Λέω να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ...
Υπάρχουν αναπάντεχα θετικά αν το όνειρο του κ. Τσιπρα γίνει πραγματικότητα.
Όχι δεν τρελάθηκα· το ζύγισα προσεκτικά. Έκανα το ισοζύγιο με τα υπέρ και τα κατά για τα περισσότερα κόμματα που κατεβαίνουν σ’ αυτές τις εκλογές. Σαν έφτασα στον ΣΥΡΙΖΑ και άλλες συσσωματώσεις της παλαβής Αριστεράς το σκέφτηκα ανάποδα. Κι αν το όνειρο του κ. Αλέξη Τσίπρα γινόταν πραγματικότητα; Αν ο ΣΥΡΙΖΑ (με ή χωρίς την ψήφο του κ. Πάνου Καμμένου) αναλάμβανε την διακυβέρνηση του τόπου, ποια θα είναι τα θετικά;
Το πρώτο και καλύτερο θα ήταν η πραγμάτωση της δημοκρατίας. Θα είχαμε μια κυβέρνηση -που έστω για λίγο καιρό- θα αντιπροσώπευε γνήσια τους μύχιους πόθους του ελληνικού λαού. Όλα θα έβαιναν προς κρατικοποίηση κι όλοι θα είχαν ελπίδες για διορισμό στο δημόσιο.
Δεύτερον: δεν θα πληρώναμε τους πιστωτές μας. Όχι δια πολιτικής απόφασης, αλλά γιατί θα χρεοκοπούσαμε και αναγκαστικά θα κάναμε στάση πληρωμών. Εκ των πραγμάτων θα αναγκαζόμασταν να ζήσουμε από το προϊόν της εργασίας μας, το οποίο φτάνει, δεν φτάνει, για επίπεδο διαβίωσης των ‘70s, τότε που όλα ήταν αγνά, καθαρά και οικολογικά. Για παράδειγμα: μέχρι να ‘ρθει το πετρέλαιο από τον Τσάβες (και με την προϋπόθεση ότι αυτός δεν θα έχει αποδημήσει) θα κυκλοφορούν ελάχιστα αυτοκίνητα κι αυτά κρατικά.
Τρίτο θετικό: το καλύτερο φάρμακο για να έρθει ένας πολιτικός σχηματισμός στα σύγκαλά του είναι οι ευθύνες διακυβέρνησης. Το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80 χρειάστηκε πέντε χρόνια για να καταλάβει ότι δεν μπορεί να ξοδεύει λεφτά που δεν έχει και να προχωρήσει σε πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας. Τότε το εξωτερικό χρέος ξεκίνησε από το 20% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα είναι στο 160%. Αυτό σημαίνει ότι τώρα το χρονικό περιθώριο ωρίμανσης ενός αριστερού κόμματος μειώνεται δραματικά. Όσο όμως και να συρρικνωθεί, τα γεροντοπαλίκαρα της μεταπολίτευσης θα ξαναζήσουν την χαμένη νιότη τους. Θα λυθούν τα κόμπλεξ που δεν πρόλαβαν το Πολυτεχνείο και θα σταματήσουν να μας ζαλίζουν με τις μεγάλες λέξεις για όσα επαναστατικά ονειρευόταν και δεν πρόκαναν να κάνουν.
Εν τω μεταξύ, μέχρι να γίνουν οι ζυμώσεις μεταξύ των διάφορων συνιστωσών για την Νέα Οικονομική Πολιτική, να εκτοξευθούν οι καταγγελίες για δεξιές αποκλίσεις, τα κατηγορώ για νεοφιλελεύθερο εισοδισμό στην κυβέρνηση, οι διασπάσεις με το επιχείρημα «δεν μας ψήφισε ο λαός γι’ αυτό»· μέχρι να γίνουν οι διαδηλώσεις κατά των αγορών που δεν μας δανείζουν και κατά του Σόιμπλε που δεν επεμβαίνει στα εσωτερικά μας με μερικά δισ., η οικονομία θα έχει καταστραφεί. Αλλά κι αυτό μπορεί να συνυπολογιστεί στα θετικά. Κατ’ αρχήν είναι καλύτερη μια άμεση καταστροφή παρά να ξηλώνεται η χώρα, πλατεία, πλατεία· μαρμαροκατασκευή, μαρμαροκατασκευή· διαδήλωση-διαδήλωση. Κατά δεύτερον, με την εμπειρία της άμεσης καταστροφής κάθε κατεργάρης επιστρέφει στον πάγκο του. Το ψευδές επιχείρημα της αριστεράς ότι δεν κυβέρνησε ποτέ, και συνεπώς δεν ευθύνεται για το χάλι της μεταπολίτευσης, θα μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Να σημειώσουμε εδώ ότι η πορεία ενός τόπου, προς το καλύτερο ή το χειρότερο, δεν ορίζεται μόνο από τις κυβερνήσεις του. Ορίζεται και από τις αντιπολιτεύσεις, και από την κοινωνία των πολιτών ή πελατών· ορίζεται από τα συνδικάτα, την τοπική αυτοδιοίκηση και χιλιάδες άλλους παράγοντες. Μια διακυβέρνηση της αριστεράς θα εξαφανίσει το τελευταίο φύλλο συκής «εμείς δεν κυβερνήσαμε ποτέ». Δεν θα δοξάζονται για την οπισθοδρόμηση της χώρας κρυπτόμενοι πίσω από νεφελώματα του «άλλου κόσμου». Δεν θα μάς ζαλίζουν με καταγγελίες περί πελατειακού κράτους και ταυτόχρονες καταγγελίες γιατί αυτό το κράτος δεν προσέλαβε άλλους 500.000· για την υπανάπτυξη που φέρνει ανεργία και την δυναμική αντιπαράθεση σε κάθε έργο που δημιουργεί θέσεις εργασίας· για την συγκυβέρνηση με τον κ.Καρατζαφέρη ενώ μια τέτοια κυβέρνηση θα εξαρτάται από τις «πέντε ψήφους του Πάνου Καμμένου».
Το βασικότερο όμως επιχείρημα υπέρ μιας διακυβέρνησης της αριστεράς προέρχεται από την ιστορία. Χρειάστηκε μια εθνική καταστροφή για να τελειώσει η κυριαρχία της μετεμφυλιακής δεξιάς. Ίσως να χρειάζεται άλλη μία εθνική καταστροφή για να τελειώσει και η κυριαρχία της μεταδικτατορικής αριστεράς και των αντιλήψεών της που κανοννάρχησαν την μεταπολίτευση.