Μηπως θα επρεπε τοτε να αναφερθω στους βολβους?ναι, το χοντρό μπιζέλι χορεύει τσιφτετέλι χορεύει τσιφτετέλι στο χορό των μπιζελιών
You are using an out of date browser. It may not display this or other websites correctly.
You should upgrade or use an alternative browser.
You should upgrade or use an alternative browser.
Φυτά - Λουλούδια
- Μέλος που άνοιξε το νήμα Dawn
- Ημερομηνία ανοίγματος
- Απαντήσεις 55
- Εμφανίσεις 12K
- Tagged users Καμία
- Βλέπουν το thread αυτή τη στιγμή 1 άτομα (0 μέλη και 1 επισκέπτες)
Επισκέπτης
τσιμπα να χυσεις απο φιλο συναγωνιστη το λινκ..γαμάνε οι βολβοί πλάκα πλάκα
βολβοί και αναρριχώμενα, πεθαίνωωωω
Επισκέπτης
αγαπητε αυτο δεν νοειται σαν δουλεια..και ποιος ειναι ο φιλος συναγωνιστης του λινκ......σας χασαμε κυρια βομβα....παραθετω και αλλες φωτογραφιες απο τη δουλεια και απο τη βεραντα μου....
εργασια & χαρα λεμε..
εισαι ωραιος..
Υ.Γ κανα καλο σκανκ παιζει???
κανα καλο τρυπακι???
Συγκρατησουυυυυυυυυυυ...αααααααααααααααααα δεν μπορώωωω
Γκότζι - Lycium barbarum
http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Lycium_Barbarum_2.jpg[/img[/URL]]
Γκότζι (Goji) είναι η κοινή ονομασία ενός φρούτου, που παράγεται από δύο πολύ συγγενικά μεταξύ τους είδη: το Lycium barbarum και το L. chinense, δύο είδη που ανήκουν στην οικογένεια των σολανοειδών (Solanaceae). Είναι ενδημικά είδη της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ασίας.
Στην αγγλική λέγεται wolfberry και είναι γνωστό με πολλά ακόμη ονόματα, αλλά άσχετα με τη γεωγραφική προέλευση τού φυτού, οι ονομασίες Γκότζι του Θιβέτ και Γκότζι των Ιμαλαΐων είναι οι πιο κοινές που χρησιμοποιούνται στο εμπόριο υγιεινών τροφίμων, για προϊόντα που προέρχονται από αυτά τα φυτά. To Lycium barbarum, καλλιεργείται σε όλο τον κόσμο και είναι περιζήτητο για τις θεραπευτικές και τις ευεργετικές του ιδιότητες.
Τα είδη του γκότζι είναι φυλλοβόλα, πολυετή φυτά, με ξυλώδη κορμό και φτάνουν σε ύψος από 1 μέχρι 4 μέτρα. Το Lycium chinense καλλιεργείται στο νότιο τμήμα της Κίνας και συνήθως είναι πιο κοντό, ενώ το Lycium barbarum καλλιεργείται στα βόρεια, κυρίως στην αυτόνομη περιοχή Ningxia Hui, και είναι ψηλότερο. Το Lycium barbarum φτάνει σε ύψος από 2,5 έως 4 μέτρα, και ανθίζει κατά τους μήνες Ιούνιο έως Αύγουστο. Μπορεί να αναπτυχθεί σε αμμώδη και αργιλώδη εδάφη που είναι θρεπτικά φτωχά, και σε ηλιόλουστους ή ημισκιερούς τόπους.
Τα φύλλα του γκότζι σχηματίζονται επάνω στους βλαστούς και είναι είτε εναλλασσόμενα είτε σε δέσμες των τριών ή περισσοτέρων. Το σχήμα τους είναι ή λογχοειδές (σαν πλατιά αιχμή δόρατος) ή ωοειδές (σαν αβγό). Έχουν διαστάσεις περίπου 7 εκ. μήκος με 3,5 εκ. πλάτος και οι άκρες τους είναι τραχιές ή κυκλικές.
Επάνω στα στελέχη σχηματίζονται από ένα μέχρι τρία άνθη, που έχουν 1 με 2 εκ. πλάτος. Ο κάλυκας (που τελικά διαρρηγνύεται από το αναπτυσσόμενο μούρο) αποτελείται από πέταλα σε σχήμα καμπάνας ή σωληνωτά, που διαμορφώνονται σε μικρούς, τριγωνικούς λοβούς. Η στεφάνη του κάλυκα, που σχηματίζεται από τα πέταλα του άνθους, έχει χρώμα μοβ ή πορφυρό, με πλάτος 9 με 14 χιλιοστά και διαθέτει πέντε ή έξι λοβούς μικρότερους από το σωλήνα. Οι στήμονες διαθέτουν ανθήρες που ανοίγουν. Στο βόρειο ημισφαίριο, η ανθοφορία παρατηρείται από τον Ιούνιο ως το Σεπτέμβριο και η ωρίμανση των καρπών από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο, ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος, το υψόμετρο και το κλίμα.
Αυτά τα είδη παράγουν μούρα σε έντονο πορτοκαλο-κόκκινο χρώμα και ελλειψοειδές σχήμα 1–2-cm μήκος και είναι πολύ τρυφερά και μαλακά. Ο αριθμός των σπόρων σε κάθε μούρο ποικίλει ανάλογα με την ποικιλία και το μέγεθος του καρπού, περιέχοντας 10-60 μικροσκοπικούς κίτρινους σπόρους, που βρίσκονται συμπιεσμένοι μέσα σε καμπύλο έμβρυο.
Η καταγωγή του κοινού αγγλικού ονόματος "wolfberry" είναι άγνωστη, και ίσως προκύπτει από σύγχυση με το όνομα του γένους (Lycium), που ταιριάζει με τη λέξη "Lycos", ελληνική λέξη για το λύκο (wolf). Στον αγγλόφωνο κόσμο, η λέξη "goji berry" έχει χρησιμοποιηθεί από τις αρχές του 21ου αιώνα ως συνώνυμο της "wolfberry". Η λέξη "goji" είναι προφορά της gouqi στην Ταϊβάν Hokkien, το επίσημο καθαρευουσιάνικο κινεζικό όνομα του φυτού, που αναπτύχθηκε στη Δύση για τα εν λόγω εμπορικά προϊόντα wolfberry.
Lycium είναι το όνομα του γένους, που προέρχεται από την αρχαία νότιο-ανατολική περιοχή της Λυκίας. Το Lycium chinense περιγράφεται για πρώτη φορά από τον Σκοτσέζο βοτανολόγο Philip Miller στην όγδοη έκδοση του βιβλίου του "Το Λεξικό του Κηπουρού", που δημοσιεύθηκε το 1768.
Το γκότζι έχει ιστορία πολλών αιώνων χρήσης στην Κίνα, όπου εκτιμάται ιδιαίτερα για τις ιατρικές, θεραπευτικές και ευεργετικές ιδιότητές του. Μεταξύ άλλων θεωρείται ισχυρό αντιγηραντικό και ενισχυτικό της μακροζωίας. Ως επιβεβαίωση αυτής της άποψης, άνθρωποι που ζουν σε κάποιες περιοχές της Κίνας, όπου το φυτό καλλιεργείται και χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό, απολαμβάνουν ένα πολύ υψηλό προσδόκιμο ζωής και μια καλή γενική υγεία.
Τα γκότζι δεν βρίσκονται σχεδόν ποτέ φρέσκα, εκτός από τις περιοχές παραγωγής τους, και συνήθως πωλούνται σε ανοιχτά κουτιά και μικρές συσκευασίες, σε ξηρά μορφή. Ο βαθμός αποξήρανσης ποικίλλει στα γκότζι: κάποιοι καρποί παραμένουν μαλακοί και κάπως κολλώδεις, όπως οι σταφίδες, ενώ άλλοι μπορεί να είναι πολύ σκληροί.
Η γεύση από τα γκότζι μοιάζει με της σταφίδας, αφήνοντας και μια μικρή αίσθηση ντομάτας. Μπορούν να φαγωθούν ωμά ή να μαγειρευτούν. Οι Κινέζοι κάνουν σούπες με αυτό το μούρο και παρασκευάζουν επίσης ένα κρασί. Τα φύλλα και οι τρυφεροί βλαστοί καταναλώνονται ως λαχανικό. Ως τρόφιμο, τα αποξηραμένα γκότζι, παραδοσιακά μαγειρεύονται πριν την κατανάλωση. Τα ξερά γκότζι προστίθενται συχνά σε ρύζι congee και ζελέ αμυγδάλου. Χρησιμοποιείται επίσης σε κινέζικες τονωτικές σούπες, σε συνδυασμό με κοτόπουλο ή χοιρινό κρέας, με λαχανικά, ή μαζί με άλλα βότανα, όπως άγρια γλυκοπατάτα, και με τη ρίζα γλυκόριζας. Οι καρποί επίσης βράζονται για τσάι, συχνά μαζί με άνθη χρυσάνθεμου ή και κόκκινα τζίτζιφα, ή με κάποιο άλλο βότανο για τσάι, και είναι διαθέσιμοι και σε συσκευασίες ως τσάι. Επίσης, παράγονται διάφορα κρασιά που περιέχουν γκότζι, και μερικά από αυτά είναι μίγμα σταφυλιού και γκότζι.
Τα γκότζι θεωρούνται ως μια από τις πλουσιότερες φυσικές πηγές θρεπτικών συστατικών. Περιέχουν βήτα-Καροτίνη, βιταμίνη C, βιταμίνη Β1 και Β2, καθώς και μια σειρά άλλων βιταμινών, μεταλλικά στοιχεία, αντιοξειδωτικά και αμινοξέα. Το γκότζι περιέχει πολλούς υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, λιπαρά και διατροφικές ίνες απαραίτητα για το σώμα. Τα εκατό γραμμάρια μεταποιημένου μούρου περιέχει 370 θερμίδες. Στην εμπορική πρακτική υποστηρίζουν ότι οι πολυσακχαρίτες που περιέχουν τα προϊόντα από γκότζι, μεταξύ των οποίων αρκετοί "χυμοί γκότζι», έχουν εκτεταμένα βιολογικά οφέλη για την υγεία, αν και κανένας από τους ισχυρισμούς αυτούς δεν έχει αποδειχθεί από ιατρική έρευνα. Στην παραδοσιακή κινεζική ιατρική χρησιμοποιούν τα φύλλα σε συνδυασμό με το φλοιό της ρίζας για να παρασκευάσουν ένα τσάι. Το γκότζι μπορεί να καταναλωθεί σε καθημερινή βάση, για να προσφέρει γενική ευεξία.
Το φυτό Lycium barbarum μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως φράχτης και να σταθεροποιήσει αμμώδη εδάφη, γιατί σχηματίζει γερές ρίζες και αναπτύσσεται σε αμμώδη εδάφη.
-------------
Στέβια - Stevia rebaudiana
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Stevia_rebaudiana_flowers.jpg[/img[/URL]]
Η Στέβια (Stevia) είναι ένα γένος φυτών που αποτελείται από 240 περίπου είδη αρωματικών και θάμνων και ανήκει στην οικογένεια των ηλίανθων (Asteraceae). Συναντάται σε υποτροπικές και τροπικές περιοχές της δυτικής Βόρειας και Νότιας Αμερικής. Το είδος της Stevia rebaudiana, κοινώς γνωστό ως γλυκό φύλλο (sweetleaf, sweet leaf, sugarleaf) ή απλά Στέβια είναι διαδεδομένο ως καλλιέργεια για τα γλυκά του φύλλα. Σαν γλυκαντική ουσία και σαν υποκατάστατο της ζάχαρης, η γεύση της Stevia έχει μια πιο αργή έναρξη και μεγαλύτερη διάρκεια από εκείνη της ζάχαρης, αν και ορισμένα από τα αποστάγματά της μπορεί να έχουν μια πικρή ή σαν γλυκόριζας επίγευση σε υψηλές συγκεντρώσεις.
Καθώς τα αποστάγματά της έχουν έως και 300 φορές τη γλυκύτητα της ζάχαρης, η Stevia έχει συγκεντρώσει την προσοχή με την αύξηση της ζήτησης εναλλακτικών τροφίμων χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες και ζάχαρη. Η ιατρική έρευνα έχει δείξει επίσης πιθανά οφέλη από τη Stevia στη θεραπεία της παχυσαρκίας και της υπέρτασης. Επειδή η Stevia έχει αμελητέα επίδραση στην γλυκόζη του αίματος, είναι ελκυστική ως φυσική γλυκαντική ουσία για ανθρώπους που ακολουθούν διατροφή με ελεγχόμενη ποσότητα υδατανθράκων.
Πολιτικές αντιπαραθέσεις και ανησυχίες για την υγεία έχουν περιορίσει τη διαθεσιμότητα της Stevia σε πολλές χώρες. Για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες την απαγόρευσαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εκτός αν χαρακτηρίζονταν ως συμπλήρωμα, αλλά το 2008 ενέκριναν το εκχύλισμα rebaudioside-A ως πρόσθετο τροφίμων. Ορισμένες χώρες εξακολουθούν να περιορίζουν ή να απαγορεύουν τη χρήση της μέχρι την αξιολόγηση υφιστάμενων εφαρμογών. Η Stevia χρησιμοποιείται ευρέως ως γλυκαντικό στην Ιαπωνία, τη Νότια Αμερική, την Ελβετία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και περιοχές της Ασίας.
Το γένος Stevia αποτελείται από 240 είδη φυτών, ενδημικά της Νότιας Αμερική, της Κεντρικής Αμερικής και του Μεξικό, με πολλά είδη που βρέθηκαν μέχρι τη βόρειο Αριζόνα, το Νέο Μεξικό και το Τέξας. Για πρώτη φορά είχαν ερευνηθεί από τον Ισπανό γιατρό και βοτανολόγο Pedro Jaime Esteve, και η λέξη stevia είναι η εκλατινισμένη μορφή του επωνύμου του. Η χρήση των γλυκών ειδών της S. rebaudiana από τον άνθρωπο προέρχεται από τη Νότια Αμερική. Τα φύλλα του φυτού Stevia έχουν 30-45 φορές τη γλυκύτητα του καλαμοσάκχαρου ή σακχαρόζης, της συνηθισμένης δηλ. επιτραπέζιας ζάχαρης. Τα φύλλα μπορούν να καταναλωθούν φρέσκα ή να χρησιμοποιηθούν σε τσάι και τρόφιμα.
Το 1899, ο Ελβετός βοτανολόγος Moises Santiago Bertoni, κατά την έρευνά του στην Ανατολική Παραγουάη περιγράφει για πρώτη φορά το φυτό και τη γλυκιά του γεύση με λεπτομέρεια. Αλλά, μόνο περιορισμένη έρευνα διεξήχθη για το θέμα, όταν το 1931, δύο Γάλλοι χημικοί απομόνωσαν τα γλυκοειδή (glycosides) που δίνουν στη Stevia τη γλυκιά γεύση της. Οι ενώσεις αυτές ονομάστηκαν stevioside και rebaudioside, και είναι 250-300 φορές πιο γλυκές από τη ζάχαρη, με σταθερή θερμοκρασία, σταθερό pH, και χωρίς ζυμώσεις. Η ακριβής δομή των γλυκοειδών (aglycone και glycoside) δημοσιεύθηκε το 1955.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, η Ιαπωνία ξεκίνησε την καλλιέργεια Stevia ως εναλλακτική λύση αντικατάστασης των τεχνητών γλυκαντικών ουσιών, όπως κυκλαμικό και ζαχαρίνη (cyclamate, saccharin), τα οποία θεωρήθηκαν ύποπτα ως καρκινογόνες ουσίες. Τα φύλλα του φυτού, το υδατοειδές υγρό εκχύλισμα των φύλλων, και τα καθαρά γλυκοειδή χρησιμοποιήθηκαν ως γλυκαντικά. Από τότε που η ιαπωνική εταιρεία Morita Kagaku Kogyo Co., Ltd. παρασκεύασε το πρώτο εμπορικό γλυκαντικό από Stevia στην Ιαπωνία το 1971, οι Ιάπωνες χρησιμοποιούν Stevia στα τρόφιμα, στα αναψυκτικά (περιλαμβανομένης της Coca Cola) και για επιτραπέζια χρήση. Η Ιαπωνία σήμερα καταναλώνει Stevia περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα, με τη Stevia να κατέχει το 40 % στην αγορά γλυκαντικών. Σήμερα η Stevia καλλιεργείται και χρησιμοποιείται στα τρόφιμα και σε άλλες χώρες όπως την ανατολική Ασία, συμπεριλαμβανομένης της Κίνα (από το 1984), την Κορέα, την Ταϊβάν, την Ταϊλάνδη και τη Μαλαισία. Μπορεί επίσης να βρεθεί στο Saint Kitts and Nevis, σε ορισμένα μέρη της Νότιας Αμερικής (Βραζιλία, Κολομβία, Περού, Παραγουάη και Ουρουγουάη) και στο Ισραήλ. Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας παράγωγων στέβης στον κόσμο.
Στη φύση, τα είδη της Stevia φυτρώνουν σε διαφορετικές ημι-άνυδρες περιοχές, που μπορεί να είναι από λιβάδια και βοσκοτόπια μέχρι ορεινές τοποθεσίες. Η Stevia παράγει σπόρους, αλλά μόνο ένα μικρό ποσοστό από αυτούς βλασταίνουν. Η φύτευση κλωνοποιημένων μοσχευμάτων στέβιας είναι μια πιο αποτελεσματική μέθοδος αναπαραγωγής.
Για αιώνες, οι φυλές Guarani της Παραγουάης, της Βολιβίας και της Βραζιλίας χρησιμοποιούσαν Stevia, που την έλεγαν ka'a he'e (γλυκό βότανο), ως γλυκαντική ουσία σε yerba mate και σε ιαματικά τσάγια για να θεραπεύσουν την καούρα (στομαχιού) και άλλες ασθένειες.
Μια πιο πρόσφατη ιατρική έρευνα έδειξε πιθανότητες αντιμετώπισης της παχυσαρκίας και της υπέρτασης. Η Stevia έχει αμελητέα επίδραση στην γλυκόζη του αίματος, και βελτιώνει ακόμα και την ανοχή του οργανισμού σε γλυκόζη, γι' αυτό είναι ελκυστική ως φυσική γλυκαντική ουσία στους διαβητικούς, άλλα και σε ανθρώπους που κάνουν διατροφή με χαμηλά ποσοστά υδατανθράκων.
Έχει προταθεί ακόμα και ως πιθανή θεραπεία της οστεοπόρωσης με τον ισχυρισμό ότι μειώνεται κατά 75% η πιθανότητα θραύσης στα κελύφη των αβγών του κοτόπουλου, αν προστεθεί στην τροφή τους ένα μικρό ποσοστό σκόνης από φύλλα στέβιας
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι χοίροι που τρέφονται με εκχύλισμα στέβιας έχουν διπλάσια περιεκτικότητα ασβεστίου στο κρέας τους, αλλά δεν έχουν επαληθευτεί αυτοί οι ισχυρισμοί.
http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Lycium_Barbarum_2.jpg[/img[/URL]]
Γκότζι (Goji) είναι η κοινή ονομασία ενός φρούτου, που παράγεται από δύο πολύ συγγενικά μεταξύ τους είδη: το Lycium barbarum και το L. chinense, δύο είδη που ανήκουν στην οικογένεια των σολανοειδών (Solanaceae). Είναι ενδημικά είδη της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ασίας.
Στην αγγλική λέγεται wolfberry και είναι γνωστό με πολλά ακόμη ονόματα, αλλά άσχετα με τη γεωγραφική προέλευση τού φυτού, οι ονομασίες Γκότζι του Θιβέτ και Γκότζι των Ιμαλαΐων είναι οι πιο κοινές που χρησιμοποιούνται στο εμπόριο υγιεινών τροφίμων, για προϊόντα που προέρχονται από αυτά τα φυτά. To Lycium barbarum, καλλιεργείται σε όλο τον κόσμο και είναι περιζήτητο για τις θεραπευτικές και τις ευεργετικές του ιδιότητες.
Τα είδη του γκότζι είναι φυλλοβόλα, πολυετή φυτά, με ξυλώδη κορμό και φτάνουν σε ύψος από 1 μέχρι 4 μέτρα. Το Lycium chinense καλλιεργείται στο νότιο τμήμα της Κίνας και συνήθως είναι πιο κοντό, ενώ το Lycium barbarum καλλιεργείται στα βόρεια, κυρίως στην αυτόνομη περιοχή Ningxia Hui, και είναι ψηλότερο. Το Lycium barbarum φτάνει σε ύψος από 2,5 έως 4 μέτρα, και ανθίζει κατά τους μήνες Ιούνιο έως Αύγουστο. Μπορεί να αναπτυχθεί σε αμμώδη και αργιλώδη εδάφη που είναι θρεπτικά φτωχά, και σε ηλιόλουστους ή ημισκιερούς τόπους.
Τα φύλλα του γκότζι σχηματίζονται επάνω στους βλαστούς και είναι είτε εναλλασσόμενα είτε σε δέσμες των τριών ή περισσοτέρων. Το σχήμα τους είναι ή λογχοειδές (σαν πλατιά αιχμή δόρατος) ή ωοειδές (σαν αβγό). Έχουν διαστάσεις περίπου 7 εκ. μήκος με 3,5 εκ. πλάτος και οι άκρες τους είναι τραχιές ή κυκλικές.
Επάνω στα στελέχη σχηματίζονται από ένα μέχρι τρία άνθη, που έχουν 1 με 2 εκ. πλάτος. Ο κάλυκας (που τελικά διαρρηγνύεται από το αναπτυσσόμενο μούρο) αποτελείται από πέταλα σε σχήμα καμπάνας ή σωληνωτά, που διαμορφώνονται σε μικρούς, τριγωνικούς λοβούς. Η στεφάνη του κάλυκα, που σχηματίζεται από τα πέταλα του άνθους, έχει χρώμα μοβ ή πορφυρό, με πλάτος 9 με 14 χιλιοστά και διαθέτει πέντε ή έξι λοβούς μικρότερους από το σωλήνα. Οι στήμονες διαθέτουν ανθήρες που ανοίγουν. Στο βόρειο ημισφαίριο, η ανθοφορία παρατηρείται από τον Ιούνιο ως το Σεπτέμβριο και η ωρίμανση των καρπών από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο, ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος, το υψόμετρο και το κλίμα.
Αυτά τα είδη παράγουν μούρα σε έντονο πορτοκαλο-κόκκινο χρώμα και ελλειψοειδές σχήμα 1–2-cm μήκος και είναι πολύ τρυφερά και μαλακά. Ο αριθμός των σπόρων σε κάθε μούρο ποικίλει ανάλογα με την ποικιλία και το μέγεθος του καρπού, περιέχοντας 10-60 μικροσκοπικούς κίτρινους σπόρους, που βρίσκονται συμπιεσμένοι μέσα σε καμπύλο έμβρυο.
Η καταγωγή του κοινού αγγλικού ονόματος "wolfberry" είναι άγνωστη, και ίσως προκύπτει από σύγχυση με το όνομα του γένους (Lycium), που ταιριάζει με τη λέξη "Lycos", ελληνική λέξη για το λύκο (wolf). Στον αγγλόφωνο κόσμο, η λέξη "goji berry" έχει χρησιμοποιηθεί από τις αρχές του 21ου αιώνα ως συνώνυμο της "wolfberry". Η λέξη "goji" είναι προφορά της gouqi στην Ταϊβάν Hokkien, το επίσημο καθαρευουσιάνικο κινεζικό όνομα του φυτού, που αναπτύχθηκε στη Δύση για τα εν λόγω εμπορικά προϊόντα wolfberry.
Lycium είναι το όνομα του γένους, που προέρχεται από την αρχαία νότιο-ανατολική περιοχή της Λυκίας. Το Lycium chinense περιγράφεται για πρώτη φορά από τον Σκοτσέζο βοτανολόγο Philip Miller στην όγδοη έκδοση του βιβλίου του "Το Λεξικό του Κηπουρού", που δημοσιεύθηκε το 1768.
Το γκότζι έχει ιστορία πολλών αιώνων χρήσης στην Κίνα, όπου εκτιμάται ιδιαίτερα για τις ιατρικές, θεραπευτικές και ευεργετικές ιδιότητές του. Μεταξύ άλλων θεωρείται ισχυρό αντιγηραντικό και ενισχυτικό της μακροζωίας. Ως επιβεβαίωση αυτής της άποψης, άνθρωποι που ζουν σε κάποιες περιοχές της Κίνας, όπου το φυτό καλλιεργείται και χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό, απολαμβάνουν ένα πολύ υψηλό προσδόκιμο ζωής και μια καλή γενική υγεία.
Τα γκότζι δεν βρίσκονται σχεδόν ποτέ φρέσκα, εκτός από τις περιοχές παραγωγής τους, και συνήθως πωλούνται σε ανοιχτά κουτιά και μικρές συσκευασίες, σε ξηρά μορφή. Ο βαθμός αποξήρανσης ποικίλλει στα γκότζι: κάποιοι καρποί παραμένουν μαλακοί και κάπως κολλώδεις, όπως οι σταφίδες, ενώ άλλοι μπορεί να είναι πολύ σκληροί.
Η γεύση από τα γκότζι μοιάζει με της σταφίδας, αφήνοντας και μια μικρή αίσθηση ντομάτας. Μπορούν να φαγωθούν ωμά ή να μαγειρευτούν. Οι Κινέζοι κάνουν σούπες με αυτό το μούρο και παρασκευάζουν επίσης ένα κρασί. Τα φύλλα και οι τρυφεροί βλαστοί καταναλώνονται ως λαχανικό. Ως τρόφιμο, τα αποξηραμένα γκότζι, παραδοσιακά μαγειρεύονται πριν την κατανάλωση. Τα ξερά γκότζι προστίθενται συχνά σε ρύζι congee και ζελέ αμυγδάλου. Χρησιμοποιείται επίσης σε κινέζικες τονωτικές σούπες, σε συνδυασμό με κοτόπουλο ή χοιρινό κρέας, με λαχανικά, ή μαζί με άλλα βότανα, όπως άγρια γλυκοπατάτα, και με τη ρίζα γλυκόριζας. Οι καρποί επίσης βράζονται για τσάι, συχνά μαζί με άνθη χρυσάνθεμου ή και κόκκινα τζίτζιφα, ή με κάποιο άλλο βότανο για τσάι, και είναι διαθέσιμοι και σε συσκευασίες ως τσάι. Επίσης, παράγονται διάφορα κρασιά που περιέχουν γκότζι, και μερικά από αυτά είναι μίγμα σταφυλιού και γκότζι.
Τα γκότζι θεωρούνται ως μια από τις πλουσιότερες φυσικές πηγές θρεπτικών συστατικών. Περιέχουν βήτα-Καροτίνη, βιταμίνη C, βιταμίνη Β1 και Β2, καθώς και μια σειρά άλλων βιταμινών, μεταλλικά στοιχεία, αντιοξειδωτικά και αμινοξέα. Το γκότζι περιέχει πολλούς υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, λιπαρά και διατροφικές ίνες απαραίτητα για το σώμα. Τα εκατό γραμμάρια μεταποιημένου μούρου περιέχει 370 θερμίδες. Στην εμπορική πρακτική υποστηρίζουν ότι οι πολυσακχαρίτες που περιέχουν τα προϊόντα από γκότζι, μεταξύ των οποίων αρκετοί "χυμοί γκότζι», έχουν εκτεταμένα βιολογικά οφέλη για την υγεία, αν και κανένας από τους ισχυρισμούς αυτούς δεν έχει αποδειχθεί από ιατρική έρευνα. Στην παραδοσιακή κινεζική ιατρική χρησιμοποιούν τα φύλλα σε συνδυασμό με το φλοιό της ρίζας για να παρασκευάσουν ένα τσάι. Το γκότζι μπορεί να καταναλωθεί σε καθημερινή βάση, για να προσφέρει γενική ευεξία.
Το φυτό Lycium barbarum μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως φράχτης και να σταθεροποιήσει αμμώδη εδάφη, γιατί σχηματίζει γερές ρίζες και αναπτύσσεται σε αμμώδη εδάφη.
-------------
Στέβια - Stevia rebaudiana
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Stevia_rebaudiana_flowers.jpg[/img[/URL]]
Η Στέβια (Stevia) είναι ένα γένος φυτών που αποτελείται από 240 περίπου είδη αρωματικών και θάμνων και ανήκει στην οικογένεια των ηλίανθων (Asteraceae). Συναντάται σε υποτροπικές και τροπικές περιοχές της δυτικής Βόρειας και Νότιας Αμερικής. Το είδος της Stevia rebaudiana, κοινώς γνωστό ως γλυκό φύλλο (sweetleaf, sweet leaf, sugarleaf) ή απλά Στέβια είναι διαδεδομένο ως καλλιέργεια για τα γλυκά του φύλλα. Σαν γλυκαντική ουσία και σαν υποκατάστατο της ζάχαρης, η γεύση της Stevia έχει μια πιο αργή έναρξη και μεγαλύτερη διάρκεια από εκείνη της ζάχαρης, αν και ορισμένα από τα αποστάγματά της μπορεί να έχουν μια πικρή ή σαν γλυκόριζας επίγευση σε υψηλές συγκεντρώσεις.
Καθώς τα αποστάγματά της έχουν έως και 300 φορές τη γλυκύτητα της ζάχαρης, η Stevia έχει συγκεντρώσει την προσοχή με την αύξηση της ζήτησης εναλλακτικών τροφίμων χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες και ζάχαρη. Η ιατρική έρευνα έχει δείξει επίσης πιθανά οφέλη από τη Stevia στη θεραπεία της παχυσαρκίας και της υπέρτασης. Επειδή η Stevia έχει αμελητέα επίδραση στην γλυκόζη του αίματος, είναι ελκυστική ως φυσική γλυκαντική ουσία για ανθρώπους που ακολουθούν διατροφή με ελεγχόμενη ποσότητα υδατανθράκων.
Πολιτικές αντιπαραθέσεις και ανησυχίες για την υγεία έχουν περιορίσει τη διαθεσιμότητα της Stevia σε πολλές χώρες. Για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες την απαγόρευσαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εκτός αν χαρακτηρίζονταν ως συμπλήρωμα, αλλά το 2008 ενέκριναν το εκχύλισμα rebaudioside-A ως πρόσθετο τροφίμων. Ορισμένες χώρες εξακολουθούν να περιορίζουν ή να απαγορεύουν τη χρήση της μέχρι την αξιολόγηση υφιστάμενων εφαρμογών. Η Stevia χρησιμοποιείται ευρέως ως γλυκαντικό στην Ιαπωνία, τη Νότια Αμερική, την Ελβετία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και περιοχές της Ασίας.
Το γένος Stevia αποτελείται από 240 είδη φυτών, ενδημικά της Νότιας Αμερική, της Κεντρικής Αμερικής και του Μεξικό, με πολλά είδη που βρέθηκαν μέχρι τη βόρειο Αριζόνα, το Νέο Μεξικό και το Τέξας. Για πρώτη φορά είχαν ερευνηθεί από τον Ισπανό γιατρό και βοτανολόγο Pedro Jaime Esteve, και η λέξη stevia είναι η εκλατινισμένη μορφή του επωνύμου του. Η χρήση των γλυκών ειδών της S. rebaudiana από τον άνθρωπο προέρχεται από τη Νότια Αμερική. Τα φύλλα του φυτού Stevia έχουν 30-45 φορές τη γλυκύτητα του καλαμοσάκχαρου ή σακχαρόζης, της συνηθισμένης δηλ. επιτραπέζιας ζάχαρης. Τα φύλλα μπορούν να καταναλωθούν φρέσκα ή να χρησιμοποιηθούν σε τσάι και τρόφιμα.
Το 1899, ο Ελβετός βοτανολόγος Moises Santiago Bertoni, κατά την έρευνά του στην Ανατολική Παραγουάη περιγράφει για πρώτη φορά το φυτό και τη γλυκιά του γεύση με λεπτομέρεια. Αλλά, μόνο περιορισμένη έρευνα διεξήχθη για το θέμα, όταν το 1931, δύο Γάλλοι χημικοί απομόνωσαν τα γλυκοειδή (glycosides) που δίνουν στη Stevia τη γλυκιά γεύση της. Οι ενώσεις αυτές ονομάστηκαν stevioside και rebaudioside, και είναι 250-300 φορές πιο γλυκές από τη ζάχαρη, με σταθερή θερμοκρασία, σταθερό pH, και χωρίς ζυμώσεις. Η ακριβής δομή των γλυκοειδών (aglycone και glycoside) δημοσιεύθηκε το 1955.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, η Ιαπωνία ξεκίνησε την καλλιέργεια Stevia ως εναλλακτική λύση αντικατάστασης των τεχνητών γλυκαντικών ουσιών, όπως κυκλαμικό και ζαχαρίνη (cyclamate, saccharin), τα οποία θεωρήθηκαν ύποπτα ως καρκινογόνες ουσίες. Τα φύλλα του φυτού, το υδατοειδές υγρό εκχύλισμα των φύλλων, και τα καθαρά γλυκοειδή χρησιμοποιήθηκαν ως γλυκαντικά. Από τότε που η ιαπωνική εταιρεία Morita Kagaku Kogyo Co., Ltd. παρασκεύασε το πρώτο εμπορικό γλυκαντικό από Stevia στην Ιαπωνία το 1971, οι Ιάπωνες χρησιμοποιούν Stevia στα τρόφιμα, στα αναψυκτικά (περιλαμβανομένης της Coca Cola) και για επιτραπέζια χρήση. Η Ιαπωνία σήμερα καταναλώνει Stevia περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα, με τη Stevia να κατέχει το 40 % στην αγορά γλυκαντικών. Σήμερα η Stevia καλλιεργείται και χρησιμοποιείται στα τρόφιμα και σε άλλες χώρες όπως την ανατολική Ασία, συμπεριλαμβανομένης της Κίνα (από το 1984), την Κορέα, την Ταϊβάν, την Ταϊλάνδη και τη Μαλαισία. Μπορεί επίσης να βρεθεί στο Saint Kitts and Nevis, σε ορισμένα μέρη της Νότιας Αμερικής (Βραζιλία, Κολομβία, Περού, Παραγουάη και Ουρουγουάη) και στο Ισραήλ. Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας παράγωγων στέβης στον κόσμο.
Στη φύση, τα είδη της Stevia φυτρώνουν σε διαφορετικές ημι-άνυδρες περιοχές, που μπορεί να είναι από λιβάδια και βοσκοτόπια μέχρι ορεινές τοποθεσίες. Η Stevia παράγει σπόρους, αλλά μόνο ένα μικρό ποσοστό από αυτούς βλασταίνουν. Η φύτευση κλωνοποιημένων μοσχευμάτων στέβιας είναι μια πιο αποτελεσματική μέθοδος αναπαραγωγής.
Για αιώνες, οι φυλές Guarani της Παραγουάης, της Βολιβίας και της Βραζιλίας χρησιμοποιούσαν Stevia, που την έλεγαν ka'a he'e (γλυκό βότανο), ως γλυκαντική ουσία σε yerba mate και σε ιαματικά τσάγια για να θεραπεύσουν την καούρα (στομαχιού) και άλλες ασθένειες.
Μια πιο πρόσφατη ιατρική έρευνα έδειξε πιθανότητες αντιμετώπισης της παχυσαρκίας και της υπέρτασης. Η Stevia έχει αμελητέα επίδραση στην γλυκόζη του αίματος, και βελτιώνει ακόμα και την ανοχή του οργανισμού σε γλυκόζη, γι' αυτό είναι ελκυστική ως φυσική γλυκαντική ουσία στους διαβητικούς, άλλα και σε ανθρώπους που κάνουν διατροφή με χαμηλά ποσοστά υδατανθράκων.
Έχει προταθεί ακόμα και ως πιθανή θεραπεία της οστεοπόρωσης με τον ισχυρισμό ότι μειώνεται κατά 75% η πιθανότητα θραύσης στα κελύφη των αβγών του κοτόπουλου, αν προστεθεί στην τροφή τους ένα μικρό ποσοστό σκόνης από φύλλα στέβιας
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι χοίροι που τρέφονται με εκχύλισμα στέβιας έχουν διπλάσια περιεκτικότητα ασβεστίου στο κρέας τους, αλλά δεν έχουν επαληθευτεί αυτοί οι ισχυρισμοί.
Βρε μόρτες πολύ με ενδιαφέρουν αυτά του "εσωτερικού". Έσεις φαίνεται ότι γνωρίζεται πράγματα και θάματα.
Για μαρτυρήστε λοιπόν ! Στο 1μ + φυτό , τι παίζει , τι προτείνεται ως ανθεκτικότερο ? Αλλά και γενικότερα σε εσωτερικού ποια γνώμη έχετε ?
Για μαρτυρήστε λοιπόν ! Στο 1μ + φυτό , τι παίζει , τι προτείνεται ως ανθεκτικότερο ? Αλλά και γενικότερα σε εσωτερικού ποια γνώμη έχετε ?
Παχυπόδιο - Pachypodium spp.
http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Pachypodium_lamieri1MTFL_2.jpg[/img[/URL]]
Το Παχυπόδιο (Pachypodium) είναι ένα γένος από οπώδη και ακανθώδη δέντρα και θάμνους, ενδημικά της Αφρικής. Αποτελείτε από 20 με 24 είδη και ανήκει στη μεγάλη οικογένεια Apocynaceae. Όπως όλα τα είδη αυτής της οικογένειας - οι χυμοί του Pachypodium είναι δηλητηριώδεις για τον άνθρωπο. Η λέξη Παχυπόδιο (Pachypodium) έχει ελληνική προέλευση. Προέρχεται από τις λέξεις "παχύς" και "πόδι" και αναφέρεται στο χοντρό στέλεχος ή τη βολβώδη βάση του φυτού (caudex).
Στην πλειονότητά τους προέρχονται από τη Μαγαδασκάρη, ενώ κάποια άλλα από τη Nότια Αφρική. Ο κορμός του, που έχει συνήθως σχήμα μπουκαλιού, είναι κυρίως μονήρης και πλατύς. Το ύψος του κυμαίνεται από μικρό μέχρι έξι και μέχρι δέκα μέτρα (όπως το P. lamerii και το P. geayi) και είναι οπλισμένο με ισχυρά αγκάθια ταξινομημένα κατά ζεύγη. Ενώ στην κορυφή του διαθέτει μια ροζέτα από μακριά φύλλα (όπως τα φοινικοειδή... απ' όπου προέρχεται και η κοινή ονομασία 'φοίνικας της Μαγαδασκάρης' για μερικά είδη). Ανθίζουν τα πιο ώριμα φυτά, που μπορεί να είναι και 10 χρόνων ή και περισσότερο αν προέρχονται από σπόρο, και όπως τα περισσότερα είδη της οικογένειας Apocynaceae είναι ογκώδη και επιβλητικά.
Όλα τα Παχυπόδια είναι παχύφυτα φυτά που εμφανίζουν σε διάφορους βαθμούς τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των φυτών με παχύ κορμό που συγκρατεί νερό στο εσωτερικό (παχύκορμα) και των φυτών με αγκάθια. Αυτά είναι τα πιο γενικά χαρακτηριστικά του γένους και μπορούν να θεωρηθούν χαρακτηριστικά προς εξαφάνιση.
Παχύκορμος κορμός μορφολογικά είναι ένας διογκωμένος κορμός που αποθηκεύει νερό για να επιβιώσει το φυτό στις εποχιακές ξηρασίες ή στις περιστασιακές περιόδους αφυδάτωσης των ριζών όταν βρίσκονται εκτεθειμένες, σε ξηρό έδαφος ή πετρώδες περιβάλλον. Ωστόσο υπάρχει μεγάλη ποικιλία στις συνήθειες των κορμών των φυτών αυτών. Όλα τα Παχυπόδια εμφανίζουν παχύκορμη ανάπτυξη. Η ποικιλία στις συνήθειές τους διαφέρει στα ναναοειδή φυτά, στους θάμνους με σχήμα μπουκαλιού και στα δέντρα.
Το δεύτερο γενικό χαρακτηριστικό των παχυπόδιων είναι τα αγκάθια. Φυτρώνουν είτε σε ζεύγη είτε σε συστάδες των τριών και σχηματίζουν δαχτυλίδια γύρω από τον κορμό ή σπείρες. Τα αγκάθια μεγαλώνουν μαζί με τα φύλλα. Αναπτύσσονται για ένα μικρό διάστημα και μετά σταματούν και αρχίζουν να σκληραίνουν. Τα αγκάθια δεν ανανεώνονται κι έτσι η αποσάθρωση και τα χτυπήματα μπορεί να ξεκολλήσουν όλα τα αγκάθια εκτός από τα νεαρά και να αφήσουν τον κορμό και τα κλαδιά λεία.
Σε κάποιο βαθμό τα κλαδιά είναι χαρακτηριστικό του γένους. Χρειάζεται σύνεση και προσοχή για να εξασφαλιστεί ότι το χαρακτηριστικό αυτό θα περάσει και στις επόμενες γενιές. Το φυτό Pachypodium namaquanum είναι συνήθως χωρίς κλαδιά. Το Pachypodium brevicaule δεν έχει ξεκάθαρα κλαδιά και πιθανώς να έχει εξελιχθεί σε μια εναλλακτική μορφή κλαδιών με τη μορφή όζων, στους οποίους πάνω αναπτύσσονται τα φύλλα. τα αγκάθια και τα άνθη. Τα Παχυπόδια γενικότερα έχουν λίγα κλαδιά. Μιας και οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη των κλαδιών ποικίλουν ευρέως ακόμα και σε μικρές περιοχές, φυτά που ανήκουν στο ίδιο είδος εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία στη μορφολογία των κλαδιών.
Σε αντίθεση με πολλά μέλη της Apocynaceae, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων μελών του επιφανειακά παρόμοιου Adenium, τα είδη Pachypodium δεν εκκρίνουν γαλακτώδες λατέξ. Αντιθέτως, ο χυμός είναι πάντοτε διαυγής.
Ο Φοίνικας της Μαγαδασκάρης (Pachypodium lamrei) είναι χυμώδες στέλεχος και προέρχεται από τη Μαδαγασκάρη. Έχει μεγάλα αγκάθια και μακριά φύλλα που φυτρώνουν κυρίως (μόνο) στην κορυφή του φυτού. Το φυτό φέρει μεγάλα αρωματικά λουλούδια. Είναι εντυπωσιακά, προσαρμόζονται εύκολα και σε συνθήκες καλλιέργειας μπορούν να αναπτυχθούν και να πολλαπλασιαστούν.
Το Pachypodium lamerei έχει ψηλό κορμό, χρώματος γκρι-ασημί και είναι καλυμμένο με σουβλερά αγκάθια, που φτάνουν τα 6 εκατοστά μήκος. Τα μακριά, λεπτά φύλλα του φυτρώνουν μόνο στην κορυφή του κορμού του, σαν φοινικόδεντρο. Σπάνια έχει βραχίονες. Ωστόσο τα φυτά που αναπτύσσονται σε εξωτερικό χώρο μπορούν να φτάσουν πάνω από 6 μέτρα ύψος, ενώ όσα βρίσκονται σε εσωτερικό χώρο συνήθως ψηλώνουν 1,2 με 1,8 μέτρα.
Τα φυτά που μεγαλώνουν έξω, θα εμφανίσουν μεγάλα, άσπρα, αρωματικά άνθη στην κορυφή του φυτού. Αλλά σπάνια ανθίζουν σε εσωτερικό χώρο.
---------
[b]Φυσαλίς - Physalis[/b]
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Physalis-alkekengi_2.jpg[/img[/URL]]
Η Φυσαλίς (Physalis) είναι ένα γένος ανθοφόρων φυτών που ανήκει στην οικογένεια των σολανοειδών (Solanaceae), ενδημικό στα ζεστά κλίματα και τις υποτροπικές περιοχές όλου του κόσμου. Το γένος αυτό έχει εξίσου καλλωπιστική και φαγώσιμη χρήση, ανάλογα με το είδος και είναι ευρέως καλλιεργούμενο σε όλο τον κόσμο. Το χαρακτηριστικό του γένους είναι οι μικροί πορτοκαλί καρποί του που όλοι μοιάζουν στο μέγεθος, το σχήμα και την κατασκευή με μικρές ντομάτες, με τη διαφορά ότι βρίσκονται (μερικώς ή εντελώς) εσώκλειστοι σε έναν μεγάλο φλοιό με χάρτινη υφή, που προέρχεται από τον κάλυκα. Πολλά είδη του φυτού Φυσαλίς αποκαλούνται "groundcherries" (μτφρ.: χαμοκέρασα). Ένα όνομα για την Physalis peruviana είναι Cape gooseberry (μτφρ.: λαγοκερασιά του Ακρωτηρίου). Δεν πρέπει όμως να συγχέεεται με την πλειοψηφία των λαγοκερασιών, που ανήκουν στο γένος Ribes.
Είναι ποώδη φυτά που αναπτύσσονται 0.4–3 μ. σε ύψος, παρόμοια στην κοινή ντοματιά - που είναι συγγενής τους - αλλά συνήθως με πιο σκληρά και πιο ευθυτενή κοτσάνια. Μπορεί να είναι είτε εποχιακά είτε πολυετή. Τα περισσότερα απαιτούν ήλιο όλη μέρα και μέτριες έως πολύ ζεστές θερμοκρασίες. Κάποια είδη είναι ευαίσθητα στην παγωνιά, αν και κάποια άλλα όπως το P. alkekengi (Κινέζικο φαναράκι) είναι ανθεκτικά σε δριμύ κρύο όταν πέσουν σε αδράνεια το χειμώνα.
Η Φυσαλίς τυπικά αναπτύσσει ελαφρώς τριχωτά φύλλα, παχιά κοτσάνια και ντελικάτα πορτοκαλοκίτρινα άνθη. Όταν ο καρπός αναπτυχθεί, ωριμάζει μεσα σε ένα φουσκωτό κέλυφος. Τα χρώματά του ποικίλουν και συνήθως είναι κόκκινο, πορτοκαλί ή κίτρινο ή κάποιες φορές πιο εξωτικό όπως το μωβ.
Οι καρποί κάποιων ειδών είναι φαγώσιμοι κι έχουν μια ελαφριά οξύτητα στη γεύση όπως οι ντομάτες. Κάποιοι έχουν νότες από τροπικά φρούτα όπως ο ανανάς ενώ άλλοι έχουν πιο γήινη γεύση. Οι καρποί της Φυσαλίς μπορούν να φαγωθούν χωρίς δισταγμό ωμοί και κομμένοι σε σαλάτες, μαγειρεμένοι, τηγανητοί, σαν σάλτσα, αποξηραμένοι και μαγειρεμένοι σαν κομπόστες ή μαρμελάδες. Κάποιες ποικιλίες είναι πιο ευχάριστες στη γεύση με ήπια γλυκύτητα, ενώ άλλες είναι πολύ γλυκές. Συγκεκριμένα τα Tomatillo (Physalis ixocarpa) είναι πολύ δημοφιλή στη Λατινική Αμερική και πλούσια σε βιταμίνη C, κάτι που τα κάνει εξαιρετικά για μια καλή διατροφή.
Στην Κινέζικη ιατρική, η Φυσαλίς χρησιμοποιείται σαν φάρμακο για τα αποστήματα, το βήχα, τον πυρετό και τον πονόλαιμο καθώς και για άλλα πράγματα. Η P. subglabrata θεωρείται από κάποιους παραισθησιογόνο φυτό και η καλλιέργειά του για σκοπούς άλλους εκτός του καλλωπιστικού είναι παράνομη στη Λουιζιάνα των Η.Π.Α. Ωστόσο, η χρήση του σαν παραισθησιογόνο δεν είναι πολύ διαδεδομένη.
Η Physalis peruviana, κοινώς γνωστή ως απλά Φυσαλίς, είναι ενδημική της Νοτίου Αμερικής, αλλά καλλιεργήθηκε στη Νότιο Αφρική στο Ακρωτήρι της Καλής ελπίδας κατά το 1800, όπου και απέκτησε την ονομασία cape gooseberry. Ο καρπός είναι ένα μικρό στρογγυλό μούρο, περίπου στο μέγεθος ενός βώλου, με πολλούς μικρούς κίτρινους σπόρους. Όταν είναι ώριμο είναι γλυκό κι έχει έντονο κίτρινο χρώμα που το κάνει ιδανικό για σνακ, πίτες και μαρμελάδες. Είναι δημοφιλές στις φρουτοσαλάτες και κάποιες φορές συνδυάζεται με το αβοκάντο. Το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του είναι το περικάρπιο με τη χάρτινη υφή που περιβάλλει κάθε καρπό. Εξαιτίας της διακοσμητικής εμφάνισης του καρπού το φυτό χρησιμοποιείται κάποιες φορές σε εστιατόρια σαν εξωτική γαρνιτούρα στα επιδόρπια. Αν ο καρπός μείνει μέσα στο χάρτινο περικάρπιο, ο χρόνος ζωής του σε θερμοκρασία δωματίου είναι 30-45 μέρες.
Η Physalis alkekengi ή αλλιώς Κινέζικο φανάρι, είναι εύκολα αναγνωρίσιμη από το ανοιχτό πορτοκαλί η κόκκινο χάρτινο περικάρπιο που μοιάζει με τα κινέζικα φαναράκια. Είναι ένα φυτό ενδημικό από την νότια Ευρώπη έως την νότια Ασία και την Ιαπωνία. Είναι ένα ποώδες πολυετές φυτό που μεγαλώνει 40–60 εκ. σε ύψος, τα φύλλα του φυτρώνουν με σπειροειδή ταξινόμηση και έχουν 6-12 εκ. μήκος και 4-9 εκ. πλάτος. Τα άνθη του είναι λευκά και σχηματίζουν μια λοβωτή στεφάνη πλάτους 10-15 χιλιοστών. Έχει έναν βασικό φουσκωτό κάλυκα που ωριμάζει μέσα στο χαρτοειδές πορτοκαλί περίβλημα με 4-5 εκ. μήκος και πλάτος.
Είναι ένα δημοφιλές καλλωπιστικό φυτό το οποίο έχει την ιδιότητα να εξαπλώνεται αρκετά εξαιτίας του ριζικού του συστήματος που απλώνει τις ρίζες του σε αρκετή απόσταση από το σημείο που αρχικά έχει φυτευτεί. έχει ξεφύγει από τα καλλιεργήσιμα όριά του σε πολλές περιοχές ανά τον κόσμο. Είναι φαγώσιμο αλλά έχει και ιατρικές χρήσεις, όμως λόγω κάποιων παρενεργειών όπως οι αποβολές και ο κοιλόπονος, πρέπει να χρησιμοποιείται με μέτρο.
Η νεκρή πια αρχαία γλώσσα των Δακών έχει αφήσει λίγα ίχνη, αλλά ο Πεδανιός Διοσκουρίδης στο έργο του "Περί Ύλης Ιατρικής" κάνει λόγο για ένα φυτό που λέγεται Στρύχνος άλικακάβος, το οποίο από τους Δάκες ονομαζόταν kykolis (ή cycolis). Κάποιοι θεώρησαν πως αυτό το φυτό είναι η Physalis alkekengi, αλλά η Ashwagandha (Withania somnifera) προτάθηκε σαν εναλλακτικός υποψήφιος για τη θέση και όντως αυτό το ευρέως διαδεδομένο φυτό με φαρμακευτικές ιδιότητες φαίνεται πως ταιριάζει καλύτερα σε εκείνο που αναφέρει ο Διοσκουρίδης.
Physalis ixocarpa (Tomatillo). Αυτό το πολυετές είναι ενδημικό του Μεξικού και χρησιμοποιούνταν από τους Αζτέκους. Αντίθετα με τους καρπούς από άλλα είδη Φυσαλίς, το περίβλημα του καρπού των Tomatillo που μοιάζει με Κινέζικα φαναράκια --στην περίπτωση αυτή γεμάτα με "μικρά πράσινα ντοματάκια" (1-2" διάμετρο) με μια γεύση τάρτας που εμφανίζεται μόλις μαγειρευτούν. Είναι βασικό συστατικό της Μεξικάνικης σάλτσας verde.
----------------
[b]
Κηροπηγή - Ceropegia[/b]
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Ceropegia_sandersonii_5a.jpg[/img[/URL]]
Οι Κηροπηγές είναι μια ενδιαφέρουσα ομάδα φυτών που έχουν τραβήξει αρκετή από την προσοχή των βοτανολόγων, των φυτοκόμων, των κηπουρών και άλλων παθιασμένων με τα παχύφυτα. Ο Carl Linnaeus, ήταν ο πρώτος που περιέγραψε το γένος αυτό, στο βιβλίο του "Species plantarum" το 1753, κι έγραψε ότι τα φυτά έδειχναν σαν συντριβάνια από κερί. Από αυτό προέρχεται το επιστημονικό όνομα: ‘keros’ δηλαδή κερί και ‘pege’ δηλαδη πηγή (Pooley, 1998). Έχουν πολλές κοινές ονομασίες όπως φαναρολούλουδο, ομπρελολούλουδο, λουλούδι αλεξίπτωτο, ο αυλός του Βουσμάνου, κορδόνι από καρδιές, αναρριχητικό κολιέ, λουλούδι προφυλακτικό.
Το γένος Κηροπηγή ανήκει στην υποοικογένεια Asclepiadoideae, της οικογένειας Apocynaceae. Είδη αυτού του γένους εμφανίζουν ομοιότητες με τις Σταπέλιες (Stapelia spp.) Υπάρχουν περίπου 160 με 200 είδη Κηροπηγής ανά τον κόσμο και συναντώνται ευρέως στα Κανάρια Νησιά, την Αφρική, τη Μαγαδασκάρη, την Αραβία, την Ινδία, τη Σρι Λάνκα, τη νότια Κίνα, την Ινδονησία, τις Φιλιππίνες, τη Νέα Γουινέα και στην Αυστραλία.
Πολλά είδη Κηροπηγής χρησιμοποιούνται ως καλλωπιστικά φυτά σε εσωτερικούς χώρους και κάποια από αυτά είναι διαθέσιμα στο εμπόριο. Μπορούν να πολλαπλασιαστούν με σπόρους ή μοσχεύματα. Πολλά είδη της Κηροπηγής έχουν εδώδιμους κονδύλους.
Μερικά από αυτά τα πολυετή φυτά έχουν χυμώδεις βλαστούς, που μπορεί να είναι αναρριχώμενοι ή να έρπουν και να δημιουργούν ινώδεις ρίζες, αν και κάποια είδη από τα Κανάρια Νησιά αναπτύσσονται προς τα πάνω. Σε κάποια είδη, όπως η Ceropegia woodii, οι κορμοί πρήζονται στη βάση και οι ρίζες ομοίως εκτείνονται για να σχηματίσουν κονδύλους κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Τα φύλλα είναι απλά και αντικριστά και μπορεί να είναι ελάχιστα ή να απουσιάζουν τελείως. Ειδικά σε συγκεκριμένα παχύυφυτα είδη, τα φύλλα μπορεί να είναι επίσης χοντρά και σαρκώδη. Τα είδη με τις πυκνές, σαρκώδεις ρίζες έχουν αργή ανάπτυξη.
Τα άνθη εμφανίζονται είτε μεμονωμένα είτε σε συστάδες. Τα χρώματά τους είναι κόκκινο, μοβ, κίτρινο, πράσινο ή συνδυασμός αυτών. Έχουν πέταλα που σχηματίζουν μια σωληνοειδή στεφάνη κάλυκα άνθους, συχνά είναι κολλημένα στις άκρες, σχηματίζοντας έναν μικρό θόλο που μοιάζει με ομπρέλα, ή κλουβί. Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό της Κηροπηγής είναι ότι οι σωλήνες των ανθών έχουν μικρές κλωστές που κρέμονται από την κορυφή προς τα κάτω σχηματίζοντας παγίδα για τις μικρές μύγες. Όταν οι μύγες προσελκύονται στο άνθος από τη μυρωδιά, δεν μπορούν να αποδράσουν μέχρι οι κλωστές να μαραθούν. Έτσι όταν αποδράσουν τελικά, η γύρη του άνθους της Κηροπηγής έχει προσκολληθεί στα σώματά τους.
Η Ceropegia stapeliiformis είναι ένα ανθοφόρο φυτό του γένους Ceropegia (Apocynaceae), ενδημικό της Νότιας Αφρικής και της Ζουαζιλάνδη. Η Ceropegia stapeliiformis είναι ένα είδος περικοκλάδας που έρπει στο έδαφος ή αναρριχάται, είναι οπώδες με ινώδεις ρίζες (που αναπτύσσονται όπου τα κοτσάνια ακουμπήσουν στο έδαφος) και έχει διαυγείς χυμούς. Τα φύλλα είναι μικροσκοπικά και υποτυπώδη και πέφτουν γρήγορα α πό τα κοτσάνια. Τα άνθη έχουν 5-7εκ. μήκος και χαρακτηριστικό σχήμα χωνιού. Το χρώμα τους είναι λευκό-πρασινωπό με καφετί βούλες ή ραβδώσεις. Τα πέταλα που περιβάλλουν το στόμιο είναι απλώνονται ελεύθερα και έχουν τρίχες. Ο καρπός του είναι σαν κουκούλι με κονδύλους. Το είδος αυτό απλώνει τις ρίζες τους συχνά σε έδαφος με μούχλα από φύλλα, σε σημεία προστατευμένα κάτω από θάμνους.
Η Ceropegia sandersonii είναι ένα ανθοφόρο φυτό του γένους Ceropegia (Apocynaceae), ενδημικό της Μοζαμβίκης, της Νότιας Αφρικής και της Ζουαζιλάνδης. Κοινές ονομασίες: φυτό-αλεξίπτωτο, φυτό-συντριβάνι, φυτό-ομπρέλα. Η Ceropegia sandersonii είναι ένα έρπον, λεπτό φυτό, σχεδόν ατριχό, με διάσπαρτα οπώδη φύλλα. Οι ρίζες σχηματίζουν πυκνές ατρακτοειδείς συστάδες. Τα χαρακτηριστικά λευκοπράσινα άνθη σε σχήμα χωνιού έχουν μήκος 5-7εκ. και βρίσκονται πάνω σε λεπτά κοτσάνια. Λόγω του ότι τα πέταλα που σχηματίζουν στεφάνη κάλυκα στα άνθη είναι μερικώς ενωμένα, το άνοιγμα των λουλουδιών κατά κάποιο τρόπο εμποδίζεται. Οι άκρες από τα πέταλα δεν χωρίζονται και σχηματίζουν μια σκεπή σαν θολωτή ομπρέλα πάνω από το λουλούδι, καθώς το ενωμένο κάτω μέρος σχηματίζει τον σωλήνα. Τα ανοίγματα ανάμεσα στα πέταλα αναφέρονται και ως παράθυρα και από εκεί προκύπτει και το όνομα παραθυρολούλουδα, που επίσης χρησιμοποιείται για αυτό το είδος (Weberling, 1992). Το άνθος προσφέρει και μια βιολογική παγίδα για τις μύγες καθώς αυτές είναι και ο επικονιαστής του. Παγιδεύει τις μύγες κατά την είσοδό τους στο σωληνοειδές άνθος και μικρές κλωστές που ξεκινούν από την κορυφή και έχουν κάθετη φορά, εμποδίζουν την έξοδο των εντόμων. Εφόσον παγιδευτεί, το θύμα γεμίζει εκτενώς με γύρη και αφήνεται ελεύθερο μόνο όταν το άνθος και οι κλωστές μαραθούν και χαλαρώσουν.
Η Ceropegia woodii είναι ένα ανθοφόρο φυτό του γένους Ceropegia (Apocynaceae), ενδημικό της Νότιας Αφρικής, Ζουαζιλάνδης και Ζιμπάμπουε. Μερικές φορές θεωρείται υποείδος της συγγενικής Κηροπογής linearis, ως C. linearis subsp. woodii. Οι κοινές ονομασίες αναφέρουν το φυτό ως αλυσίδα από καρδιές, κολιέ με καρδιές, κορδόνι από καρδιές και κληματσίδα κομποσκοίνι. Είναι ένα αναρριχώμενο, χυμώδες φυτό και πάντα πράσινο, που φτάνει από 2-5 εκ. σε ύψος και απλώνεται πάνω από 2-4 μ. σε μήκος. Τα φύλλα του έχουν σχήμα καρδιάς, με διαστάσεις 1-2 εκ. πλάτος και μήκος. Όταν εκτεθούν σε επαρκή φωτισμό έχουν βαθύ πράσινο χρώμα, ενώ στον ανεπαρκή φωτισμό παίρνουν απαλό, ξέθωρο πράσινο χρώμα. Με τα χρόνια αναπτύσσει ξυλώδεις κονδύλους (caudex) στη βάση του. Οι ρίζες, και περιστασιακά οι μίσχοι, σχηματίζουν βολβούς. Στους μίσχους, αυτοί οι βολβοί διαμορφώνονται σε όζους (κόμπους) και μάλλον είναι ο λόγος για την κοινή ονομασία του φυτού "κληματσίδα κομποσκοίνι" (rosary vine). Το άνθος είναι παρόμοιο με τα άλλα είδη Κηροπηγής. Τα πέταλα (που σχηματίζουν την στεφάνη, κάλυκα του άνθους) φτάνουν τα 3 εκ. μήκος και είναι ένας συνδυασμός χρωμάτων από άσπρο και απαλό φουξ. Τα πέντε πέταλα έχουν βαθύ φουξ χρώμα.
Η Κηροπηγή woodii είναι ένα δημοφιλές φυτό εσωτερικού χώρου, συχνά αναπτύσσεται σε κρεμαστά καλάθια, όπου τα μακριά τρεχούμενα κλαδιά του να κρέμονται μέχρι κάτω τα φύλλα με τα κενά μεσοδιαστήματά τους να μοιάζουν σα κορδόνι με χάντρες. Ορισμένες καλλιεργούμενες ποικιλίες έχουν δίχρωμα, πανασέ φύλλα. Απαιτεί καλή αποστράγγιση, πρέπει να ποτίζεται μόνο όταν είναι στεγνό και ποτέ δεν πρέπει να παραμένει μέσα στο νερό. Το παραπανήσιο νερό πρέπει να απομακρύνεται από το φυτό, μετά το πότισμα. Μπορεί να αναπτυχθεί σε εξωτερικό χώρο μόνο σε υποτροπικές και τροπικές περιοχές, με μια ελάχιστη θερμοκρασία 15 °C. Ημισκιά είναι χρήσιμη όταν το φυτό μεγαλώνει σε εξωτερικό χώρο.
http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Pachypodium_lamieri1MTFL_2.jpg[/img[/URL]]
Το Παχυπόδιο (Pachypodium) είναι ένα γένος από οπώδη και ακανθώδη δέντρα και θάμνους, ενδημικά της Αφρικής. Αποτελείτε από 20 με 24 είδη και ανήκει στη μεγάλη οικογένεια Apocynaceae. Όπως όλα τα είδη αυτής της οικογένειας - οι χυμοί του Pachypodium είναι δηλητηριώδεις για τον άνθρωπο. Η λέξη Παχυπόδιο (Pachypodium) έχει ελληνική προέλευση. Προέρχεται από τις λέξεις "παχύς" και "πόδι" και αναφέρεται στο χοντρό στέλεχος ή τη βολβώδη βάση του φυτού (caudex).
Στην πλειονότητά τους προέρχονται από τη Μαγαδασκάρη, ενώ κάποια άλλα από τη Nότια Αφρική. Ο κορμός του, που έχει συνήθως σχήμα μπουκαλιού, είναι κυρίως μονήρης και πλατύς. Το ύψος του κυμαίνεται από μικρό μέχρι έξι και μέχρι δέκα μέτρα (όπως το P. lamerii και το P. geayi) και είναι οπλισμένο με ισχυρά αγκάθια ταξινομημένα κατά ζεύγη. Ενώ στην κορυφή του διαθέτει μια ροζέτα από μακριά φύλλα (όπως τα φοινικοειδή... απ' όπου προέρχεται και η κοινή ονομασία 'φοίνικας της Μαγαδασκάρης' για μερικά είδη). Ανθίζουν τα πιο ώριμα φυτά, που μπορεί να είναι και 10 χρόνων ή και περισσότερο αν προέρχονται από σπόρο, και όπως τα περισσότερα είδη της οικογένειας Apocynaceae είναι ογκώδη και επιβλητικά.
Όλα τα Παχυπόδια είναι παχύφυτα φυτά που εμφανίζουν σε διάφορους βαθμούς τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των φυτών με παχύ κορμό που συγκρατεί νερό στο εσωτερικό (παχύκορμα) και των φυτών με αγκάθια. Αυτά είναι τα πιο γενικά χαρακτηριστικά του γένους και μπορούν να θεωρηθούν χαρακτηριστικά προς εξαφάνιση.
Παχύκορμος κορμός μορφολογικά είναι ένας διογκωμένος κορμός που αποθηκεύει νερό για να επιβιώσει το φυτό στις εποχιακές ξηρασίες ή στις περιστασιακές περιόδους αφυδάτωσης των ριζών όταν βρίσκονται εκτεθειμένες, σε ξηρό έδαφος ή πετρώδες περιβάλλον. Ωστόσο υπάρχει μεγάλη ποικιλία στις συνήθειες των κορμών των φυτών αυτών. Όλα τα Παχυπόδια εμφανίζουν παχύκορμη ανάπτυξη. Η ποικιλία στις συνήθειές τους διαφέρει στα ναναοειδή φυτά, στους θάμνους με σχήμα μπουκαλιού και στα δέντρα.
Το δεύτερο γενικό χαρακτηριστικό των παχυπόδιων είναι τα αγκάθια. Φυτρώνουν είτε σε ζεύγη είτε σε συστάδες των τριών και σχηματίζουν δαχτυλίδια γύρω από τον κορμό ή σπείρες. Τα αγκάθια μεγαλώνουν μαζί με τα φύλλα. Αναπτύσσονται για ένα μικρό διάστημα και μετά σταματούν και αρχίζουν να σκληραίνουν. Τα αγκάθια δεν ανανεώνονται κι έτσι η αποσάθρωση και τα χτυπήματα μπορεί να ξεκολλήσουν όλα τα αγκάθια εκτός από τα νεαρά και να αφήσουν τον κορμό και τα κλαδιά λεία.
Σε κάποιο βαθμό τα κλαδιά είναι χαρακτηριστικό του γένους. Χρειάζεται σύνεση και προσοχή για να εξασφαλιστεί ότι το χαρακτηριστικό αυτό θα περάσει και στις επόμενες γενιές. Το φυτό Pachypodium namaquanum είναι συνήθως χωρίς κλαδιά. Το Pachypodium brevicaule δεν έχει ξεκάθαρα κλαδιά και πιθανώς να έχει εξελιχθεί σε μια εναλλακτική μορφή κλαδιών με τη μορφή όζων, στους οποίους πάνω αναπτύσσονται τα φύλλα. τα αγκάθια και τα άνθη. Τα Παχυπόδια γενικότερα έχουν λίγα κλαδιά. Μιας και οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη των κλαδιών ποικίλουν ευρέως ακόμα και σε μικρές περιοχές, φυτά που ανήκουν στο ίδιο είδος εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία στη μορφολογία των κλαδιών.
Σε αντίθεση με πολλά μέλη της Apocynaceae, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων μελών του επιφανειακά παρόμοιου Adenium, τα είδη Pachypodium δεν εκκρίνουν γαλακτώδες λατέξ. Αντιθέτως, ο χυμός είναι πάντοτε διαυγής.
Ο Φοίνικας της Μαγαδασκάρης (Pachypodium lamrei) είναι χυμώδες στέλεχος και προέρχεται από τη Μαδαγασκάρη. Έχει μεγάλα αγκάθια και μακριά φύλλα που φυτρώνουν κυρίως (μόνο) στην κορυφή του φυτού. Το φυτό φέρει μεγάλα αρωματικά λουλούδια. Είναι εντυπωσιακά, προσαρμόζονται εύκολα και σε συνθήκες καλλιέργειας μπορούν να αναπτυχθούν και να πολλαπλασιαστούν.
Το Pachypodium lamerei έχει ψηλό κορμό, χρώματος γκρι-ασημί και είναι καλυμμένο με σουβλερά αγκάθια, που φτάνουν τα 6 εκατοστά μήκος. Τα μακριά, λεπτά φύλλα του φυτρώνουν μόνο στην κορυφή του κορμού του, σαν φοινικόδεντρο. Σπάνια έχει βραχίονες. Ωστόσο τα φυτά που αναπτύσσονται σε εξωτερικό χώρο μπορούν να φτάσουν πάνω από 6 μέτρα ύψος, ενώ όσα βρίσκονται σε εσωτερικό χώρο συνήθως ψηλώνουν 1,2 με 1,8 μέτρα.
Τα φυτά που μεγαλώνουν έξω, θα εμφανίσουν μεγάλα, άσπρα, αρωματικά άνθη στην κορυφή του φυτού. Αλλά σπάνια ανθίζουν σε εσωτερικό χώρο.
---------
[b]Φυσαλίς - Physalis[/b]
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Physalis-alkekengi_2.jpg[/img[/URL]]
Η Φυσαλίς (Physalis) είναι ένα γένος ανθοφόρων φυτών που ανήκει στην οικογένεια των σολανοειδών (Solanaceae), ενδημικό στα ζεστά κλίματα και τις υποτροπικές περιοχές όλου του κόσμου. Το γένος αυτό έχει εξίσου καλλωπιστική και φαγώσιμη χρήση, ανάλογα με το είδος και είναι ευρέως καλλιεργούμενο σε όλο τον κόσμο. Το χαρακτηριστικό του γένους είναι οι μικροί πορτοκαλί καρποί του που όλοι μοιάζουν στο μέγεθος, το σχήμα και την κατασκευή με μικρές ντομάτες, με τη διαφορά ότι βρίσκονται (μερικώς ή εντελώς) εσώκλειστοι σε έναν μεγάλο φλοιό με χάρτινη υφή, που προέρχεται από τον κάλυκα. Πολλά είδη του φυτού Φυσαλίς αποκαλούνται "groundcherries" (μτφρ.: χαμοκέρασα). Ένα όνομα για την Physalis peruviana είναι Cape gooseberry (μτφρ.: λαγοκερασιά του Ακρωτηρίου). Δεν πρέπει όμως να συγχέεεται με την πλειοψηφία των λαγοκερασιών, που ανήκουν στο γένος Ribes.
Είναι ποώδη φυτά που αναπτύσσονται 0.4–3 μ. σε ύψος, παρόμοια στην κοινή ντοματιά - που είναι συγγενής τους - αλλά συνήθως με πιο σκληρά και πιο ευθυτενή κοτσάνια. Μπορεί να είναι είτε εποχιακά είτε πολυετή. Τα περισσότερα απαιτούν ήλιο όλη μέρα και μέτριες έως πολύ ζεστές θερμοκρασίες. Κάποια είδη είναι ευαίσθητα στην παγωνιά, αν και κάποια άλλα όπως το P. alkekengi (Κινέζικο φαναράκι) είναι ανθεκτικά σε δριμύ κρύο όταν πέσουν σε αδράνεια το χειμώνα.
Η Φυσαλίς τυπικά αναπτύσσει ελαφρώς τριχωτά φύλλα, παχιά κοτσάνια και ντελικάτα πορτοκαλοκίτρινα άνθη. Όταν ο καρπός αναπτυχθεί, ωριμάζει μεσα σε ένα φουσκωτό κέλυφος. Τα χρώματά του ποικίλουν και συνήθως είναι κόκκινο, πορτοκαλί ή κίτρινο ή κάποιες φορές πιο εξωτικό όπως το μωβ.
Οι καρποί κάποιων ειδών είναι φαγώσιμοι κι έχουν μια ελαφριά οξύτητα στη γεύση όπως οι ντομάτες. Κάποιοι έχουν νότες από τροπικά φρούτα όπως ο ανανάς ενώ άλλοι έχουν πιο γήινη γεύση. Οι καρποί της Φυσαλίς μπορούν να φαγωθούν χωρίς δισταγμό ωμοί και κομμένοι σε σαλάτες, μαγειρεμένοι, τηγανητοί, σαν σάλτσα, αποξηραμένοι και μαγειρεμένοι σαν κομπόστες ή μαρμελάδες. Κάποιες ποικιλίες είναι πιο ευχάριστες στη γεύση με ήπια γλυκύτητα, ενώ άλλες είναι πολύ γλυκές. Συγκεκριμένα τα Tomatillo (Physalis ixocarpa) είναι πολύ δημοφιλή στη Λατινική Αμερική και πλούσια σε βιταμίνη C, κάτι που τα κάνει εξαιρετικά για μια καλή διατροφή.
Στην Κινέζικη ιατρική, η Φυσαλίς χρησιμοποιείται σαν φάρμακο για τα αποστήματα, το βήχα, τον πυρετό και τον πονόλαιμο καθώς και για άλλα πράγματα. Η P. subglabrata θεωρείται από κάποιους παραισθησιογόνο φυτό και η καλλιέργειά του για σκοπούς άλλους εκτός του καλλωπιστικού είναι παράνομη στη Λουιζιάνα των Η.Π.Α. Ωστόσο, η χρήση του σαν παραισθησιογόνο δεν είναι πολύ διαδεδομένη.
Η Physalis peruviana, κοινώς γνωστή ως απλά Φυσαλίς, είναι ενδημική της Νοτίου Αμερικής, αλλά καλλιεργήθηκε στη Νότιο Αφρική στο Ακρωτήρι της Καλής ελπίδας κατά το 1800, όπου και απέκτησε την ονομασία cape gooseberry. Ο καρπός είναι ένα μικρό στρογγυλό μούρο, περίπου στο μέγεθος ενός βώλου, με πολλούς μικρούς κίτρινους σπόρους. Όταν είναι ώριμο είναι γλυκό κι έχει έντονο κίτρινο χρώμα που το κάνει ιδανικό για σνακ, πίτες και μαρμελάδες. Είναι δημοφιλές στις φρουτοσαλάτες και κάποιες φορές συνδυάζεται με το αβοκάντο. Το πιο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του είναι το περικάρπιο με τη χάρτινη υφή που περιβάλλει κάθε καρπό. Εξαιτίας της διακοσμητικής εμφάνισης του καρπού το φυτό χρησιμοποιείται κάποιες φορές σε εστιατόρια σαν εξωτική γαρνιτούρα στα επιδόρπια. Αν ο καρπός μείνει μέσα στο χάρτινο περικάρπιο, ο χρόνος ζωής του σε θερμοκρασία δωματίου είναι 30-45 μέρες.
Η Physalis alkekengi ή αλλιώς Κινέζικο φανάρι, είναι εύκολα αναγνωρίσιμη από το ανοιχτό πορτοκαλί η κόκκινο χάρτινο περικάρπιο που μοιάζει με τα κινέζικα φαναράκια. Είναι ένα φυτό ενδημικό από την νότια Ευρώπη έως την νότια Ασία και την Ιαπωνία. Είναι ένα ποώδες πολυετές φυτό που μεγαλώνει 40–60 εκ. σε ύψος, τα φύλλα του φυτρώνουν με σπειροειδή ταξινόμηση και έχουν 6-12 εκ. μήκος και 4-9 εκ. πλάτος. Τα άνθη του είναι λευκά και σχηματίζουν μια λοβωτή στεφάνη πλάτους 10-15 χιλιοστών. Έχει έναν βασικό φουσκωτό κάλυκα που ωριμάζει μέσα στο χαρτοειδές πορτοκαλί περίβλημα με 4-5 εκ. μήκος και πλάτος.
Είναι ένα δημοφιλές καλλωπιστικό φυτό το οποίο έχει την ιδιότητα να εξαπλώνεται αρκετά εξαιτίας του ριζικού του συστήματος που απλώνει τις ρίζες του σε αρκετή απόσταση από το σημείο που αρχικά έχει φυτευτεί. έχει ξεφύγει από τα καλλιεργήσιμα όριά του σε πολλές περιοχές ανά τον κόσμο. Είναι φαγώσιμο αλλά έχει και ιατρικές χρήσεις, όμως λόγω κάποιων παρενεργειών όπως οι αποβολές και ο κοιλόπονος, πρέπει να χρησιμοποιείται με μέτρο.
Η νεκρή πια αρχαία γλώσσα των Δακών έχει αφήσει λίγα ίχνη, αλλά ο Πεδανιός Διοσκουρίδης στο έργο του "Περί Ύλης Ιατρικής" κάνει λόγο για ένα φυτό που λέγεται Στρύχνος άλικακάβος, το οποίο από τους Δάκες ονομαζόταν kykolis (ή cycolis). Κάποιοι θεώρησαν πως αυτό το φυτό είναι η Physalis alkekengi, αλλά η Ashwagandha (Withania somnifera) προτάθηκε σαν εναλλακτικός υποψήφιος για τη θέση και όντως αυτό το ευρέως διαδεδομένο φυτό με φαρμακευτικές ιδιότητες φαίνεται πως ταιριάζει καλύτερα σε εκείνο που αναφέρει ο Διοσκουρίδης.
Physalis ixocarpa (Tomatillo). Αυτό το πολυετές είναι ενδημικό του Μεξικού και χρησιμοποιούνταν από τους Αζτέκους. Αντίθετα με τους καρπούς από άλλα είδη Φυσαλίς, το περίβλημα του καρπού των Tomatillo που μοιάζει με Κινέζικα φαναράκια --στην περίπτωση αυτή γεμάτα με "μικρά πράσινα ντοματάκια" (1-2" διάμετρο) με μια γεύση τάρτας που εμφανίζεται μόλις μαγειρευτούν. Είναι βασικό συστατικό της Μεξικάνικης σάλτσας verde.
----------------
[b]
Κηροπηγή - Ceropegia[/b]
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Ceropegia_sandersonii_5a.jpg[/img[/URL]]
Οι Κηροπηγές είναι μια ενδιαφέρουσα ομάδα φυτών που έχουν τραβήξει αρκετή από την προσοχή των βοτανολόγων, των φυτοκόμων, των κηπουρών και άλλων παθιασμένων με τα παχύφυτα. Ο Carl Linnaeus, ήταν ο πρώτος που περιέγραψε το γένος αυτό, στο βιβλίο του "Species plantarum" το 1753, κι έγραψε ότι τα φυτά έδειχναν σαν συντριβάνια από κερί. Από αυτό προέρχεται το επιστημονικό όνομα: ‘keros’ δηλαδή κερί και ‘pege’ δηλαδη πηγή (Pooley, 1998). Έχουν πολλές κοινές ονομασίες όπως φαναρολούλουδο, ομπρελολούλουδο, λουλούδι αλεξίπτωτο, ο αυλός του Βουσμάνου, κορδόνι από καρδιές, αναρριχητικό κολιέ, λουλούδι προφυλακτικό.
Το γένος Κηροπηγή ανήκει στην υποοικογένεια Asclepiadoideae, της οικογένειας Apocynaceae. Είδη αυτού του γένους εμφανίζουν ομοιότητες με τις Σταπέλιες (Stapelia spp.) Υπάρχουν περίπου 160 με 200 είδη Κηροπηγής ανά τον κόσμο και συναντώνται ευρέως στα Κανάρια Νησιά, την Αφρική, τη Μαγαδασκάρη, την Αραβία, την Ινδία, τη Σρι Λάνκα, τη νότια Κίνα, την Ινδονησία, τις Φιλιππίνες, τη Νέα Γουινέα και στην Αυστραλία.
Πολλά είδη Κηροπηγής χρησιμοποιούνται ως καλλωπιστικά φυτά σε εσωτερικούς χώρους και κάποια από αυτά είναι διαθέσιμα στο εμπόριο. Μπορούν να πολλαπλασιαστούν με σπόρους ή μοσχεύματα. Πολλά είδη της Κηροπηγής έχουν εδώδιμους κονδύλους.
Μερικά από αυτά τα πολυετή φυτά έχουν χυμώδεις βλαστούς, που μπορεί να είναι αναρριχώμενοι ή να έρπουν και να δημιουργούν ινώδεις ρίζες, αν και κάποια είδη από τα Κανάρια Νησιά αναπτύσσονται προς τα πάνω. Σε κάποια είδη, όπως η Ceropegia woodii, οι κορμοί πρήζονται στη βάση και οι ρίζες ομοίως εκτείνονται για να σχηματίσουν κονδύλους κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Τα φύλλα είναι απλά και αντικριστά και μπορεί να είναι ελάχιστα ή να απουσιάζουν τελείως. Ειδικά σε συγκεκριμένα παχύυφυτα είδη, τα φύλλα μπορεί να είναι επίσης χοντρά και σαρκώδη. Τα είδη με τις πυκνές, σαρκώδεις ρίζες έχουν αργή ανάπτυξη.
Τα άνθη εμφανίζονται είτε μεμονωμένα είτε σε συστάδες. Τα χρώματά τους είναι κόκκινο, μοβ, κίτρινο, πράσινο ή συνδυασμός αυτών. Έχουν πέταλα που σχηματίζουν μια σωληνοειδή στεφάνη κάλυκα άνθους, συχνά είναι κολλημένα στις άκρες, σχηματίζοντας έναν μικρό θόλο που μοιάζει με ομπρέλα, ή κλουβί. Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό της Κηροπηγής είναι ότι οι σωλήνες των ανθών έχουν μικρές κλωστές που κρέμονται από την κορυφή προς τα κάτω σχηματίζοντας παγίδα για τις μικρές μύγες. Όταν οι μύγες προσελκύονται στο άνθος από τη μυρωδιά, δεν μπορούν να αποδράσουν μέχρι οι κλωστές να μαραθούν. Έτσι όταν αποδράσουν τελικά, η γύρη του άνθους της Κηροπηγής έχει προσκολληθεί στα σώματά τους.
Η Ceropegia stapeliiformis είναι ένα ανθοφόρο φυτό του γένους Ceropegia (Apocynaceae), ενδημικό της Νότιας Αφρικής και της Ζουαζιλάνδη. Η Ceropegia stapeliiformis είναι ένα είδος περικοκλάδας που έρπει στο έδαφος ή αναρριχάται, είναι οπώδες με ινώδεις ρίζες (που αναπτύσσονται όπου τα κοτσάνια ακουμπήσουν στο έδαφος) και έχει διαυγείς χυμούς. Τα φύλλα είναι μικροσκοπικά και υποτυπώδη και πέφτουν γρήγορα α πό τα κοτσάνια. Τα άνθη έχουν 5-7εκ. μήκος και χαρακτηριστικό σχήμα χωνιού. Το χρώμα τους είναι λευκό-πρασινωπό με καφετί βούλες ή ραβδώσεις. Τα πέταλα που περιβάλλουν το στόμιο είναι απλώνονται ελεύθερα και έχουν τρίχες. Ο καρπός του είναι σαν κουκούλι με κονδύλους. Το είδος αυτό απλώνει τις ρίζες τους συχνά σε έδαφος με μούχλα από φύλλα, σε σημεία προστατευμένα κάτω από θάμνους.
Η Ceropegia sandersonii είναι ένα ανθοφόρο φυτό του γένους Ceropegia (Apocynaceae), ενδημικό της Μοζαμβίκης, της Νότιας Αφρικής και της Ζουαζιλάνδης. Κοινές ονομασίες: φυτό-αλεξίπτωτο, φυτό-συντριβάνι, φυτό-ομπρέλα. Η Ceropegia sandersonii είναι ένα έρπον, λεπτό φυτό, σχεδόν ατριχό, με διάσπαρτα οπώδη φύλλα. Οι ρίζες σχηματίζουν πυκνές ατρακτοειδείς συστάδες. Τα χαρακτηριστικά λευκοπράσινα άνθη σε σχήμα χωνιού έχουν μήκος 5-7εκ. και βρίσκονται πάνω σε λεπτά κοτσάνια. Λόγω του ότι τα πέταλα που σχηματίζουν στεφάνη κάλυκα στα άνθη είναι μερικώς ενωμένα, το άνοιγμα των λουλουδιών κατά κάποιο τρόπο εμποδίζεται. Οι άκρες από τα πέταλα δεν χωρίζονται και σχηματίζουν μια σκεπή σαν θολωτή ομπρέλα πάνω από το λουλούδι, καθώς το ενωμένο κάτω μέρος σχηματίζει τον σωλήνα. Τα ανοίγματα ανάμεσα στα πέταλα αναφέρονται και ως παράθυρα και από εκεί προκύπτει και το όνομα παραθυρολούλουδα, που επίσης χρησιμοποιείται για αυτό το είδος (Weberling, 1992). Το άνθος προσφέρει και μια βιολογική παγίδα για τις μύγες καθώς αυτές είναι και ο επικονιαστής του. Παγιδεύει τις μύγες κατά την είσοδό τους στο σωληνοειδές άνθος και μικρές κλωστές που ξεκινούν από την κορυφή και έχουν κάθετη φορά, εμποδίζουν την έξοδο των εντόμων. Εφόσον παγιδευτεί, το θύμα γεμίζει εκτενώς με γύρη και αφήνεται ελεύθερο μόνο όταν το άνθος και οι κλωστές μαραθούν και χαλαρώσουν.
Η Ceropegia woodii είναι ένα ανθοφόρο φυτό του γένους Ceropegia (Apocynaceae), ενδημικό της Νότιας Αφρικής, Ζουαζιλάνδης και Ζιμπάμπουε. Μερικές φορές θεωρείται υποείδος της συγγενικής Κηροπογής linearis, ως C. linearis subsp. woodii. Οι κοινές ονομασίες αναφέρουν το φυτό ως αλυσίδα από καρδιές, κολιέ με καρδιές, κορδόνι από καρδιές και κληματσίδα κομποσκοίνι. Είναι ένα αναρριχώμενο, χυμώδες φυτό και πάντα πράσινο, που φτάνει από 2-5 εκ. σε ύψος και απλώνεται πάνω από 2-4 μ. σε μήκος. Τα φύλλα του έχουν σχήμα καρδιάς, με διαστάσεις 1-2 εκ. πλάτος και μήκος. Όταν εκτεθούν σε επαρκή φωτισμό έχουν βαθύ πράσινο χρώμα, ενώ στον ανεπαρκή φωτισμό παίρνουν απαλό, ξέθωρο πράσινο χρώμα. Με τα χρόνια αναπτύσσει ξυλώδεις κονδύλους (caudex) στη βάση του. Οι ρίζες, και περιστασιακά οι μίσχοι, σχηματίζουν βολβούς. Στους μίσχους, αυτοί οι βολβοί διαμορφώνονται σε όζους (κόμπους) και μάλλον είναι ο λόγος για την κοινή ονομασία του φυτού "κληματσίδα κομποσκοίνι" (rosary vine). Το άνθος είναι παρόμοιο με τα άλλα είδη Κηροπηγής. Τα πέταλα (που σχηματίζουν την στεφάνη, κάλυκα του άνθους) φτάνουν τα 3 εκ. μήκος και είναι ένας συνδυασμός χρωμάτων από άσπρο και απαλό φουξ. Τα πέντε πέταλα έχουν βαθύ φουξ χρώμα.
Η Κηροπηγή woodii είναι ένα δημοφιλές φυτό εσωτερικού χώρου, συχνά αναπτύσσεται σε κρεμαστά καλάθια, όπου τα μακριά τρεχούμενα κλαδιά του να κρέμονται μέχρι κάτω τα φύλλα με τα κενά μεσοδιαστήματά τους να μοιάζουν σα κορδόνι με χάντρες. Ορισμένες καλλιεργούμενες ποικιλίες έχουν δίχρωμα, πανασέ φύλλα. Απαιτεί καλή αποστράγγιση, πρέπει να ποτίζεται μόνο όταν είναι στεγνό και ποτέ δεν πρέπει να παραμένει μέσα στο νερό. Το παραπανήσιο νερό πρέπει να απομακρύνεται από το φυτό, μετά το πότισμα. Μπορεί να αναπτυχθεί σε εξωτερικό χώρο μόνο σε υποτροπικές και τροπικές περιοχές, με μια ελάχιστη θερμοκρασία 15 °C. Ημισκιά είναι χρήσιμη όταν το φυτό μεγαλώνει σε εξωτερικό χώρο.
http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/cycleman.jpg[/img[/URL]]
[b]Κυκλάμινο[/b]
Γνωστό σε όλους μας, ένα πανέμορφο λουλούδι που αποτελεί σήμα κατατεθέν της Ελληνικής φύσης. Επίσης ένα από τα πιο δημοφιλή λουλούδια που χαρίζονται την περίοδο των Χριστουγέννων.
Τα άγρια κυκλάμινα που ευδοκιμούν στη χώρα μας, αλλά και σε όλη τη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, αποτέλεσαν τη βάση για τη δημιουργία των κυκλάμινων που πωλούνται στα ανθοπωλεία. Τα άγρια κυκλάμινα έχουν λευκό ή ανοικτό ροζ χρώμα με σκούρο ροζ στεφάνι στη βάση των πετάλων τους ενώ τα κυκλάμινα των ανθοπωλείων είναι διαθέσιμα σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων από το λευκό μέχρι το μοβ. Τα φύλλα τους είναι σκούρα πράσινα, σε σχήμα καρδιάς, και συνήθως έχουν γραμμές από γκρι ή ασημένιο χρώμα.
Πρόκειται για βολβώδη φυτά (οι βολβοί τους όμως έχουν σχήμα καρότου κι όχι κρεμμυδιού) και ανθίζουν από το Νοέμβριο έως τα τέλη Ιανουαρίου ενώ στη φύση η ανθοφορία αρχίζει από το Σεπτέμβριο και διαρκεί περίπου μέχρι το Δεκέμβριο. Υπάρχουν βέβαια και κάποιες ποικιλίες, που όμως δεν ευδοκιμούν στην Ελληνική ύπαιθρο, που ανθίζουν από την άνοιξη έως τις αρχές του καλοκαιριού.
Φροντίδα
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/cyclam1.jpg[/img[/URL]]
Τα κυκλάμινα είναι απαιτητικά φυτά. Μισούν τη ζέστη κι έχουν ανάγκη από υγρασία. Αυτός είναι κυρίως ο λόγος για τον οποίο δεν αντέχουν πολύ μέσα στα σπίτια μας. Τοποθετείστε τα λοιπόν σε δροσερό, φωτεινό σημείο, απαραιτήτως μακριά από τις ακτίνες του ήλιου και φροντίστε ο χώρος να έχει αρκετή υγρασία.
Ο καλύτερος τρόπος για να ποτίζετε τα κυκλάμινα είναι να βυθίζετε τη γλάστρα μέσα σε μία λεκάνη ή ένα κουβά με νερό που όμως θα πρέπει να έχει περίπου τη θερμοκρασία του χώρου. Αφήστε τη γλάστρα να απορροφήσει όσο νερό χρειάζεται, 10-15 λεπτά είναι αρκετά, και όταν δείτε το χώμα στην επιφάνεια να υγραίνεται, βγάλτε τη γλάστρα από το νερό. Αδειάστε το νερό που τυχόν λιμνάζει στο πιατάκι της γλάστρας γιατί οι ρίζες των κυκλάμινων σαπίζουν εύκολα. Ξαναποτίστε με τον ίδιο τρόπο όταν δείτε ότι το χώμα στην επιφάνεια έχει στεγνώσει. Τα κυκλάμινα χρειάζονται υγρό χώμα αλλά το υπερβολικό πότισμα θα καταστρέψει τα φυτά.
Όταν τα λουλούδια μαραθούν και πέσουν, κόψτε τα και βγάλτε τη γλάστρα στο μπαλκόνι σας. Τοποθετείστε την σε ένα σκιερό, δροσερό σημείο και σταματήστε το πότισμα. Θα δείτε τα φύλλα να ξεραίνονται και να πέφτουν αλλά αυτό είναι φυσιολογικό γιατί οι βολβοί «κοιμούνται» τους καλοκαιρινούς μήνες. Θα ξαναρχίσετε να ποτίζετε στις αρχές του Σεπτεμβρίου.
Ο Σεπτέμβρης είναι η ιδανική εποχή για να αλλάξετε γλάστρα. Χρησιμοποιείστε ελαφρύ χώμα (όχι άργιλο), φροντίστε η αποστράγγιση να είναι πολύ καλή και τοποθετείστε τους βολβούς κοντά στην επιφάνεια της γλάστρας. Σκεπάστε τους βολβούς με 2-5 εκατοστά χαλίκι, πευκοβελόνες ή φύλλα. Αυτά τα υλικά βοηθούν στο να παραμείνει η υγρασία στο χώμα τις ζεστές ημέρες αλλά και προφυλάσσουν τους βολβούς από τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα.
Αν αποφασίσετε να μεταφυτεύσετε τα κυκλάμινα στον κήπο σας, προσπαθήστε να μιμηθείτε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ευδοκιμούν τα κυκλάμινα στη φύση. Στη σκιά, κοντά στον κορμό, μεγάλων κωνοφόρων δένδρων, κάτω από το στρώμα των πεσμένων φύλλων όπου το φως του ήλιου φτάνει φιλτραρισμένο κι όπου προφυλάσσονται από το δυνατό αέρα. Τα κυκλάμινα των ανθοπωλείων δεν αντέχουν θερμοκρασίες κοντά στο 0, οπότε φροντίστε να καλύψετε τα φυτά στον κήπο αν στην περιοχή σας χιονίζει ή αν το κρύο είναι πολύ τσουχτερό.
[b]Κυκλάμινο[/b]
Γνωστό σε όλους μας, ένα πανέμορφο λουλούδι που αποτελεί σήμα κατατεθέν της Ελληνικής φύσης. Επίσης ένα από τα πιο δημοφιλή λουλούδια που χαρίζονται την περίοδο των Χριστουγέννων.
Τα άγρια κυκλάμινα που ευδοκιμούν στη χώρα μας, αλλά και σε όλη τη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, αποτέλεσαν τη βάση για τη δημιουργία των κυκλάμινων που πωλούνται στα ανθοπωλεία. Τα άγρια κυκλάμινα έχουν λευκό ή ανοικτό ροζ χρώμα με σκούρο ροζ στεφάνι στη βάση των πετάλων τους ενώ τα κυκλάμινα των ανθοπωλείων είναι διαθέσιμα σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων από το λευκό μέχρι το μοβ. Τα φύλλα τους είναι σκούρα πράσινα, σε σχήμα καρδιάς, και συνήθως έχουν γραμμές από γκρι ή ασημένιο χρώμα.
Πρόκειται για βολβώδη φυτά (οι βολβοί τους όμως έχουν σχήμα καρότου κι όχι κρεμμυδιού) και ανθίζουν από το Νοέμβριο έως τα τέλη Ιανουαρίου ενώ στη φύση η ανθοφορία αρχίζει από το Σεπτέμβριο και διαρκεί περίπου μέχρι το Δεκέμβριο. Υπάρχουν βέβαια και κάποιες ποικιλίες, που όμως δεν ευδοκιμούν στην Ελληνική ύπαιθρο, που ανθίζουν από την άνοιξη έως τις αρχές του καλοκαιριού.
Φροντίδα
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/cyclam1.jpg[/img[/URL]]
Τα κυκλάμινα είναι απαιτητικά φυτά. Μισούν τη ζέστη κι έχουν ανάγκη από υγρασία. Αυτός είναι κυρίως ο λόγος για τον οποίο δεν αντέχουν πολύ μέσα στα σπίτια μας. Τοποθετείστε τα λοιπόν σε δροσερό, φωτεινό σημείο, απαραιτήτως μακριά από τις ακτίνες του ήλιου και φροντίστε ο χώρος να έχει αρκετή υγρασία.
Ο καλύτερος τρόπος για να ποτίζετε τα κυκλάμινα είναι να βυθίζετε τη γλάστρα μέσα σε μία λεκάνη ή ένα κουβά με νερό που όμως θα πρέπει να έχει περίπου τη θερμοκρασία του χώρου. Αφήστε τη γλάστρα να απορροφήσει όσο νερό χρειάζεται, 10-15 λεπτά είναι αρκετά, και όταν δείτε το χώμα στην επιφάνεια να υγραίνεται, βγάλτε τη γλάστρα από το νερό. Αδειάστε το νερό που τυχόν λιμνάζει στο πιατάκι της γλάστρας γιατί οι ρίζες των κυκλάμινων σαπίζουν εύκολα. Ξαναποτίστε με τον ίδιο τρόπο όταν δείτε ότι το χώμα στην επιφάνεια έχει στεγνώσει. Τα κυκλάμινα χρειάζονται υγρό χώμα αλλά το υπερβολικό πότισμα θα καταστρέψει τα φυτά.
Όταν τα λουλούδια μαραθούν και πέσουν, κόψτε τα και βγάλτε τη γλάστρα στο μπαλκόνι σας. Τοποθετείστε την σε ένα σκιερό, δροσερό σημείο και σταματήστε το πότισμα. Θα δείτε τα φύλλα να ξεραίνονται και να πέφτουν αλλά αυτό είναι φυσιολογικό γιατί οι βολβοί «κοιμούνται» τους καλοκαιρινούς μήνες. Θα ξαναρχίσετε να ποτίζετε στις αρχές του Σεπτεμβρίου.
Ο Σεπτέμβρης είναι η ιδανική εποχή για να αλλάξετε γλάστρα. Χρησιμοποιείστε ελαφρύ χώμα (όχι άργιλο), φροντίστε η αποστράγγιση να είναι πολύ καλή και τοποθετείστε τους βολβούς κοντά στην επιφάνεια της γλάστρας. Σκεπάστε τους βολβούς με 2-5 εκατοστά χαλίκι, πευκοβελόνες ή φύλλα. Αυτά τα υλικά βοηθούν στο να παραμείνει η υγρασία στο χώμα τις ζεστές ημέρες αλλά και προφυλάσσουν τους βολβούς από τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα.
Αν αποφασίσετε να μεταφυτεύσετε τα κυκλάμινα στον κήπο σας, προσπαθήστε να μιμηθείτε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ευδοκιμούν τα κυκλάμινα στη φύση. Στη σκιά, κοντά στον κορμό, μεγάλων κωνοφόρων δένδρων, κάτω από το στρώμα των πεσμένων φύλλων όπου το φως του ήλιου φτάνει φιλτραρισμένο κι όπου προφυλάσσονται από το δυνατό αέρα. Τα κυκλάμινα των ανθοπωλείων δεν αντέχουν θερμοκρασίες κοντά στο 0, οπότε φροντίστε να καλύψετε τα φυτά στον κήπο αν στην περιοχή σας χιονίζει ή αν το κρύο είναι πολύ τσουχτερό.
http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/hibiscus-1.jpg[/img[/URL]]
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Yellow-hibisc.jpg[/img[/URL]]
Ιβίσκος (ο σινικός)
[b]
Προέλευση και περιγραφή[/b]
Ο ιβίσκος ο σινικός είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά λουλούδια των τροπικών. Η γεωγραφική καταγωγή του σινικού ιβίσκου, που λέγεται και "κινέζικο ρόδο", είναι αδιευκρίνιστη. Μερικές από τις πρώτες έρευνες τον φέρνουν να κατάγεται από την Κίνα. Είδη ιβίσκου αναπτύσσονται σ' αυτή την χώρα, μερικά από τα οποία περιστασιακά βρήκαν τον δρόμο για την Ευρώπη. Άλλες έρευνες αποδίδουν την εμφάνιση του είδους στην Ινδία. Οι παλαιότεροι βοτανολόγοι υποστηρίζουν ότι Πολυνήσιοι μετανάστες μπορεί να έφεραν μαζί τους Ιβίσκους από την νοτιανατολική Ασία. Έτσι ο Ιβίσκος βρέθηκε στην Χαβάη, στην Ταϊτή, και στα Φίτζι. Σ' αυτές τις εξωτικές χώρες ο ιβίσκος συνδέθηκε με πολλές συνήθειες της ζωής των κατοίκων. Έτσι έγινε το λουλούδι-έμβλημα της Χαβάης. Οι πρώτες διασταυρώσεις του κινέζικου Ιβίσκου και του ενδημικού ιβίσκου της Χαβάης έδωσαν ώθηση στην ανάπτυξη των περισσότερων από τα χιλιάδες υβρίδια που καλλιεργούνται σήμερα.
Ο αυθεντικός τροπικός ιβίσκος έχει κόκκινα λουλούδια, αλλά οι γενετιστές έχουν παράγει μια τεράστια ποικιλία χρωμάτων μεταξύ των οποίων παραλλαγές του κίτρινου, του πορτοκαλί και του ροζ όπως και διχρωμίες ή τριχρωμίες. Πρόσφατα έχουν αναπτυχθεί πολλά υβρίδια με φυτά που έχουν πολύχρωμα λουλούδια ή διπλά λουλούδια. Ο ιβίσκος ο σινικός είναι ένα πανέμορφο φυτό, εύκολο να καλλιεργηθεί σε εσωτερικό χώρο. Είναι συγγενικό με τον ιβίσκο τον συριακό, ο οποίος καλλιεργείται σε κήπους και σε πάρκα. Ο ιβίσκος ο σινικός όμως δεν είναι τόσο ανθεκτικός στο χειμωνιάτικο κρύο και είναι προτιμότερο να τον διατηρήσετε σαν φυτό εσωτερικού χώρου.
Φροντίδα
Θέση
Σε πολλούς αρέσει να έχουν ιβίσκους σε ζαρντινιέρες το καλοκαίρι, αφού το φυτό αναπτύσσεται θαυμάσια στον ήλιο, αλλά το να διατηρείτε ιβίσκους σε εξωτερικό χώρο για ένα διάστημα του χρόνου δημιουργεί κάποια ιδιαίτερα προβλήματα στην φροντίδα τους. Τα φύλλα που αναπτύσσονται έξω στον δυνατό ήλιο είναι αρκετά διαφορετικά από αυτά που αναπτύσσονται σε εσωτερικούς χώρους, γι' αυτό μην ξαφνιαστείτε αν τα φύλλα του ιβίσκου σας κιτρινίσουν και πέσουν όταν τον μεταφέρετε σε εσωτερικό χώρο το φθινόπωρο. Τα φύλλα του ιβίσκου σε εσωτερικό χώρο γίνονται μεγαλύτερα, σκουροπράσινα και λεπτότερα στην υφή από τα φύλλα ενός ιβίσκου που περνάει όλο το καλοκαίρι σε εξωτερικό χώρο.
Βρείτε το φωτεινότερο παράθυρο στο σπίτι σας για να κρατήσετε τον ιβίσκο σας ευτυχισμένο. Συνήθως αυτό μπορεί να είναι ένα νότιο ή δυτικό παράθυρο. Τοποθετείστε τον όσο το δυνατό πιο κοντά στο παράθυρο αλλά μην αφήνετε τα φύλλα να έρθουν σε επαφή με το τζάμι. Να περιστρέφετε το φυτό κάθε εβδομάδα για να το βοηθήσετε να έχει ομοιόμορφη ανάπτυξη.
Ασθένειες
Διατηρείτε τον ιβίσκο καθαρό για να περιορίσετε τις ευκαιρίες των εντόμων να φωλιάσουν στο φυτό σας. Αν το φυτό σας είναι σε μέγεθος που μπορεί να μετακινηθεί εύκολα, τοποθετήστε το κάτω από το ντους και κάντε του ένα καλό μπάνιο κάθε δυο μήνες. Πάντα να καθαρίζετε τα φυτά και τις γλάστρες σας σχολαστικά πριν τα μεταφέρετε μέσα στο σπίτι. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε φυτοφάρμακα για να απαλλαγείτε από τις επιδρομές των εντόμων. Να παίρνετε πάντα προφυλάξεις και να ακολουθείτε τις οδηγίες συσκευασίας.
Πότισμα
Ένας σωστά αναπτυγμένος ιβίσκος, χρειάζεται πολύ νερό. Χρησιμοποιήστε τα δάχτυλά σας για να ελέγξετε την υγρασία του εδάφους και ποτίστε ακριβώς όταν το έδαφος φαίνεται στεγνό. Το νερό θα πρέπει να στραγγίζει ελεύθερα από τον πάτο της γλάστρας, αλλά φροντίστε να μην μένει νερό στο πιατάκι αποστράγγισης. Αν ο ιβίσκος σας διατηρείται έξω κατά την διάρκεια του καλοκαιριού θα πρέπει να τον ποτίζετε κάθε μέρα. Αν βρίσκεται σε εσωτερικό χώρο θα πρέπει να το ποτίζεται κάθε εβδομάδα την περίοδο που βρίσκεται σε ανάπτυξη, και πιο αραιά κατά τους κρύους χειμερινούς μήνες. Τα φύλλα θα μαραθούν, θα κιτρινίσουν και θα πέσουν αν το έδαφος στεγνώσει εντελώς.
Λίπανση
Ο ιβίσκος χρειάζεται αρκετή λίπανση κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού για να αναπτύξει υγιές φύλλωμα, αλλά προσοχή το πολύ άζωτο μπορεί να αναστείλει την ανθοφορία. Χρησιμοποιείστε καλύτερα ένα πλήρες ισορροπημένο λίπασμα μηνιαία από τον Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο. Ο ιβίσκος συνήθως ανθίζει από νωρίς το καλοκαίρι μέχρι το φθινόπωρο. Πολλά φυτά μπορεί να ανθίσουν όλο το χρόνο αν έχουν τις κατάλληλες συνθήκες.
Κλάδεμα
Ο ιβίσκος είναι ένα φυτό με γρήγορη ανάπτυξη και χρειάζεται ετήσιο κλάδεμα για να διαμορφώσουμε το σχήμα του και να διατηρήσουμε το φυτό στους περιορισμένους χώρους του σπιτιού. Κλαδέψτε το φυτό νωρίς την άνοιξη όταν αρχίζει να εμφανίζεται η καινούρια βλάστηση. Για να διαμορφώσουμε τον ιβίσκο σε σχήμα δέντρου θα πρέπει να αφαιρέσουμε του χαμηλούς βλαστούς και να κλαδέψουμε ομοιόμορφα την κορυφή. Και οι ιβίσκοι σε σχήμα θάμνου θα πρέπει επίσης να κλαδεύονται και να αφαιρείται η παραπανίσια βλάστηση. Περιορίστε την ανάπτυξη των βλαστών κόβοντας τους στο 1/3 με 2/3 από το αρχικό τους μήκος. Προσέξτε να κάνετε τις τομές σας πάνω από τα σημεία που τα νέα μάτια εμφανίζονται να στρέφονται προς τα έξω, έτσι η νέα βλάστηση θα αναπτυχθεί μακριά από τον κορμό και όχι κοντά στο κέντρο του φυτού.
Με την κατάλληλη φροντίδα ο ιβίσκος σας θα σας ανταμείψει με πλούσια άνθιση ολόκληρο το καλοκαίρι και το φθινόπωρο.
[img]http://[URL unfurl="true"]www.valentine.gr/images/Yellow-hibisc.jpg[/img[/URL]]
Ιβίσκος (ο σινικός)
[b]
Προέλευση και περιγραφή[/b]
Ο ιβίσκος ο σινικός είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά λουλούδια των τροπικών. Η γεωγραφική καταγωγή του σινικού ιβίσκου, που λέγεται και "κινέζικο ρόδο", είναι αδιευκρίνιστη. Μερικές από τις πρώτες έρευνες τον φέρνουν να κατάγεται από την Κίνα. Είδη ιβίσκου αναπτύσσονται σ' αυτή την χώρα, μερικά από τα οποία περιστασιακά βρήκαν τον δρόμο για την Ευρώπη. Άλλες έρευνες αποδίδουν την εμφάνιση του είδους στην Ινδία. Οι παλαιότεροι βοτανολόγοι υποστηρίζουν ότι Πολυνήσιοι μετανάστες μπορεί να έφεραν μαζί τους Ιβίσκους από την νοτιανατολική Ασία. Έτσι ο Ιβίσκος βρέθηκε στην Χαβάη, στην Ταϊτή, και στα Φίτζι. Σ' αυτές τις εξωτικές χώρες ο ιβίσκος συνδέθηκε με πολλές συνήθειες της ζωής των κατοίκων. Έτσι έγινε το λουλούδι-έμβλημα της Χαβάης. Οι πρώτες διασταυρώσεις του κινέζικου Ιβίσκου και του ενδημικού ιβίσκου της Χαβάης έδωσαν ώθηση στην ανάπτυξη των περισσότερων από τα χιλιάδες υβρίδια που καλλιεργούνται σήμερα.
Ο αυθεντικός τροπικός ιβίσκος έχει κόκκινα λουλούδια, αλλά οι γενετιστές έχουν παράγει μια τεράστια ποικιλία χρωμάτων μεταξύ των οποίων παραλλαγές του κίτρινου, του πορτοκαλί και του ροζ όπως και διχρωμίες ή τριχρωμίες. Πρόσφατα έχουν αναπτυχθεί πολλά υβρίδια με φυτά που έχουν πολύχρωμα λουλούδια ή διπλά λουλούδια. Ο ιβίσκος ο σινικός είναι ένα πανέμορφο φυτό, εύκολο να καλλιεργηθεί σε εσωτερικό χώρο. Είναι συγγενικό με τον ιβίσκο τον συριακό, ο οποίος καλλιεργείται σε κήπους και σε πάρκα. Ο ιβίσκος ο σινικός όμως δεν είναι τόσο ανθεκτικός στο χειμωνιάτικο κρύο και είναι προτιμότερο να τον διατηρήσετε σαν φυτό εσωτερικού χώρου.
Φροντίδα
Θέση
Σε πολλούς αρέσει να έχουν ιβίσκους σε ζαρντινιέρες το καλοκαίρι, αφού το φυτό αναπτύσσεται θαυμάσια στον ήλιο, αλλά το να διατηρείτε ιβίσκους σε εξωτερικό χώρο για ένα διάστημα του χρόνου δημιουργεί κάποια ιδιαίτερα προβλήματα στην φροντίδα τους. Τα φύλλα που αναπτύσσονται έξω στον δυνατό ήλιο είναι αρκετά διαφορετικά από αυτά που αναπτύσσονται σε εσωτερικούς χώρους, γι' αυτό μην ξαφνιαστείτε αν τα φύλλα του ιβίσκου σας κιτρινίσουν και πέσουν όταν τον μεταφέρετε σε εσωτερικό χώρο το φθινόπωρο. Τα φύλλα του ιβίσκου σε εσωτερικό χώρο γίνονται μεγαλύτερα, σκουροπράσινα και λεπτότερα στην υφή από τα φύλλα ενός ιβίσκου που περνάει όλο το καλοκαίρι σε εξωτερικό χώρο.
Βρείτε το φωτεινότερο παράθυρο στο σπίτι σας για να κρατήσετε τον ιβίσκο σας ευτυχισμένο. Συνήθως αυτό μπορεί να είναι ένα νότιο ή δυτικό παράθυρο. Τοποθετείστε τον όσο το δυνατό πιο κοντά στο παράθυρο αλλά μην αφήνετε τα φύλλα να έρθουν σε επαφή με το τζάμι. Να περιστρέφετε το φυτό κάθε εβδομάδα για να το βοηθήσετε να έχει ομοιόμορφη ανάπτυξη.
Ασθένειες
Διατηρείτε τον ιβίσκο καθαρό για να περιορίσετε τις ευκαιρίες των εντόμων να φωλιάσουν στο φυτό σας. Αν το φυτό σας είναι σε μέγεθος που μπορεί να μετακινηθεί εύκολα, τοποθετήστε το κάτω από το ντους και κάντε του ένα καλό μπάνιο κάθε δυο μήνες. Πάντα να καθαρίζετε τα φυτά και τις γλάστρες σας σχολαστικά πριν τα μεταφέρετε μέσα στο σπίτι. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε φυτοφάρμακα για να απαλλαγείτε από τις επιδρομές των εντόμων. Να παίρνετε πάντα προφυλάξεις και να ακολουθείτε τις οδηγίες συσκευασίας.
Πότισμα
Ένας σωστά αναπτυγμένος ιβίσκος, χρειάζεται πολύ νερό. Χρησιμοποιήστε τα δάχτυλά σας για να ελέγξετε την υγρασία του εδάφους και ποτίστε ακριβώς όταν το έδαφος φαίνεται στεγνό. Το νερό θα πρέπει να στραγγίζει ελεύθερα από τον πάτο της γλάστρας, αλλά φροντίστε να μην μένει νερό στο πιατάκι αποστράγγισης. Αν ο ιβίσκος σας διατηρείται έξω κατά την διάρκεια του καλοκαιριού θα πρέπει να τον ποτίζετε κάθε μέρα. Αν βρίσκεται σε εσωτερικό χώρο θα πρέπει να το ποτίζεται κάθε εβδομάδα την περίοδο που βρίσκεται σε ανάπτυξη, και πιο αραιά κατά τους κρύους χειμερινούς μήνες. Τα φύλλα θα μαραθούν, θα κιτρινίσουν και θα πέσουν αν το έδαφος στεγνώσει εντελώς.
Λίπανση
Ο ιβίσκος χρειάζεται αρκετή λίπανση κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού για να αναπτύξει υγιές φύλλωμα, αλλά προσοχή το πολύ άζωτο μπορεί να αναστείλει την ανθοφορία. Χρησιμοποιείστε καλύτερα ένα πλήρες ισορροπημένο λίπασμα μηνιαία από τον Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο. Ο ιβίσκος συνήθως ανθίζει από νωρίς το καλοκαίρι μέχρι το φθινόπωρο. Πολλά φυτά μπορεί να ανθίσουν όλο το χρόνο αν έχουν τις κατάλληλες συνθήκες.
Κλάδεμα
Ο ιβίσκος είναι ένα φυτό με γρήγορη ανάπτυξη και χρειάζεται ετήσιο κλάδεμα για να διαμορφώσουμε το σχήμα του και να διατηρήσουμε το φυτό στους περιορισμένους χώρους του σπιτιού. Κλαδέψτε το φυτό νωρίς την άνοιξη όταν αρχίζει να εμφανίζεται η καινούρια βλάστηση. Για να διαμορφώσουμε τον ιβίσκο σε σχήμα δέντρου θα πρέπει να αφαιρέσουμε του χαμηλούς βλαστούς και να κλαδέψουμε ομοιόμορφα την κορυφή. Και οι ιβίσκοι σε σχήμα θάμνου θα πρέπει επίσης να κλαδεύονται και να αφαιρείται η παραπανίσια βλάστηση. Περιορίστε την ανάπτυξη των βλαστών κόβοντας τους στο 1/3 με 2/3 από το αρχικό τους μήκος. Προσέξτε να κάνετε τις τομές σας πάνω από τα σημεία που τα νέα μάτια εμφανίζονται να στρέφονται προς τα έξω, έτσι η νέα βλάστηση θα αναπτυχθεί μακριά από τον κορμό και όχι κοντά στο κέντρο του φυτού.
Με την κατάλληλη φροντίδα ο ιβίσκος σας θα σας ανταμείψει με πλούσια άνθιση ολόκληρο το καλοκαίρι και το φθινόπωρο.
Οχι ποικιλιες με 60 μερες κυκλο ζωης Παραλημνιε. Υστερουν πολυ.
Tangerine Dream
Cannabis Cup Winner 2010.
The exceptional crossing of G13 with Neville’s A5 Haze – with the resulting plant again crossed with G13 – Tangerine Dream is sativa-dominant strain offering tangy, intense sweet citrus aromas and flavors as well as effects that are at once cerebral and relaxing. The best of both worlds for smokers and growers. Considering its attributes, Tangerine Dream’s 70-day flowering time is remarkably short, and the one-meter high plants, with their strong and numerous side branches, yield an impressive minimum of 500 grams per square meter. Colas grow large and tight, especially for a sativa-dominant strain, and are flecked with red and orange hairs and frosted with a shimmering layer of fine THC crystals. A taste sensation offering clean and long lasting effects.
Tangerine Dream evokes a citrus fruit fantasy and, somehow, an even more enchanting reality. How one strain can offer some many seemingly contrasting attributes is a shining example of how Barney’s Farm is a leading force in advancing genetics and husbandry.
This innovative, Sativa-dominant strain starts with the legendary G13 plant, known for it’s intense flavors and strong effects, which is crossed with the unusually refined and exotic Neville’s A-5 Haze. The resulting plant is again crossed with G13.
The aesthetic total, however, far exceeds the sum of its genetic parts, as Tangerine Dream offers the visceral sensations of tearing into fresh citrus: a spray of essential oils from the peel with its complex and pleasant bitterness; deep, pungent aromas fill the air, and then, the concentrated, tangy sweet flavor of fruit and juice on the tongue. An experience both refreshing and intense.
The large, tight colas – unusually firm and substantial for a sativa-dominant strain – are flecked with orange and red hairs, and frosted with a shimmering layer of THC crystals. A focused, fruit scent, accented with a whisper of earthy, herbal notes, is obvious even before Tangerine Dream is lit. The smoke offers an even more concentrated citrus fragrance, and zippy sweet flavors that linger on the tongue. These sensations are an excellent introduction to the high that follows: the happy, cerebral energy of sativa layering over just the right amount of indica relaxation.
Growers, too, benefit from a joyful paradox: the flowering time of 70 days is very brief for a sativa-dominant plant, and the yields, of at least 500 grams per square meter, are exceptionally high. Plants grow to a height of about one meter, with strong and substantial side braches able to support their big, dense flowers. With minimum THC levels of 25% and CBD at 1.8%, Tangerine Dream truly lives up to its name, and Barney’s Farm has made it real.
information
cbd: 1.8%
flr.time: 70
genetics: g13/afghan/nevilles a5 haze
har.time: end october
height: medium
thc: 25%
type: sativa/indica
yield: 500gr/m2
Συνημμένα
Επισκέπτης
Υπάρχει κάκτος που λέγεται Πεθερός?
Παρόμοια θέματα
- Απαντήσεις
- 134
- Εμφανίσεις
- 11K
- Απαντήσεις
- 95
- Εμφανίσεις
- 7K
- Ψηφοφορία
- Απαντήσεις
- 127
- Εμφανίσεις
- 10K
- Απαντήσεις
- 61
- Εμφανίσεις
- 12K