Αφιερωμένο στον υπέρτατο μύστη ZeroTolerance.
Οι τραβεστί προτιμούν βλάχους
Αμέσως μετά το πέρας των παντελώς αποτυχημένων πενταετών σπουδών του στο τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών της Πάτρας, ο 23χρονος μανιακός βιβλιόφιλος Σπύρος Πετσάκης είχε την κάψα να μετακομίσει Αθήνα μιας και στην Πάτρα έμεινε και απτυχίωτος και παρθένος, αφού οι δέσμες και το μηχανογραφικό τον καταδίκασαν σε πουτσοσχολή με αντρογύναικες, αλλά το Παιδαγωγικό και η Νοσηλευτική ήταν σε άλλη δέσμη, την πάτησε σαν αγράμματος, δεν τα σκέφτεσαι αυτά στα 16, κι έτσι κατάφερε που λέτε να πείσει τους γονείς του ότι στην Αθήνα θα έβρισκε μια πιο ταιριαστή σχολή, για να μην τους πει ότι βασικά μπορεί να έβρισκε επιτέλους και γκόμενα.
Η αναζήτηση σπιτιού ήταν δύσκολη υπόθεση εκείνη την εποχή, μιας και τα νοίκια είχαν πάει στο θεό, αλλά να που αυτός βρήκε το ίδιο πρωί, καλά οι άλλοι μάλλον δεν ξέρουν να ψάχνουν, κι έτσι λίγο αργότερα άνοιγε την πόρτα του διαμερίσματος επί της Πειραιώς, όπου η εμφανώς πρεζού ιδιοκτήτρια Ντίνα, αγνώστων λοιπών στοιχείων, του παρέδιδε τα κλειδιά και τον διαβεβαίωνε ότι «συμβόλαιο δεν χρειάζεται, μην μπλέκουμε τώρα με δικηγόρους, είσαι και νέος στην πρωτεύουσα, είναι δύσκολη πόλη, αλλά σε συμπάθησα και θέλω να σε διευκολύνω, δώσε μου απλώς στο χέρι μια προκαταβολή 400 ευρώ και μετά θα περνάω την πρώτη κάθε μήνα να μου δίνεις 200, τζάμπα πράμα, κοίτα θέα στο μπαλκόνι, 5ος όροφος, ημιδιαμπερές, κανονικά το δίνω ένα χιλιάρικο αλλά χαλάλι, έχεις ξαναδεί ποτέ σου τόσα αυτοκίνητα, κι όσο για τους γείτονες είναι μόνο οικογένειες, ήσυχοι, άντε να ακούσεις κανένα γάβγισμα, αλλά με τέτοιο θόρυβο από την Πειραιώς ούτε αυτό θα ακούς, σου το υπογράφω, είναι λουκούμι το διαμέρισμα, ήσουν πολύ τυχερός που το πρόλαβες, κι αν χρειαστείς κάτι, μην μπλέκουμε τώρα με τηλέφωνα, έχουν πάει στο θεό οι χρεώσεις στα κινητά, ρωτάς τη διαχειρίστρια στον 4ο όροφο».
Με το που ξεπροβόδισε σαφέστατα ικανοποιημένος την Ντίνα με θερμή χειραψία και βαθιά υπόκλιση στην είσοδο της πολυκατοικίας, την είδε να χώνει τα διπλωμένα τέσσερα κατοστάρικα στη χερούκλα του μεθυσμένου εξηντάρη νταβά Χάρη με το κατακόκκινο πρόσωπο, το κατακίτρινο μπουφάν ΑΕΚ και το καταπράσινο παπάκι. Αφού τα μέτρησε φτύνοντάς τα ένα-ένα, της έριξε κι ένα ξεγυρισμένο χαστούκι, μάλλον επειδή θα είχε ξεχάσει το κράνος της, ή μήπως νόμιζε ο κύριος ότι με χρέωσε παραπάνω, ή λες να φταίει το γεγονός ότι δεν μου έδωσε συμβόλαιο και φοβάται μήπως δεν είμαι τυπικός στις υποχρεώσεις μου, κι όσο νάναι δεν βάζεις σπίτι σου όποιον νάναι, κάτσε να πάω να του εξηγήσω, «συγγνώμη, κύριε, αλλά δεν φταίει σε τίποτα η κυρία Ντίνα, υπήρξε άψογη η συνεργασία μας, κι όσο για μένα είμαι τύπος και υπογραμμός, έχω φέρει και τυπωμένες τις συστάσεις από την προηγούμενη ιδιοκτήτρια», και του έπιασε το μάγουλο γελώντας ο κύριος Χάρης, «ναι, αγόρι μου, όλα κομπλέ, οι γυναίκες και το κοτόπουλο θέλουν χέρι, θα τα μάθεις σιγά-σιγά, θα περάσω αύριο για τα 200 μόνος μου, χωρίς τη Χρύσα», μα πρώτη του μήνα μου είπε η κυρία Ντίνα, μήπως αναφέρεστε σε κάποια άλλη κυρία Χρύσα, και σήμερα είναι 22 Μαρτίου, «όχι, αγόρι μου, λάθος τα κατάλαβες όλα, αύριο ξεκινάει ο μήνας, είναι Δευτέρα, εμείς έχουμε άλλο ημερολόγιο, ο μήνας έχει 7 μέρες, κάθε Δευτέρα πρωί θα σου χτυπάω το κουδούνι να κατέβεις, και φρόντισε να το ακούς και να κατεβαίνεις γρήγορα, γιατί έχω κι άλλα νοίκια, κατάλαβες, έλα εσύ μωρή κάμπια τώρα, ανέβα να σε πάω για το φιξάκι σου», κι έβαλε πρώτη για να φύγει, με την Ντίνα/Χρύσα να κοιτάει χαμένη στο κενό, με μια κόκκινη παλάμη αποτυπωμένη πάνω στο αριστερό της μάγουλο.
Η επιστροφή στην πολυκατοικία τον βρήκε αντιμέτωπο με την ώριμη διαχειρίστρια Παλόμα να τον καλωσορίζει και να του ανακοινώνει σε έντονο ύφος ότι αμέλησε να πληρώσει τα κοινόχρηστα Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου που ανέρχονται σε 400 ευρώ, μα μόλις το νοίκιασα, «α, να με συγχωρείς, νεαρέ, αλλά τα χρέη δεν διαγράφονται έτσι εύκολα εδώ, θα μου τα φέρεις στις 5 το απόγευμα στον τέταρτο όροφο, κουδούνι Παλόμα, να έχω προλάβει να φρεσκαριστώ κιόλας», κι άντε τώρα να βρεις τέσσερα κατοστάρικα μέσα σε 8 ώρες, θα πω στη μάνα να μου βάλει λεφτά να πάρω κρεβάτι για να μην κοιμάμαι στο πάτωμα, και μέχρι να έρθει να μου το καθαρίσει τον άλλο μήνα κάτι θα σκαρφιστώ, ή μήπως να επιστρατεύσω τη γοητεία μου και να τα ρίξω στην κυρία Παλόμα για να γλιτώσω τα κοινόχρηστα, «μα έλα μέσα, αγόρι μου, ποια κοινόχρηστα τώρα, μην αγχώνεσαι», α είχε δίκιο η κυρία Ντίνα ότι είναι φιλική η διαχειρίστρια, «έλα να κάτσουμε στον καναπέ να μου πεις για τη ζωή σου», κοίτα να δεις που η καργιόλα έπεσε χωρίς να προσπαθήσω καν, όχι σαν την ξινή γεροντοκόρη την Αμαλία στην Πάτρα, «δεν τα φοβάσαι τα σκυλάκια, έτσι; Ναι, αυτά ακούγονται από μέσα, τέσσερα πανέμορφα ντόμπερμαν, κάποιος πρέπει να με φυλάει κι εμένα, και μιας και είπα φυλάει, κάτσε να βγάλω το μπουρνούζι μου για να το φυλάξω στην ντουλάπα μου, τι κάνεις εκεί, μου ξέρασες πάνω στον καναπέ, ε τώρα θα σε γαμήσω ρε πούστη μαζί με τα σκυλιά», και όπου φύγει-φύγει ο Σπύρος.
Η απόρριψη ήταν λέξη μάλλον άγνωστη στην Παλόμα, κι έτσι το άλλο πρωί που έβγαλε βόλτα τα σκυλιά, πέτυχε τον Σπύρο στην είσοδο να περιμένει να δώσει το νοίκι, και δεν έχασε χρόνο, πούστη τον ανέβαζε, πούστη τον κατέβαζε, «πίπηηη, πίπααα» του φώναζε γελώντας σαν μανιακή, αλλά το βούλωσε μόλις τον είδε να σκάει το 200άρι στον Χάρη, που της έκανε νόημα να πλησιάσει χωρίς τα σκυλιά, «πού είναι τα 400 για τα κοινόχρηστα, τι έπεσαν οι δουλειές, μωρή ψώλα, θα μας πεις ότι είχες και περίοδο», κι άρπα την αριστερή παλάμη να προσγειώνεται στο δεξί μάγουλο, «θα περάσω αύριο το πρωί, και το παλικάρι άσ’ το ήσυχο, θα έχεις να κάνεις μαζί μου».
Η επιστροφή στην πολυκατοικία συνέπεσε με την ταυτόχρονη άφιξη μιας εντυπωσιακής πανύψηλης ξανθιάς, με την οποία πήραν μαζί το ασανσέρ, «α, καλώς το αγόρι το ζουμπουρλούδικο, εσύ θα είσαι ο νέος γείτονας… Και δεν έρχεσαι για έναν καφέ να κάτσουμε στον καναπέ, να μου πεις για τη ζωή σου;», ρε κοίτα πώς γυρνάει η πουτάνα η τύχη, από τον τραβελόπουστα στη μουνάρα μια μέρα δρόμος, γαμώ την Πάτρα και τις αμόρφωτες μηχανολόγες με τα μουστάκια, δες εδώ καλλιεργημένη γκόμενα, καλά αυτή έχει περισσότερα βιβλία κι από μένα, α είστε και ποιήτρια, και μάλιστα αριστερή αν κρίνω από το τεράστιο πορτρέτο του κυρίου Στάλιν, πώς σας λένε, Άλκη Ζαίο, α τώρα χτυπήσατε φλέβα, μου θυμίζει την Άλκη Ζέη, είναι η αγαπημένη μου συγγραφέας ξέρετε, μήπως έχετε κάποια συγγένεια; «Άλκη από το Άλκης, αγόρι μου, κάτσε να ξεντυθώ λίγο γιατί κάνει ζέστη εδώ μέσα, τι κάνεις εκεί, μου ξέρασες πάνω στον καναπέ, ε τώρα θα σε γαμήσω ρε πούστη».