Ακούω ότι οι αρχές θ' αναγγείλουνε νέα μέτρα, και δη περιορισμούς του χρόνου εξόδου απ' το σπίτι, ώστε τα όργανα της αστυνόμευσης και της τάξης να 'ναι σε θέση να εξακριβώνουν κάθε φορά την κατάχρηση των υφιστάμενων μέτρων ή τη χρηστή τους εφαρμογή.
Η όλη φάση μού θυμίζει το παιχνίδι της μονόπολης ή του μουτζούρη, όπου η προσοχή των παικτών εστιάζεται στις ζημιές και στα κέρδη, εδραιώνοντας έναν τύπο αυτοματισμού που μπορεί ν' αναπαράγεται επ' αόριστον.
Οι αθλούμενοι κι οι αθλούμενες θα πηδούν το σκοινάκι της πυγμαχίας επιτόπου και μετρημένα, ρυθμίζοντας την αναπνοή τους με τον νοερό μετρονόμο του κράτους, ώσπου η όλη δραστηριότητα να μην διακρίνεται από τίποτα τεχνητό, αποκτώντας έναν ολότελα φυσικό χαρακτήρα.
Στην ερώτηση ας πούμε: "και γιατί διακόσιες επαναλήψεις κι όχι τριακόσιες ή τετρακόσιες;" οι αθλούμενοι θ' αποκρίνονται ότι οι διακόσιες επαναλήψεις αρκούν για την ημερήσια άσκησή τους, παρ' ότι δεν θα 'ναι σε θέση να υποστηρίξουν για ποιον λόγο οι τριακόσιες ή τετρακόσιες θ' αποβαίνουνε βλαβερές.
Στους έγκλειστους θα δοθεί ένας γνώμονας που θα τους επιτρέψει ν' αγωνίζονται υπό το πνεύμα της άμιλλας και του συναγωνισμού, χωρίς τεχνάσματα, απάτες και αυταπάτες:
οι διακόσιες λέξεις θα 'ναι αρκετές· ο καθένας κι η καθεμία θα μπορούν να φτιάξουν κοιλιακούς.
Γιατί το ζήτημα εδώ δεν είναι απλά οι κοιλιακοί, αλλά οι κοιλιακοί για τον καθένα και την καθεμία: έτσι, με τον περιορισμό που θα επιβάλουνε οι αρχές, το αγαθό των κοιλιακών θα καταστεί πρόσφορο στον καθένα, ανάγοντας τον κίνδυνο της αμφισβήτησης των μέτρων στην καθαρά τεχνική τους πλευρά.
Ναι, θα υπάρξουν οι ενοχλητικοί εκείνοι που θα θέσουν αυτή την ηλίθια ερώτηση: "και γιατί διακόσιοι κι όχι τριακόσιοι ή τετρακόσιοι;", για να αμφισβητηθεί η τάξη κι η ασφάλεια, και να ακολουθήσει πάλι ένας σχετικός χαμός.