Νέα

Σαίξπηρ - τα έργα του online

  • Μέλος που άνοιξε το νήμα Dyvoir
  • Ημερομηνία ανοίγματος
  • Απαντήσεις 5
  • Εμφανίσεις 760
  • Tagged users Καμία
  • Βλέπουν το thread αυτή τη στιγμή 1 άτομα (0 μέλη και 1 επισκέπτες)

Dyvoir

Τιμημένος
Εγγρ.
2 Δεκ 2012
Μηνύματα
499
Κριτικές
9
Like
328
Πόντοι
21
Γεια χαρά,

πρέπει να ερευνήσω κάποια κείμενα του Σαίξπηρ, στην ελληνική μετάφραση όμως. Ξέρει κάποιος μια αντίστοιχη πύλη λογοτεχνίας, δηλαδή κάτι σαν αυτό,
αλλά στα ελληνικά;

Ευχαριστώ εκ των προτέρων!
 

wired77

Μέγας
Εγγρ.
25 Οκτ 2016
Μηνύματα
4.766
Κριτικές
11
Like
5.537
Πόντοι
4.096

Φίλε μου καλησπέρα.

Κάτι αντίστοιχο με αυτό που γράφεις, το θέωρω δύσκολο να βρεις. Το είχα ψάξει παλιότερα και δεν είχα βρει κάτι στα Ελληνικά.

Υπάρχουν όλα τα έργα του Σαίξπηρ στα Άγγλικα στην παρακάτω σελίδα.

www.folgerdigitaltexts.org/?chapter=4]http://www.folgerdigitaltexts.org/?chapter=4[/url]

Υπάρχουν δύο από τα πλέον γνωστά του εδώ online

www.ebooks4greeks.gr/tag/ουιλλιαμ-σαιξπηρ]http://www.ebooks4greeks.gr/tag/ουιλλιαμ-σαιξπηρ[/url]

Θα βρεις και εδώ αρκετά

www.openbook.gr/s=σαιξπηρ]http://www.openbook.gr/s=σαιξπηρ[/url]

Απλά κατεβάζεις το ebook σε pdf

Πριν 3 χρόνια συμπληρώθηκαν 400 χρόνια από τον θάνατό του και υπάρχουν πολλά αφιερώματα στο διαδίκτυο και πολλές αναφορές στο έργο του, ψάξτο λίγο.

Βασικό είναι το τι θέλεις να ψάξεις ακριβώς, ποια κείμενα,
Τραγωδίες, Ιστορικά, Ποιήματα ή της Κωμωδίες του?

Θεωρώ ότι υπάρχουν υπέροχες συζητήσεις και απόψεις πάνω στο έργο του και το internet δεν θα σε απογοητεύσει.
 

μαρουλιας

Μέλος
Εγγρ.
1 Ιουλ 2007
Μηνύματα
5.452
Κριτικές
1
Like
93
Πόντοι
66
Ο μέγας βάρδος στα καπηλειά σύχναζε και μάλλον με πουτάνες πήγαινε.
 
OP
OP
Dyvoir

Dyvoir

Τιμημένος
Εγγρ.
2 Δεκ 2012
Μηνύματα
499
Κριτικές
9
Like
328
Πόντοι
21
Μα Σαίξπηρ σε site για μπουρδέλα;! Χαχαχα. Πιάσε δύο που το βρήκα εδώ:


Δυστυχώς κάθομαι στη Γερμανία και είναι λίγο δύσκολο να το ψάξω από εδώ.


ΕΥΧΑΡΙΣΤΏ ΠΟΛΎ ΣΕ ΌΛΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΠΑΝΤΉΣΕΙΣ!

Με ρώτησαν γιατί το χρειάζομαι.
Για μια συγκριτική διεθνή μελέτη. Κάτι σαν αυτό:



To be, or not to be- that is the question:
Whether 'tis nobler in the mind to suffer
The slings and arrows of outrageous fortune
Or to take arms against a sea of troubles,
And by opposing end them. To die- to sleep-
No more; and by a sleep to say we end
The heartache, and the thousand natural shocks
That flesh is heir to. 'Tis a consummation
Devoutly to be wish'd. To die- to sleep.
To sleep- perchance to dream: ay, there's the rub!
For in that sleep of death what dreams may come
When we have shuffled off this mortal coil,
Must give us pause. There's the respect
That makes calamity of so long life.
For who would bear the whips and scorns of time,
Th' oppressor's wrong, the proud man's contumely,
The pangs of despis'd love, the law's delay,
The insolence of office, and the spurns
That patient merit of th' unworthy takes,
When he himself might his quietus make
With a bare bodkin? Who would these fardels bear,
To grunt and sweat under a weary life,
But that the dread of something after death-
The undiscover'd country, from whose bourn
No traveller returns- puzzles the will,
And makes us rather bear those ills we have
Than fly to others that we know not of?
Thus conscience does make cowards of us all,
And thus the native hue of resolution
Is sicklied o'er with the pale cast of thought,
And enterprises of great pith and moment
With this regard their currents turn awry
And lose the name of action.- Soft you now!
The fair Ophelia!- Nymph, in thy orisons
Be all my sins rememb'red.





Âtre, ou ne pas être, c’est là la question. Y a-t-il plus de noblesse d’âme à subir la fronde et les flèches de la fortune outrageante, ou bien à s’armer contre une mer de douleurs et à l’arrêter par une révolte ? Mourir… dormir, rien de plus ;… et dire que par ce sommeil nous mettons fin aux maux du cœur et aux mille tortures naturelles qui sont le legs de la chair : c’est là un dénouement qu’on doit souhaiter avec ferveur. Mourir… dormir, dormir ! peut-être rêver ! Oui, là est l’embarras. Car quels rêves peut-il nous venir dans ce sommeil de la mort, quand nous sommes débarrassés de l’étreinte de cette vie ?
Voilà qui doit nous arrêter. C’est cette réflexion-là qui nous vaut la calamité d’une si longue existence. Qui, en effet, voudrait supporter les flagellations, et les dédains du monde, l’injure de l’oppresseur, l’humiliation de la pauvreté, les angoisses de l’amour méprisé, les lenteurs de la loi, l’insolence du pouvoir, et les rebuffades que le mérite résigné reçoit d’hommes indignes, s’il pouvait en être quitte avec un simple poinçon ? Qui voudrait porter ces fardeaux, grogner et suer sous une vie accablante, si la crainte de quelque chose après la mort, de cette région inexplorée, d’où nul voyageur ne revient, ne troublait la volonté, et ne nous faisait supporter les maux que nous avons par peur de nous lancer dans ceux que nous ne connaissons pas ? Ainsi la conscience fait de nous tous des lâches ; ainsi les couleurs natives de la résolution blêmissent sous les pâles reflets de la pensée ; ainsi les entreprises les plus énergiques et les plus importantes se détournent de leur cours, à cette idée, et perdent le nom d’action… Doucement, maintenant ! Voici la belle Ophélia… Nymphe, dans tes oraisons souviens-toi de tous mes péchés.





Να ήναι (2) τις ή να μη ήναι, ιδού το ζήτημα·

αν θέλ' η ευγένεια της ψυχής όλα να στέργης

τα πικρά βέλη 'πού ακοντίζει τύχη αχρεία,

ή (3) 'ς ένα πέλαγος κακών αρματωμένος

αντίστασιν να κάμης και να παύσης όλα.

Θάνατος, — ύπνος (4), — τίποτ' άλλο· και αν ειπούμε

πως μ' έναν ύπνον παύει ο πόνος της καρδίας,

και οι τόσοι κτύποι, της σαρκός αρχαία κλήρα, —

θα ήταν τέλος άξιο των θερμών ευχών μας.

Θάνατος· — ύπνος· — ύπνος! α! και όνειρα μήπως!

εδώ είναι ο κόμπος· επειδή (5) κει 'ς του θανάτου

τον ύπνον ποιας λογής όνειρα θα 'λθουν, άμα

του κόσμου τούτου αποτινάξωμε την ζάλην,

τούτο εξ ανάγκης μας κρατεί, τούτ' είναι η σκέψις,

'πού σέρνει τόσο την ζωήν της δυστυχίας (6).

Ότι ποιος θα δεχόνταν του καιρού τους τόσους

περιπαιγμούς και ραβδισμούς, την δυναστείαν

του αδικητού, την ύβριν των υπερηφάνων,

την οδύνην αγάπης καταφρονημένης,

την άργητα του νόμου (7), τον αυθάδη τρόπον

της εξουσίας, και όσους λακτισμούς η αξία

η υπομονητική λαμβάνει απ' τον αχρείον,

εάν μ' ένα μαχαίρι μόνος του ημπορούσε

ν' απελευθερωθή; ποιος ήθελε απ' το βάρος

μιας άχαρης ζωής να ιδρόνη, να στενάζη;

μόνος ο τρόμος μήπως κάτ' υπάρχει πέραν

του τάφου, — ο τόπος (8) ο ανεύρετος, απ' όπου

ποτέ κανείς ταξειδιώτης δεν γυρίζει, —

την θέλησιν στενοχωρεί, και (9) αυτό βιάζει

τον άνθρωπον να μένη 'ς τα δεινά, 'πού πάσχει,

παρά να δράμη 'ς άλλ' αγνώριστά του πάθη.

Έτσ' η (10) συνείδησις δειλούς όλους μας κάμνει,

κ' έτσι το (11) φυσικό της αποφάσεως χρώμα

νεκρόνει ο λογισμός με την χλωμήν θωριά του,

ώστε μ' αυτόν τον δισταγμόν έργα μεγάλης

ουσίας στρέφουν απ' το ρεύμα τους και χάνουν

και τ' όνομα της ενεργείας. Σίγα, τώρα!

Η εύμορφη Οφηλία; — Νύμφη, 'ς ταις (12) ευχαίς σου

μνημόνευ' όλα τ' αμαρτήματά μου.




Sein oder Nichtsein, das ist hier die Frage:

Ob's edler im Gemüt, die Pfeil' und Schleudern

Des wütenden Geschicks erdulden, oder,

Sich waffnend gegen eine See von Plagen,

Durch Widerstand sie enden. Sterben – schlafen –

Nichts weiter! – und zu wissen, daß ein Schlaf

Das Herzweh und die tausend Stöße endet,

Die unsers Fleisches Erbteil – 's ist ein Ziel,

Aufs innigste zu wünschen. Sterben – schlafen –

Schlafen! Vielleicht auch träumen! – Ja, da liegt's:

Was in dem Schlaf für Träume kommen mögen,

Wenn wir den Drang des Ird'schen abgeschüttelt,

Das zwingt uns still zu stehn. Das ist die Rücksicht,

Die Elend läßt zu hohen Jahren kommen.

Denn wer ertrüg' der Zeiten Spott und Geißel,

Des Mächt'gen Druck, des Stolzen Mißhandlungen,

Verschmähter Liebe Pein, des Rechtes Aufschub,

Den Übermut der Ämter, und die Schmach,

Die Unwert schweigendem Verdienst erweist,

Wenn er sich selbst in Ruh'stand setzen könnte

Mit einer Nadel bloß! Wer trüge Lasten,

Und stöhnt' und schwitzte unter Lebensmüh'?

Nur daß die Furcht vor etwas nach dem Tod –

Das unentdeckte Land, von des Bezirk

Kein Wandrer wiederkehrt – den Willen irrt,

Daß wir die Übel, die wir haben, lieber

Ertragen, als zu unbekannten fliehn.

So macht Gewissen Feige aus uns allen;

Der angebornen Farbe der Entschließung

Wird des Gedankens Blässe angekränkelt;

Und Unternehmungen voll Mark und Nachdruck,

Durch diese Rücksicht aus der Bahn gelenkt,

Verlieren so der Handlung Namen. – Still!

Die reizende Ophelia. – Nymphe, schließ'

in dein Gebet all meine Sünden ein!




Existir o no existir, ésta es la cuestión. ¿Cuál es más
digna acción del ánimo, sufrir los tiros penetrantes de la fortuna injusta,
u oponer los brazos a este torrente de calamidades, y darlas fin con
atrevida resistencia? Morir es dormir. ¿No más? ¿Y por un sueño,
diremos, las aflicciones se acabaron y los dolores sin número,
patrimonio de nuestra débil naturaleza?... Este es un término que
deberíamos solicitar con ansia. Morir es dormir... y tal vez soñar. Sí, y
ved aquí el grande obstáculo, porque el considerar que sueños podrán
ocurrir en el silencio del sepulcro, cuando hayamos abandonado este
despojo mortal, es razón harto poderosa para detenernos. Esta es la
consideración que hace nuestra infelicidad tan larga. ¿Quién, si esto no
fuese, aguantaría la lentitud de los tribunales, la insolencia de los
empleados, las tropelías que recibe pacífico el mérito de los hombres
más indignos, las angustias de un mal pagado amor, las injurias y
quebrantos de la edad, la violencia de los tiranos, el desprecio de los
soberbios? Cuando el que esto sufre, pudiera procurar su quietud con
sólo un puñal. ¿Quién podría tolerar tanta opresión, sudando, gimiendo
bajo el peso de una vida molesta sino fuese que el temor de que existe
alguna cosa más allá de la Muerte (aquel país desconocido de cuyos
límites ningún caminante torna) nos embaraza en dudas y nos hace
sufrir los males que nos cercan; antes que ir a buscar otros de que no
tenemos seguro conocimiento? Esta previsión nos hace a todos
cobardes, así la natural tintura del valor se debilita con los barnices
pálidos de la prudencia, las empresas de mayor importancia por esta
sola consideración mudan camino, no se ejecutan y se reducen a
designios vanos. Pero... ¡la hermosa Ofelia! Graciosa niña, espero que
mis defectos no serán olvidados en tus oraciones.





Hamlet, 3.1, William Shakespeare

The Tragedy of Hamlet, Prince of Denmark

La Tragique Histoire d'Hamlet, prince de Danemark

Η τραγική ιστορία του Άμλετ, πρίγκιπα της Δανίας

Die Tragödie von Hamlet, Prinz von Dänemark

La tragedia de Hamlet, Príncipe de Dinamarca



 

Stories

Νέο!

Stories

Top Bottom