Η πρωτη φορα σε μπουρδελο
Πρωτη φορα με πηγανε δυο φιλοι απ το χωριο μου.
Ηρθε η ωρα μου ειπανε, να βρω τον ανδρισμο μου.
Εκει καπου στη Ζηνωνος. Αυτοι ειχαν ξαναπαει.
Θυμαμαι, λιγο φοβομουνα. Νομιζα… πως ποναει.
Μπηκαμε μεσα και η τσατσα, ηρθε στο σαλονακι.
Τσιμπουκι, πισοκολητο. Νεο το κοριτσακι.
Ηρθε στο μισοσκοταδο. Γυμνη. Καθισε λιγο.
Θυμαμαι οτι δειλιασα. Εγω, ειπα, θα φυγω.
Μου πιανει ο Μητσος το γιακα. Ο Χρηστος με τραβαει.
Ελα μαλακα, πηγαινε. Θα δεις, δεν θα… ποναει.
Μπηκα μεσα και καθισα σε ενα διπλο κρεβατι.
Καθομουν και δεν ηξερα. Πρεπει να κανω κατι ?
Σε λιγο ηρθε η μικρη. Αφησε ενα γελακι.
Πρωταρης εισαι, ρωτησε. Καλως τον Νικολακη.
Οι φιλοι εμαθα μετα της ειπανε για μενα.
Πως ειναι πρωτη μου φορα, και τα ‘χω ολα χαμενα.
Αρχισε, αληθεια, τρυφερα τα ρουχα να μου βγαζει.
Ηταν χειμωνας αγριος. Εξω εριχνε χαλαζι.
Πηρε γλυκα τον πουτσο μου στο στομα. Τον φιλουσε.
Εγω τα ματια ορθανοιχτα. Με εβλεπε και γελουσε.
Τα αρχιδια μου μου εγλυφε. Τα εβαζε στο στομα.
Να χυσω μου ερχοτανε, μα ειπα οχι ακομα.
Μα οταν στο στομα ολοκληρο τον εβαλε και παλι,
ο ουρανος σκοτεινιασε. Με επιασε μια ζαλη.
Εχυσα μεσ’ στο στομα της.Τραβηχτηκε λιγακι.
Συνεχισε ομως και ελεγε, καλως τον Νικολακη.
Nτρεπομουν και δεν ηξερα Πως να το συνεχισω.
Αυτη τοτε με ρωτησε: Θελω να ξαναχυσω ?
Θελω, της ειπα, και ευθυς ξανα στο στομα παλι.
Σε δυο λεπτακια ετοιμος. Η πουτσα μου ατσαλι.
Μου εβαλε προφυλακτικο. Καθισε απο πανω.
Κουνιοταν και κουνιομουνα. Καλα, ειπε, το κανω.
Μετα γυρισε ανασκελα. Με πηρε αγκαλια της.
Μου χαιδευε τα αρχιδια μου. Εγλυφα τα βυζια της.
Μετα αυτη στα τεσσερα, εγω τωρα απο πισω.
Φοβηθηκα και νομισα οτι θα ξαναχυσω.
Σταματησα. Τον εβγαλα. Μου ειπε: τι συμβαινει ?
Ειδε ομως η πουτσα μου πως ηταν σηκωμενη.
Πηγα να χυσω, ειπα εγω, γρηγορα και δεν θελω.
Ενταξει Νικολακι μου, μα εδω ειναι μπουρδελο.
Ελα τωρα, βαλτονε ξανα μεσα μου ολο.
Ενταξει ειπα, μα ασε με λιγακι και στον κωλο.
Μπα, ειπε, ο μικρος θελει και κωλαρακι.
Αλλη φορα αγορινα μου. Ενταξει Νικολακι ?
Ενταξει ειπα με καρδια βαρια και ντροπιασμενος.
Δεν ηξερα, ο φουκαρας. Δεν ηξερα ο καυμενος.
Ξανα αυτη στα τεσερα και πισω εγω καβαλα.
Αρχισα και κουνιομουνα λες και ημουν σε τραμπαλα.
Κουνιομουνα και εσπρωχνα και παλι με μανια.
Σε λιγο, εχυσα γλυκα. Η ωρα ηταν μια.
Σηκωθηκε, με φιλησε, μου λεει: Ωραιος εισαι.
Και για πρωταρης μια χαρα. Και οχι στο αψε σβυσε.
Ποσο χρονων εισαι μικρε ? Της λεω δεκατρια.
Αμαν, μου λεει, ‘καντηνε, θα ρθει η αστυνομια.
Μικρος μικρος στα βασανα και στου μουνιου τη γλυκα.
Ενταξει αγορακι μου. Ντυσου μας πηρε η νυχτα.
Ντυθηκα και καμαρωτος βγηκα στο σαλονακι.
Οι φιλοι με περιμεναν με ενα κρυφο γελακι.
Ολα ενταξει γιγαντα, μου ειπαν με ενα στομα.
Ενταξει τους απαντησα. Παμε για ενα ακομα.
Στα γελια ξεκαρδιστηκαν, μου λενε σπιτι τωρα.
Παμε γιατι σταματησε για λιγο και η μπορα.
Ταξακι ξηγηθηκαμε, πισω στο Περιστερι.
Και ενα ακομα ηθελα μα το εκανα...στο χερι.
Στο σπιτι οταν γυρισα ευθυς στην τουαλετα.
Χαρτι δεν ειχε μα εγω πηρα χαρτοπετσετα.
Απο τον κωλο γαμησα μοναχος την...δικια μου.
Και ησυχος χωθηκα γλυκα μεσ’ στα σκεπασματα μου.
Στο υπνο μαλλον εριξα ακομα αλλον ενα
γιατι ειδα τα σεντονια μου με χυσια μουσκεμενα,
πρωι μολις σηκωθηκα. Τι εγινε σκεφτομουν.
Πως γινεται και εχυσα ενω εγω κοιμομουν ?
Εδω να σταματησει λεω τωρα η ιστορια.
Δεν ειναι δα πρωτοτυπη. Αλλη ακομα μια.
Πολλα αγορια θα σας πουν λιγο πολυ τα ιδια.
Αν σας αρεσει εχει καλως, αλλιως μεσ’ στα σκουπιδια...
Πρωτη φορα με πηγανε δυο φιλοι απ το χωριο μου.
Ηρθε η ωρα μου ειπανε, να βρω τον ανδρισμο μου.
Εκει καπου στη Ζηνωνος. Αυτοι ειχαν ξαναπαει.
Θυμαμαι, λιγο φοβομουνα. Νομιζα… πως ποναει.
Μπηκαμε μεσα και η τσατσα, ηρθε στο σαλονακι.
Τσιμπουκι, πισοκολητο. Νεο το κοριτσακι.
Ηρθε στο μισοσκοταδο. Γυμνη. Καθισε λιγο.
Θυμαμαι οτι δειλιασα. Εγω, ειπα, θα φυγω.
Μου πιανει ο Μητσος το γιακα. Ο Χρηστος με τραβαει.
Ελα μαλακα, πηγαινε. Θα δεις, δεν θα… ποναει.
Μπηκα μεσα και καθισα σε ενα διπλο κρεβατι.
Καθομουν και δεν ηξερα. Πρεπει να κανω κατι ?
Σε λιγο ηρθε η μικρη. Αφησε ενα γελακι.
Πρωταρης εισαι, ρωτησε. Καλως τον Νικολακη.
Οι φιλοι εμαθα μετα της ειπανε για μενα.
Πως ειναι πρωτη μου φορα, και τα ‘χω ολα χαμενα.
Αρχισε, αληθεια, τρυφερα τα ρουχα να μου βγαζει.
Ηταν χειμωνας αγριος. Εξω εριχνε χαλαζι.
Πηρε γλυκα τον πουτσο μου στο στομα. Τον φιλουσε.
Εγω τα ματια ορθανοιχτα. Με εβλεπε και γελουσε.
Τα αρχιδια μου μου εγλυφε. Τα εβαζε στο στομα.
Να χυσω μου ερχοτανε, μα ειπα οχι ακομα.
Μα οταν στο στομα ολοκληρο τον εβαλε και παλι,
ο ουρανος σκοτεινιασε. Με επιασε μια ζαλη.
Εχυσα μεσ’ στο στομα της.Τραβηχτηκε λιγακι.
Συνεχισε ομως και ελεγε, καλως τον Νικολακη.
Nτρεπομουν και δεν ηξερα Πως να το συνεχισω.
Αυτη τοτε με ρωτησε: Θελω να ξαναχυσω ?
Θελω, της ειπα, και ευθυς ξανα στο στομα παλι.
Σε δυο λεπτακια ετοιμος. Η πουτσα μου ατσαλι.
Μου εβαλε προφυλακτικο. Καθισε απο πανω.
Κουνιοταν και κουνιομουνα. Καλα, ειπε, το κανω.
Μετα γυρισε ανασκελα. Με πηρε αγκαλια της.
Μου χαιδευε τα αρχιδια μου. Εγλυφα τα βυζια της.
Μετα αυτη στα τεσσερα, εγω τωρα απο πισω.
Φοβηθηκα και νομισα οτι θα ξαναχυσω.
Σταματησα. Τον εβγαλα. Μου ειπε: τι συμβαινει ?
Ειδε ομως η πουτσα μου πως ηταν σηκωμενη.
Πηγα να χυσω, ειπα εγω, γρηγορα και δεν θελω.
Ενταξει Νικολακι μου, μα εδω ειναι μπουρδελο.
Ελα τωρα, βαλτονε ξανα μεσα μου ολο.
Ενταξει ειπα, μα ασε με λιγακι και στον κωλο.
Μπα, ειπε, ο μικρος θελει και κωλαρακι.
Αλλη φορα αγορινα μου. Ενταξει Νικολακι ?
Ενταξει ειπα με καρδια βαρια και ντροπιασμενος.
Δεν ηξερα, ο φουκαρας. Δεν ηξερα ο καυμενος.
Ξανα αυτη στα τεσερα και πισω εγω καβαλα.
Αρχισα και κουνιομουνα λες και ημουν σε τραμπαλα.
Κουνιομουνα και εσπρωχνα και παλι με μανια.
Σε λιγο, εχυσα γλυκα. Η ωρα ηταν μια.
Σηκωθηκε, με φιλησε, μου λεει: Ωραιος εισαι.
Και για πρωταρης μια χαρα. Και οχι στο αψε σβυσε.
Ποσο χρονων εισαι μικρε ? Της λεω δεκατρια.
Αμαν, μου λεει, ‘καντηνε, θα ρθει η αστυνομια.
Μικρος μικρος στα βασανα και στου μουνιου τη γλυκα.
Ενταξει αγορακι μου. Ντυσου μας πηρε η νυχτα.
Ντυθηκα και καμαρωτος βγηκα στο σαλονακι.
Οι φιλοι με περιμεναν με ενα κρυφο γελακι.
Ολα ενταξει γιγαντα, μου ειπαν με ενα στομα.
Ενταξει τους απαντησα. Παμε για ενα ακομα.
Στα γελια ξεκαρδιστηκαν, μου λενε σπιτι τωρα.
Παμε γιατι σταματησε για λιγο και η μπορα.
Ταξακι ξηγηθηκαμε, πισω στο Περιστερι.
Και ενα ακομα ηθελα μα το εκανα...στο χερι.
Στο σπιτι οταν γυρισα ευθυς στην τουαλετα.
Χαρτι δεν ειχε μα εγω πηρα χαρτοπετσετα.
Απο τον κωλο γαμησα μοναχος την...δικια μου.
Και ησυχος χωθηκα γλυκα μεσ’ στα σκεπασματα μου.
Στο υπνο μαλλον εριξα ακομα αλλον ενα
γιατι ειδα τα σεντονια μου με χυσια μουσκεμενα,
πρωι μολις σηκωθηκα. Τι εγινε σκεφτομουν.
Πως γινεται και εχυσα ενω εγω κοιμομουν ?
Εδω να σταματησει λεω τωρα η ιστορια.
Δεν ειναι δα πρωτοτυπη. Αλλη ακομα μια.
Πολλα αγορια θα σας πουν λιγο πολυ τα ιδια.
Αν σας αρεσει εχει καλως, αλλιως μεσ’ στα σκουπιδια...