τα οικονομικα της χωρας ειναι χαλια
οι τραπεζες φαληρισμενες
η ανεργια στο θεο
η διαφθορα κι ο νεποτισμος βασιλευει
για αυτο,,ΟΥΣΤ ΣΜΑΡΟΒΕΝΙΖΕΛΟΙ Κ ΛΟΙΠΟΙ,,,
περασαν τα μεσανυχτα θα πουμε ενα παραμυθι για να παμε για υπνο.
μια φορα κι εναν καιρο σε μια μακρινη χωρα ζουσε ενας βαρκαρης, ο οποιος εβγαζε το ψωμι του περνωντας τους κατοικους του βασιλειου με τη βαρκα του απο τη μια οχθη του ποταμου στην αλλη
καμια φορα ο βαρκαρης καθυστερουσε στη διαδρομη ενω πολλοι διαμαρτυρονταν οτι τα ναυλα ηταν ακριβα.
οι διαμαρτυριες φουντωναν κατα του βαρκαρη μεχρι που καποιοι αγανακτησμενοι υπηκοοι του βασιλειου αποοφασισαν να βγαλουν το βαρκαρη και να μπει στη θεση του καποιος αλλος
ομως κανεις δεν ηξερε να κουμανταρει τη βαρκα.
τοτε ειπε ενας: δε με νοιαζει ποιος θα μπει, αρκει να φυγει ο βαρκαρης, βαρεθηκα την ακριβεια και τα χασομερια του
μετα απο πολυ κουβεντα και επειδη κανεις δεν ηθελε να αναλαβει αποφασισαν να βαλουν στη θεση του βαρκαρη ενα γαιδαρο.
στο πρωτο ταξιδι ο γαιδαρος βουλιαξε τη βαρκα και οι υπηκοοι του βασιλειου βρεθηκαν στον πατο του ποταμου τουμπανιασμενοι απο τον πνιγμο και με κλαδιά στον κωλο.
και ζησανε αυτοι καλα κι εμεις καλυτερα.
ονειρα γλυκα