχεδόν μισό μπουκάλι κολώνια και αρκετά χιλιάρικα μπατ στην τσέπη τόνωσαν την αυτοπεποίθηση του και ήταν πιά έτοιμος για το μεγάλο ραντεβού.
Σχεδόν τρέχοντας έφτασε στο στο υπαίθριο μπαράκι που δούλευε η Ασιάτισσα καλλονή. Κάθησε σε ένα άδειο κάθισμα στην μπάρα και με το βλέμμα του προσπάθησε να βρεί το εξωτικό μωρό.Στάθηκε όμως άτυχος. Τα καλά μωρά φορτώνονται νωρίς και η Νιντ δεν αποτελούσε εξαίρεση. Θα περίμενε όμως όσο χρειαζόταν ........
Παράγγειλε ανόρεκτος ένα ουϊσκυ με πάγο και άρχισε να χαζεύει τα γελαστά κορίτσια που προσπαθούσαν να τραβήξουν πελάτες για το μαγαζί κοιτάζοντας πάντα προς τις δύο άκρες του δρόμου. Ρώτησε την μάμασαν που καθόταν μέσα από την μπάρα πληροφορίες για το κορίτσι των ονείρων του. ”Nind was sick a little. She went home to sleep. Maybe will come later” ήταν η απάντηση της πενηντάχρονης τσατσάς για να καλύψει την απούσία της ονειρεμένης πουτανίτσας μιας και έκοψε από την αρχή τι ζωντόβολο ήταν ο Μεσσήνιος αγρότης. Βέβαια γνώριζε ότι το μπαρφαϊνιασμα που έκανε ο εξηντάχρονος Αυστραλός μεθύστακας στην Νίντ ήταν για long time. Όμως την ενδιέφερε το κάθε ποτό που θα έπαιρνε ο πελάτης και έτσι παραμύθιασε και τον Αντωνάκη ελπίζοντας σε ένα καλό λογαριασμό.
Τα κορίτσια που την έπεφταν συνεχώς στον άκεφο Αντώνη δεν κατάφεραν να κερδίσουν το ενδιαφέρον του αλλά τις κέναγε κανα ποτάκι για να τον ξεφορτώνονται “ Πόσο άρρωστο ήταν το μωρό ; Θα μπορούσε να έρθει αύριο; “ ήταν τα αναπάντητα ερωτήματα που τον βασάνιζαν. Η ώρα έφτασε μιάμιση και όλα τα κορίτσια του μπαρ εκτος από κανα δύο πατσαβούρια είχαν φορτωθεί. Η μαμασαν ετοιμάστηκε να κλείσει την μπάρα και ο Αντώνης σχεδόν κόκκαλο από το ουϊσκυ ζήτησε να πληρώσει. Τα δυόμιση χιλιαρικάκια του λογαριασμού έγιναν τρεισήμιση στην υπόσχεση της παλιάς πουτάνας ότι θα μιλούσε με τα καλύτερα λόγια στην Νιντ για τον ερωτοχτυπημένο σαραντάρη Ελληνα......
Παραπατώντας σχεδον βγήκε στον δρόμο. Πίσω στο ξενοδοχείο ή μπροστά και ότι λάχει; Οι κάβλες του δεν συμβάδιζαν με την διάθεση του και καθώς το κάτω κεφάλι κυβερνάει άπαντες σ’ αυτόν τον τόπο τράβηξε τρυκλίζοντας από το πιώμα για την παραλία.
Καταϊδρωμένος και και αποκαμωμένος έφτασε στην beach road. Αγόρασε νερό από έναν υπαίθριο πωλητή και κάθησε σε ένα παγκάκι για να ξαποστάσει ενώ τα καθε λογής πουτανάκια που βολτάριζαν τριγύρω άρχισαν να τον πλησιάζουν σαν τις μύγες τα σκατά. Ένα εικοσιπεντάχρονο ξέκωλο κόλλησε δίπλα του τον αγκάλιασε και του είπε “ baby you look tiled. Do you want take cale you?” Το μόνο σίγουρο ήταν ότι ο Αντώνης χρειαζόταν “cale” και μιάς και τα κουράγια του δεν τον άφηναν να ψάξει για κάτι καλύτερο δέχτηκε μονομιάς. “ l know a solt time hotel teelak near here “ του πρότεινε το γκομενάκι και αυτός απάντησε καταφατικά.
Μια μισοτελειωμένη πίπα και ένα πήδημα της καταστροφής ήταν το αποτέλεσμα της ερωτικής συνεύρεσης του με την freelancer πουτανίτσα στο sort time hotel, πριν ο Αντώνης αποκοιμηθεί ξεθεωμένος .
Το πρωϊνό ξύπνημα τον βρίσκει αγκαλιά με το μαξιλάρι και το πουτανάκι εξαφανισμένο μαζί με τα πέντε έξι χιλιάρικα που υπολόγιζε ότι είχε στην τσέπη του παντελονιού του.”Την καριόλα με έκλεψε” μονολόγησε εκνευρισμένος “Καλά να πάθω όμως αφού τριγύριζα μεθυσμένος σαν μαλάκας” είπε και συχτήρισε την τύχη του. Γυρισε καταϊδρωμένος πάλι στην ασφάλεια του δωματίου του. Η προσμονή ότι σήμερα θα συναντούσε την μελαψή θεά του τον έκανε να χαλαρώσει ανακουφισμένο στο κρεββάτι του με ένα υπνάκο...
Περασμένο μεσημέρι με ένα αφόρητο πονοκέφαλο ξύπνησε ο Αντώνης. Η χθεσινοβραδυνή κρεπάλη και το full αιρ κοντίσιον τον άφησαν σχεδόν σαν ζαλισμένο κοτόπουλο. Το ξεψείρισμα από το πουτανάκι της beach road είχε ήδη ξεχαστεί. Έτσι κι αλλιώς τα 6000 μπατ που του βούτηξε ήταν δεν ήταν δύο ντενεκέδες λάδι. Ούτε ο καφές που ήπιε στο μπάρ του ξενοδοχείου κατάφεραν να τον συνεφέρουν. Πήρε την μάνα του να τον ξεματιάσει .......
Το σημερινό πρόγραμμα δεν είχε πολλές μετακινήσεις και απασχολήσεις . “Oλα για το μωρό” ήταν το σύνθημα. “Κι αν ήταν άρρωστη;”. Δεν ήθελε να σκέφτεται καν αυτό το ενδεχόμενο. Πεινούσε σαν λύκος ενώ το κορμί και το πρόσωπο του τον έκαιγαν ακόμα.
Η διάθεση που είχε να δοκιμάσει νέες γεύσεις και τα καλά λόγια που είχε ακούσει για την τοπική κουζίνα τον οδήγησαν για πρώτη φορά σε ένα Ταϋλανδέζικο .....Burger King . Έφαγε δύο διπλά burger με τσίλι και ενθουσιάστηκε από την ποιότητα τους. Το Aloe vera μασαζάκι που ακολούθησε για να ανακουφίσει την καμένη του πλάτη δεν περιλάμβανε έξτρα περιποιήσεις μια και ήθελε να είναι ξεκούραστος για τη μεγάλη βραδυνή μάχη.
Επτά και κάτι ψιλά η ώρα και ο Αντώνης σενιαρισμένος στο φουλ αφίχθηκε στο μπαράκι της Νιντ. Τα κορίτσια τον καλωσόρισαν με χαμόγελα και αγκαλιές και αυτός έπιασε την θέση του στην μπάρα. Τσέκαρε στα γρήγορα τον χώρο αλλά κρύος ιδρώτας τον έλουσε πάλι. Πουθενά το κορίτσι!!! Ήταν τόσο άρρωστη; Πριν προλάβει να πάθει το εγκεφαλικό του η μάμασαν τον πλησίασε χαμογελαστή και του είπε: “ You are very lucky man. Nint is still sick but I told her about you. She will come here later only for you. She like you so much.” Η καρδιά του επανήλθε στην θέση της και ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά γέμισε το πρόσωπο του. Το γκομενάκι τον γούσταρε...... Ένα έκτακτο sort time με ένα παλιό πελάτη της την εμπόδισε να έρθει στην ώρα της παρόλα τα μπινελίκια της μάμασαν να έρθει για δουλειά αλλά και αυτό δουλειά ήταν και μάλιστα από αυτές που δεν μπορούσαν να περιμένουν.
“If you are really happy Antonis you must ring the bell“ του είπε μέσα από την μπάρα η μεσόκοπη πρώην πουτάνα και ο Αντώνης φυσικά τη χτύπησε και μάλιστα δύο φορές.Τα κορίτσια μαζεύτηκαν χαρούμενα τριγύρω του ήπιαν τα σφηνάκια τους στην υγειά του και όλες του έδωσαν από ένα φιλάκι. Δύο χιλιαρικάκια αυτομάτως βγήκαν από την τσέπη του ανοιχτοχέρη αγρότη και βρήκαν θαλπωρή στο ταμείο του μπαρ. “Αυτά είναι γούστα” αναφώνησε ο Αντώνης. Η μάμασαν του ικανοποιημένη του χαμογέλασε ξανά ......
Δεν πέρασε μισή ώρα και το αετήσιο μάτι του Έλληνα επιβήτορα έπιασε την Νιντ να κατηφορίζει βιαστική τον δρόμο κουνιστή και λυγιστή μέσα στο εφαρμοστό φορεματάκι της. “ Θεέ μου τι γυναίκα είναι αυτή ;” Αφού έφτασε στο μαγαζί αφησε την τσάντα της και κατευθύνθηκε στον Αντώνη. Κοιτάζοντας τον κατευθείαν στα μάτια του είπε με νάζι : “Hello handsome man. My name is Nint”
Η ανάσα του κόπηκε και το στομάχι του δέθηκε κόμπος. Είχε μπροστά του έναν άγγελο . “ I am Antonis from Greece” ψέλλισε με τα χίλια ζόρια. “ Relax Antonis l’m here for you” του απάντησε η έμπειρη πουτανίτσα και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Τα σφηνάκια και τα ποτά πηγαινοέρχονταν , η καμπάνα αντήχησε πολλές φορές και τα γέλια κράτησαν μέχρι αργά στο αμαρτωλό soi Dianna. Ο λογαριασμός των δέκα χιλιάδων και πλέον μπατ δεν ήταν τίποτα μπροστά στις αγκαλιές και τα φιλιά αλλά και τα γαμήσια της αρκούδας που είχε σχεδόν μέχρι τα ξημερώματα με το εξωτικό αγγελούδι του. Φυσικά βέβαια και το πρωϊνό τριχίλιαρο που έσκασε στην Ταϋλανδή καλλόνη πήγαινε για κάλό σκοπό και αυτό “ Help family to buy food” του είπε.Είχε θυσιαστεί για το φαϊ της οικογένειας.
Οι επόμενες δύο τρείς μέρες πέρασαν στο ίδιο τέμπο για τον Αντώνη. Μπανάκι στην πισίνα το μεσημεράκι αλλά με προσοχή , ταϋλανδέζικες λιχουδιές στα Burger King , μασαζάκι σκέτο λόγω κοριτσιού και πανηγύρι κάθε βράδυ στο μπαράκι με την καμπάνα να χτυπάει χαρμόσυνα κάθε τόσο. Είχε γίνει ο σταρ του μαγαζιού και τόσο ο ίδιος όσο και η Νιντ καμάρωναν για αυτό. “ Που είστε κωλόβλαχοι να δείτε πως είναι η ζωήηηηηηη” φώναζε με όλη του τη δύναμη κάθε τόσο και τα κορίτσια του μπαρ κατουριόντουσαν στα γέλια παρόλο που δεν πιάναν κουβέντα. Η μάμασαν του χαμογελούσε συνεχώς......
Τo δε σεξ με το κορίτσι του κάθε βράδυ γινόταν και καλύτερο. Αναστέναζαν οι σουμιέδες από τον Μεσσήνιο εραστή που αποδείκνυαν στα βάθη της Ασίας τι εστί πούτσα Καλαματιανή και η Νιντ τιμούσε με το παραπάνω το καθημερινό της τριχίλιαρο κάνοντας όλα του τα χατήρια . Ο καιρός όμως να αποδείξει με την σειρά της τι εστί Ισσανιώτικο πουτανάκι πλησίαζε.....
“Teelak I love so much. I want to be with you all day and night” είπε το κορίτσι στον αγαπημένο της την πέμπτη μέρα το πρωϊ. “ Μe too baby” απάντησε ευτυχισμένος ο Αντώνης και από την στιγμή εκείνη η Νίντ του έγινε τσιμπούρι στο σβέρκο . Τα τρία χρόνια μαθητείας δίπλα στην μάμασαν αποδεικνύονταν πολύ πιο διδακτικά και προσοδοφόρα από οποιοδήποτε πανεπιστήμιο της Bangkok.
Το πρόγραμμα της ημέρας άλλαξε άρδην και η καθημερινή επίσκεψη στο Big C, στο Central Mall και το Mike Shopping Center ήταν η βασική τους απασχόληση. Μήπως το κορίτσι είχε ρίζες από την Ελλάδα ; αναρωτήθηκε σε μια ξαφνική κρίση ευφυϊας ο Αντώνης. Ακόμα και η μοναδική του πραγματική απόλαυση του το μασαζάκι κόπηκε μαχαίρι γιατί ήταν πολύ ζηλιάρα. Παντού και κάθε ώρα τον είχε υπό παρακολούθηση . “ If you butterfly with other lady l will die” ήταν η μόνιμη κουβέντα που του έκανε για να τον έχει στην πίεση. Ωρα ήταν να της τον κλέψει κανα πουτανάκι από τα μασατζίδικα και να τρέχει και να μην φτάνει.
“ Ι don’t want you to spend money for me teelak“ τον επέπληττε αυστηρά κάθε φορά που έβγαιναν από ένα μαγαζί και του έδινε την σακούλα με τα ψώνια ενώ ετοιμαζόταν να μπει στο επόμενο. ” Ι don’t need gifts, I only want you to love me “ του έλεγε ζουζουνιάρικα και ο Αντώνης φούσκωνε από υπερηφάνια ενώ ξεφούσκωνε η τσέπη του. Κι αυτή όμως δεν τον άφησε χωρίς το δώρο του. Δέκα ολόκληρα μπατ της κόστισε το φυλαχτό του Βούδα που αγόρασε από ένα υπαίθριο πάγκο και του πέρασε στον λαιμό με μεγάλη επισημότητα λέγοντας του : “ Bouda take care all good men like you.” Τι ρομαντική κίνηση. Τον συγκίνησε το παλιοκόριτσο........
Απόψε το κορίτσι είχε ρεπό. Ευκαιρία λοιπόν για νυχτερινή έξοδο και ξεφάντωμα. Η Νιντ μετά από μια αριστοτεχνική πίπα στον Αντωνάκη στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του φορτώθηκε σαν γαϊδούρι τα ψώνια της ημέρας και έδωσε ραντεβού με το αγόρι της κατά τις έντεκα το βράδυ, “teelak l ‘m going to be beautiful for you” του είπε και του έδωσε ένα γλυκό φιλί φεύγωντας βιαστικά. Είχε κλείσει ένα διχίλιαρο sort time στα μουλωχτά το προηγούμενο βράδυ στο μπαρ και δεν ήταν σωστό να περιμένει. Άλλωστε το ρεπό αφορούσε μόνο το μαγαζί....
Ο Αντώνης αποκαμωμένος από την ζέστη και ξεζουμισμένος από την πίπα έκανε το μπανάκι του και ξάπλωσε για λίγη χαλάρωση πριν την βραδυνή κρεπάλη. Ανοιξε την τηλεόραση που είχε ειδήσεις. Στην οθόνη ξαφνικά εμφανίστηκαν σ την σειρά οι δύο μεγάλοι Έλληνες ηγέτες ο Γιωργάκης και ο Αντώνης σε ρεπορτάζ να κάνουν δηλώσεις για την χρεωκοπία της Ελλάδας . Ο συνονόματος έμεινε αποσβολομένος. Ο μεγάλος αρχηγός ήταν γνωστός και στην Ταϋλάνδη!!!! “ Γαμάει και δέρνει η Μεσσηνία σε όλο τον κόσμο” φώναξε με δύναμη. Χαμπάρι δεν πήρε βέβαια τα σχόλια με τα χαχανητά των παρουσιαστών στο τέλος της μετάδοσης. Απ’την χαρά του πήρε τηλέφωνο την μάνα του να της πει το μεγάλο νέο..............
Χεράκι χεράκι περπατάει το ζευγαράκι στην beach road . Η Νιντ καμαρώνει και σχολιάζει την καινούργια βερμούδα που αυτή διάλεξε από τον υπαιθριο πάγκο και ο Αντωνάκης φορούσε και πλήρωσε φυσικά. Αντίθετα το δικό της φόρεμα που αγόρασαν με πέντε χιλιάρικα στο Big C ήταν αρκετά στενό τελικά και δεν πήγαινε με το χρώμα των μαλλιών της. “No problem baby we can buy other tomorrow” είπε ο γαλαντόμος εραστής και έκοψε μαχαίρι την γκρίνια. Σταμάτησαν μπροστά σε ένα ΑΤΜ. Ο Αντωνάκης κακομούτσουνα έκανε την πρώτη τραβηκτική με κάρτα. Φόβος και τρόμος επιασε την Νιντ........
Η ρομαντική βόλτα τελείωσε μπροστά στην μεγάλη ψαροταβέρνα της Walking street όπου κάθησαν να απολαύσουν τον δείπνο τους. Οι τεράστιες γαρίδες Tiger ήταν το αγαπημένο φαϊ της Νιντ και ο Αντώνης δεν της χάλασε το χατήρι. Η βραδυά θα τέλειωνε με ποτάκι και χορό. Όλοι οι δρόμοι οδηγούσαν Insomnia και αυτή ήταν η πρόταση του Αντώνη που πολλά είχε ακούσει και τίποτα δεν είχε δεί από αυτό το μαγαζί. Με ξυνισμένα μούτρα δέχτηκε και αυτή. Τα αρπακτικά ήταν πολλά εκεί και έπρεπε να προσέχει.
Το ορθάνοιχτο στόμα του με το που μπήκαν στην disco έκανε τα νεύρα την Νίντ κρόσια πό την αρχή. Τον τράβηξε σε ένα απόμερο τραπέζι στο βάθος. Τα ποτάκια και τα σφηνάκια τελικά έκαναν την ατμόσφαιρα πιο χαλαρή αλλά το μάτι της Νιντ έπιασε το ξανθομάλλικο πουτανάκι που έπαιζε από απέναντι τον μισομεθυσμένο Αντώνη. Τον άφησε να παέι για κατούρημα αφού δεν μπορούσε να κρατηθεί. Το ξανθό πουτανί την πήρε γραμμή και ετοιμάστηκε να κάνει την κίνηση του.....
Σηκωτή πεταξαν έξω από την Insomnia οι μπράβοι την ξεμαλλιασμένη Νιντ. Τα απίστευτα κλοτσομπουνίδια που έπαιξε μετα μουσικής με το ξανθό πουτανάκι δεν ήταν και η καλύτερη διαφήμηση για το μαγαζί. Αλλά και αυτή δεν θα άφηνε με κανένα τρόπο καμία άλλη να τις κλέψει το χαϊβάνι με την τσέπη ΑΤΜ. Αφωνος σαν μαλάκας ακολούθησε τρέχοντας πίσω της ο Αντώνης την Ταϋλανδή καριολίτσα στην έξοδο. Τέτοιο μαλλιοτράβηγμα από γυναίκες δεν είχε ξαναδεί ποτέ του. Οι Ρωσσίδες και Βουλγάρες πουτάνες που νταραβεριζόταν χρόνια είχαν ένα πολιτισμό ακόμα και στους τσακωμούς τους... Εξαλλη στην μέση του δρόμου του έχωνε Ταϋλανδέζικα μπινελίκια διανθισμένα με τα γνωστά “butterfly man” και “don’t love me”. Σαν παιδάκι που έκανε σκανταλιά αυτός καθότανε προσοχή και άκουγε τα εξ’αμαξης.Μερικοί Γιαπωνέζοι τουρίστες ενθουσιασμένοι με το σκηνικό τράβαγαν φωτογραφίες......
Τιμωρήθηκε σκληρά ο Αντώνης από την Νιντ για το παράπτωμα του ξενοκοιτάγματος. Ολοήμερη στέρηση πηδήματος ήταν η εξοντωτική ποινή που του επεβλήθηκε. Παρολα αυτά ήταν ικανοποιημένος. Σκότωνε άνθρωπο για πάρτυ του η γκομενίτσα. Τετοια καψούρα μαζί του δεν είχε ξαναδεί. Απόψε θα όμως θα κοιμότανε μόνος, βαρύ το τίμημα.
Πρωί πρωί κατά της δώδεκα σηκώθηκε η Νιντ και πήρε το δρόμο για το δωμάτιο της μάμασαν για κουτσομπολιό και συμβουλές. Το εξοντωτικό ωράριο δουλειάς της με τον Ελληνα σπόνσορα και ο χθεσινοβραδυνός κίνδυνος να χάσει το νυχτοκάματο την έστειλαν στην πόρτα της. Οι συμβουλές της ηλικιωμενης μετρέσας ήταν πάντα λεφτά στην τράπεζα και τις ακολουθούσε τυφλά.
Το απογευματάκι έληξε η ποινή του Αντώνη και το τηλέφωνο του χαρωπά χτύπησε ξανά. Τον ενημέρωσε ότι επειδή ήταν πολύ κουρασμένη η μαμασαν της έδωσε άλλη μία μέρα day off και ήθελε να την περάσουν μαζί αν και αυτός συμφωνούσε. “ Δεν αντέχει εικοσιτεράωρο μακρυά μου” σκέφτηκε χαρούμενος και είπε οκ. “ Teelak l need your heart not your money. I don’t want to miss you” ήταν τα πρώτα της λόγια μόλις έφτασε στο δωμάτιο και έπεσε στην αγκαλιά του. Έπρεπε να τον κερδίσει με τα χαρίσματα της...
Για να δείξει και την νοικοκυροσύνη της θα τον έβαζε σε πρόγραμμα οικονομίας όπως του είπε και κάθε απόγευμα θα έτρωγαν με προπληρωμένες κάρτες στο φτηνό αλλά καλό πολυεστιατόριο του έκτου ορόφου του Central mall και θα έπερναν σνακ για το ξενοδοχείο από τα 7 eleven και τους υπαίθριους πάγκους. Ο Αντώνης βέβαια ποτέ του δεν μάσησε με το χρήμα ,ακόμα και αν τον άφηναν ταπί η Γκέλλυ και οι φίλες της, αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση το χωράφι με τις ελιές της γιαγιάς της Αλέξαινας ήταν από τα ποιό καρπερά στην περιοχή και το λάδι που έβγαλε φέτος μπόλικο. Και η μαμασαν το είχε καταλάβει από το πρώτο βράδυ.
Δυό τρείς μέρες πέρασαν με άφθονο sex και κάργα παραμύθι. Η Νιντ ήταν έτοιμη για την μεγάλη της κίνηση. “ Antonis l have to go home for some days. Mama is vely tiled and need help “ του είπε και περίμενε να δεί την αντίδραση του. Μαύρες πλερέζες περασε ο Μεσσήνιος εραστής. “ Kαι τώρα τι κάνουμε “ ψυθίρισε αλλά πήρε την άμεση απάντηση “ if you really love me you can come with me. Mom will be happy to meet you” To πρόσωπο του φωτίστηκε. Τόσο σοβαρά τον έβλεπε λοιπον;
Το αγροτικό Poutanohoriburi του φτωχικού Ισσαν θα άνοιγε την αγκαλιά του να φιλοξενήσει τον Έλληνα ερωτευμένο μαλάκα .......
...
...
Το λεωφορείο που έφευγε από το αεροδρόμειο του Udonthani για το Poutanohorburi ήταν σχεδόν γεμάτο. Και οι περισότεροι επιβάτες του εκλεκτοί. Πάνω από είκοσι γκομενάκια διαλεκτά ένα ένα ύστερα από σκληρή δουλειά μηνών στα μπαρ και τις disco της Bangkok , της Παττάγιας και του Phuket επέστρεφαν στο σπίτι τους και την οικογενειακή θαλπωρή φορτωμένες με χρήμα και δώρα. Τα πουτανοκόριτσα του Ισααν ήταν ξακουστά σε όλο τον πλανήτη για την ποιότητα της δουλειάς τους και τα εισοδήματα τους κινούσαν όλη την οικονομία της επαρχίας.
Σαν μικρό παδί που πήγαινε για πρώτη φορά στο λούνα παρκ ήταν ο Αντώνης. Σχεδόν χεσμένος από τη χαρά του τόσο που η γυναίκα των ονείρων ήταν πραγματικότητα, όσο και από το γεγονός ότι θα γνώριζε την οικογένεια της αλλά και την ζωή μιας μικρής επαρχιακής αγροτικής κωμοπόλης. Αγροτόπαιδο και ο ίδιος τον έτρωγε η περιέργεια να δει πως ζούσαν οι συνάδελφοι του στο μακρυνό Ισααν. Παρόλα αυτά ήταν και αρκετά αγχωμένος γιατί ήθελε να κάνει καλή πρώτη εντύπωση στην μάνα της Νιντ και το υπόλοιπο σοϊ της . Σε αυτό όμως τον βοήθησε και το κορίτσι του που τον ενημέρωσε για το έθιμο της περιοχής να πηγαίνει ο άντρας πλούσια δώρα στην οικογένεια της κοπέλας για να κερδίσει την εύνοια τους. Είκοσι χιλιάδες μπατάκια ξηλώθηκε ο Αντωνάκης για την αλλαγή γκαρνταρόμπας της μελλοντικής πεθεράς , για τα ουϊσκια και τσιγάρα του πατέρα της και για τα υπόλοιπα της θείας ,του θείου αλλά και ενός μακρυνού ξαδέλφου της. Το μόνο που του έκανε εντύπωση ήταν η εμμονή της Νιντ στην ποιότητα των δώρων για τον ξάδελφο. Δύο παντελόνια, δύο πουκάμισα και ένα ζευγάρι παπούτσια nike air original θεώρησε ότι ήταν πολλά. Φαινεται όμως ότι οι ξάδελφοι ήταν σημαντικοί στο μακρυνό Ισααν και έπρεπε να το σεβαστεί.
Το τρίωρο ταξίδι του λεωφορείου για το Poutanohorbouri δεν το κατάλαβε καθόλου ο Αντώνης. Η μαγική διαδρομή με τα πυκνά δάση και τα πανέμορφα ποτάμια να διαδέχονται οι ατελείωτοι ορυζώνες τον έκανε να νιώσει την απόλυτη χαλάρωση. Το κορίτσι είχε αποκοιμηθεί στην αγκαλιά του......
Φορτωμένος σαν γαϊδουρι ο Αντώνης με τα δώρα κάτω από τον καυτό Ισαανιώτικο μεσημεριανό ήλιο αγκωμαχούσε σ τον χωματόδρομο από τον σταθμό των λεωφορίων για το σπίτι της Νιντ . Το κορίτσι του με μια κίνηση πραγματικής αγάπης σκουπισε τον ιδρώτα που έτρεχε ποτάμια από το μέτωπο του. Παρόλα αυτά δεν έδειχνε να βιάζεται ιδιαίτερα να φτάσει σπίτι. Κάθε ένα δύο λεπτά σταματούσε στην άκρη του δρόμου να χαιρετήσει χαρούμενη φίλες και γνωστές. Μάλιστα σχεδόν όλες τις φορές τον σύστηνε κιόλας .“ Antonis.My new boyfriend “ έλεγε και έσταζε μέλι το στόμα της. Το χαμόγελο περισσότερο συγκατάβασης παρά εγκαρδιότητας από τις συγχωριανές δεν τον πτοούσε στο ελάχιστο. “Πόσο όμορφη είναι η γνωριμία με τους απλούς ανθρώπους του χωριού” σκέφτόταν.
Αυτό που έκανε τρομερή εντύπωση στον Αντώνη σε όλη αυτή την διαδρομή που του έβγαλε την ψυχή ήταν ή τεράστια αντίθεση στα σπίτια του χωριού. Τα αγροτικά χαμόσπιτα της απόλυτης εξαθλίωσης τα διαδέχονταν απίστευτες βίλλες με πισίνες και πάρκινγκ , χορηγίες των falang ηλικιωμένων γαμπρών και σπονσόρων. Καθώς περνούσαν μπροστά από ένα απ’ αυτά , το πιο χλιδάτο, σταμάτησε η Νιντ και είπε τρυφερά στον Αντώνη “ teelak my dream is a house like this” και του ξανασκούπησε τον ιδρώτα.... Ηταν σαφές ότι ο Βούδας είχε τιμωρήσει τα κορίτσια που επέλεξαν να διατηρήσουν την τιμή και υπόληψη τους με τα φτωχικά ετοιμόρροπα αγροτόσπιτα και είχε επιβραβεύσει τα πουτανοκόριτσα με τις άνετες μεζονέτες. Ο Αντώνης φυσικά δεν θα το μάθαινε ποτέ.
Μπροστά σε ένα παλιό αλλά με πολλές βελτιώσεις αγροτόσπιτο σταμάτησε το καταπονημένο ζευγάρι. “This is my house” είπε κομπιάζοντας η Νίντ και συμπλήρωσε “my family is very poor” Ένα δάκρυ κύλλησε στο μάγουλο της και συγκίνησε έξισου τον Μεσσήνιο μπούφο. Τα λεφτά που έβγαζε το μαλακισμένο με το τσουβάλι προτιμούσε να τα ξοδεύει σε μαλακίες όπως κινητά ,ρούχα και λοιπά φρου φρου και αρώματα παρά να βάλει μπρος να χτίσει ένα καλύτερο σπιτάκι. Για αυτό, πόνταρε εκεί που είχαν ποντάρει επιτυχώς και τα υπόλοιπα πουτανάκια.
Η μάνα της τους υποδέχτηκε θερμά με αγκαλίες και φιλιά. Το δασκάλεμα εκ του τηλεφώνου και τα αμέτρητα δώρα είχαν κάνει την δουλειά τους. Αντίθετα ο πατέρας της περιορίστηκε σε ένα ξερό γειά και αποχώρησε για έξω. “ Oι πατεράδες είναι παντού ίδιοι σκέφτηκε ο Αντώνης.” Άμα τους παίρνεις το κορίτσι χάνεται όλος ο κόσμος τους” . Μιά στρουμπουλή αλανιάρα κότα σφάχτηκε προς τιμή του υψηλού προσκεκλημένου και ένα χορταστικό γεύμα ακολούθησε. Αποκαμωμένος από το φαϊ και την ζέστη ο Αντώνης αποσύρθηκε στο φτωχικό δωμάτιο της κοπέλας του που είχε τουλάχιστον έναν ανεμιστήρα για την μεσημεριανή του σιέστα. Με ένα γλυκό φιλί τον αποχαιρέτησε η Νιντ που τον ενημέρωσε ότι θα πήγαινε μια βόλτα να δώσει τα δώρα του στον ξάδελφο.......
Το βράδυ έφτασε στο μισοσκότεινο Poutanohorburi και το «ερωτευμένο» ζευγαράκι θα έκανε την πρώτη του βραδυνή έξοδο στο ημιηπαίθριο μπαράκι του χωριού . Η Νιντ ενημέρωσε τον Αντώνη για την σημαντικότητα της εξόδου στην πασαρέλα του χωριού και πως θα έπρεπε να κεράσει όλους τους παρεβρισκόμενους για τα καλωσορίσματα και να δείξει το υψηλό status του . “ Τα έθιμα του κάθε τόπου είναι πάνω απ’ όλα και πρέπει να τα τηρούμε” μονολόγησε αυτός .....
Με κάθε επισημότητα έφτασαν στο μπαρ Lucky Farang και όλα τα μάτια των πελατών ντόπιων και farang έπεσαν πάνω τους.Ο Αντώνης ακολούθησε πιστά όλες τις συμβουλές της Νιντ και άρχισε τα σχεδόν αμέσως τα κεράσματα. Ενα “γειά μας” ακούστηκε δυνατά από ένα μακρυνό τραπέζι και τον άφησε κόκκαλο για μια στιγμή. “ Ελα μωρή Ελλαδάρα “ φώναξε χαρούμενος και πλησίασε στο τραπέζι εξηγόντας στο κορίτσι του για την ιστορία ότι παντού υπάρχει ένας Έλληνας. Ο Βορειοελλαδίτης Μάνος ή Pagtao για το κορίτσι του, καλωσόρισε με χαρά τα ζευγάρι και κέρασε αμέσως τα πρώτα. Μετά τις συστάσεις και τα υπόλοιπα ο Μάνος ενημέρωσε τον Αντώνη για το φυσιολατρικό τουριστικό διάλλειμα του στην μαγευτική Ισαανιώτικη επαρχία με το περιστασιακό του teelak . Έπαιρνε δυνάμεις για να επιστρέψει μάχιμος ξανά στους πολυπληθείς αραβόδρομους της Παττάγιας και της Σουκουμβιτ. Η κουβέντα άναψε και ο Αντώνης αφού εξήγησε το σκοπό της επίσκεψης του στο χωριό άρχισε όλες τις γνωστές ερωτήσεις που κάνουν οι καινούργιοι στο έμπειρο νέο φίλο του. Τα κορίτσια τους δίπλα, γνωστές από παλιά τόσο από το σχολείο όσο και από τη δουλειά, έπιασαν την δική τους κουβέντα . Η Νιντ μάλιστα κάποια στιγμή ζήτησε από τον σερβιτόρο και κομπιουτεράκι. Υπολόγιζαν και οι δύο ποια θα φάει περισσότερα από τον farang πελάτη της. Βέβαια δεν είχαν υπολογίσει ότι ο έμπειρος Έλληνας σεξοτουρίστας Pagtao δεν ήταν Αντωνάκης. Ακολουθούσε μια δική του δοκιμασμένη μέθοδο που τον έβγαζε πάντα ασπροπρόσωπο. Στα φυσιολατρικά του ταξίδια στα teelakοχώρια του Ισααν χάλαγε δυστυχώς πάντα η πιστωτική του κάρτα. Ετσι όλα τα δώρα που έπρεπε να κάνει συμφωνα με το «έθιμο» τα έγραφε σε ένα μπλοκάκι,που είχε πάντα επάνω του , χωρίς να αφήνει κανένα και καμία παραπονεμένο. Θα εκτελούσε τις παραγγελιές με την επιστροφή του στην Bangkok. Δυστυχώς όμως για τους παραγγέλοντες το μπλοκάκι πάντα γινόταν κωλόχαρτο για το τελευταίο χέσιμο στην Ισαανιώτικη περιοδεία του............
Το βράδυ κύλλησε όμορφα με κουβέντα για τα περί χρεοκοπίας της χώρας για τους δύο Έλληνες και υπολογισμούς στο κουμπιουτεράκι με αντεγκλείσεις για τα δύο πανέμορφα κορίτσια. Αργά πιά καληνυχτίστηκαν τα δύο ζευγάρια και έδωσαν ραντεβού σε λίγες μέρες στο ίδιο μέρος. “ Φίλε πρόσεχε” ήταν η τελευταία κουβέντα του Μάνου αλλά ο Αντώνης ήταν πολύ μεθυσμένος αλλά και μαλάκας για να καταλάβει.
Από το ίδιο βράδυ η Νιντ ξεκίνησε το μπίρι μπίρι στον Αντωνάκη για το πόσο φτωχή ήταν η οικογένεια της και πόσο θα ανέβαινε στην εκτίμηση τους αν τους βοηθούσε πραγματικά. Οι επόμενες μέρες αναλώθηκαν σε περιπάτους στη γύρω περιοχή και τα ριζοχώραφα της. Ραγισε η καρδιά του Μεσσήνιου αγρότη βλέποντας τους Ταϋλανδους συναδέλφους του να δουλεύουν σαν τα σκυλιά για ένα κομμάτι ψωμί. Εκεί που κλονίστηκε τελείως ήταν όταν έμαθε για την μη ύπαρξη επιδοτήσεων......
Το συνεχές ψηστήρι της καριολίτσας και η απόλυτη εξαθλίωση των αγροτών της περιοχής μπρος στα μάτια του τον έκαναν να πάρει την μεγάλη απόφαση. Θα βοηθούσε και αυτός από την μεριά του έστω μία οικογένεια να ξεφύγει από την δυστυχία. Ολως τυχαίως θα ήταν αυτή της Νιντ. Ενα σχεδόν ολοκαίνουργιο ΤΟΥΟΤΑ HILUX του αποδημήσαντα εις Βούδα γείτονα farang , που από καιρό είχε βάλει στο μάτι η παμπόνηρη πουτανίτσα θα πάρκαρε μόνιμα πλέον έξω από το σπίτι της. Τα 450.000 μπατ που ήταν το εισόδημα του Αντώνη τόσο από τον ελαιώνα της Αλεξαινας όσο και από το ποτιστικό στο Κορακοβούνι έγιναν θυσία στο βωμό της καψούρας του.Ο πάγος έσπασε και ο σχεδόν συνομήλικος πατέρας της Νιντ τον αγκάλιασε και τον φίλησε.Ηταν σίγουρος πια ότι αποτελούσε μέλος της οικογένειας. Το βραδυνό sex με το κορίτσι του που κράτησε μέχρι να λαλήσουν τα κοκκόρια του Poutanohorbouri ήταν το καλύτερο της ζωής του.
Η επόμενη μέρα τον απόγευμα βρίσκει τον Αντώνη μόνο στο δρόμο για το μπαράκι. Θα έπινε μια μπυρίτσα μόνος του ώσπου να επιστρέψει η σχεδόν αραβωνιάρα του από κάτι φίλες που πήγε να χαιρετήσει. Για καλή του τύχη πετυχαίνει έξω από το διπλανό 7eleven τον Έλληνα φίλο του που μόλις είχε επιστρέψει από τα φυσιολατρικά του tour. “ Σε θέλω να μιλήσουμε” του είπε ο Μάνος και τον ακολούθησε στο μπαράκι. “Η τύπισα σε δουλεύει ψιλό γαζί “ ήταν τα πρώτα λόγια του προς το ερωτευμένο ζωντόβολο μόλις έφτασαν οι μπύρες. Ο Μάνος είχε τον τρόπο του και το teelak ξέρασε όλα όσα είχε συζητήσει το βράδυ της συνάντησης τους με την καριολίτσα συνάδελφο. “Ψέματα” “ψέματα” ούρλιαξε ο Μεσσήνιος καραγκιόζης που θύμησε τον ηρωϊκο Πρέκα στην γνωστή ταινία με τους Γερμανούς,και έκανε να σηκωθεί να φύγει. “ Θα την βρεις τώρα στο σπίτι του Tαϋλανδού ξάδελφου που δεν είναι και τόσο ξάδελφος. Πρόσεχε όμως φίλε” ήταν τα τελευταία λόγια του Μάνου που προφανώς δεν άκουσε. Με το αίμα να του έχει ανέβει στο κεφάλι και γαμοσταυρίζοντας έφυγε τρέχοντας για να την βρεί.
Η Νιντ μόλις έβγαινε από την πόρτα του αγαπημένου «ξαδελφου» που την αποχαιρέτησε με ένα καυτό φιλί. Δεν προλαβε να ξεπορτίσει και μια ομοβροντία από μανιώδη κλωτσομπουνίδια την έστειλαν αιμόφυρτη στο χώμα. Ο Ταϋλανδός γκόμενος αφού σκούπησε τα καινούργια του Nike air στο χαλάκι της εξώπορτας έκλεισε ανέμελος την πόρτα του..............
Καθισμένος αναπαυτικά στη θέση του μπροστά στη μπάρα του Χρηστάρα ο Αντώνης εξιστορεί την περιπέτεια του στον φίλο του. Εμβρόντητος αυτός τον παρακολουθεί και του δίνει το συμπέρασμα “ O καθένας εις το είδος του και εμείς στις Ρωσσίδες μας”. Η Γκέλλυ καρτερικά περίμενε το απολλωλός πρόβατος να του χαρίσει την θαλπωρή της ζεστής της αγκαλιάς για τα συνήθη 100 ευρουλάκια.
Την επόμενη μέρα το πρωϊ δύο ντενεκέδες λάδι φεύγαν από τα ΚΤΕΛ του Γαμηστρίου για να ταξιδέψουν προς την Βόρειο Ελλάδα για το φίλεμα του κολλητού. Ο Μάκης με μαγικές ενέργειες είχε κατορθώσει να σώσει τον Αντώνη από το λυντσαρισμα που θα έτρωγε από όλο το Poutanohorburi.........
ΤΕΛΟΣ