Όταν ήμουν ιεροεξεταστής, μου είχαν αναθέσει να εξορκίσω μια δαιμονισμένη καλογραία (γραία, τρόπος του λέγειν) Εικοσιπεντούτης, ευειδεστάτη με πυρόξανθη κόμη και με φακίδες στα νο3 στήθη της.
Δοκίμασα να την εξορκίσω με τον απλό τρόπο, αλλά το δαιμόνιο που την είχε καταλάβει ήτο πολύ δυνατό.
Όπως θα αντιλαμβάνεσθε λοιπόν, έπρεπε πλέον να εισέλθω μέσα της, προκειμένου να το βρώ και να το αποθήσω.
Καθώς λοιπόν έμπηξα την "ποιμαντορική μου ράβδο" μέσα της, αυτή, καθοδηγούμενη από το δαιμόνιο, με ανέτρεψε από την ιεραποστολική στάση, και κάθησε επάνω μου εις την ιππαστί στάση. Κατόπιν καθοδηγούμενη πάλι από το δαίμονα, που πλέον ήτο σφόδρα πληγωμένος και έκανε τις ύστατές του προσπάθειες για να γαντζωθεί και να μην εξέλθει , επιασε το κεφάλι μου από τα μαλλία, μου το τράβαγε με δύναμη προς τα στήθη της, και κατόπιν το οδηγούσε μεθ ορμής στο πάτωμα.
Για να μην τα πολυλογώ , μετά από κάποια ώρα, και αρκετές εναλλαγές στάσεων, κατάφερα να βγάλω τον δαίμονα από μέσα της και να τον στείλω στο πυρ το εξώτερον, αλλά αυτή η λυσσαλέα μάχη μου στοιχισε την κόμη μου, η οποία εκριζώθει από το πολύ τράβηγμα.