Η σαλάτα είχε κάτι από την τέχνη του χωριάτη για το φαί.
Το αγγούρι και η ντομάτα το λαδάκι το αλάτι το πολύ.
Ήρθε σαν οπτασία η μαυροφορεμένη χήρα πάνω στο φτερωτό άλογο της και όλοι πιστέψαμε πως θα έφευγε. Έμεινε όμως όρθια στη μέση της πλατείας κάτω από το αρχοντικό του δημάρχου που της μίλησε με λόγια σαν φλόγες, λόγια πρόστυχα και αμαρτωλά. Αυτή τον κοίταζε βλοσυρά και αναστέναζε κάνοντας το στήθος της να φαίνεται πιο φωτεινό και πιο μεγάλο.
Ο τρελός της ταΐσε το άλογο και κοίταξε τα ασημένια πέταλά του περιμένοντας μάτια φιλοδώρημα. Η παπαδιά με δυο καλάθια λειτουργιές σκόνταψε στο πεζούλι και έπεσε.
Να συνεχίσω η κάνατε διάγνωση;