ας αφήσω λοιπόν την Μικρά Ασία και ας περάσουμε σε άλλα έθνη....
Γενοκτονία Αρμενίων
Γενοκτονία των Αρμενίων
Την 24η Απριλίου του 1915, 300 άτομα της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας των Αρμενίων συγκεντρώθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια οδηγήθηκαν στο θάνατο. Αυτό ήταν ο προπομπός όσων ακολούθησαν στα χρόνια μέχρι το 1923, όταν ο αριθμός των νεκρών της
Η Γενοκτονία των Αρμενίων, η πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα, ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα, το οποίο η κυβέρνηση των Νεότουρκων έφερε σε πέρας με συστηματικότητα. Οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε ήταν ο ξεριζωμός, η εξάντληση στις κακουχίες, τα βασανιστήρια, η πείνα και η δίψα, και τα στρατόπεδα θανάτου στην έρημο.
91 χρόνια μετά, η Τουρκία διεκδικεί την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς να έχει αναγνωρίσει το έγκλημα που έχει διαπράξει. Ο Τούρκος συγγραφέας Ορχάν Παμούκ, που σε έργο του αναφέρει τη Γενοκτονία, σύρεται στα δικαστήρια και τα βιβλία του καίγονται. Ο πρωθυπουργός της χώρας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υπεκφεύγει λέγοντας «να αφεθεί το θέμα στους ιστορικούς»...
Θα ακολουθήσουν λίγες αφηγήσεις όσων επέζησαν.
Αραξή Μιχιταριάν
Γεννημένη το 1908 στη Σμύρνη, εξιστορεί την δικιά της ιστορία. Μια ιστορία που πολύ ίσως από εμάς γνωρίζουμε, είτε επειδή την έχουμε ακούσει είτε επειδή την έχουμε ...ζήσει.
Το πώς θάψανε τους άντρες της οικογένειάς της.
Πώς τα γυναικόπαιδα είχαν βρει προσωρινό καταφύγιο σε ένα ξενοδοχείο στην αρμενική συνοικία της Σμύρνης, που την ονομάζει «το Κολωνάκι της Σμύρνης».
Πώς έφτασαν από εκεί προς τα πλοία.
Πώς έμειναν για 11 ολόκληρες ημέρες σε παράγκες στο Τσεσμέ χωρίς φαγητό και νερό και πώς βίαζαν τις νεαρές κοπέλες οι Τούρκοι. «Αλλά τις φωνές μας δεν τις άκουγε κανείς» λέει με πόνο.
Περιγράφει τις στιγμές που μέσα στο σπίτι της συνεδρίαζε η επιτροπή που θα αποφάσιζε τι θα γινόντουσαν.
«Υπήρχαν 52 πλοία στον κόλπο της Σμύρνης, ο κόσμος, όμως, νομίζοντας ότι θα γίνει διεθνές κράτος δεν έφυγε. Κι έτσι φύγαν και τα ελληνικά πλοία. Τότε ο κόσμος πανικοβλήθηκε και πήρε όπλα.
Την επομένη φάνηκαν οι τουρκικές σημαίες στο απέναντι βουνό. Σε δέκα λεπτά είχαν φθάσει, και λεηλατούσαν τα πάντα».
Με παράπονο μας αφηγείται ότι η Ευρώπη δεν τους βοήθησε καθόλου. Στη γειτονιά της δεν έμεινε τίποτα.
Μάζεψαν τους άντρες από 16 μέχρι 70 χρονών και τους έβαλαν σε στρατώνες, τους υπόλοιπους τους σκότωσαν.
Τον Πατριάρχη Χρυσόστομο τον έδεσαν σε μια κολώνα, του βγάλαν τα νύχια, τα δόντια.... Τον τυράννησαν.
Τρία μερόνυχτα γινόταν μάχη με τους Τούρκους, στην εκκλησία Αγ. Στεφάνου όπου βρίσκονταν 3.500 Αρμένιοι. Η ίδια κατάφερε να ξεφύγει μπαίνοντας σ' ένα βαπόρι προς το Κορντόμποϊ.
«Ακόμη θυμάμαι τους Τούρκους που ακόνιζαν τα μαχαίρια», μας αφηγείται.
Τελικά, με ένα ελληνικό πλοίο έφτασαν στη Χίο και στη συνέχεια στον Πειραιά.
Εζεκελιάν Ανούκ
Γεννήθηκε στα 'Αδανα το 1909.
Τα πρώτα παιδικά της χρόνια ήταν όμορφα, γεμάτα ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές. Η οικογένειά της αποτελούνταν από επτά άτομα.
Το 1922, όταν η ίδια ήταν 13 ετών, οι Γάλλοι που ήταν στα 'Αδανα τους είπαν να φύγουν, γιατί θα τους έσφαζαν όλους.
Όταν άρχισαν οι σφαγές, θυμάται ότι οι Τούρκοι έκαψαν όλα τα παιδιά του αρμενικού σχολείου Απκαριάν. Τα κλείδωσαν μέσα, περιέλουσαν το κτήριο με πετρέλαιο και τα 'καψαν.
Το ίδιο έκαναν και στην εκκλησία, όπου έπιασαν και εγκλώβισαν όποιον βρήκαν μπροστά τους. Εκεί χάθηκε μια θεία της, 18 ετών τότε.
Η υπόλοιπη οικογένειά της πήρε το τρένο για το Μερσίς. Στη διαδρομή, μέχρι να φτάσουν στο τρένο, έβλεπαν τις σφαγές. Οι άνδρες θανατώνονταν επί τόπου, οι γυναίκες βιάζονταν και σκοτώνονταν με τους πιο βίαιους τρόπους.
Στη συνέχεια πήγαν με πλοίο στη Σμύρνη, όπου δεν αποβιβάστηκαν φυσικά, αφού εκεί παιζόταν μια άλλη πράξη του ίδιου δράματος, και τελικά έφθασαν στο Λαύριο.
Αφού έμειναν εκεί για κάποιο διάστημα, πήγαν στο Δουργούτι και αργότερα κατέληξαν στον Καρέα.
Καλαϊτζιάν Ναζάρ
Θυμάται ότι το 1915 ήταν τεσσάρων ετών και ζούσε στη Σμύρνη, όπου η οικογένειά του είχε καταφύγει το 1909 για να γλιτώσει από τις σφαγές στα Αδανα.
Θυμάται την ημέρα που βαφτίσανε το μικρό του αδερφό. Την ώρα που βγαίνανε από την εκκλησία έφθασε ο ταχυδρόμος που τους ενημέρωσε ότι έπεσε το Μαράς και ότι οι Τούρκοι έσφαξαν τον κόσμο.
Τότε, ο πατέρας του ξαναμπαίνοντας στην εκκλησία ζήτησε από το δεσπότη να σβήσει από τα χαρτιά το όνομα Χάικ, όπως είχε αρχικά βαφτισθεί ο αδελφός του και να γράψει το όνομα Βρεζ (το οποίο στ' αρμενικά σημαίνει «εκδίκηση»).
Από τη Σμύρνη έφυγαν κυνηγημένοι, όπως όπως. Ο ίδιος κρατούσε στον ώμο του τον αδερφό του Βρεζ, ενώ οι Τούρκοι τους κυνηγούσαν με ξιφολόγχες.
Ο πατέρας του πέθανε από ανακοπή, όταν είδε την τουρκική σημαία να κυματίζει στο αρμενικό Πατριαρχείο.
Η υπόλοιπη οικογένεια κατέφυγε σε ένα γαλλικό σπίτι κι από εκεί με ένα ελληνικό πλοίο έφτασαν στην Ελλάδα. Τ' άλλα αδέρφια του κι ένας θείος του, που τις τρομερές εκείνες ώρες βρέθηκαν σε μια βάρκα που ανατράπηκε, πνίγηκαν.
Η μητέρα του ποτέ δεν μπόρεσε να ξεχάσει το φρικτό χαμό του συζύγου και των δύο γιων της. Όσο ζούσε την κυνηγούσαν σαν φαντάσματα οι μορφές τους.
Μοραλιάν Γκάρο
Γεννήθηκε το 1902 στην Ανδριανούπολη, όπου υπήρχαν τότε 120-150 οικογένειες Αρμενίων.
Τον Απρίλη του 1915 εξορίστηκαν όλοι για την έρημο Ντερ Ζορ (Συρία).
Θυμάται πως ο 33χρονος θείος του πυροβολήθηκε μπροστά στα μάτια του.
Θυμάται ακόμα πως η αδερφή του, ενάμισι έτους, πέθανε από τις κακουχίες και την έθαψαν σ' ένα λάκκο.
Με τη βοήθεια ενός αρμένιου αστυνόμου, με πλαστό τουρκικό όνομα, κατάφεραν να βρεθούν στη Δαμασκό, όπου έζησαν έως το 1918, οπότε ξαναγύρισαν στην Ανδριανούπολη - 3 άτομα είχαν απομείνει πια από τη 17μελή οικογένειά του.
Από εκεί, όπου έζησε μέχρι το 1919, πέρασε στην Ξάνθη, όπου έζησε όλα τα υπόλοιπα χρόνια.
Παντρεύτηκε κι έζησε χρόνια γεμάτα από τις αναμνήσεις αυτές.
Ο ίδιος λέει πως το πιο ευχάριστο γεγονός της ζωής του ήταν που γνώρισε τη γυναίκα που έγινε σύντροφός του τόσα χρόνια.