Και μετά από λιγες μερες βρισκομουν στο Berlin. Ετσι απλα και χωρις να το καταλαβω βρισκομουν εξω από το αεροδρόμιο Schoenefeld, στο κρυο με τη Σοφία, να περιμενουμε το λεωφορείο που θα μας πηγαινε ως εκει που θα περναμε το U bahn. Και μετα ο καθενας το δρομο του.
Την Ακρόπολη δεν την ειδε η Σοφια. Δεν ειχα ορεξη να ανεβω ως εκει. Πέρασε όμως καλα. Χαλαρωσε, ξεκουραστηκε.
Φτανοντας σπιτι πεταξα τα πραγματα μου οπου βρήκα και πηρα τηλεφωνο το Νίκο τον Αλβανό.
-Δικε μου ειμαι στο Βερολίνο, τι λες θα πιουμε κανα καφε αυριο να τα πουμε ?
-Ναι ρε φιλε εννοειτε. Που και πότε ?
-Εσενα που σε βολευει ? Εγω αυριο και μεθαυριο δεν δουλευω.
-Ωραια θα σε παρω αυριο να σου πω.
Την επομενη δωσαμε ραντεβου κατά τις 1 το μεσημερι σε ένα ελληνικο καφενειο στο Schoneberg. Mε ρωτησε πως περασα στην Ελλάδα, τον ρωτησα τι κάνει με τη δουλεια που μου ειχε πει ότι ετοιμαζε.
Aρχισε να μου λεει τα σχεδια του. Ηθελε να ανοιξει ένα εργαστηριο παρασκευης σφολιατοειδων. Τυροπιτες, σπανακοπιτες, μπουγάτσες, κρουασαν και παει λεγοντας. Τα οποια αρχικα σκοπευε να πουλαει χοντρικη στα ελληνικα εστιατορια του Βερολινου και των γυρω περιοχων και αργότερα αν πηγαινε καλα η δουλεια να εκανε κι ένα μαγαζί λιανικής πωλησης σε καποια από της κεντρικες περιοχές της πολης.
Σαν ιδεα μου αρεσε.
-Καλη η ιδεα σου, του ειπα, αλλα χρειαζονται πάνω από 30000 ευρω. Τα εχεις ? Κι εμενα τι με θελεις ? Τι θα κάνω εγώ ?
-Εσενα σε θελω να αναλαβεις τη διανομη. Εχεις διπλωμα επαγγελματικο, μιλας αγγλικά και λιγα γερμανικα κι εχεις και το μπλα-μπλα. Δεν θα σου είναι δυσκολο να τους πειθεις να αγοραζουν. Μιλαμε ότι θα φτιαχνουμε καλα προιοντα ετσι. Μα δεν σε θελω μόνο για οδηγό. Σε θέλω και συνεταίρο. Να βαλεις καποια λεφτα και να εχεις μεριδιο από τα κερδη.
-Σαν ποσα λεφτά θελεις να βαλω ?
-Ξερω εγω ? Εσυ τι μπορεις ? 5000, 10000, 12000.
-Που να τα βρω ρε μαλάκα αυτά τα λεφτα ? Και πες ότι τα βρισκω, εσυ εχεις τα υπολοιπα ?
-Όχι αμεσα, αλλα μπορω να τα βρω. Θυμάσαι τον Μαροκινο και τον Βουλγαρο που ειχαμε συναντηθει στο Kreuzberg ?
-Κατι θυμαμαι.
-Ε, με αυτους ετοιμαζω μια δουλεια, δεν μπορώ να σου πω τι ακριβως αν παει καλα μεχρι το καλοκαιρι θα εχω τα λεφτά.
-Τι δουλεια είναι παλι αυτή ?
-Σου ειπα πως δεν μπορω να σου πω, αλλα εχε μου εμπιστοσυνη.
-Μαλακιες φιλε. Εγω χρειαζομαι κατι χειροπιαστο, κατι σιγουρο. Ασε που δεν εχω τα λεφτα που θελεις να επενδυσω.
Ηπια την τελευταία γουλια από τον καφέ μου, χαιρετησα το Νίκο κι εφυγα για το σπιτι. Στη διαδρομη εφαγα ένα ντονερ και σταμάτησα να πιω δυο μπυρες σε μια μπυραρια. Όπως καθομουν στο μπαρ ρουφοντας αργα την μπυρα μου και καπνιζοντας το ένα camel μετα το άλλο, σκεφτομουν τις επομενες κινησεις μου. Στο μαγαζι του Ηρακλή δεν το εβλεπα να καθομαι για πολύ καιρο ακομα. Δεν την παλευα με την γριά. Κατι αλλο επρεπε να βρω, αλλα δεν με έπαιρνε να κατσω για μερες χωρις δουλεια. Ειχα χαλασει όλα μου τα λεφτα στο ταξίδι στην Ελλάδα και ημουν σχεδον αφραγκος. Καλος μαλάκας εισαι, ειπα στον ευατό μου, να περιμενεις να σε "σωσει" o Aλβανος...
Η ωρα πλησιαζε 5 το απογευμα. Στο μαγαζι ήμουν εγω στη μια ακρη του μπαρ κι ενας παππους ανω των 60 στην άλλη ακρη. Ζητησα από την ψιλο-μπαζόλα μπαργουμαν, την οποια την εκοβα στην ηλικια μου, να μου φερει ακομα μια μπύρα. Μου εφερε την μπυρα και μου ειπε κατι στα γερμανικά. Της απαντησα ότι θα ηταν καλυτερα να μιλαμε στα αγγλικα γιατι τα γερμανικα μου δεν είναι τόσο καλα. Και πιασαμε την κουβεντα στα αγγλικα………….