«Επιβιβάστηκα στην Ανθούπολη. Στον Άγιο Αντώνιο επιβιβάστηκαν δύο νεαροί χωρίς μάσκα. Κάθισαν στα καθίσματα και έβαλαν και τα πόδια πάνω στα καθίσματα. Λέω στον ένα “βρε παλικάρι, έτσι κάθεσαι στο σπίτι σου και χωρίς μάσκα και βάζεις τα πόδια σου στο κάθισμα;”. Γυρνάει τότε και μου απαντάει: “εγώ έτσι κάθομαι στο σπίτι μου”. Του είπα κι εγώ “ωραίο σπίτι”.
Σηκώθηκε ο μεγαλύτερος και μου είπε: “Τι είπες στον αδελφό μου”. Σηκώθηκαν και οι δύο όρθιοι, σηκώθηκα κι εγώ γιατί φοβήθηκα. Επειδή είχε ένα τσαντάκι φοβήθηκα μήπως είχε κάποιο μαχαίρι, κάτι άλλο. Δεν κατέβηκα σε άλλο σταθμό, είπα θα κατεβώ στην Ομόνοια γιατί εκεί έχει πάντα κόσμο. Κατέβηκα στην Ομόνοια και την ώρα που ήταν να φύγει το τρένο βγήκαν και αυτοί, κράταγαν δύο κουτάκια αναψυκτικά. Πρώτα μου πέταξε ο ένας το ένα, ο άλλος το δεύτερο και την ώρα που πήγα να αποφύγω το δεύτερο, ο ένας ήρθε από πίσω, μου τράβηξε μια μπουνιά στο κεφάλι και στο σαγόνι, με ρίξανε κάτω και στη συνέχεια βαράγανε και με κλωτσάγανε», είπε ο 53χρονος σταθμάρχης.